Δεν ξέρω γιατί όταν πλησιάζει το Πάσχα, το μυαλό μου τρέχει στα χρόνια εκείνα τα παιδικά μου και τα νεανικά και δεν μπορώ να εξηγήσω το πώς, κάθε φορά, δύο θέματα που αφορούν τα Πάθη του Χριστού, ξαναγυρίζουν από τα παλιά, ζωντανεύουν, και στέκονται τα ίδια, «ακούγονται» από τα ίδια στόματα, με το ίδιο πάθος και την ίδια έκφραση. Ο φίλος Παναγιώτης, πάντα την περίοδο της Μεγάλης Εβδομάδας, επέμενε πως όλα αυτά τα κινηματογραφικά έργα που είχαν γυριστεί και παρουσίαζαν… «Τα Πάθη του Χριστού» είναι καταδικασμένα σε αποτυχία, δεν έπρεπε να επιτρέπεται να «γυρίζονται» και, θριαμβευτικά έκλεινε την… «εορταστική κατ’ έτος ομιλία του», με κάτι αρκετά… θεμελιωμένο:

«Το θεωρώ αμάρτημα μεγάλο και όλοι αυτοί οι παραγωγοί, σκηνοθέτες, ηθοποιοί, τιμωρούνται ή θα τιμωρηθούν. Απόδειξη τρανή και όποιος μπορεί ας με διαψεύσει, οι πρωταγωνιστές, αυτοί που τολμούν να παίξουν το ρόλο του Ιησού, είναι καταδικασμένοι. Κανένας τους δεν μπόρεσε να παίξει ένα άλλο ρόλο της προκοπής. Όλοι τους εξαφανίστηκαν, χάθηκαν μέσα στην αφάνεια και την… ανωνυμία.» Ο Παναγιώτης είχε περιορισθεί να… «κυνηγάει», όσους τόλμησαν να υποδυθούν το ρόλο του Χριστού και άλλοι τρεις τα έβαζαν, κάθε χρόνο, μ’ εκείνον τον Ισκαριώτη, τον Ιούδα.

Άγριος ο καθηγητής των Θρησκευτικών, λίγο πριν τις διακοπές του Πάσχα, είχε παρουσιάσει τον Ιούδα, όπως η γιαγιά μου τον … λήσταρχο Νταβέλη:
«Κύριοι, χαρακτηριστικό είναι ότι ούτε η λαϊκή χριστιανική συνείδηση, ούτε η εκκλησία, παρά τη μετάνοιά του, συγχώρεσαν τον Ιούδα. Ατελεύτητη σειρά τροπαρίων στιγματίζει και καταριέται την πράξη του. Παρέμεινε το σύμβολο της αχαριστίας, της υποκρισίας, της φιλοχρηματίας και όλοι φαντάζονται την απαίσια μορφή του. Η χριστιανική φαντασία παρέλαβε τον Ιούδα χωρίς έλεος, χωρίς οίκτο και έπλεξε γύρω του τις παραδόσεις, ασυγκίνητη και από την μετάνοιά του και από τον τρόπο της αυτοτιμωρίας του. Παροιμιώδες έμεινε το όνομά του και προφέρεται ως ύβρις με όση αποστροφή ελάχιστα ιστορικά ονόματα προφέρθηκαν: «Ισκαριώτη» ή «Ιούδα » αποκαλούν με περιφρόνηση τους προδίδοντες τη φιλία, όσους λησμονούν την ευεργεσία, τους καταδότες, προ πάντων, αλλά και τους δόλιους και τους υποκριτές τους αγαπώντες, υπέρ παν άλλο, το χρήμα».

Η γιαγιά μου, η Βάσω, ο Θεός ας την συγχωρέσει, τον άμοιρο τον Ιούδα, τον είχε κάνει «ρόμπα». «Κρεμάστηκε, αγόρι μου, ο άχρηστος, σε μια συκιά. Έχεις ακούσει για τα «δέντρα του Ιούδα»; Όλοι λένε διάφορες ιστορίες για διάφορα δέντρα, αλλά η αλήθεια είναι ότι κρεμάστηκε, ο άχρηστος, σε μια συκιά. Γι’ αυτό και ο ίσκιος της συκιάς είναι βαρύς. Αν κοιμηθείς στον ίσκιο της, θα ξυπνήσεις με πονοκέφαλο ή μπορεί και να ζουρλαθείς. Έτρεξε να κρεμαστεί για να πάει γρήγορα στη κόλαση, πριν αναστηθεί ο Χριστός, για να βρεθεί και αυτός με τους αμαρτωλούς που θα συγχωρούσε ο Μεγαλοδύναμος. Αλλά το κλαρί της συκιάς δεν άντεξε το βάρος της αμαρτίας του, έσπασε και έμεινε κρεμασμένος στην άκρη του κλαδιού, άργησε να ξεψυχήσει και έφτασε στην κόλαση την ημέρα της ανάστασης. Θα πάμε στην πλατεία το Μεγάλο Σάββατο να δούμε που θα τον κάψουν να … ευχαριστηθούμε».

Ο «Μελετητής», έτσι λέγαμε τον φίλο τον Αργύρη, μια κι έψαχνε, σε όγκους βιβλίων, να βρει τα περίεργα, τα παράξενα και τα αντιφατικά. Τέτοιες ημέρες, ερχόταν με ύφος βαρύγδουπο και ρωτούσε τα παιδιά της παρέας: «Θα ήθελα, με κάποια σοβαρότητα, να μου πείτε τη γνώμη σας για τον Ιούδα. Τον Ιούδα που, όπως αναφέρεται στη Γραφή, πρόδωσε τον Χριστό. Και για να σας διευκολύνω θα ήθελα να φαντασθείτε τη δομή του σεναρίου των Παθών του Κυρίου και ας με συγχωρήσει ο Ιησούς για τη λέξη σενάριο, αν δεν υπήρχε ο Ιούδας. Διότι, κύριοι, όπως λέει και ο Νίκος Καζαντζάκης, η συμμετοχή και ο προορισμός του Ιούδα ήταν καθοριστικά. Αν δεν υπήρχε ο Ιούδας, αν δεν πρόδιδε τον Δάσκαλό του, δεν θα υπήρχαν Πάθη, Σταύρωση, μα μήτε και Ανάσταση».