Σχεδόν ακάλυπτο από τα σχολικά βιβλία της σύγχρονης ιστορίας της Ελλάδας παραμένει ένα από τα συγκλονιστικότερα επεισόδια του 20ού αιώνα. Πρόκειται για τη Δίκη των Έξι, όπως έχει γίνει γνωστή η δίκη οκτώ επιφανών Ελλήνων, έξι από τους οποίους καταδικάστηκαν σε θάνατο, και στη συνέχεια εκτελέστηκαν στις 15 Νοεμβρίου του 1922. Οι πέντε από τους εκτελεσθέντες ήταν πολιτικοί, που κατά διαστήματα είχαν χρηματίσει πρωθυπουργοί ή υπουργοί, και ο έκτος αρχιστράτηγος εν ενεργεία.

Οι υπόδικοι είχαν κατηγορηθεί για εσχάτη προδοσία, και ότι υπήρξαν υπαίτιοι για την Μικρασιατική Καταστροφή του 1922, την μεγαλύτερη τραγωδία στην ιστορία του σύγχρονου Ελληνισμού, και έτσι προκάλεσαν το θάνατο μεγάλου αριθμού Ελλήνων, και τον ξεριζωμό των υπόλοιπων, που υπολογίζονται σε 1.300.000, έπειτα από χιλιάδες χρόνια αδιάλειπτης παρουσίας στην Μικρά Ασία, συμπεριλαμβανομένου και του Πόντου.
Για να γίνει αντιληπτό το πνεύμα που επικρατούσε στην Ελλάδα μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, και κατά τη διάρκεια της δίκης των οκτώ κατηγορουμένων, κρίνω πως χρειάζεται μια σύντομη αναφορά στα γεγονότα που αρχικά οδήγησαν στην Μικρασιατική Εκστρατεία, και τελικά προκάλεσαν την Μικρασιατική Καταστροφή.

Όταν άρχισε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος (1914-1918) Πρωθυπουργός της Ελλάδας ήταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος, και βασιλιάς ο Κωνσταντίνος. Όταν η Τουρκία και η Βουλγαρία, χώρες που εποφθαλμιούσαν ελληνικές περιοχές, μπήκαν στον πόλεμο στο πλευρό της Γερμανίας και των συμμάχων της (Κεντρικές Δυνάμεις) ο Βενιζέλος ήταν της άποψης πως τα συμφέροντα της Ελλάδας υπαγόρευαν την ένταξή της στο πλευρό της Μεγάλης Βρετανίας και της Γαλλίας (Αντάντ).

Η άποψη αυτή του Βενιζέλου τον έφερε σε σύγκρουση με το βασιλιά Κωνσταντίνο, ο οποίος εμφορούμενος από τα φιλογερμανικά του αισθήματα – η σύζυγός του Σοφία ήταν αδελφή του Γερμανού αυτοκράτορα Γουλιέλμου Β΄ – , υποστήριζε πως η Ελλάδα έπρεπε να παραμείνει ουδέτερη, επειδή γνώριζε πως θα ήταν εκτεθειμένη στο βρετανικό ναυτικό, αν ενεργά έπαιρνε τη θέση των Κεντρικών Δυνάμεων.

Από την πλευρά του ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ως έμπειρος πολιτικός και οξυδερκής διπλωμάτης που ήταν, προέβλεπε πως αν η Ελλάδα παρέμενε ουδέτερη, σε περίπτωση που η Αντάντ κέρδιζε τον πόλεμο, θα παραχωρούσε την Μακεδονία στη Σερβία, η οποία είχε ήδη ενταχθεί στην Αντάντ, ενώ αν νικούσαν οι Κεντρικές Δυνάμεις, η Ελλάδα πάλι θα έχανε την Μακεδονία, την οποία οι Γερμανοί θα την παραχωρούσαν στην σύμμαχό τους Βουλγαρία.

Με άλλα λόγια, η Μακεδονία που είχε απελευθερωθεί από την Οθωμανική Αυτοκρατορία κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων (1912-1913), χάρη στην διορατική πολιτική του Ε. Βενιζέλου, θα είχε αποσπασθεί από την Ελλάδα, αν αυτή παρέμενε ουδέτερη, όποια και αν ήταν η έκβαση του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου.
Αντιθέτως, ο Βενιζέλος ήταν πεπεισμένος πως αν η Ελλάδα έπαιρνε το μέρος της Αντάντ, σε περίπτωση που θα κέρδιζε τον πόλεμο, όπως ο ίδιος προέβλεπε, όχι μόνο δεν θα κινδύνευε η Μακεδονία, αλλά οι σύμμαχοι θα έδιναν τη δυνατότητα στην Ελλάδα να προσαρτήσει περιοχές στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας, στα οποία το ελληνικό στοιχείο υπερτερούσε, καθώς και την Ανατολική Θράκη.

Ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΙΧΑΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΩΝ ΣΕΒΡΩΝ

Οι συνεχείς διενέξεις μεταξύ του βασιλιά Κωνσταντίνου και του Πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου ως προς τη στάση της Ελλάδας στον πόλεμο που είχε απλωθεί σε όλη την Ευρώπη, οδήγησαν στην παραίτηση του Βενιζέλου από τη θέση του Πρωθυπουργού τον Φεβρουάριο του 1915, και μετά την επανεκλογή του σε δεύτερη παραίτηση τον Σεπτέμβριο του ιδίου έτους.

Όταν το 1916 γερμανικά και βουλγαρικά στρατεύματα κατέλαβαν το ελληνικό οχυρό Ρούπελ στην Ανατολική Μακεδονία, στην Θεσσαλονίκη έγινε κίνημα Εθνικής Άμυνας τον Αύγουστο του 1916, και ο Ελευθέριος Βενιζέλος, σε συνεννόηση με τον Ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη και τον Στρατηγό Παναγιώτη Δαγκλή, σχημάτισε δεύτερη Κυβέρνηση, η οποία τον Σεπτέμβριο του 1916 εγκαταστάθηκε στην Θεσσαλονίκη. Έτσι η Ελλάδα βρέθηκε με δύο κυβερνήσεις, των βασιλοφρόνων της Αθήνας και των βενιζελικών της Θεσσαλονίκης.

Τελικά οι Αγγλογάλλοι, που είχαν επιβιβασθεί στην Ελλάδα, αποφάσισαν να εκδιώξουν τον βασιλιά Κωνσταντίνο, ο οποίος εγκατέλειψε την Ελλάδα τον Ιούνιο του 1917, και στο θρόνο ανήλθε ο δευτερότοκος γιος του Αλέξανδρος. Στη συνέχεια ο Βενιζέλος επέστρεψε στην Αθήνα, σχημάτισε νέα εθνική κυβέρνηση, και επανέφερε τη Βουλή που είχε διαλύσει ο βασιλιάς το 1915, και επίσημα πήρε το μέρος της Αντάντ στις τελευταίες φάσεις του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου.

Με τον Βενιζέλο Πρωθυπουργό βρήκε την Ελλάδα η λήξη του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου τον Νοέμβριο του 1918. Τον Αύγουστο του 1920, σε μια αίθουσα του Δημαρχείου των Σεβρών, κοντά στο Παρίσι, υπογράφθηκε η Συνθήκη των Σεβρών, η οποία μεταξύ άλλων, με την επιρροή που ασκούσε ο Βενιζέλος, έκανε το όραμά του για μια Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών να μοιάζει εφικτό.

Στην Ελλάδα παραχωρήθηκε η Δυτική και η Ανατολική Θράκη, ενώ η Τουρκία αναγνώρισε οριστικά την κυριαρχία της Ελλάδας σε όλα τα νησιά του Αιγαίου, εκτός από τα Δωδεκάνησα τα οποία είχαν καταληφθεί από τους Ιταλούς. Επιπλέον, στην Ελλάδα ανατέθηκε η προσωρινή διοίκηση της Σμύρνης και των περιχώρων της στην Μικρά Ασία, για την προστασία του ελληνικού πληθυσμού, με τον όρο να γίνει δημοψήφισμα σε πέντε χρόνια για το αν η πλειονότητα του πληθυσμού επιθυμούσε την οριστική προσάρτηση της περιοχής στην Ελλάδα.

Με αυτά τα επιτεύγματά του ο Ελευθέριος Βενιζέλος, βέβαιος πως είχε με το μέρος του την πλειονότητα των Ελλήνων πολιτών, κήρυξε εκλογές για την 1η Νοεμβρίου 1920.

Ο αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, Δημήτριος Γούναρης, στον προεκλογικό αγώνα υποσχέθηκε στους Έλληνες πολίτες πως αν το κόμμα του κέρδιζε τις εκλογές, το πρώτο πράγμα που η κυβέρνησή του θα έκαμνε θα ήταν να δώσει την ευκαιρία σε χιλιάδες Έλληνες, που για κοντά μια δεκαετία υπηρετούσαν στον στρατό σε διάφορες στρατιωτικές επιχειρήσεις, να γυρίσουν πίσω στις οικογένειές τους και στις προσωπικές τους ασχολίες.
Προφανώς ο ελληνικός λαός πίστεψε τις υποσχέσεις του Δ. Γούναρη, αφού έδωσε στο κόμμα του την πλειοψηφία, με αποτέλεσμα ο ίδιος να αναδειχθεί Πρωθυπουργός.

Δυστυχώς για το έθνος, ο Δ. Γούναρης έπραξε ακριβώς το αντίθετο από εκείνο που είχε υποσχεθεί. Η Κυβέρνησή του, και οι άλλες κυβερνήσεις του κόμματός του που ακολούθησαν, δεν περιορίσθηκαν στην κατοχή της Σμύρνης και της περιφέρειάς της, που είχε γίνει με την έγκριση των Αγγλογάλλων, αλλά επέκτειναν τις επιχειρήσεις, οι οποίες έγιναν γνωστές ως Μικρασιατική Εκστρατεία, γεγονός που έκανε τους πρώην συμμάχους της Ελλάδας να την εγκαταλείψουν, και να δώσουν την υποστήριξή τους στην πρώην εχθρό τους Τουρκία.

Παρ’ όλα αυτά, τα ελληνικά στρατεύματα στην Τουρκία συνέχισαν την προέλασή τους προς το εσωτερικό της Τουρκίας, με το παράλογο σχέδιο να καταλάβουν την πρωτεύουσά της Άγκυρα.

Τα στρατεύματα του Μουσταφά Κεμάλ, ενισχυμένα και από την οικονομική ενίσχυση των Μπολσεβίκων της Ρωσίας, και με την υποστήριξη των πρώην συμμάχων της Ελλάδας, ανέκοψαν την προέλαση του ελληνικού στρατεύματος, το οποίο τον Αύγουστο του 1922 τράπηκε σε άτακτη υποχώρηση.
Στις 27 Αυγούστου 1922 (9 Σεπτεμβρίου με το νέο ημερολόγιο) τα τουρκικά στρατεύματα μπήκαν στη Σμύρνη, όπου επιδόθηκαν στις σφαγές του ελληνικού και αρμένικου πληθυσμού της, και στην πυρπόληση των συνοικιών τους.

Την περίοδο εκείνη η Σμύρνη αριθμούσε 270.000 κατοίκους, από τους οποίους οι 140.000 ήταν Έλληνες, ενώ οι Τούρκοι ήταν μόνο 80.000. Οι υπόλοιποι κάτοικοί της απαρτίζονταν από διάφορες άλλες εθνικότητες. Για το λόγο αυτό οι Τούρκοι την αποκαλούσαν «γκιαούρ Ιζμίρ» – Σμύρνη των γκιαούρηδων.
Αυτά, σε γενικές γραμμές, ήταν τα τραγικά για τον Ελληνισμό γεγονότα, για τα οποία ευθύνονταν ο Δημήτριος Γούναρης και οι συνεργάτες του, και τα οποία έδωσαν το έναυσμα στην Επαναστατική Επιτροπή που σχηματίσθηκε στην Ελλάδα αμέσως μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, να προβεί στη σύσταση Έκτακτου Στρατοδικείου για να δικάσει τους υπεύθυνους που οδήγησαν το έθνος στην χειρότερη καταστροφή τους δύο τελευταίους αιώνες.
Την ερχόμενη εβδομάδα θα ολοκληρώσω την αναφορά αυτή στη Δίκη των Έξι, και θα αναφερθώ στην αθώωσή τους από τον Άρειο Πάγο το 2010, μετά από επανεξέταση (αναψηλάφηση είναι ο νομικός όρος) της δίκης του 1922, η οποία οδήγησε στην καταδίκη και εκτέλεσή τους.

Με άλλα λόγια οι Έξι που κρίθηκαν υπαίτιοι της Μικρασιατικής καταστροφής αθωώθηκαν 88 χρόνια μετά την εκτέλεσή τους…