Η αγανάκτηση και η οργή των αγοραστών σπιτιών και ακινήτων ανάγκασε την πολιτειακή κυβέρνηση του Denis Napthine να ανακοινώσει, μια εβδομάδα πριν τις εκλογές, ότι θα αλλάξει τη σχετική νομοθεσία προκειμένου να ελέγξει την ασυδοσία των κτηματομεσιτών που έχει υπερβεί κάθε όριο.
Η νέα νομοθεσία θα είναι πολύ αυστηρότερη και, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ειδικών που ασχολούνται με το θέμα, θα βοηθήσει στη συγκράτηση των τιμών των ακινήτων.

Σύμφωνα με τα όσα δήλωσε προχθές στα Μέσα Ενημέρωσης ο πολιτειακός υπουργός Χωροταξίας και Προστασίας του Περιβάλλοντος, Matthew Guy, οι κτηματομεσίτες, που μέχρι τώρα ψάρευαν σε θολά νερά, θα είναι στο εξής υποχρεωμένοι να ανακοινώνουν τη σχετική συμφωνία με τους πωλητές για την ανώτατη τιμή πώλησης.
Μέχρι τώρα, παρά τις έντονες διαμαρτυρίες των αγοραστών και τα «μέτρα» που είχε πάρει η προηγούμενη Εργατική κυβέρνηση του Τζον Μπράμπι -τα οποία βέβαια έμειναν στα χαρτιά και δεν εφαρμόστηκαν ουσιαστικά ποτέ-, οι κτηματομεσίτες συνέχιζαν να αυξάνουν τις τιμές και να «αρμέγουν» τους αγοραστές που παρέμεναν απροστάτευτοι από την ισχύουσα νομοθεσία.

Αυτό που, συνήθως, κάνουν για να αυξήσουν τις τιμές των σπιτιών και τα ποσοστά τους, που ανέρχονται σε δεκάδες χιλιάδες δολάρια, ήταν να ξεγελούν μεθοδικά τους υποψήφιους αγοραστές, μειώνοντας εικονικά τις πραγματικέ αξίες των ακινήτων.

Αν, για παράδειγμα, είχαν εκτιμήσει την αξία ενός σπιτιού στις 600.000 δολάρια και είχαν υπογράψει τη σχετική συμφωνία με τον ιδιοκτήτη ότι αυτή θα είναι η κατώτερη τιμή πώλησής του, στη συνέχεια διαφήμιζαν ότι η αξία του στην αγορά θα κυμανθεί γύρω στις 520.000 χιλιάδες δολάρια.
Με άλλα λόγια, ενώ γνώριζαν την πραγματική τιμή του σπιτιού και είχαν υπογράψει με τον ιδιοκτήτη συμφωνία για την κατώτερη τιμή που θα μπορούσαν να το πουλήσουν, το διαφήμιζαν στην αγορά πολύ φτηνότερα για να προσελκύσουν στην δημοπρασία όσο το δυνατόν περισσότερους υποψήφιους αγοραστές.
Η αύξηση του αριθμού των ενδιαφερόμενων αγοραστών και του ανταγωνισμού μεταξύ τους στη δημοπρασία, είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθεί περισσότερο η τιμή του σπιτιού και, βεβαίως, το ποσοστό που εισέπρατταν από την πώληση.

Σε πάρα πολλές περιπτώσεις, τα σπίτια, τελικά, πωλούνταν αρκετές χιλιάδες ή και εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια παραπάνω από την τιμή που δήθεν, αρχικά, διαφήμιζαν ότι θα πωληθεί.

Με τον τρόπο αυτό έπεφταν στην παγίδα πολλοί ανυποψίαστοι αγοραστές και οι κτηματομεσίτες έκαναν χρυσές δουλειές.
Από εδώ και πέρα, σύμφωνα με το νόμο που υποσχέθηκε να ψηφίσει η κυβέρνηση Napthine -αν επανεκλεγεί- στις εκλογές που θα γίνουν το Σάββατο, οι κτηματομεσίτες θα είναι υποχρεωμένοι να διαφημίζουν την κατώτατη τιμή που ζητούν οι ιδιοκτήτες.

Στο μεταξύ, παρόμοια προσπάθεια, για να τεθεί φρένο στην ξέφρενη αύξηση της τιμής των ακινήτων, είναι στα πρόθυρα να κάνει και η ομοσπονδιακή κυβέρνηση του Τόνι Άμποτ η οποία σκοπεύει να χρεώνει τους ξένους επενδυτές ακινήτων $1.500 επιπλέον για κάθε αγορά ακινήτου που θα κάμουν.