Ένα ακόμα ινστιτούτο της παροικίας μας που έγραψε δική τη του ιστορία, έπαψε να υπάρχει…
Στο πασίγνωστο Medallion αναφέρομαι, που για περισσότερα από 30 χρόνια ήταν το κατ’ εξοχήν στέκι του ελληνισμού της Μελβούρνης.
Κόσμος και κόσμος πέρασε από το Medallion. Μετρημένοι στα δάκτυλα του ενός χεριού θα πρέπει να είναι οι συμπάροικοι που δεν έχουν πιει έναν καφέ στην καφετέρια του Lonsdale Street, όπου κάποτε χτυπούσε η καρδιά του ελληνισμού.

Στο μαγαζί, που τους παλιούς καλούς καιρούς, τότε που ακόμα όλοι εμείς της πρώτης γενιάς πιστεύαμε ότι η ζωή δεν πρόκειται να τελειώσει, δεν έβρισκες καρέκλα να καθίσεις, τα τελευταία χρόνια δεν συναντούσες ρωμαίικη ψυχή.

Μάταια (για άλλη μια φορά) περίμενα το Σάββατο το πρωί σχεδόν δύο ώρες να περάσει κάποιος γνωστός ή ένας συμπατριώτης, τέλος πάντων, να μοιραστώ δυο κουβέντες μαζί του, πίνοντας τον τελευταίο μου καφέ…

Ναι, μόνος ήπια τον καφέ της… παρηγοριάς, αποχαιρετώντας, για στερνή φορά, ένα στέκι που υπήρξε μέρος της ζωής μου.
Σαν στιγμιότυπα ασπρόμαυρης κινηματογραφικής ταινίας περνούσαν από το μυαλό μου οι αναμνήσεις που συνόδευαν διακριτικά φιγούρες, συναδέλφων, φίλων και γνωστών που μοιράστηκα μαζί τους μεγάλες δόσεις καφεΐνης και νικοτίνης.

Το κλείσιμο του Medallion το πληροφορήθηκα από τον Χρήστο Τσίρκα την Παρασκευή το βράδυ κατά τη διάρκεια μιας διάλεξης για το… «παιδομάζωμα» που άναψε φωτιές και παρ’ ολίγο έλειψε να αφήσει πίσω της θύματα…

Ας επιστρέψουμε, όμως, στον Τσίρκα και θα μιλήσουμε την Πέμπτη για τη διάλεξη και τη συζήτηση που ακολούθησε.
Ο Χρήστος Τσίρκας, δεν ήταν μόνο ένας από τους πιο τακτικούς και γνωστούς πελάτες του Medallion.
Ήταν ο κεντρικός πυλώνας του μαγαζιού. Η πιο πασίγνωστη (και πολυλογάδικη) φιγούρα του.
Συνεπώς, δεν θα μπορούσα να μην ανταποκριθώ στην πρόσκληση του Χρήστου να με κεράσει τον τελευταίο καφέ στο μαγαζί που είχα… βαρεθεί να τον βλέπω και να τον ακούω.

Επειδή, όμως, στις 2μμ που με κάλεσε μου έτυχε κάτι άλλο πήγα μόνος γύρω στις 11 το πρωί.
Όπως προανέφερα, περίμενα έρημος και μόνος, μέχρι που κάποια στιγμή, πέρασε μια παρέα πέντε-έξι συμπαροίκων προχωρημένης ηλικίας.
Μετά από δυο τρία λεπτά εμφανίζεται μια άλλη παρέα της ίδιας ηλικίας.
Ρε (λέω μονολογώντας) λες να πληροφορήθηκαν και αυτοί ότι κλείνει το Medallion και ήλθαν να… αποχαιρετήσουν τα νιάτα τους;
Ή μήπως είναι καλεσμένοι του Τσίρκα από καμιά περιθωριοποιημένη και ξεχασμένη από τα χρόνια φράξια του ΠΑΣΟΚ;
Σε λίγο έκανε την εμφάνισή της και άλλη ομάδα που στην πλειοψηφία της αποτελείτο από ανθρώπους της ίδιας ηλικίας.
Έκαναν μια βόλτα πάνω-κάτω και έστρεψαν περπατώντας αργά, οπότε σταματά ένας και ρωτά αν υπάρχει στην περιοχή άλλο τέτοιο ελληνικό μαγαζί.
Συνέχεια σελ. 10
«Ναι», του λέω, «υπάρχουν άλλα δύο πιο πάνω».
«Τα είδαμε και αυτά (μου απαντά) και δεν μας άρεσαν… Μας είπαν ότι εδώ είναι η ελληνική γειτονιά αλλά είναι ερημιά. Δεν συναντήσαμε Έλληνα… Μόνο Κινέζους βλέπουμε…».

Πιάνοντας μαζί τους τη συζήτηση, πληροφορήθηκα ότι ήταν από το Σίδνεϊ και είχαν έλθει με ένα λεωφορείο 50 άτομα για να παραβρεθούν στη εκδήλωση του Συλλόγου Ελασσόνας που θα γινόταν το βράδυ.

«Είμαστε μέλη του Συλλόγου Ελασσόνας του Σίδνεϊ και ήλθαμε να συναντήσουμε τους εδώ συμπατριώτες μας».
Όταν τους ρώτησα αν υπάρχει στην παρέα τους κανένας νέος, γέλασαν λες και άκουγαν ανέκδοτο.

«Δεν υπάρχει νέος στο Σύλλογο. Εμείς είμαστε όλοι και όλοι… Οι νέοι δεν ενδιαφέρονται για τέτοια πράγματα…».
Είπαμε πολλά και όταν τους ρώτησα τι θα κάνουν με την περιουσία του Συλλόγου τους, απάντησαν ότι θα τη δώσουν στην… κυβέρνηση!
Στη συνέχεια, μου εξήγησαν ότι δεν θέλουν να τη δώσουν στην Κοινότητα Σίδνεϊ ή σε άλλη Κοινότητα «γιατί είναι όλοι κλέφτες».
«Εσείς, βλέπουμε, προοδεύσατε. Χτίσατε μεγάλο κτίριο. Μπράβο σας. Στο Σίδνεϊ δεν είναι έτσι…».

Στη συνέχεια, καμιά δεκαριά από αυτούς παράγγειλαν και έφαγαν ό,τι είχε απομείνει από έναν γύρο…
Το Medallion, μια από τις τελευταίες ελληνικές επιχειρήσεις του Lonsdale, παρέδωσε το πνεύμα.
Πριν εγκαταλείψει το δρόμο, το Medallion τον είχε εγκαταλείψει μαζικά ο ελληνισμός.

Οι αιτίες πολλές. Από την μια πλευρά, τα πανάκριβα πάρκινγκ, η γενικότερη ακρίβεια στο Σίτι και, από τη άλλη, η ασχετοσύνη πολλών επιχειρηματιών που κοίταγαν μόνο την τσεπούλα τους, αλλά τα γεράματα που σαρώνουν σαν τσουνάμι την πρώτη γενιά, είχαν ως αποτέλεσμα σβήσει το Lonsdale.
Έτσι το μόνο που θα μείνει να θυμίζει το πέρασμά μας από εκεί είναι το Πολιτιστικό Κέντρο της Κοινότητας.

Το αν θα καταφέρει το Κέντρο να επαναφέρει τον ελληνισμό στο κέντρο της πόλης είναι μια άλλη ιστορία, που θα πρέπει να σκεφτούμε καλά, πριν είναι εντελώς αργά.
Στην πλειοψηφία της, η δεύτερη και τρίτη γενιά, τη μόνη σχέση που έχει με την παροικία και την παράδοσή της σε τούτη την εσχατιά, είναι ο φραπές και κανένα σουβλάκι.
Σιγά-σιγά, αλλά σταθερά, το πνεύμα παραδίνει και η ελληνική γλώσσα στην Αυστραλία.
Θα αναφέρω και πάλι στην όλη ιστορία με την πρώτη ευκαιρία.

Να προσθέσω εδώ ότι το Medallion άνοιξε τον Σεπτέμβριο του 1976, από τον Θανάση Σπανό και τον πεθερό του, Χαράλαμπο Παπαγεωργίου.