Η σταύρωση του Νίκου Καζαντζάκη

Μέρος Α' Η έρευνα αυτή δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό «Λόγος» και αποτελεί σημαντικότατο σταθμό στην ιστορία και το ρόλο του μεγάλου μας λογοτέχνη Νίκου Καζαντζάκη

Από τον Ιάκωβο Γαριβάλη ενημερωθήκαμε πως h Ελένη Κατσουλάκη δεν είναι πλέον ανάμεσά μας. Απεβίωσε από την επάρατο νόσο στις 2 Ιανουαρίου φέτος.
Η Ελένη Κατσουλάκη, συγγραφέας, δημοσιογράφος, καταγόταν από τα Χανιά της Κρήτης.

Η έρευνα που δημοσιεύουμε σήμερα δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό «Λόγος» και αποτελεί σημαντικότατο σταθμό στην ιστορία και το ρόλο του μεγάλου μας λογοτέχνη Νίκου Καζαντζάκη, τον οποίο πολλοί θεωρούν πανάξιο τέκνο της παγκόσμιας λογοτεχνίας, από τα μεγαλύτερα που η ελληνική γλώσσα είχε αναδείξει:
1965. Καθισμένη στο μπαλκόνι του πατρικού μου σπιτιού στα Χανιά, αγνάντευα από μακριά την γαλάζια καπριτσιόζα θάλασσα ξαπλωμένη νωχελικά στα πόδια του βουνού φλερτάροντας ξεδιάντροπα με τις χρυσές ανταύγειες του ντροπαλού, ξανθού ήλιου. Δροσερό αεράκι φυσούσε κι αγκάλιαζε με τρυφεράδα τα καΐκια, τις ψαρόβαρκες και τους μουσκεμένους στον ιδρώτα χαμάληδες που πηγαινοερχόταν στο ενετικό μουράγιο φορτωμένοι με βαριά λιγδωμένα καφάσια από ψάρια και δίχτυα.
Ο νους μου, ανυπότακτος αντάρτης, περιπλανιόταν σε μακρινά ανερεύνητα ακρογιάλια κι η καρδιά μου φουρτούνιαζε. Στην ποδιά μου κρατούσα δυο βιβλία: Τον καπετάν Μιχάλη και τον Τελευταίο πειρασμό. Σαν διψασμένος ορειβάτης ρουφούσα με δονκιχωτική λαχτάρα τις πυρωμένες λέξεις του Καζαντζάκη και ανατρίχιαζα σαν έμπαινα στα στήθια του φουρτουνιασμένου Κρητικού που πάλευε να λευτερωθεί από την σκλαβιά του βάρβαρου Σουλτάνου.

Ξαφνικά, η αυστηρή μορφή ενός καλόγερου του Άγιου Όρους ξεπετάχτηκε σαν φάντασμα εμπρός μου. Ήταν ένας ψηλόλιγνος, μουσάτος κληρικός με αετίσια ρασπούτικα μάτια που νοίκιαζε ένα δωμάτιο στον πάνω όροφο. Πάντα ταξίδευε σ’ όλους τους ελληνικούς ορίζοντες πουλώντας θαυματουργό χώμα από τα Ιεροσόλυμα παρμένο μέσα από τον τάφο του Χριστού για φυλακτά και θεϊκά γιατροσόφια.

Μονομιάς άρπαξα τα βιβλία και τα ‘χωσα κάτω από τα ρούχα μου. Σίμωσε κοντά σουφρώνοντας τα παχιά του φρύδια και με μια γρήγορη κίνηση τα παίρνει στα χέρια του. Οι φλέβες στα μηλίγγια του φούσκωσαν και ανατινάχτηκε σαν να τον δάγκωσε φίδι.

– Ντροπή σου αμαρτωλή να διαβάζεις τα βρωμερά τούτα βιβλία του βλάστημου αντίχριστου Κρητικού που ρεζίλεψε τους ηρωικούς αγώνες της Κρήτης και μασκάρεψε τα ιερά και όσια της εκκλησιάς μας. Αφορεσμένος νάνε σε όλους τους αιώνες αμήν.

– Μα ο Χριστιανισμός κηρύσσει αγάπη, τόλμησα να διαμαρτυρηθώ. Ο Καζαντζάκης πόνεσε την αλυσοδεμένη ψυχή της έρημης Κρήτης και αγάπησε τον Χριστό.
Ο μοναχός χλιμίντρησε σαν αγριομούλαρο. Έφτυσε καταγής φουρτουνιασμένος. Αφρισμένα σάλια τρέχανε από το στόμα του. Βράχνιασε η φωνή του.
– Ο διάολος να μπει μέσα σου. Σ’ εσένα και σ’ αυτόν τον τσαρλατάνο που σε ξεμυάλισε. Διάολε στην κοκάλα του. Ποτέ να μην λιώσουνε, Αμήν!

Έφυγε τρομαγμένος σαν λιποτάχτης πηδώντας δυο-δυο τα σκαλιά για να γλιτώσει από την λέπρα της τυπωμένης απαγορευμένης σκέψης του Σατανά.
Αργότερα έμαθα από τον πατέρα μου πως ο αγιασμένος τούτος καλόγερος είχε σκοτώσει για περιουσιακά ένα νέο παλικάρι σε κάποιο χωριό στο Ρέθυμνο και πήγε στο Άγιο Όρος να γλιτώσει τη δικαστική τιμωρία. Μια μέρα ο πιστός μοναχός αποπλάνησε τον αγαθό θεοφοβούμενο δεκαοχτάχρονο μαθητή που έμενε στο διπλανό δωμάτιο του σπιτιού μας και τον παρέσυρε κρυφά στο Άγιο Όρος. Η αστυνομία τον βρήκε μετά από καμπόσους μήνες και τον γύρισε πίσω στο χωριό του. Η εκκλησία και η τοπική αστυνομία μας έστειλε προφορικό ραβασάκι να σφραγίσουμε το στόμα μας. Εγώ που είχα τον καλόγερο στην μπούκα του τουφεκιού και δεν έχαβα τα ευλογημένα γιατροσόφια του και τα παραμύθια του, το ‘κανα κουδούνια σε όλους τους μαχαλάδες και κοντογειτονιές.

Μια μέρα η απλοϊκή μάνα μου που λάτρευε τυφλά τον Χριστό και σταυροκοπιόταν με δέηση σαν θωρούσε εκκλησιά η παπά, μου “έσκασε “το μυστικό.
– Αχ κοπελιά μου, χάλασε ο κόσμος. Σύντομα θα ‘ρθει η Δευτέρα παρουσία!
– Ίντα έγινε μάνα, την ρωτώ με μια σταλιά ειρωνείας. Εγώ δε φοβούμαι. Έχω κλείσει θέση στον παράδεισο!
– Μας καταράστηκε ο Μεγαλοδύναμος και άφησε το Σατανά να μας πιάσει στη φάκα. Ο παπά-Γιώργης της εκκλησιάς μας ξεπαρθένεψε τρεις κοπελιές του γυμνασίου! Ο Διάβολος κόρη μου τον παράσυρε. Αχού, αχού τι κακό μας βρήκε!
– Τον διώξανε;
– Όχι, βέβαια, τούτα τα πράγματα πρέπει να μείνουμε κρυφά, να μην έρθει το κακό πνεύμα και μπει μέσα και σε άλλους άγιους ανθρώπους. Ο Θεός να μας φιλάει από τον «έξω από δω»!

Από κείνη την μέρα κάτι μέσα μου θρυμματίστηκε και έγινε χίλια κομμάτια. Ένα-ένα τα χάρτινα, φανταχτερά παραπετάσματα του Βιβλικού παραμυθιού ξεσχίστηκαν και η φοβερή μάσκα της αλήθειας με κατατρόμαξε. Πήγαινα κάθε μέρα στη βιβλιοθήκη και ρουφούσα με λαιμαργία την ανυπόταχτη ορμητική σκέψη του Καζαντζάκη και ανέπνεα την δυνατή μυρωδιά της ταραγμένης οδοιπορίας του στην άβυσσο. Μοιράστηκα χωρίς όρια και συμπόνια τον εσωτερικό, αβάσταχτο πόνο του. Τίποτα δεν αγάπησα, θεοποίησα και σεβάστηκα στην ζωή μου περισσότερο από την βασανισμένη διγενική σκέψη του μεγάλου Καστρινού. Η σκέψη του, θεριό ανήμερο μπήκε στις φλέβες μου και ρούφηξε το αίμα μου αλύπητα και ο μηδενισμός του ξεκοκάλισε κάθε ίνα της νεανικής μου λαχτάρας. Σαν τον Καζαντζάκη, άρχισα να βλέπω σε κάθε πρόσωπο το θάνατο. Η ματαιότητα του χωματένιου ανθρώπου μου ‘σπασε τις βυζιάρικες φτερούγες μου. Άρχιζα κι εγώ να βλέπω όλα τα αποπλανητικά φτιασίδια του κόσμου και τις αξίες με το μικροσκόπιο.

Παλικαρίσιος πρωτοψάλτης βίασε όλες τις αραχνιασμένες ιδέες του κόσμου και τις έκανε μαντινάδες στη λύρα του πνεύματος. Άγριος διψασμένος Μινώταυρος κατασπάραξε χωρίς έλεος τ’ απατηλά κουβάρια της οργανωμένης , καλόβουλης Θεϊκής ύπαρξης και περπάτησε σε απάτητα, κακοτράχαλα άγνωστα μονοπάτια και τα ‘κανε ποίηση. Ασκητικός, μοναχός, κουβαλώντας μέσα του την σαρκοβόρα ερημιά της λεύτερης σκέψης άφησε τα αντρίκεια χνάρια του στη γη σαν ένας πολυταξιδεμένος Οδυσσέας που ‘ψαχνε με απελπισία την ανώτατη μορφή της αλήθειας. Η παρθενική μαντινάδα που τραγούδησε στην κορφή του κόσμου με μια δοξαριά ήταν μια ολοκλήρωση του χωματένιου ανθρώπου της γης, γιατί ο αλλόκοτος τούτος τροβαδούρος ήτανε όλα μαζί: και στίχος και μουσική.

Η θεϊκή μορφή του Χριστού τον είχε συναρπάσει από μικρό παιδί. Μα η απλοϊκή επεξήγηση του Ευαγγελίου γέννησε αβάσταχτες πνευματικές απορίες που τον τυραννούσαν χωρίς συμπόνια.. Χούφτιασε το ανυπότακτο μυαλό του με αντιφατικές ιδέες κι εμπειρίες κι έσπασε τις πατροπαράδοτες αλυσίδες της σκλαβωμένης σκέψης, παίρνοντας τον κακοτράχαλο ανήφορο να λευτερώσει την ύπαρξη του Θεού. Και ψάχνοντας ν’ αγγίξει την βουνοκορφή της αλήθειας μετουσίωσε την ύλη σε πνεύμα και με την ορμητική του δημιουργία συμφιλίωσε τις αντιμαχόμενες φωνές που ούρλιαζαν μέσα του ανάμεσα στην ζωή και το θάνατο, στη σύνθεση κι αποσύνθεση.

Αντάρτικος, αχαλιναγώγητος Ευαγγελιστής, πάλεψε τον Θεό με την ελπίδα να χάσει, ενώ η κοινωνία πάλευε το διάβολο με την ελπίδα να κερδίσει. Για τον Καζαντζάκη η υπέρτατη αρετή του ανθρώπου ήταν η ευθύνη και ο αγώνας. Ο Χριστός έχει δυο υποστάσεις ανθρώπινη και Θεϊκή και σαν άνθρωπος αγωνίσθηκε να σώσει την ύπαρξη του αρρωστιάρικου Θεού. Ο Χριστός σταυρώθηκε όχι μόνο για να σώσει τον άνθρωπο αλλά για να σώσει και το Θεό. Με την σταύρωση του ο Χριστός βασανίστηκε να υποτάξει όλες τις ανθρώπινες αδυναμίες και τελικά το δυναμικό πνεύμα του νίκησε την ύλη. Ο Θεός σπαρτάρισε από την νίκη του Χριστού, μεγάλωσε, αναζωογονήθηκε και σώθηκε. Μα δεν υπάρχει πιο βασανιστική αιμοβόρα μοναξιά από την μοναξιά της σκέψης — ο πιο φρικτός ανήλεος πόνος του σκεφτόμενου ανθρώπου.
Άρχισα ν’ αλληλογραφώ με την Ελένη Καζαντζάκη που ‘μενε τότε στην Ελβετία. Η επαφή μαζί της με είχε συναρπάσει. Ήταν ένα αόρατο άγγιγμα, μια δικαίωση στην αναστάτωση του νου μου. «Πρώτη φορά λαβαίνω από την Ελλάδα τέτοιο ορμητικό ενθουσιασμό για το Νίκο και γραμμένο από ποιον; Από ένα κοριτσάκι του Γυμνασίου»! Έτσι μου έγραψε.

Σαν γυρίστηκε το κινηματογραφικό έργο Ζορμπάς έγινε μακελειό στην Κρήτη. Πήγαινα ακόμα στο Γυμνάσιο. Φούντωσαν τα αίματα, τσίμπησαν αλογόμυγες το σβέρκο του αψίθυμου Κρητικού, βούιξε η μεγαλόνησος. Βρισιές, αναθέματα και κατάρες υψώθηκαν από κάθε στουρναρόπετρα της Κρήτης.
– Μας ξεφτίλισε πάλι ο Καζαντζάκης. Εμείς δεν σφάζουμε χήρες και δεν κλέβουμε τους πεθαμένους ! Να κάψουμε την ταινία του συκοφάντη της Κρήτης και της θρησκείας μας, τον αντι-Έλληνα, τον αθυρόστομο, τον προδότη του Χριστού!

Η πνευματική μυωπία του Έλληνα και η τύφλωση του μ’ έκοψε σαν διχαλόβεργα. Η ρίζα του κακού είναι η άγνοια, μόνο η γνώση μας σώζει. Το έσκασα από το σχολείο κι έκατσα κι έγραψα μια κριτική και ανάλυση του παρεξηγημένου βιβλίου και το ‘στειλα στην τοπική εφημερίδα των Χανίων «Παρατηρητής». Η εφημερίδα το δημοσίευσε και την αλλά μέρα η γη σείστηκε. Άνθρωποι των γραμμάτων, της τέχνης και του κλήρου μου επιτέθηκαν σαν ύαινες τρίζοντας τα δόντια τους. Το σχολείο ζήτησε να με απολύσει από το γυμνάσιο, ο λαός με έβριζε με συγκινητική γενναιοδωρία και η εφημερίδα μου ζήτησε ν’ αναλάβω την πνευματική σελίδα της έκδοσης.
Η άρνηση στη λεύτερη έκφραση με πόνεσε πολύ, ξέσκισε τα σωθικά μου. Πάντα θεωρούσα την αγαπημένη μου πατρίδα βωμό της δημοκρατίας. Άρχισα να ερευνώ κιτρινισμένες, σκονισμένες σελίδες του ελληνικού κρατικού μηχανισμού και την αδέσμευτη δύναμη κι επιρροή της Ορθόδοξου Εκκλησίας στο γαλούχημα του Έλληνα. Ανατρίχιασα με φρίκη σαν άνοιξα τ’ απόκρυφα ιστορικά καπηλειά και ξεσκέπασα το πολύπλευρο πρόσωπο της. Ένα καπηλειό γιομάτο άγνοια, συμφέρον, υποκρισία και μεσαιωνικό σκοτάδι. Μια στιγματισμένη πληγή και προσβολή στην αξιοπρέπεια και λευτεριά του ανθρώπου.
Όταν στην Ελλάδα οι σοσιαλιστές και φιλελεύθεροι πήραν στα χέρια τους την εξουσία άρχισαν οι άγριες, αδίστακτες αψιμαχίες μεταξύ δυο μεγάλων δυνάμεων: κράτους και εκκλησίας.

Το 1901 χιλιάδες φοιτητές και διανοούμενοι πλημμύρισαν την Αθήνα και ζητούσαν από τις αρχές να μεταφραστεί το Χριστιανικό Ευαγγέλιο στην δημοτική γλώσσα. Η αστυνομία επιτέθηκε με μίσος στους ειρηνικούς διαδηλωτές. Ογδόντα φοιτητές σκοτώθηκαν κι εκατοντάδες τραυματίσθηκαν.
Το 1907 η Ιερά Σύνοδος απόκτησε απόλυτη εξουσία στα κοινωνικά θέματα του Ελληνικού κράτους. Το 1926 η Ιερά Σύνοδος κατηγόρησε σαν αντεθνική την διδασκαλία του ” Κολεγίου των Διδάσκαλων” απέλυσε τους καθηγητές κι έκλεισε το κολέγιο.
Το 1930 η Ορθόδοξη Εκκλησία έκανε μήνυση και δίκασε τον Καζαντζάκη και τον Δημήτρη Γληνό για ένα άρθρο τους σε λογοτεχνικό περιοδικό των Αθηνών που το κατηγόρησαν σαν σάτιρα εναντίον της θρησκείας.

Το 1952 η Κυβέρνηση Πλαστήρα απείλησε την ολοκληρωτική κατάσχεση της εκκλησιαστικής περιουσίας αν ο ανώτατος κλήρος δεν παραδώσει γη σε 200,000 άγονους Έλληνες αγρότες. Τελικά η εκκλησία αναγκάστηκε να παραχωρήσει στο Ελληνικό κράτος 750,000 στρέμματα από την απέραντη περιουσία της.
Το 1954 άρχισε ένας πρωτόγονος φανατικός πνευματικός Μακαρθισμός εναντίον του μεγάλου συγγραφέα Νίκου Καζαντζάκη που για μισό αιώνα τίμησε και εξύψωσε την Ελλάδα και χαλύβδωσε την παγκόσμια λογοτεχνία.
Ο πάπας της Ρώμης απαγόρευσε την κυκλοφορία του Τελευταίου Πειρασμού. Ο Καζαντζάκης έστειλε τηλεγράφημα στο Βατικανό με μια φράση στα Λατινικά του Χριστιανού απολογητή Τεντούλιαν. «Ad tuu,. Domine, tribunal appello: Υποβάλλω την έκκληση μου στην δική σου δικαστική κρίση, Κύριε!» Με άλλα λόγια: “Ο Θεός θα με δικάσει, όχι εσείς.”

Τον ίδιο χρόνο ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής αποδοκιμάζει αποτρόπαια και με βλαστήμιες την αθλιότητα του μαέστρου της λογοτεχνίας κατά τον Θεάνθρωπο και ζητά να μην επιτραπεί η μετάφραση των βιβλίων του στα Ελληνικά. Έλληνες δημοσιογράφοι της εφημερίδας «Εστία» εκφράζουν την αγανάκτηση τους και την προτίμηση τους στον Μακαρθισμό παρά τα βρομόλογα του ανήθικου Καζαντζάκη κι αποκαλούν αλήτες τους διάσημους ξένους διανοούμενους, θερμούς υποστηρικτές της ελεύθερης σκέψης.
Ο Μητροπολίτης της Χίου φουρκισμένος, τρέμοντας από αγανάκτηση, κάνει αίτηση στην Ιερά Σύνοδο απαιτώντας τον αφορισμό του άθεου και την ποινική καταδίκη του από το Υπουργείο Δικαιοσύνης. Ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Παντελεήμων επίσης καταδικάζει τα βιβλία του βλάσφημου.
Η Ορθόδοξη εκκλησία τρομοκρατεί τον αμαθή και θεοφοβούμενο λαό κι εκτοξεύει θανατηφόρες σαϊτιές ενάντια στη λεύτερη σκέψη. Η σκιά του αντίχριστου αιμοβόρα κι ανήθικη λήστεψε τα ιερά και όσια της ιεράς εκκλησίας και απειλεί με την πέννα του να γκρεμίσει το Βασίλειο του Χριστού και της Χριστιανικής μας παράδοσης. Σείεται η γη και κλονίζεται η συνείδηση του Χριστιανού. Το μίασμα του πόρνου Καζαντζάκη αιωρείται σαν μαύρη πανούκλα στο γαλάζιο ουρανό κι απειλούσε να καταστρέψει το Ελληνικό έθνος και να εκμηδενίσει τις Χριστιανικές άξιες του.

Η Ιερά Σύνοδος καταράστηκε με μίσος κι αφόρεσε τον Καζαντζάκη. Μα για να γίνει έγκυρος ο αφορισμός του χρειαζόταν τη συγκατάθεση του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης. Η Ανωτάτη Εξουσία της Ορθόδοξης Εκκλησίας έκανε αίτηση στον Πατριάρχη Αθηναγόρα της Κωνσταντινούπολης και ζήτησε να αφορισθεί επίσημα ο γιος του Σατανά. Συνάμα ζητά επιμόνως την απαγόρευση των αισχρών έργων του και την ποινική τιμωρία του από τον Άρειο Πάγο, το Εφετικό δικαστήριο και τον εισαγγελέα Αθηνών. Ο Καζαντζάκης απαντά στην ανώτατη ιεραρχία: “Με καταραστήκατε Άγιοι Ιερείς. Εγώ σας δίνω την ευχή μου. Ελπίζω η συνείδηση σας να ‘ναι καθαρή σαν τη δική μου και να ‘σαστε ηθικοί και θρήσκοι όπως εγώ.”
Την ίδια εποχή ο μαέστρος της λογοτεχνίας δίνει συνέντευξη στο Αμερικανικό περιοδικό “Holiday” εκφράζοντας με συγκίνηση την παράφορη αγάπη και νοσταλγία του για την Ελλάδα και την Κρήτη.

Το 1955 άνθρωποι των γραμμάτων και της τέχνης αποδοκιμάζουν την ιεροεξεταστική δικτατορική στάση της εκκλησίας και τη σκλαβιά που επιβάλει στη σκέψη. Ο συναρχηγός των Φιλελευθέρων Γεώργιος Παπανδρέου ζητά να ανακηρυχθεί ο Καζαντζάκης ακαδημαϊκός με διάταγμα. Το Δημοτικό Συμβούλιο του Ηρακλείου, η γενέτειρα του διασήμου δημιουργού, διαμαρτύρεται έντονα στην Ιερά Σύνοδο και στο Πατριαρχείο και κατακρίνει την απόφαση της Ιεράς Συνόδου σαν αντισυνταγματική. Παρόμοια απόφαση πήρε και το Δημοτικό συμβόλαιο των Αθηνών και της Θεσσαλονίκης αποδοκιμάζοντας την ασυδοσία και κατάχρηση της Ιεραρχίας. Η νομαρχία Θεσσαλονίκης τιμώρησε τον Πρόεδρο και μερικά μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου με δίμηνη αργία.

Το 1956 απονέμεται στον Καζαντζάκη το Διεθνές Βραβείο Ειρήνης. Ο ραδιοσταθμός της Αγγλίας BBC ζητά από τον ονομαστό συγγραφέα συνέντευξη για το βιβλίο του “Αγγλία”. Ο Καζαντζάκης αρνείται με πείσμα τη συνέντευξη σαν διαμαρτυρία ενάντια στις βιαιότητες των Άγγλων στην Κύπρο και απαντά στο BBC με τηλεγράφημα από την Γερμανία: “Όταν έγραψα το βιβλίο “Αγγλία” οι Βρετανοί δεν έσφαζαν Έλληνες στην Κύπρο.”
Στις 26 Νοέμβριου 1957 ο Καζαντζάκης πέθανε στη Γερμανία από λευχαιμία. Ο ταυρομάχος της πέννας και του λόγου πέθανε όπως γεννήθηκε: ολόγυμνος. Ο λεοντόκαρδος συγγραφέας λευτερωμένος απ’ όλες τις ουτοπικές, αναιμικές ιδέες και τ’ ασφυχτικά κοινωνικά καλούπια πήδηξε με μια σαϊτιά στην αιωνιότητα του τόπου και του χρόνου. Ο περήφανος αετός της Κρήτης ξεπέρασε το ανθρώπινο καβούκι του μεταξοσκώληκα κι έγινε αθάνατη πνευματική πεταλούδα. Η ανάσα του μυρίζει ακόμα θυμάρι και φασκομηλιά της Κρήτης.

Οι εφημερίδες των Αθηνών ανακοίνωσαν αθόρυβα με μικρά γράμματα τον θάνατο του μεγάλου συγγραφέα. Είχαν πιο ενδιαφέροντα γεγονότα να γιομίσουν τις πρώτες σελίδες τους. Η διάσημη Αμερικανίδα σεξοβόμβα Τζέην Μάνσφιλντ μόλις είχε φτάσει κουνιστή και λυγιστή στην πρωτεύουσα και έδινε με το κιλό προμελετημένες συνεντεύξεις.

Η σωρός του Νίκου Καζαντζάκη έφτασε στην Αθήνα στις 4 Νοέμβριου του 1957. Ξεπετάχτηκαν μονομιάς αλαφιασμένοι, οι κοτσονάτοι παπάδες κι οι επίσκοποι της Ελλάδας. Γούρλωσαν τα σβέλτα ματάκια τους, μούγκρισαν τα θεριά μέσα τους κι αφήνιασε σαν ταύρος η καρδιά τους. “Πέθανε ο Αντίχριστος. Δόξα να ‘χει τ’ όνομα του Κυρίου. Νικήσαμε τον Δαίμονα, το πνεύμα του κακού. Σώσαμε τον Χριστιανισμό και τα θεμέλια του Έθνους.”

Φεγγαριασμένος ο ορμητικός Αρχιεπίσκοπος των Αθηνών Θεόκλητος άρπαξε την βλογημένη ευκαιρία να πάρει εκδίκηση ενάντια του αθυρόστομου υβριστή και συκοφάντη. Σήκωσε την ιερά του ράβδο και έδωσε διαταγή να μην επιτραπεί η σωρός του βλάσφημου νεκρού σε Αθηναϊκό ναό!
Ο ορθόδοξος σύλλογος ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ έστειλε τηλεγράφημα στο Μητροπολίτη Κρήτης και σε όλη την ιεραρχία ν’ αρνηθούν σφοδρά όλα τα ιερά μυστήρια στον αντίχριστο νεκρό και να μην επιτραπεί η κηδεία του σε κανένα νεκροταφείο της εκκλησιάς. Η εκκλησία της αγάπης, αρνήθηκε με σκληρότητα να τελέσει το τελευταίο μυστήριο σ’ ένα βαφτισμένο ορθόδοξο, με άψογες Χριστιανικές αρχές και ηθικό βίο.

Η σβελτάδα και το τετραπέρατο μυαλό το Αριστοτέλη Ωνάση έσωσε την Ελλάδα από ξεφτιλισμό κι εθνική ταπείνωση. Το ίδιο απόγευμα διέθεσε ένα έκτατο αεροπλάνο της Ολυμπιακής και μετέφερε τh σωρό του γίγαντα της λογοτεχνίας στο Ηράκλειο Κρήτης.

Το αεροπλάνο προσγειώθηκε στις 4:30 στο αεροδρόμιο του Ηρακλείου. Μια τεράστια ανθρωποθάλασσα υποδέχτηκε το γιο του Ψηλορείτη. Χιλιάδες Καστρινοί, άνθρωποι της παγκόσμιας τέχνης, άνθρωποι του θεάτρου, της πολιτικής και των τοπικών αρχών περίμεναν με θλίψη τον διάσημο νεκρό. Το φέρετρο τοποθετήθηκε στο Μητροπολιτικό ναό του Άγιου Μηνά με την έγκριση του Μητροπολίτη της Κρήτης Ευγένιου που αψήφησε τις απειλές της Ιεραρχίας κι έψαλε μια σύντομη επιμνημόσυνο δέηση. Βρακοφόροι Κρητικοί και κοπελιές του Λυκείου μ’ εθνικές ενδυμασίες και μαύρες μαντίλες στάθηκαν δίπλα στο φέρετρο. Εκατοντάδες στέφανα κατατέθηκαν σε τιμή του Κρητικού και το λαϊκό προσκύνημα κράτησε μέχρι αργά τα μεσάνυχτα.

Εν τω μεταξύ το Δημοτικό Συμβούλιο του Ηρακλείου σε έκτακτη συνέλευσή του ψήφισε να ενταφιαστεί ο μεγάλος νεκρός με δημόσια δαπάνη στον Ενετικό προμαχώνα Μαρτινέγκο. Σκάφτηκε βιαστικά μια χωματένια λακκούβα στη κορυφή του τείχους  ένας στιγματισμένος ανευλόγητος τάφος, αντιφατικός με όλα τα ιερά ήθη και τους κανόνες τις Ορθοδοξίας. Μα το Δημαρχείο του Κάστρου δεν είχε άλλη εκλογή, εφόσον η εκκλησία δεν είχε την αξιοπρέπεια να τιμήσει την ταφή του συγγραφέα σε νεκροταφείο.

*Το Μέρος Β’ την επόμενη Τρίτη