Η κακή διατροφή, η έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία και το κάπνισμα πλήττουν την όραση, ανοίγοντας το δρόμο σε μία από τις πιο επίφοβες ασθένειες των ματιών που κατά κανόνα εκδηλώνεται μετά την ηλικία των 55 ετών.

Η ασθένεια αυτή είναι η εκφύλιση της ωχράς κηλίδας, η οποία προκαλεί βαθμιαία, μη αναστρέψιμη απώλεια της κεντρικής όρασης, με επακόλουθο οι πάσχοντες να βλέπουν ολοένα λιγότερο τις λεπτομέρειες απ’ ό,τι υπάρχει μπροστά τους.
Τα κυριότερα συμπτώματα της εκφύλισης αυτής είναι ότι οι ευθείες γραμμές φαίνονται κυματιστές, μερικά γράμματα λείπουν κατά την ανάγνωση, μειώνεται η ικανότητα διάκρισης των χρωμάτων και δυσκολεύεται η όραση στο ημίφως και το σκοτάδι.

Στα προχωρημένα στάδια, οι ασθενείς συναντούν δυσκολίες σε πολλές καθημερινές ασχολίες όπως η ανάγνωση, η οδήγηση, η αναγνώριση προσώπων, η παρακολούθηση τηλεόρασης, τα ταξίδια, τα ψώνια κλπ.

Όπως εξηγεί ο χειρουργός-οφθαλμίατρος Ιωάννης Δατσέρης, αντιπρόεδρος της Ελληνικής Εταιρίας Υαλοειδούς-Αμφιβληστροειδούς, η ωχρά κηλίδα είναι η περιοχή που βρίσκεται στο κέντρο του αμφιβληστροειδούς χιτώνα του ματιού και ευθύνεται για την οξεία κεντρική όραση, την οποία χρειαζόμαστε λ.χ. στην οδήγηση ή το διάβασμα.
 «Όταν η ωχρά κηλίδα προσβάλλεται, η κεντρική όραση θολώνει και σιγά-σιγά ο ασθενής οδηγείται σε μη αναστρέψιμη απώλειά της στο ένα ή και στα δυο μάτια» λέει.
 «Η εκφύλισή της αποτελεί την κύρια αιτία απώλειας της κεντρικής όρασης στα άτομα ηλικίας άνω των 55 ετών και συχνά εμφανίζεται ως μέρος της “φυσιολογικής” γήρανσης του σώματος. Γιατί ακριβώς συμβαίνει αυτό δεν είναι ακόμη γνωστό, αλλά πρόσφατες μελέτες ανέδειξαν πολλούς επιβαρυντικούς παράγοντες (ή αλλιώς παράγοντες κινδύνου) για την εμφάνισή της».

Στους παράγοντες αυτούς συμπεριλαμβάνονται η κληρονομικότητα (έχουν ενοχοποιηθεί συγκεκριμένα γονίδια), το φύλο (οι γυναίκες είναι πιο ευάλωτες), το κάπνισμα (αυξάνει τον κίνδυνο κατά 2 έως 5 φορές), η υπέρταση, η υπερχοληστερολαιμία, ο σακχαρώδης διαβήτης και η παχυσαρκία.
Καθοριστικός φαίνεται πως είναι επίσης ο ρόλος της διατροφής κατά τη διάρκεια της ζωής, αλλά και ο βαθμός προστασίας των ματιών από την υπεριώδη ακτινοβολία του ηλίου, ενώ αυξημένο κίνδυνο διατρέχουν όσοι διαθέτουν ανοικτόχρωμα μάτια.

ΔΥΟ ΜΟΡΦΕΣ

Η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας διακρίνεται σε δυο τύπους: την ξηρά μορφή (μη νεοαγγειακή) και την υγρή μορφή (νεοαγγειακή).
Η ξηρά μορφή είναι πιο συχνή και απαντάται στο 85-90% των πασχόντων, κατά τον κ. Δατσέρη. Προκαλείται από τη γήρανση και λέπτυνση του ιστού της ωχράς, από συσσώρευση χρωστικών ή από συνδυασμό των δύο διαδικασιών.

Η υγρή μορφή της νόσου συνήθως είναι πιο «επιθετική», καθώς οδηγεί ταχύτερα σε σοβαρότερη απώλεια της όρασης. Χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη παθολογικών αγγείων κάτω από την ωχρά κηλίδα, τα οποία είναι εύθραυστα και έτσι υπάρχει διαρροή υγρών και αίματος (σε αυτό οφείλεται ο χαρακτηρισμός της ως «υγρής» και «νεοαγγειακής»).

Στην Ελλάδα, μελέτες έχουν δείξει ότι το 1,5% των πολιτών ηλικίας άνω των 60 ετών πάσχουν από την υγρή μορφή της πάθησης, ενώ ο συνολικός αριθμός των πασχόντων και από τις δύο μορφές υπολογίζεται ότι ξεπερνά τις 400.000, με τους 100.000 από αυτούς να έχουν ήδη ή να κινδυνεύουν σύντομα να αποκτήσουν σοβαρό πρόβλημα όρασης.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Η ουσιαστική αντιμετώπιση της υγρής μορφής της νόσου άρχισε το 2000 με την φωτοδυναμική θεραπεία, η οποία συνίσταται στην ενεργοποίηση με λέιζερ μιας δραστικής ουσίας (verteporfin).
Από το 2007, στο θεραπευτικό οπλοστάσιο προστέθηκαν οι αντιαγγειογενετικές ουσίες (anti-VEGF), οι οποίες εγχέονται στο μάτι ανά 4 εβδομάδες για όσο καιρό κρίνει ο γιατρός.

 «Η “ένεση” στο μάτι, όπως την αποκαλεί ο κόσμος, γίνεται με απλή διαδικασία», λέει ο κ. Δατσέρης. «Προκαλούμε αναισθησία στο μάτι με σταγόνες κάτω από άσηπτες συνθήκες και χρησιμοποιούμε μία πολύ λεπτή βελόνα, η οποία δεν προκαλεί πόνο. Κλινικές μελέτες έχουν δείξει σημαντικά αποτελέσματα από τη χρήση αυτής της μεθόδου, ενώ και ο συνδυασμός της φωτοδυναμικής θεραπείας με αυτές τις ουσίες και με άλλες, έχει δείξει πολύ καλά αποτελέσματα».
Από τις αντιαγγειογενετικές ουσίες, εγκεκριμένες είναι προς το παρόν δύο (οι ranibizumab και aflibercept), αλλά στο στάδιο της έρευνας βρίσκονται δεκάδες άλλες, επισημαίνει ο κ. Δατσέρης.

Για την ξηρά μορφή δεν υπάρχουν ειδικές φαρμακευτικές ή χειρουργικές θεραπείες, αλλά η εξέλιξή της είναι πολύ πιο αργή και τα οπτικά βοηθήματα (όπως οι μεγεθυντικοί φακοί) μπορεί να βοηθήσουν τους πάσχοντες να διαχειριστούν καλύτερα την καθημερινότητά τους.

ΚΑΛΥΤΕΡΗ Η ΠΡΟΛΗΨΗ

Επειδή η εκφύλιση της ωχράς κηλίδας είναι μη αναστρέψιμη και η χαμένη όραση δεν μπορεί να αποκατασταθεί, η καλύτερη θεραπεία γι’ αυτήν παραμένει η πρόληψη, τονίζει ο κ. Δατσέρης.

Πρακτικά αυτό σημαίνει αποφυγή του καπνίσματος, προστασία των ματιών από την υπεριώδη ακτινοβολία του ηλίου (πρέπει να φοράμε πάντοτε γυαλιά ηλίου στους υπαίθριους χώρους, από τα πρώτα κιόλας χρόνια της ζωής), ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης και υγιεινή, ισορροπημένη διατροφή, η οποία θα παρέχει επαρκείς ποσότητες αντιοξειδωτικών ουσιών.

Στις ουσίες αυτές ανήκουν δύο καροτενοειδή (η λουτεΐνη και η ζεαξανθίνη) που δρουν σαν «εσωτερικά γυαλιά ηλίου», κατά τον κ. Δατσέρη, καθώς και οι βιταμίνες C και Ε, και τα ιχνοστοιχεία ψευδάργυρος και σελήνιο. «Μελέτες έχουν δείξει ότι ο συνδυασμός αυτών των θρεπτικών συστατικών μπορεί να μειώσει κατά 33% τον κίνδυνο ανάπτυξης προχωρημένης ηλικιακής εκφύλισης της ωχράς» λέει.

Μερικές καλές πηγές λουτεΐνης και ζεαξανθίνης είναι τα σκουροπράσινα φυλλώδη λαχανικά (λ.χ. σπανάκι, μπρόκολο) και τα φρούτα, βιταμίνης C τα εσπεριδοειδή και το μπρόκολο, και βιταμίνης Ε το σπανάκι, τα αμύγδαλα, οι ηλιόσποροι, οι γαρίδες, η πέστροφα, το μπρόκολο, το ελαιόλαδο και τα κολοκύθια.
Αντίστοιχα, καλές πηγές ψευδαργύρου είναι μεταξύ άλλων τα θαλασσινά, το σπανάκι, τα κολοκύθια και τα κάσιους, ενώ καλές πηγές σεληνίου είναι τα θαλασσινά, τα ψάρια και τα δημητριακά ολικής αλέσεως. Υπάρχουν επίσης διατροφικά συμπληρώματα που περιέχουν αυτά τα συστατικά.

INFO

Όλα τα άτομα, ιδίως όσοι έχουν περάσει τα 50 τους χρόνια, πρέπει να εξετάζονται προληπτικά μία φορά τον χρόνο από τον οφθαλμίατρο.