Την περασμένη Κυριακή, 10 Μαΐου, έδωσα ομιλία στην Ποντιακή Κοινότητα Μελβούρνης και Βικτωρίας με θέμα «Η ποντιακή διάλεκτος συνέχεια της αρχαίας ελληνικής».

Σκέφτηκα πως το θέμα αυτό είναι γενικού ενδιαφέροντος, δεδομένου ότι η ποντιακή είναι η μόνη διάλεκτος της ελληνικής γλώσσας που συνεχίζει να μιλιέται μέχρι τις ημέρες μας. Με άλλα λόγια, αποτελεί μια ζωντανή πτυχή της ελληνικής γλώσσας στη διαχρονική της πορεία.

Το πρώτο πράγμα που επιθυμώ να διευκρινίσω είναι ότι η ποντιακή είναι διάλεκτος της ελληνικής γλώσσας, που σημαίνει ότι δεν είναι καθεαυτή γλώσσα, πράγμα που θα υπονοούσε πως εκείνοι που την ομιλούν δεν είναι Έλληνες.

Στο «Λεξικό της Σύγχρονης Ελληνικής Δημοτικής Γλώσσας» ο Καθηγητής Εμμανουήλ Κριαράς δίνει τον ακόλουθο ορισμό για τον όρο «διάλεκτος»:

«Τοπική μορφή γλώσσας με σημαντικές φωνολογικές, μορφολογικές, λεξιλογικές και συντακτικές αποκλίσεις από την κοινή γλώσσα. Παράδειγμα: ποντιακή διάλεκτος». 

Στη νεοελληνική γλώσσα υπάρχει και μια άλλη υποκατηγορία, γνωστή ως «ιδίωμα». Ο Εμμανουήλ Κριαράς δίνει τον ακόλουθο ορισμό για το ιδίωμα:

«Τοπική παραλλαγή μιας γλώσσας με μικρότερες ή μεγαλύτερες αποκλίσεις από την κοινή γλώσσα στο χώρο της φωνολογίας, της μορφολογίας και του λεξιλογίου».

Οι γλωσσολόγοι αναγνωρίζουν δύο ιδιώματα της νεοελληνικής: το κρητικό και το κυπριακό.

H ελληνική γλώσσα, αν και παρέμεινε ενιαία από την αρχαιότητα ως σήμερα, ποτέ δεν μιλήθηκε ομοιόμορφα σε ολόκληρο τον ομόγλωσσο γεωγραφικό χώρο, διαμορφώνοντας έτσι τοπικές διαλεκτικές και ιδιωματικές παραλλαγές. 

Αξίζει να αναφερθεί εδώ πως στην περιοχή του Όφεως, ανατολική περιφέρεια του Πόντου, περίπου 300.000 κάτοικοι, Οθωμανοί στο θρήσκευμα, ομιλούν την ποντιακή ως μητρική γλώσσα, την οποία αποκαλούν «ρωμαίικα». Πρόκειται για ελληνικής καταγωγής κατοίκους του Πόντου, οι οποίοι πριν από περίπου τρεις αιώνες εξισλαμίστηκαν βίαια, αλλά διατήρησαν την ποντιακή διάλεκτο.

Στην αρχαία Ελλάδα η ελληνική γλώσσα είχε τις ακόλουθες έξι διαλέκτους:

την Ιωνική, την Αττική, την Δωρική, την Μακεδονική, την Αιολική και την Κυπριακή.

Η Ιωνική μιλιόταν κυρίως στην Εύβοια, στις Κυκλάδες, και σε μια σειρά από ελληνικές αποικίες στα παράλια της Μικράς Ασίας, με κέντρο την Μίλητο.

Όταν λάβουμε υπόψη πως Έλληνες από τη Μίλητο γύρω στα 750 π.Χ. δημιούργησαν στα νότια παράλια του Εύξεινου Πόντου την Σινώπη, την πρώτη ελληνική αποικία στην περιοχή μετέπειτα γνωστή ως Πόντος, και στη συνέχεια την Σαμψούντα, την Τραπεζούντα και άλλες πόλεις, η ελληνική διάλεκτος που μιλιόταν στις πόλεις εκείνες ήταν η Ιωνική.

Προσωπικότητες των ελληνικών γραμμάτων, όπως ο συντάκτης της νεοελληνικής γραμματικής Μανώλης Τριανταφυλλίδης, εξήραν τον ρόλο της ποντιακής διαλέκτου, καθώς αποτελεί ένα ζωντανό συνδετικό κρίκο με τις αρχαιοελληνικές διαλέκτους, σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι τα ιδιώματα της Κρήτης και της Κύπρου.

Η ΙΩΝΙΚΗ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΗΣ ΠΟΝΤΙΑΚΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΟΥ

Η ποντιακή διάλεκτος δεν ακολούθησε τις γλωσσικές εξελίξεις, που με την πάροδο του χρόνου λάμβαναν χώρα στην επικράτεια του Μητροπολιτικού Ελληνισμού, αποκομμένος καθώς ήταν ο Πόντος γεωγραφικά από αυτόν. Για το λόγο αυτό η ποντιακή διάλεκτος διατηρεί πολλές λεξιλογικές, γραμματικές, συντακτικές και φωνολογικές ομοιότητες με την αρχαία Ιωνική διάλεκτο της ελληνικής γλώσσας.

Ως εξαρχής Ιωνική διάλεκτος με εξέλιξη εκτός Ελλάδος, η ποντιακή διατηρεί λέξεις και φράσεις που συναντάμε στην Ιλιάδα και στην Οδύσσεια του Ομήρου. Ως εκ τούτου, σημαντική θεωρείται η συμβολή της στην εθνική μας αυτογνωσία, καθότι έχει διασώσει αρκετά ομηρικά στοιχεία.

Ο γλωσσολόγος Δημοσθένης Οικονομίδης, Διευθυντής του Μεσαιωνικού Αρχείου της Ακαδημίας Αθηνών, αναφερόμενος στην ποντιακή διάλεκτο έγραψε τα ακόλουθα:

«Η διάλεκτος, η λαλουμένη υπό των Ελλήνων των από αρχαιοτάτων χρόνων ως τα παράλια του Ευξείνου Πόντου εγκατεστημένων εξ αρχής ιωνική ούσα, συν τω χρόνω τοιαύτην έλαβε εξέλιξιν μακράν της Ελλάδος, ώστε διασώσασα ολίγα στοιχεία εκ της ιωνικής, ικανά αρχαιοπινή στοιχεία, προσέλαβεν και πολλάς λέξεις και γραμματικούς τύπους εκ της μεσαιωνικής και βυζαντινής γλώσσης, άτινα διετήρησεν αυτουσίως».

Με άλλα λόγια, σύμφωνα με τον Δημοσθένη Οικονομίδη, η ποντιακή διάλεκτος δεν διέσωσε μόνο λέξεις, γραμματικές και συντακτικές δομές της αρχαίας ελληνικής, αλλά και της ελληνικής που μιλιόταν πριν από τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, ως επίσης και κατά τη διάρκειά της.

Σε μελέτημά του με τίτλο «Ποντιακή διάλεκτος, κληρονόμος του Ομήρου», ο Δρ Θωμάς Σαββίδης, Αναπληρωτής Καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, γράφει, μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα:

«Ως εξαρχής ιωνική διάλεκτος με εξέλιξη εκτός Ελλάδος, η ποντιακή έχει τις ρίζες της μέχρι την ομηρική γλώσσα. Η συμβολή της όμως στην εθνική αυτογνωσία συνίσταται στο γεγονός ότι διέσωσε αρκετά ομηρικά στοιχεία, τα οποία σε άλλες νεοελληνικές διαλέκτους εξέλειπαν. Σε πολλές περιπτώσεις τα ιωνικά στοιχεία, όπως λέξεις, εκφράσεις ή ιδιωματισμοί των ομηρικών επών διατηρήθηκαν αναλλοίωτα, συνεισφέροντας τα μέγιστα στη γλωσσική μας κληρονομιά. Ως κληρονόμος της ιωνικής διατηρεί αναλλοίωτες ή παραφθαρμένες πολλές λέξεις, πολλούς αρχαϊσμούς και γραμματικούς ή συντακτικούς τύπους, οπότε μπορεί να ενταχθεί στις αρχαιότερες και πλουσιότερες ελληνικές διαλέκτους και φυσικά της Ευρώπης».

Ενδεικτικά, ο Δρ Σαββίδης αναφέρει ονόματα αρχαίων Ελλήνων που λήγουν σε -άδης και σε -ίδης, τα οποία δηλώνουν την πατρότητα του συγκεκριμένου προσώπου. Η πλειονότητα των επωνύμων ποντιακής καταγωγής Ελλήνων λήγουν σε -άδης και -ίδης.

Ακολουθούν ονόματα αρχαίων Ελλήνων με τις παραπάνω καταλήξεις που αναφέρει ο Δρ Σαββίδης, τα οποία τα συναντάμε στην Ιλιάδα ή στην Οδύσσεια του Ομήρου:

Αιμονίδης, ο υιός του Αίμονα

Αρκεισιάδης, ο υιός του Αρκεισίου 

Ασιάδης, ο υιός του Ασίου

Ατρείδης, ο υιός του Ατρέα = ο Αγαμέμνων και ο Μενέλαος

Λαερτιάδης, ο υιός του Λαέρτη = ο Οδυσσεύς

Πηληιάδης ή Πηλείδης, ο υιός του Πηλέως = ο Αχιλλεύς 

Η ποντιακή διάλεκτος έχει διατηρήσει σε πολλές λέξεις την ιωνική προφορά ε του φωνήεντος η, παραδείγματα των οποίων είναι:

Ατρύπετος αντί ατρύπητος, νύφε αντί νύφη, άκλερος αντί άκληρος, ατρύγετος αντί ατρύγητος.

ΑΛΛΕΣ ΟΜΟΙΟΤΗΤΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Η ποντιακή διάλεκτος έχει επίσης διατηρήσει τις καταλήξεις θηλυκών επιθέτων της αρχαίας ελληνικής σε -ος αντί το -η της νεοελληνικής:

άλαλος αντί άλαλη, έμορφος αντί η όμορφη, άσκεμος αντί άσχημη, και σε πολλά άλλα επίθετα θηλυκού γένους.

Στην περίπτωση των ρημάτων η ποντιακή διατήρησε την κατάληξη -ον στο δεύτερο πρόσωπο της προστακτικής έγκλισης, ενώ στη νεοελληνική χρησιμοποιούμε την κατάληξη -ε:

λύσον αντί λύσε, χτίσον αντί χτίσε, γράψον αντί γράψε.

Διατήρησε και το ιωνικό αρνητικό ουκί, αντί του αττικού ουχί, και στη συνέχεια με την αφαίρεση της πρώτης συλλαβής ου έμεινε το ‘κι, με την έννοια δεν, όπως στις φράσεις «κι τρώγω» αντί «δεν τρώγω», «κι θέλω» αντί «δεν θέλω». «κι λέγω» αντί δεν λέγω. 

Η νεοελληνική χρησιμοποιεί το αρνητικό μόριο δεν που προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό ουδέν. Η ποντιακή έχει τη λέξη τιδέν (τίποτε, καθόλου), η οποία προήλθε από το ουδέν.

Η διατήρηση στην ποντιακή του αρχαίου ελληνικού μορίου άρα ή άρ’ με σημασία όχι κατ’ ανάγκην συμπερασματική, αλλά με την έννοια της συνάρτησης γεγονότων, ανακεφαλαίωσης ή επεξήγησης: 

άρ’ έρθεν η λαμπρή, αρ’ αέτς ας έν (ας είναι έτσι), άρ’ έφαες, εχόρτασες. 

Στην Οδύσσεια του Ομήρου συναντάμε την ακόλουθη αντίστοιχη φράση: «ως άρ’ έφη».

Άλλες λέξεις της ποντιακής που προέρχονται από την αρχαία ελληνική είναι και οι ακόλουθες, μεταξύ πολλών άλλων:

Λελεύω = χαίρομαι, επιθυμώ: «να λελεύω σε» (να σε χαρώ). 

Το ρήμα αυτό προέρχεται από το λιλαίομαι, μετοχή του οποίου χρησιμοποιεί ο Όμηρος στη φράση «λιλαιομένη πόσιν είναι» (ήθελε να είναι σύζυγος). 

Σπογγίζω (σκουπίζω), συναντάται ακόμα και στις Θεσμοφοριάζουσες του Αριστοφάνη.

Χάταλον, το μωρό, το βρέφος, από τη λέξη αταλός = νεαρός, τρυφερός, απαλός. Ο Όμηρος χρησιμοποιεί τη φράση «παίδα αταλάφρονα».

Εδώ να αναφέρω πως στην περιοχή του Όφεως, ο οποίος βρίσκεται στον ανατολικό Πόντο, σήμερα υπολογίζονται σε 300.000 οι μουσουλμάνοι ελληνικής καταγωγής που ομιλούν την ποντιακή διάλεκτο, και χορεύουν ποντιακούς χορούς με τη συνοδεία της ποντιακής λύρας. Πρόκειται για Έλληνες του Πόντου που εξισλαμίσθηκαν με βίαια μέτρα από τους Τούρκους πριν από τρεις περίπου αιώνες. 

Ο καθηγητής της Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Οξφόρδης, Πίτερ Μάκριτζ, περιγράφει τα ελληνικά της περιοχής του Όφεως της Τραπεζούντας ως υποδιάλεκτο της Ποντιακής, η οποία περιέχει ανεπτυγμένο αρχαίο ελληνικό λεξιλόγιο, αλλά και αρχαία γραμματικά και συντακτικά χαρακτηριστικά.

Θα ολοκληρώσω το θέμα για την ποντιακή διάλεκτο την ερχόμενη εβδομάδα.