Την περασμένη Πέμπτη, μεταξύ άλλων, επισήμανα το γεγονός ότι η ποντιακή είναι διάλεκτος της ελληνικής γλώσσας, και η μόνη που μέχρι τις ημέρες μας ομιλείται. Επίσης ανέφερα πως στην Τουρκία σε 300.000 υπολογίζονται οι κάτοικοι της περιοχής που ήταν γνωστή ως Πόντος, οι οποίοι ως τις ημέρες μας ομιλούν την ποντιακή διάλεκτο.

Την πληροφορία αυτή δίνει ο ποντιακής καταγωγής Τούρκος συγγραφέας Ομέρ Ασάν στο βιβλίο του «Pontos Culturu», (Ο Πολιτισμός του Πόντου), το οποίο εκδόθηκε στην τουρκική γλώσσα το 1996, και κυκλοφόρησε στην Ελλάδα το 1998 σε ελληνική μετάφραση με τίτλο «Ο Πολιτισμός του Πόντου», με δεύτερη έκδοση το 2007 από τις Εκδόσεις Αδελφών Κυριακίδη. Θα παρατηρήσετε το όνομα Ομέρ παραπέμπει στο όνομα του μεγάλου επικού μας ποιητή Όμηρου.

Στο βιβλίο του ο Ομέρ Ασάν από τη μια μας ενημερώνει για την έρευνα που έχει κάνει, στην αναζήτηση της φυλετικής και πολιτισμικής του ταυτότητας, και από την άλλη αναφέρεται σε παραδόσεις, έθιμα, πολιτιστικά και γλωσσικά στοιχεία, που διαφοροποιούν τους κατοίκους του χωριού του Ερένκιοϊ, και των άλλων 48 χωριών της περιφέρειας Όφη, από τους άλλους Τούρκους.

Πρόκειται για τους Οφήτες, προφανώς ελληνικής καταγωγής κατοίκους του Πόντου, που είναι από τους πρώτους που εξισλαμίστηκαν με βίαια μέτρα πριν από τρεις περίπου αιώνες.

Σε συνέντευξη που έδωσε ο Ομέρ Ασάν στην αθηναϊκή εφημερίδα «Η Καθημερινή» (30 Ιανουαρίου 2000) με τίτλο «Τουρκία: 300.000 ελληνόφωνοι ζητούν ταυτότητα», υπολογίζει στις 300.000 τους ελληνόφωνους, αλλά μωαμεθανούς, κατοίκους της Τουρκίας, οι οποίοι λόγω του θρησκεύματός τους εξαιρέθηκαν από την ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ της Τουρκίας και της Ελλάδας το 1922-1923.

Αυτή είναι η πρώτη φορά που γίνεται λόγος για έναν τόσο μεγάλο αριθμό Οθωμανών ελληνικής καταγωγής που συνεχίζουν να ομιλούν την ποντιακή διάλεκτο στην Τουρκία.

Στον Πρόλογο του βιβλίου του ο Ομέρ Ασάν γράφει τα ακόλουθα μεταξύ άλλων:

«Οι χωρικοί στο Ερένκιοϊ του Όφη μιλούσαν μεταξύ τους μια γλώσσα που την έλεγαν ρωμαίικα. Όταν τους ρώτησα πού την έμαθαν, μου απάντησαν: «Εμείς αυτή τη γλώσσα μιλούσαμε, τα τουρκικά τα μάθαμε μετά».

Στο βιβλίο του ο Ομέρ Ασάν επιχειρεί να δώσει απαντήσεις στα ακόλουθα ερωτήματα:

«Η ερώτηση ‘ποιος είμαι;’ μου δημιούργησε την ιδέα να γράψω αυτό το βιβλίο. Ποιος ήμουν; Από πού ερχόμουν, πού πήγαινα; Το πρόβλημα ήταν ότι ήμασταν διαφορετικοί από τους ανθρώπους του περιβάλλοντός μας. Η γλώσσα, η σκέψη, η συμπεριφορά, τα τραγούδια, οι χοροί, το φαγητό ήταν διαφορετικά. Το πρόβλημα ήταν η διαφορά πολιτισμού».

ΟΙ ΟΦΗΤΕΣ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ ΔΙΑΤΗΡΟΥΝ ΤΗΝ ΠΟΝΤΙΑΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟ

Στο βιβλίο του ο Ομέρ Ασάν δίνει έναν κατάλογο περίπου 2000 λέξεων της ποντιακής διαλέκτου που ακόμη χρησιμοποιούνται από τους κατοίκους της περιφέρειας του Όφη στον βορειοανατολικό Πόντο. Επίσης δίνει τραγούδια στην ποντιακή διάλεκτο, όπως οι ακόλουθες δύο στροφές:

Εμένα η μάνα μ’ είπε με

τη βραδύ μη κοιμάσαι,

χα πας σην ξενιτεία,

η νύφε ρωθυμά σε.

……………………..

Ε, πατσή, για χόρεψον,

για σείσον τα μερία σ’,

τραγωδίας παλ’ επέ,

ας ακούγω τη λαλία σ’.

Στην πρώτη στροφή «Εμένα η μάνα μ’ είπε με» παρατηρούμε πως η προσωπική αντωνυμία με ακολουθεί το ρήμα είπε, δεν προηγείται αυτού, όπως γίνεται στην νεοελληνική. Το ίδιο παρατηρούμε και στον τέταρτο στίχο της πρώτης στροφής με την προσωπική αντωνυμία σε: η νύφε ρωθυμά σε.

Την ίδια σύνταξη, με την προσωπική αντωνυμία να ακολουθεί το ρήμα, αντί να προηγείται αυτού, παρατηρούμε και στο Κυπριακό και στο Κρητικό ιδίωμα. Με άλλα λόγια, η ποντιακή διάλεκτος και τα ιδιώματα της Κύπρου και της Κρήτης, ακολουθούν τη σύνταξη της αρχαίας ελληνικής.

Ένα γραμματικό φαινόμενο που δείχνει τη διατήρηση τύπων της αρχαίας ελληνικής στην ποντιακή διάλεκτο είναι η χρήση του -ον στις καταλήξεις των ρημάτων στην προστακτική έγκλιση, όπως παρατηρούμε στους δύο πρώτους στίχους της δεύτερης στροφής του παραπάνω ποιήματος:

Ε, πατσή, για χόρεψον,

για σείσον τα μερία σ’,

Στην νεοελληνική γλώσσα, στην περίπτωση του «χόρεψον» θα λέγαμε «χόρεψε», ενώ το ρήμα «σείω» από το οποίο προέρχεται η προστακτική «σείσον» δεν χρησιμοποιείται με αυτήν την έννοια. Θα λέγαμε «κούνησε», όχι «σείσον». Η ποντιακή διάλεκτος διατήρησε την αρχαία ελληνική μορφή αυτού του ρήματος, από το οποίο παράγεται το ουσιαστικό «σεισμός».

Ένα άλλο κοινό χαρακτηριστικό της ποντιακής διαλέκτου με την αρχαία ιωνική διάλεκτο είναι η προφορά του η σε πολλές λέξεις με τον έντονο ήχο ε, όπως παρατηρούμε στον τέταρτο στίχο της πρώτης στροφής:

η νύφε ρωθυμά σε.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει και το ουσιαστικό «τραγωδίας» στον τρίτο στίχο της δεύτερης στροφής: τραγωδίας παλ’ επέ.

Στις τραγωδίες της αρχαίας Ελλάδας κάποια χορικά κομμάτια τραγουδιόνταν. Η νεοελληνική λέξη τραγούδι προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη τραγωδία, την οποία η ποντιακή διάλεκτος έχει διατηρήσει με την έννοια τραγούδι.

Στον παραπάνω στίχο παρατηρούμε και ένα αξιόλογο γραμματικό φαινόμενο. Το ρήμα επέ στον στίχο τραγωδίας παλ’ επέ είναι προστακτική του ρήματος λέγω, μια μικρή παραλλαγή από το ειπέ της αρχαίας ελληνικής στο επέ της ποντιακής διαλέκτου.

Από τα παραπάνω διαπιστώνουμε τη διατήρηση γραμματικών, λεξιλογικών και συντακτικών χαρακτηριστικών της αρχαίας ελληνικής στην ποντιακή διάλεκτο μέσα σε δύο σύντομες στροφές ενός τραγουδιού, όπως διατηρήθηκε από τους Οφήτες στην σημερινή Τουρκία.

ΠΟΛΛΕΣ ΟΙ ΛΕΞΙΛΟΓΙΚΕΣ ΟΜΟΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΠΟΝΤΙΑΚΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Σε πολλές περιπτώσεις λέξεων που στην αρχαία ελληνική ο φθόγγος «ο» γραφόταν με «ω», όπως στη λέξη «κώδων», στην νεοελληνική το «ω» μετατράπηκε σε «ου», και η λέξη «κώδων» έγινε «κουδούνι», ο «κώνωψ» έγινε «κουνούπι», σε αντίθεση με την ποντιακή διάλεκτο που έχει διατηρήσει το «ω».

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι ακόλουθες λέξεις, όπως χρησιμοποιούνται στη νεοελληνική γλώσσα και στην ποντιακή διάλεκτο, σε σύγκριση με την αρχαία ελληνική γλώσσα:

Νεοελληνική Ποντιακή διάλεκτος

τσεκούρι αξινάριν από την αρχαία ελληνική αξίνη

ρούχο λώμα από την αρχαία ελληνική λέξη λώπη

(ένδυμα)

κλοτσώ λαχτίζω από το αρχαίο ελληνικό ρήμα 

λακτίζω

κρυώνω ριγώ από το αρχαίο ελληνικό ρήμα ριγώ

χτυπώ κρούω από το αρχαίο ελληνικό ρήμα κρούω

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ποντιακή λέξη ξύγαλαν, η οποία προέρχεται από την αρχαιοελληνική λέξη οξύγαλαν, ενώ στην καθομιλουμένη νεοελληνική χρησιμοποιούμε την τουρκικής προέλευσης λέξη γιαούρτι.

Η διατήρηση στην ποντιακή διάλεκτο αυτούσιων, ή ελαφρά παραλλαγμένων λέξεων της αρχαίας ελληνικής είναι εντυπωσιακή και καταδεικνύει τη δύναμη και την αξία που έχει, όχι μόνο η ποντιακή διάλεκτος, αλλά και τα διάφορα ιδιώματα της ελληνικής γλώσσας, όπως το Κρητικό και το Κυπριακό, αφού διασώζουν τύπους της αρχαίας ελληνικής. 

Η ποντιακή διάλεκτος αποτελεί αδιαμφισβήτητη ένδειξη ότι ο Πόντος, αν και γεωγραφικά ήταν αποκομμένος από τον κύριο κορμό του Ελληνισμού, εθνολογικά, πολιτισμικά και γλωσσικά παρέμεινε ένα ατόφιο τμήμα του. 

Ιδιαίτερης σημασίας είναι ότι από το 1461, όταν η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας καταλύθηκε από τους Τούρκους, μέχρι τον ξεριζωμό του 1922-23, παρ’ ότι οι Πόντιοι ζούσαν μέσα σε ένα αλλόγλωσσο, αλλόθρησκο, και συχνά εχθρικό περιβάλλον, αποκομμένοι γεωγραφικά από την Μητροπολιτική Ελλάδα, η ποντιακή διάλεκτος διατήρησε σημαντικά στοιχεία της αρχαίας Ιωνικής διαλέκτου.

Βέβαια, μέσα σε ένα πολυεθνικό περιβάλλον, όπως ήταν η Οθωμανική Αυτοκρατορία μέχρι το 1922, αναπόφευκτα η ποντιακή διάλεκτος ενσωμάτωσε στον κορμό της και λέξεις από την τουρκική, την αρμενική, και από τις γλώσσες άλλων εθνοτικών μειονοτήτων. Αυτό όμως δεν αλλοίωσε τον αρχαίο ελληνικό χαρακτήρα της. 

Από τα παραπάνω προκύπτει πως η ποντιακή διάλεκτος δεν απώλεσε την αρχαιοπρέπειά της ως τις ημέρες μας, κρατώντας λέξεις, γραμματικούς και συντακτικούς τύπους από την Ιωνική διάλεκτο της αρχαίας ελληνικής, αλλά και από τη μεσαιωνική και τη βυζαντινή μορφή της ελληνικής γλώσσας.

Για τους λόγους αυτούς θα μπορούσαμε να πούμε πως η ποντιακή διάλεκτος λειτούργησε ως κιβωτός που έχει διασώσει χιλιάδες λέξεις, γραμματικές μορφές, συντακτικές δομές και φωνολογικές ιδιοτυπίες της αρχαίας ελληνικής, όπως την μιλούσαν στις αρχαίες ελληνικές αποικίες της Ιωνίας, και στη συνέχεια στον Πόντο. 

Όπως είδαμε στο πρώτο μέρος αυτού του άρθρου, οι Έλληνες από τη Μίλητο της Ιωνίας ίδρυσαν το 750 π.Χ. τη Σινώπη, την πρώτη ελληνική πόλη στον Πόντο, από την οποία δημιουργήθηκαν αλυσιδωτά άλλες πόλεις, όπως η Σαμψούντα, η Τραπεζούντα και άλλες. Εξ ου και οι ομοιότητες της ποντιακής διαλέκτου με την Ιωνική διάλεκτο της αρχαίας ελληνικής.