ΜΕΡΟΣ 1ο
Παρέκβαση:  Ο αγαπητός Πάνος Σταματόπουλος, που μου πρότεινε να μιλήσω για τον Γιάννη Ρίτσο στα πλαίσια της εκδήλωσης της προπερασμένης Κυριακής, «ξέχασε» ν’ αναφέρει («Ν.Κ.» 1/10/09) ότι με τη δική μου ομιλία έκλεισε η εκδήλωση αυτή.  Για χάρη των αναγνωστών μεταφέρω εδώ το κείμενο της 10λεπτης ομιλίας μου.  Παρακαλώ τον Βασίλη Σαργιανίδη να διαβάσει το κείμενο προσεκτικά.  

Τα φληναφήματα του παπα-Γιώργη θυμίζουν τους Γάλλους, που κάποτε έλεγαν: «Είσαι αγράμματος σαν Έλληνας παπάς»!  Βρε καλέ χριστιανέ, ποιόν υποχρέωσα ν’ αγοράσει τα βιβλία μου, και ποιος σου είπε ότι οι συμπάροικοι έρχονται στις διαλέξεις μου μόνο για τους μεζέδες;  Άκουσε, φιλέκδικη ψυχούλα: α) Οι εισπράξεις από τις πωλήσεις του Α΄ τόμου του βιβλίου μου Διάφορα πήγαν στο ταμείο της Εταιρείας Αρχαίων Ελληνικών Μελετών, και τον περασμένο μήνα στο Σίδνεϊ, σε διάλεξή μου που οργάνωσε η Εταιρεία Φίλων Νίκου Καζαντζάκη, δώρισα 40 αντίτυπα από τον Β΄ τόμο, και άλλα τόσα δώρισα εδώ, σε άλλη διάλεξη.  β) Δεν έφαγα καμιά «δεσποτική κλωτσιά» από τον αρχιεπίσκοπο ούτε «σπαζομεκιάστηκες» (!) προσπάθειες έκανα και «προξενιά» για να γίνω φίλος του.  Δείξε μου τις μαρτυρίες, αν δεν θέλεις να γίνεις καταγέλαστος στα μάτια των αναγνωστών.

Διάβολε, νόμιζα οι δούλοι του Θεού φοβούνται την ψευδομαρτυρία.  Τώρα κατάλαβα γιατί ο Θεός φοβάται τους δούλους του!  Άκουσε και κάτι άλλο, μεγάλαυχη ψυχούλα: Στην ελληνική γλώσσα δεν υπάρχει η λέξη «πρόλυτος», ούτε το κώνειο που ήπιε ο Σωκράτης έχει σχέση με τις κουκουνάρες.  Αλλά, παρά τις άρες μάρες κουκουνάρες και τους υβριστικούς χαρακτηρισμούς σου, σ’ αγαπώ και σε συγχωρώ, γιατί σε λίγο το άσαρκο κρανίο σου θα κατρακυλά, μαζί με το δικό μου, προς την κόλαση!  Τέλος παρέκβασης.

Η ΟΜΙΛΙΑ ΜΟΥ

«Νομίζω θ’ αποτελούσε παράληψη αν στη σημερινή εκδήλωση μιλούσαμε μόνο για τον ποιητή Γιάννη Ρίτσο και αφήναμε απ’ έξω τον Ρίτσο τον ιδεολόγο.  Από το τεράστιο ποιητικό του έργο, έχω επιλέξει μόνο ένα, τη «Ρωμιοσύνη», για να στηρίξω τούτη τη σύντομη ομιλία μου. 
»Δύο είναι τα σημεία που θα θίξω:  Το πρώτο έχει να κάνει με την περί «Ρωμιοσύνης» ιδέα που κουβαλούσε ο Ρίτσος στο κεφάλι του, και το δεύτερο σημείο έχει να κάνει με τον «ιερό» ή «ανίερο» γάμο μεταξύ Κομμουνισμού και Ορθοδοξίας,

ΠΡΩΤΟ ΣΗΜΕΙΟ

»Κάθε φορά που μιλάμε για τον Γιάννη Ρίτσο, μιλάμε για τον «ποιητή της Ρωμιοσύνης».  Αλλά τι πράγμα είναι αυτή η περιβόητη «Ρωμιοσύνη»;  Προτού δούμε την απάντηση που φαίνεται να δίνει ο Ρίτσος στο ερώτημα αυτό, ας δούμε πρώτα τι λένε για το θέμα αυτό κάποιοι μελετητές, κυρίως του εκκλησιαστικού χώρου.
»Η λέξη «Ρωμιοσύνη», αυτή καθαυτή, χαλκεύτηκε το 1837 από κάποιον Γεώργιο Τυπάλδο-Ιακωβάτο (1813-1882).  Σύμφωνα με τον καθηγητή της θεολογίας Ιωάννη Ρωμανίδη, «Ρωμιοσύνη» είναι η ένωση των χριστιανών με τους Ρωμαίους.  Κι επειδή οι Ρωμαίοι εξελληνίστηκαν, η «Ρωμιοσύνη» ταυτίστηκε με τον λεγόμενο «ελληνοχριστιανικό πολιτισμό».  Πολλοί όμως αρνούνται την ύπαρξη ενός τέτοιου μικτού πολιτισμού, για πολλούς και σοβαρούς λόγους.

»Ο Μητροπολίτης Ιερόθεος Βλάχος ορίζει τη «Ρωμιοσύνη» ως «αυθεντική και ρεαλιστική αντιμετώπιση των προβλημάτων της ζωής και του θανάτου».  Ο ορισμός αυτός είναι αστείος, δεδομένου ότι η πιο αυθεντική και ρεαλιστική αντιμετώπιση των προβλημάτων της ζωής και του θανάτου είναι αυτή του Επίκουρου.  Αλλά ο εν λόγω Μητροπολίτης συνεχίζει και λέει ότι η Ρωμιοσύνη «δεν είναι ιδεολογία ούτε ένας ιδιότυπος εθνικισμός, αφού επηρεαζομένη από την Εκκλησία είναι υπερεθνική».  Εδώ βλέπουμε την Εκκλησία να προσδίδει στη Ρωμιοσύνη υπερεθνικό χαρακτήρα, δηλ. να της αφαιρεί κάθε ίχνος ιδιαίτερης πατρίδας, με αποτέλεσμα η Ρωμιοσύνη να μην ταυτίζεται ούτε με το ελληνικό έθνος ούτε με την Ελλάδα.  Όπου υπάρχει ορθόδοξο χριστιανικό έθνος (βουλγαρικό, σερβικό, αρμένικο, ρωσικό) εκεί υπάρχει και Ρωμιοσύνη.

»Και καταλήγει:  «Έτσι η Ρωμηοσύνη, η Μεγάλη Ρωμανία, ήταν το άγιον έθνος, όχι με την έννοια του φυλετισμού, αλλά με την έννοια του οικουμενικού πνεύματος της ελληνιστικής παραδόσεως και το υπερεθνικό πνεύμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας».  Εδώ έχουμε μια Ρωμιοσύνη συνώνυμη με τη «μεγάλη Ρωμανία» και το «άγιον έθνος», που το διέκρινε – λέει – εκτός από την υπερεθνική Ορθοδοξία, και το οικουμενικό πνεύμα της ελληνιστικής παράδοσης.  Όμως γιατί ελληνιστική και όχι ελληνική;  Διότι η ελληνιστική παράδοση διαθέτει βασιλιάδες που τους χρειάζεται η Ρωμιοσύνη.
»Τέλος, ο πανεπιστημιακός καθηγητής π. Γεώργιος Μεταλληνός λέει ότι, κατά την επανάσταση του 21, «το πέρασμα από τη Ρωμαίικη Οικουμένη στο Ελληνικό κράτος ισοδυναμούσε με θάψιμο της Ρωμηοσύνης».  Δηλαδή, αν θέλουμε ν’ αναστήσουμε τη Ρωμιοσύνη, πρέπει να θάψουμε το ασήμαντο νεοελληνικό κράτος!
»Και φτάνουμε στη «Ρωμιοσύνη» του Ρίτσου.  Προσπάθησα να βρω πώς εννοούσε ο Ρίτσος τη Ρωμιοσύνη, αλλά τα λίγα που βρήκα δεν με φώτισαν πολύ. 

Ωστόσο διέκρινα τέσσερα σημεία που αξίζει να τ’ αναφέρουμε εδώ: 
1) Λέγεται ότι ο Ρίτσος υιοθέτησε τη λέξη «Ρωμιοσύνη», γιατί αυτή εκφράζει τη λαϊκή συνείδηση – την τάξη των ταπεινών και καταφρονημένων, των προδομένων και καταπιεσμένων, αλλά και των αντιστεκόμενων Ελλήνων.  Δηλαδή θέλουν να πουν ότι η «Ρωμιοσύνη» του Ρίτσου δεν έχει τίποτε να κάνει με τους νικητές και με τους κυρίαρχους, γιατί αυτοί με τον αγώνα των άλλων εδραιώνουν την εξουσία τους κι επιβάλλουν στην κοινή συνείδηση έναν δυτικότροπο, λόγιο κι εκλεκτό Ελληνισμό, που επικαλείται κυρίως το κλασικό κλέος των αρχαίων προγόνων.  Συνεπώς, σύμφωνα με την αντίληψη αυτή, ένας λόγιος Κοραής ή ένας πάμπλουτος ευεργέτης Έλληνας της διασποράς δεν θα μπορούσε να πιει νερό απ’ το ποτήρι της Ρωμιοσύνης του Ρίτσου.  Αν θέλει κανείς να είναι Ρωμιός, στα μέτρα του Γιάννη Ρίτσου, πρέπει όχι μόνο να είναι ορθόδοξος χριστιανός, αλλά να είναι και προδομένος, καταπιεσμένος, καταφρονημένος, αντιστεκόμενος και να τον τρώει μερόνυχτα ο καημός της ανάστασης της Ρωμιοσύνης. 
 (Συνεχίζεται)