Ο εκτελεστικός διευθυντής και το Διοικητικό Συμβούλιο της Qantas κρατούν σε ομηρεία 5.000 εργατοϋπαλλήλους του εθνικού αερομεταφορέα με την ανοχή της κυβέρνησης Abbott και της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Πέντε χιλιάδες εργατοϋπάλληλοι, πολλοί από τους οποίους οικογενειάρχες με πιεστικές υποχρεώσεις, αγωνιούν για το αν θα είναι αυτοί, που η διοίκηση θα πετάξει στο δρόμο εντός των προσεχών ημερών ή μηνών ή ετών, στο πλαίσιο σχεδίου της για «μείωση» των λειτουργικών δαπανών της εταιρείας κατά δύο δισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2016.

Οι ταλαίπωροι εργαζόμενοι έχουν πέσει στις Συμπληγάδες Πέτρες με κίνδυνο να συνθλιβούν, αν οι μέτοχοι της Qantas δεν εκδιώξουν το συντομότερο δυνατόν τον εκτελεστικό διευθυντή, Alan Joyce, και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας, που είναι συνυπεύθυνα για το αυξανόμενο παθητικό της εταιρείας, και η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση δεν καταλήξουν σε μία λογική συμφωνία εξόδου της Qantas από την κρίση, που προκάλεσε η αδεξιότητα της διοίκησής της.

Οι εργαζόμενοι πιέζονται ασφυκτικά από την εταιρεία και την κυβέρνηση Abbott, για διαφορετικούς λόγους. Ο κ. Joyce και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου χρησιμοποιούν τους εργαζομένους ως διαπραγματευτικό χαρτί, για να επιτύχουν ένα από τους τρεις στόχους τους: την αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος του αερομεταφορέα, την παροχή κρατικής εγγύησης γα δανεισμό χρημάτων, όμοια με την εγγύηση που είχε δώσει η κυβέρνηση Rudd στις τράπεζες κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, ή την παροχή δανείου τριών δισεκατομμυρίων στην Qantas χωρίς εγγυήσεις.

Η κυβέρνηση, διχασμένη, παίζει το παιχνίδι της διοίκησης της Qantas, μέχρι να βρεθεί τρόπος γεφύρωσης του ενδοκυβερνητικού χάσματος, που προκάλεσε η δημόσια διαφωνία του πρωθυπουργού με τον θησαυροφύλακα για τον τρόπο ενίσχυσης της Qantas από το κράτος έναντι των ανταγωνιστών της, και οι παλινδρομήσεις του αντιπροέδρου της κυβέρνησης και υπουργού Συγκοινωνιών, Warren Truss.

Ο πρωθυπουργός απορρίπτει την παροχή κρατικής εγγύησης, αλλά στέργει ν’ αλλάξει το ιδιοκτησιακό καθεστώς της Qantas με την ανάκληση του σχετικού νόμου. Ο θησαυροφύλακας συμφωνεί με την αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος, αλλά «δεν έχει πρόβλημα» με την παροχή κρατικής εγγύησης για δανεισμό κεφαλαίων από το εξωτερικό – οι φορολογούμενοι θα πληρώσουν τυχόν «κανόνι» από την Qantas, δεν θα το πληρώσει ο κ. Hockey, γι’ αυτό δεν ανησυχεί ο θησαυροφύλακας.

Ο υπουργός Μεταφορών –αρχηγός του Εθνικού Κόμματος και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης– συμφωνεί με τον πρωθυπουργό, ότι η Qantas δεν «χρειάζεται κρατική εγγύηση μήτε κρατικό δάνειο, διότι έχει οικονομική ρευστότητα, οικονομικά αποθέματα και αξιόλογα περιουσιακά στοιχεία να υποθηκεύσει για τη σύναψη δανείων». Συμφωνεί και αυτός, ότι η αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος είναι «η καλύτερη βοήθεια» που μπορεί να προσφέρει το κράτος στην Qantas.

Οι εργαζόμενοι μηδέ καν απασχολούν την κυβέρνηση. Το γεγονός, ότι η αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος θα μειώνει συνεχώς το ντόπιο προσωπικό της Qantas δεν απασχολεί τους κυβερνώντες. Συμφωνούν, άλλωστε, οι κυβερνώντες, ότι οι απολύσεις είναι αναγκαίες για την επιβίωση του αερομεταφορέα.
 Να μην αγνοήσουμε και τον τρίτο παράγοντα, παράτασης του αδιεξόδου και της αγωνίας των εργαζομένων, την αξιωματική αντιπολίτευση. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Bill Shorten, δηλώνει, ότι για το Εργατικό Κόμμα η αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της Qantas θα είναι ανάθεμα, που θα το πληρώσει το προσωπικό της. Προφανώς, το Εργατικό Κόμμα εγκρίνει οιαδήποτε, άλλη λύση που θα προστατεύει τους εργαζομένους. Προσφέρεται, δε, να συμμαχήσει με τους Πρασίνους και τα άλλα πολιτικιά κόμματα στη Γερουσία για την καταψήφιση στη Γερουσία κυβερνητικού νομοσχεδίου για ξεπούλημα της Qantas σε ξένους.

Εντύπωση προκαλεί το γεγονός, ότι τόσο η κυβέρνηση όσο και η αντιπολίτευση αποφεύγουν τη σύγκρουση με τη διοίκηση της Qantas, σε αντίθεση με άλλα μέλη του εθνικού κοινοβουλίου, οικονομικούς αναλυτές και παράγοντες της αγοράς, που επιμένουν ότι η Qantas δεν θα ορθοποδήσει με την ίδια διοίκηση. Πιστεύουν, κυβέρνηση και αντιπολίτευση, ότι η διοίκηση του αερομεταφορέα είναι άμοιρη ευθυνών ή εμμένουν στην ποντιοπιλατική θέση τους, ότι «ή αλλαγή ή μη του διοικητικού συμβουλίου είναι ευθύνη των μετόχων της εταιρείας;».

 Η σιωπή της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης δεν περνά απαρατήρητη από το λαό, που ακούγοντας τους ειδικούς πείθεται, ότι η πολιτική εξουσία εγκρίνει το σχέδιο κάλυψης των εγκληματικών λαθών της, που προωθεί η διοίκηση της Qantas –διότι περί σχεδίου κάλυψης των λαθών του κ. Alan Joyce και των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου πρόκειται– δεν πρόκειται για σχέδιο μείωσης των λειτουργικών δαπανών κατά δύο δισεκατομμύρια δολάρια.

Κατά τους ειδικούς, η διοίκηση της Qantas ευθύνεται απόλυτα για τις απώλειες της εταιρείας, διότι εφήρμοσε λανθασμένη στρατηγική αντιμετώπισης του ανταγωνισμού από την Virgin Australia. Η διοίκηση της Qantas, λένε οι ειδικοί, προσπάθησε να αντισταθμίσει τον ανταγωνισμό με την αύξηση των πτήσεών της προς δημοφιλείς και μη προορισμούς και ταυτόχρονη μείωση των εισιτηρίων της προς τους προορισμούς αυτούς. Αποτέλεσμα: να χάνει συνεχώς χρήματα ο αερομεταφορέας σε μία περίοδο (2013) που, σύμφωνα με επίσημα κρατικά στοιχεία, ο αριθμός των επιβατών εσωτερικών πτήσεων αυξήθηκε κατά 1,8% – σε σύγκριση με το 2012. Αντίθετα, η Qantas θα κυριαρχούσε στην αγορά και θα κέρδιζε χρήματα, αν έδειχνε την απαιτούμενη ψυχραιμία και άφηνε στην Virgin Australia την πρωτοβουλία μεθόδευσης του πολέμου των τιμών των αεροπορικών εισιτηρίων.

Κατά συνέπεια, δεν έχει νόημα η αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της Qantas ή η παροχή εγγυήσεων ή δανείων, πριν βγουν από την πόρτα της εξόδου ο κ. Joyce και τα μέλη του παρόντος Διοικητικού Συμβουλίου.

Αν, όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση, η Qantas είναι ιδιωτική επιχείρηση και οι μέτοχοί της αποφασίζουν το μέλλον της, καλά θα κάνουν η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση να αφήσουν τους μετόχους να βρουν τρόπους επίλυσης των προβλημάτων της και τους εργαζομένους να δώσουν τις δικές τους τα μάχες για το μεροκάματό τους.