Λοιπόν, το μεγάλο δίλημμα, που απασχολεί μαγαζάτορες και θαμώνες που συχνάζουν στον πεζόδρομο του Όκλι, έχει ως εξής: να ζει κανείς για να παίρνει (όσο θυμάται) τα χάπια του ή να πεθάνει από το κάπνισμα;

Οι καπνιστές που πηγαίνουν στον πεζόδρομο και αποτελούν την συντριπτική πλειοψηφία, έχουν ήδη απαντήσει στο πιο πάνω δίλημμα, επιλέγοντας να καπνίζουν αντί να ζήσουν λίγα χρόνια πάρα πάνω με χάπια, διαβήτη, αλτσχάιμερ και άλλες συμφορές.

Αυτό, όμως, απ’ ό,τι φαίνεται, δεν γίνεται αποδεκτό στις μέρες μας από τους κάθε είδους «σωτήρες μας», που σώνει και καλά θέλουν να μας λυτρώσουν από το αυτοκαταστροφικό μας πάθος.

Πέρα, όμως, από τους επαγγελματίες «σωτήρες», που στρέφονται με ευκολία εναντίον του τσιγάρου, πουλώντας μας «προστασία» (από τον κακό εαυτό μας) υπάρχουν και αυτοί που αρρωσταίνουν από το κακό τους όταν βλέπουν άλλους να καπνίζουν.
 Εντάξει, καταλαβαίνω τους λόγους που το κάνουν οι πολιτικοί και κάθε είδους «επαγγελματίες».  (Άλλοι για ψήφους, προκειμένου να μην εναντιωθούν στην πλαδαρή και άκαπνη πλειοψηφία, άλλοι για να είναι politically correct και άλλοι γιατί βγάζουν το ψωμί τους από την αντικαπνιστική σταυροφορία που έχει πλέον πάρει υστερικές διαστάσεις).

Αυτούς που δεν μπορώ να καταλάβω είναι τους «απλούς» πολίτες που αν σε δουν και καπνίζεις, ακόμα και σε μια έρημη παραλία χωρίς να ενοχλείς κανέναν έρχονται και σου λένε ότι «πιο πάνω υπάρχει πινακίδα που απαγορεύει το κάπνισμα».

Μου συνέβη και αυτό πριν λίγες βδομάδες στην παραλία του Μιντλ Παρκ, όπως μου είχε συμβεί πριν λίγα χρόνια και στο Βόρειο Κουίνσλαντ καταμεσής στο πουθενά.
Ας επιστρέψουμε όμως στον πεζόδρομο του Όκλι που κινδυνεύει με πραγματικό αφανισμό έτσι και απαγορευτεί το κάπνισμα.
Αφορμή να ξανανοίξει η συζήτηση και η όρεξη των αντικαπνιστών «που ξύνουν τα νύχια τους» να βρουν πάτημα και να στραφούν κατά των καπνιστών, έδωσε η επιστολή ενός ατόμου (μη ελληνικής καταγωγής) που πληροφορούσε το Δήμο Monash ότι δεν θα πάει στον όμορφο «Eaton Mall with his partner Sarah and children Max and Carl of the second hand Smoke».

Προφανώς, ο άνθρωπος αυτός, και αρκετοί ενδεχομένως σαν αυτόν, να μη γνωρίζουν (και δικαιολογημένα) ότι αν δεν υπήρχαν οι καπνιστές δεν θα υπήρχε ο όμορφος πεζόδρομος για να χαρεί τον καφέ του.

Και αν τον ενοχλεί τόσο πολύ το κάπνισμα γιατί δεν πάει στο Nobel Park ή στο Box Hill ή, τέλος πάντων, σε τόσα άλλα μέρη που υπάρχουν πολλά (άκαπνα) μαγαζιά.
Δηλαδή, επειδή πηγαίνουν στο Όκλι (και καλά κάνουν) πέντε-δέκα άκαπνοι να φύγουν όλοι οι υπόλοιποι που καπνίζουν;
Όσο όμως παράλογη και να είναι η απαίτηση των λίγων έστω άκαπνων, τελικά από τη στιγμή που ο πεζόδρομος του Όκλι έγινε θέμα και άρχισαν να ασχολούνται τα Μέσα Ενημέρωσης αργά ή γρήγορα (και κόντρα σε κάθε λογική) το κάπνισμα θα απαγορευτεί.

Αξιωματούχοι του Δήμου, ο οποίος και κερδίζει πολλά χρήματα από τα καταστήματα που πληρώνουν για τις καρέκλες και τα τραπέζια που διατηρούν έξω (για να μπορούν οι πελάτες τους να καπνίζουν), δήλωσαν ότι το 70% των δημοτών θέλουν να απαγορευτεί το κάπνισμα ακόμα και από τους εξωτερικούς χώρους όπου σερβίρεται φαγητό.

Να τονίσουμε εδώ ότι ο Δήμος Monash εισπράττει 180 δολάρια το χρόνο για τις πρώτες 10 καρέκλες που βρίσκονται έξω και στη συνέχεια $345 για κάθε έξτρα καρέκλα από εκεί και πάνω!

Είναι πλέον πασίγνωστο ότι ο πεζόδρομος έδωσε ζωή σε όλη την αγορά του Όκλι, που μέχρι πριν λίγα χρόνια ήταν μισοπεθαμένη και τα περισσότερα μαγαζιά έβγαζαν με το ζόρι τα έξοδά τους.

Παρ’ όλα αυτά και επειδή οι δήμαρχοι και οι δημοτικοί σύμβουλοι ενδιαφέρονται πρωτίστως για την επανεκλογή τους και μετά για όλα τα άλλα, θα προχωρήσουν στην απαγόρευση του καπνίσματος στον πεζόδρομο, αν η πολιτειακή κυβέρνηση αποφασίσει να το απαγορεύσει σε εξωτερικούς χώρους όπου σερβίρεται φαγητό.
Πριν, λοιπόν, ο πεζόδρομος του Όκλι γίνει ανάμνηση (όπως πολλά άλλα πράγματα) και θυσιαστεί στο βωμό των επαγγελματιών (και υστερικών) αντικαπνιστών, χαρείτε τον καφέ και το τσιγαράκι σας.

Στο κάτω-κάτω μην ξεχνάτε ότι αυτή είναι η μοίρα των μειοψηφιών: να συμμορφώνονται (θέλουν δεν θέλουν) με τις παράλογες πολλές φορές απαιτήσεις των πλειοψηφιών.