Κάλλας για πάντα

Σε λίγες ημέρες συμπληρώνονται 37 χρόνια από τον θάνατο της Μαρίας Κάλλας. Eμβληματικές στιγμές του μελαγχολικού βίου της

«Δεν θα σκότωνα ποτέ τους εχθρούς μου, αλλά θα τους έκανα να πέσουν στα γόνατα! Θα το κάνω, μπορώ να το κάνω, και πρέπει να το κάνω».

Η Μαρία Κάλλας επαναλάμβανε συχνά αυτά τα λόγια. Τα μοιραζόταν σε συζητήσεις με άλλους και, κυρίως, τα έλεγε στον εαυτό της. Ο ψυχισμός της, οι ερμηνείες της, το πάθος και η απογοήτευσή της, η ανασφάλεια και η αδυναμία της να απολαύσει τον θρίαμβο τη συνόδευαν σε όλη τη ζωή της, που έλαβε τέλος στις 16 Σεπτεμβρίου του 1977, στο Παρίσι.

Η Κάλλας δεν ήταν μια συνηθισμένη υψίφωνος. Ο κ. Βασίλης Νικολαΐδης, σκηνοθέτης, καλλιτεχνικός διευθυντής του ΔΗΠΕΘΕ Αγρινίου και συγγραφέας του βιβλίου «Μαρία Κάλλας: Οι μεταμορφώσεις μιας τέχνης» (2007), εξηγεί στο ΒΗmagazino: «Δεν ήταν μόνο η φωνή της, αλλά, κυρίως, ο τρόπος με τον οποίο η φωνή αυτή ερμήνευε ένα μουσικό κείμενο. Με την Κάλλας έχεις την αίσθηση ότι ανακαλύπτεις ξανά τα έργα. Ο ψυχισμός της ήταν πιο σημαντικός από τα έργα που ερμήνευε. Εισήγαγε έτσι τον σύγχρονο ερμηνευτικό κώδικα».

Εχουν περάσει 37 χρόνια από τον θάνατό της, αλλά η Κάλλας παραμένει επίκαιρη, δημοφιλής και αινιγματική. Μέσα στο 2015 αναμένεται να ξεκινήσουν τα γυρίσματα του «Master Class», με πρωταγωνίστρια τη Μέριλ Στριπ. Πρόκειται για τη μεταφορά στην οθόνη του βραβευμένου με Tony θεατρικού έργου του Τέρενς Μακ Νάλι, το οποίο αναφέρεται στα τελευταία χρόνια της σπουδαίας ντίβας της όπερας. Η πλοκή του έργου τοποθετείται στην περίοδο που η Κάλλας βρισκόταν στη Νέα Υόρκη, το 1971.

Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ

Η Αννα Μαρία Καικιλία Σοφία Καλογεροπούλου γεννήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου του 1923 στη Νέα Υόρκη. Από νεαρή ηλικία έδειξε ενδιαφέρον για τον χώρο της μουσικής και ήδη από την πρώτη πενταετία της ζωής της ασχολήθηκε με τις νότες και τους ήχους. «Δεν ήταν μια ιδιαίτερα μορφωμένη νέα, μα απλοϊκή. Της άρεσε να βλέπει γουέστερν και είχε κουλτούρα την ίδια της τη μουσική» σχολιάζει ο Βασίλης Νικολαΐδης.

Το 1937, σε ηλικία 14 ετών, μετά τον χωρισμό των γονιών της, η Μαρία ήρθε στην Ελλάδα, όπου και έμεινε ως το 1945, όταν αναγκάστηκε να φύγει από τη χώρα, καθώς κατηγορήθηκε για συνεργασία με τους κατακτητές τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής. «Είχε βγει στον Τύπο μια αντι-Καλλασική καμπάνια και δημιουργήθηκε ένα άσχημο κλίμα» αναφέρει σχετικά ο Βασίλης Νικολαΐδης. Επιστρέφοντας στη Νέα Υόρκη, γνωρίζει τον καλλιτεχνικό διευθυντή της Αρένας της Βερόνα, Τζιοβάνι Τζενατέλο, ο οποίος την οδηγεί στην Ιταλία. Αυτό το ταξίδι συνετέλεσε στην καλλιτεχνική της εκτόξευση.

Μετά την ανάληψη πρωταγωνιστικών ρόλων στα έργα «Τζοκόντα» του Αμιλκάρε Πονκιέλι και «Τριστάνος και Ιζόλδη», υπό τη διεύθυνση του Τούλιο Σεραφίν, η Κάλλας γνωρίζει τον ιταλό βιομήχανο Τζιοβάνι Μπατίστα Μενεγκίνι, τον οποίο  παντρεύεται στις 21 Απριλίου 1949. «Τον παντρεύτηκε γιατί μια γυναίκα μόνη της εκείνη την περίοδο, μετά τον πόλεμο, δεν μπορούσε να σταθεί αυτόνομα και είχε την ανάγκη ενός προστάτη. Ο ίδιος, όντας αρκετά μεγαλύτερος από εκείνη, της παρείχε ασφάλεια. Ο Μενεγκίνι στάθηκε και στυγνός μάνατζερ (έπαιρνε την αμοιβή πριν από την παράσταση και μάζευε τις λιρέτες με τις τσάντες) και η Κάλλας μεταμορφώθηκε στην ντίβα που όλοι φέρνουμε στο μυαλό μας σήμερα, με το εκτόπισμά της να φτάνει ως την Αργεντινή και το Μεξικό, όπου και έκανε κάποιες συναυλίες ως το 1952» περιγράφει ο Βασίλης Νικολαΐδης.

«Εκείνη την περίοδο κατόρθωσε να φτάσει πολύ κοντά στο πρότυπό της, που δεν ήταν άλλο από την Οντρεϊ Χέπμπορν». Η μεγάλη αοιδός έχασε πολλά κιλά ακολουθώντας επώδυνες μεθόδους αδυνατίσματος. Ο κ. Νικολαΐδης μάς μεταφέρει τα λεγόμενα του λυρικού καλλιτέχνη Νίκου Ζαχαρίου (ο οποίος συνεργάστηκε με την Κάλλας σε αρκετές όπερες), πως «Η Μαρία για να αδυνατίσει έβαλε το σκουλήκι». Και προσθέτει: «Συνήθως από το παράσιτο της ταινίας (σκουλήκι που τυλίγεται στο έντερο και απορροφά κάθε θρεπτική ουσία) προσβαλλόταν ένας άνθρωπος τυχαία, έχοντας καταναλώσει κρέας που δεν είχε βράσει καλά. Η Μαρία, όμως, το έβαλε με γιατρό και αδυνάτισε σε σύντομο χρονικό διάστημα (το 1953 ξεκίνησε την προσπάθεια και το 1955 ήταν πολύ αδύνατη). Αυτό φυσικά είχε επίπτωση στη φωνή της, το εύρος της οποίας δεν είχε πια τον όγκο του σώματος να στηριχτεί. Η φωνή της ήταν πλέον πιο αδύναμη και μετέωρη».

Ο ίδιος ο Χρήστος Λαμπράκης, όπως μας μεταφέρει ο κ. Βασίλης Νικολαΐδης, υποστήριζε ότι «επειδή έχασε βάρος απότομα, οι ιστοί του δέρματός της ήταν αδυνατισμένοι, με αποτέλεσμα να παθαίνει κοίλη πολύ συχνά. Η κοίλη βρίσκεται στο υπογάστριο, που αποτελεί την υποστήριξη της φωνής. Ασκούσε πίεση εκεί, για να στηρίξει τη βάση της φωνής της. Επειδή, όμως, εκεί υπήρχε φλεγμονή και πονούσε, η στήριξη της φωνής ανέβηκε, δηλαδή η αναπνοή της είχε αλλαγή, και αυτό για έναν τραγουδιστή είναι μοιραίο. Ετσι και για τη Μαρία, από το 1955 και στο εξής, η φωνή της πληγώθηκε και δεν θύμιζε σε τίποτε το ταλέντο του 1949».

ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΟΥ ΟΜΗΡΟΥ

Επειτα από μια εντυπωσιακή εμφάνιση στην έναρξη της σεζόν στη Σκάλα του Μιλάνου, στις 7 Δεκεμβρίου του 1951, η Κάλλας άρχισε να αναρριχάται επιδέξια και σταθερά προς την απόλυτη επιτυχία, αποκτώντας όλο και περισσότερους θαυμαστές και κατακτώντας τις μεγαλύτερες σκηνές του κόσμου – από τη Μητροπολιτική Οπερα της Νέας Υόρκης και την Οπερα των Παρισίων ως το Ωδείο Ηρώδου του Αττικού – με ερμηνείες της που αποτελούν παγκόσμια παρακαταθήκη για τους μεταγενέστερους. «Μια μοναδική και ιδιαίτερη παράσταση που έδωσε στην Ελλάδα ήταν το ’64 στη Λευκάδα, όταν κατά τη διάρκεια τοπικών εορτών ο Ωνάσης τής ζήτησε να τραγουδήσει. Εκείνη αρχικά αρνήθηκε, εν τέλει όμως πείστηκε. Εκεί βρέθηκε και ένας νεαρός πιανίστας, ο Κυριάκος Σφέτσας, και πρίμα βίστα, φέρνοντας ένα πιάνο της συμφοράς, έδωσε μια παράδοξη συναυλία, τραγουδώντας “Cavalleria Rusticana”» παραθέτει ο Βασίλης Νικολαΐδης.

Ήδη από τον Ιούνιο του 1957 η Κάλλας είχε συναντήσει τον Αριστοτέλη Ωνάση, μια γνωριμία που επρόκειτο να εξελιχθεί σε μία από τις πιο πολυσυζητημένες σχέσεις του 20ού αιώνα. Εν έτει 1966 η Κάλλας απαρνείται την αμερικανική υπηκοότητά της και λαμβάνει την ελληνική, ελπίζοντας ότι ο Αριστοτέλης θα της ζητούσε να παντρευτούν. Οι ελπίδες διαψεύστηκαν. Δύο χρόνια αργότερα, στις 8 Ιουλίου 1968, ο έλληνας μεγιστάνας παντρεύεται τη χήρα του αμερικανού προέδρου Τζον Φ. Κένεντι, Τζάκι.

Το μεγάλο μυστικό της πριμαντόνας, αν και είχε μείνει καλά κρυμμένο για πολλά χρόνια, αποκαλύφθηκε στο κινηματογραφικό ντοκιμαντέρ «Απόλυτη Κάλλας» του γάλλου σκηνοθέτη Φιλίπ Κολί, το οποίο είναι βασισμένο σε ιστορικά αρχεία. Σύμφωνα με τα στοιχεία που αποκαλύφθηκαν, ήρθε στο φως της δημοσιότητας η γέννηση στις 30 Μαρτίου του 1960 ενός αγοριού με το όνομα Ομηρος, το οποίο δεν κατάφερε να επιζήσει και φέρεται ως καρπός του έρωτά της με τον έλληνα κροίσο. Ισως το γεγονός αυτό να αποτέλεσε μία ακόμη αφορμή για να χωρίσουν οι δρόμοι τους.

Η αλήθεια είναι πως ο Ωνάσης δεν αγάπησε ποτέ πραγματικά την Κάλλας. Για εκείνον ήταν μια καλή ευκαιρία προβολής του στα παγκόσμια Μέσα, ενώ πέραν της αναγνώρισης, ικανοποιούσε και τη φιλοδοξία του. Η Κάλλας, όμως, τον αγάπησε αληθινά και ο γάμος του με την Τζάκι τη βύθισε στην κατάθλιψη. Ποτέ δεν έπαψε να έχει επαφές μαζί του, ακόμη και μετά τον γάμο του, θεωρώντας ότι αυτό της έκανε καλό. Ισχυε, όμως, το αντίθετο. Δεν μπορούσε να αντέξει στην ιδέα ότι το ειδύλλιό της με τον Ωνάση ήταν ανειλικρινές από μέρους του και ότι τη χρησιμοποίησε για ενίσχυση της ήδη υπάρχουσας φήμης και δόξας του. Οι επίμονες αναμνήσεις και οι επίπονες σκέψεις την κατέβαλλαν σταδιακά, μέρα με την ημέρα. Η Μέριλ Στριπ θα υποδυθεί την Κάλλας σε εκείνη τη βασανιστική περίοδο, όταν στη Νέα Υόρκη σκεφτόταν μόνο τον χαμένο της έρωτα.

Η ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ, Η ΑΣΘΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΥΚΝΕΙΟ ΑΣΜΑ

Διάφορα ειπώθηκαν και γράφτηκαν για τα τελευταία χρόνια της Μαρίας Κάλλας μετά τον θάνατό της. Πολλοί έκαναν λόγο για σπάνια ασθένεια, για απόπειρα αυτοκτονίας από ερωτική απογοήτευση. Δεν επρόκειτο, όμως, για τίποτε περισσότερο από μια ολοένα αυξανόμενη παραφιλολογία, η οποία τροφοδοτούνταν από τη λάμψη της.
Η Κάλλας ήταν κλεισμένη στον εαυτό της εκείνη την περίοδο, βαθιά πικραμένη που αποτελούσε παρελθόν για τον χώρο του θεάματος ήδη από τα 40 της χρόνια. Στις 16 Σεπτεμβρίου του 1977 η μεγάλη καλλιτέχνις υπέστη καρδιακή ανακοπή στο διαμέρισμά της στο Παρίσι.

Αρχικά αισθάνθηκε έναν ξαφνικό πόνο στο στήθος, ζήτησε τη βοήθεια του προσωπικού και στη συνέχεια λιποθύμησε. Μέχρι να φτάσουν οι πρώτες βοήθειες, εκείνη εξέπνευσε. Η είδηση του θανάτου της εξαπλώθηκε αστραπιαία, με τις εφημερίδες να γράφουν την επομένη στα πρωτοσέλιδά τους για την παγκόσμια συγκίνηση που προκάλεσε ο χαμός της.

Η πρώτη φορά που η Κάλλας κατέβηκε από τη σκηνή, γεγονός που αποτέλεσε τεράστιο σκάνδαλο, ήταν στις 2 Ιανουαρίου του 1958, «μια μεταιχμιακή χρονιά με πυκνό πρόγραμμα παραστάσεων. Κατά την πρεμιέρα της “Nόρμα”, στην Οπερα της Ρώμης, παρουσία του προέδρου της Ιταλίας, Τζιοβάνι Γκρόνκι, αφού ολοκλήρωσε την “Casta Diva”, πετάχτηκε κάποιος από το κοινό φωνάζοντας: “Γι’ αυτό πληρώνουμε τόσα;”. Μετά το περιστατικό, η Κάλλας κατέβηκε από τη σκηνή και έφυγε, εγκαταλείποντας το έργο μετά την πρώτη πράξη. Το γεγονός αυτό, βέβαια, της στοίχισε και η Σκάλα δεν ανανέωσε το συμβόλαιό της» περιγράφει ο κ. Νικολαΐδης και προσθέτει: «Μάλιστα, οι φορές που είχε αποδοκιμαστεί από το κοινό έκτοτε υπήρξαν αρκετές. Το εκ διαμέτρου αντίθετο ρεπερτόριό της, το γεμάτο πρόγραμμά της και το αλόγιστο ξόδεμα ενέργειας στο παρελθόν είχαν αντίκτυπο στη μετέπειτα πορεία της. Το ’49 και το ’50 γέμιζε τις αρένες με τη φωνή της, ενώ το ’64 που έκανε τη “Nόρμα” στην πολύ μικρή όπερα του Παρισιού, η φωνή της ήταν πάρα πολύ μικρή και δεν ακουγόταν ούτε μέχρι τα πίσω καθίσματα, σύμφωνα με τους παρευρισκομένους». Το καλλιτεχνικό κύκνειο άσμα της Κάλλας πραγματοποιήθηκε στο Σαπόρο της Ιαπωνίας, τις 11 Νοεμβρίου του 1974. Επρόκειτο για μια σειρά από ρεσιτάλ που είχε ξεκινήσει από το Λονδίνο το ’73. Στην τελευταία της αυτή εμφάνιση, στο πλευρό του Τζουζέπε ντι Στέφανο, «η Κάλλας ήταν πια σκιά του εαυτού της… Ηταν in memoriam, εις μνήμην. Υπήρχε η εμφάνιση και η αίσθηση του καλλιτέχνη, αλλά το μέσο πια δεν το κατείχε».

Η «ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ» ΤΗΣ ΚΑΛΛΑΣ

Εφέτος, 37 χρόνια μετά την απώλεια της Μαρίας Κάλλας, η μεγάλη ερμηνεύτρια εξακολουθεί να μελετάται, να σχολιάζεται και να εντυπωσιάζει. Εκτός από την επερχόμενη παραγωγή του HBO, ακριβώς πριν από μία δεκαετία, το 2004, είχε ξαναγυριστεί ταινία για τη ζωή της Κάλλας, όπου πρωταγωνιστούσε η Φανί Αρντάν. Τα γυρίσματα του φιλμ με τη Στριπ θα ξεκινήσουν τον Ιανουάριο του 2015. Πάντως, ακόμη και αν η ερμηνεία της αμερικανίδας ηθοποιού αποδείχθει εξαιρετική, η Κάλλας υπήρξε αναντικατάστατη. «Ηταν η πιο σημαντική ερμηνεύτρια του ιταλικού bel canto το δεύτερο μισό του αιώνα και ίσως ως το τέλος της ανθρωπότητας» λέει ο Βασίλης Νικολαΐδης. Το χάρισμά της δεν ήρθε από τον ουρανό, το απέκτησε έπειτα από θυσίες και σκληρές προσπάθειες. Ενα «πυροτέχνημα» διαφορετικό από τα άλλα, πολυδιάστατο, πιο φωτεινό, που δεν εξαφανίζεται στο λεπτό, αλλά λάμπει αδιάκοπα με την πάροδο του χρόνου, υπενθυμίζοντάς μας το εφήμερο της ανθρώπινης ύπαρξης και το αιώνιο της ανθρώπινης δημιουργικότητας.

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου 2014