Κατά τη διάρκεια των διακοπών μου στην Ελλάδα, έμαθα για την «κοσμογονική» αλλαγή στο χώρο της Ομοσπονδίας Ελληνικών Κοινοτήτων Αυστραλίας. Εννοώ τη σχεδιαζόμενη «στέγαση» των άστεγων, εκκλησιαστικά, κοινοτήτων της Ομοσπονδίας από την Εκκλησία των Γνήσιων Ορθοδόξων Χριστιανών (βλέπε Εκκλησία Παλαιοημερολογιτών).

 Μελετώντας τα δημοσιεύματα του ομογενειακού Τύπου για τη δεύτερη «θρησκευτική επανάσταση» των λιγοστών κοινοτήτων που ανήκουν στην Ομοσπονδία – η πρώτη έγινε με τη δημιουργία της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας με έδρα την Αδελαΐδα – διαπιστώνω, ότι η απόφαση προσχώρησης της Ομοσπονδίας στην εκκλησία των ΓΟΧ ελήφθη από την ηγεσία της   χωρίς σχετική, ομόφωνη απόφαση της βάσης, δηλαδή των κοινοτήτων-μελών της.
Από τα ίδια δημοσιεύματα, διαπιστώνω ότι οι τολμητίες ηγέτες της Ομοσπονδίας μιλούν γενικώς και αορίστως για ένταξη της Ομοσπονδίας στην Παλαιοημερολογίτικη Εκκλησία, χωρίς να καθορίζουν την ομάδα των παλαιοημερολογιτών στην οποία προσχώρησαν. Βολεύει η ασάφεια στην παρούσα φάση, διότι δημιουργεί την εντύπωση ότι οι Κοινότητες θα ενταχθούν στην κανονική Παλαιοημερολογίτικη Εκκλησία – η οποία αναγνωρίζεται από το Ελληνικό Κράτος και το Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Διαπιστώνω, τέλος, ότι η ανακοίνωση προσχώρησης της Ομοσπονδίας στην Εκκλησία των ΓΟΧ αποσιωπά τους όρους προσχώρησης, δηλαδή τι θα προσφέρουν οι Κοινότητες για να εξασφαλίσουν «την ευλογία» των παλαιοημερολογιτών.
Η εξεύρεση νόμιμης πνευματικής στέγης από τις Κοινότητες του κλίματος της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας Αυστραλίας, είναι το μεγάλο στοίχημα που χρόνια αγωνίζονται να κερδίσουν ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας και πρώην πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας Αδελαΐδας, κ. Θεοφάνης Μάρας, και οι άλλοι κοινοτικοί παράγοντες που διακαίονται από την επιθυμία εκκλησιαστικής νομιμοποίησης των «σχισματικών» Κοινοτήτων – όπως τις αποκαλούν το Οικουμενικό Πατριαρχείο και η Ιερά αρχιεπισκοπή Αυστραλίας.

Ο κ. Μάρας ανέλαβε «προσωπικά», προ ετών, την υπόθεση και επιδίωξε – με τη συνδρομή διπλωματικών αντιπροσώπων της Ελλάδας στην Αυστραλία και στελεχών κυβερνήσεων της Αθήνας, ΠΑΣΟΚων και Νεοδημοκρατών – να επιτύχει τη μεσολάβηση του Οικουμενικού Πατριαρχείου για έναρξη διαλόγου με την Ιερά Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας.

Οι προσπάθειες του κ. Μάρα απέβησαν μάταιες. Στις επαφές με το Πατριαρχείο και τις κυβερνήσεις της Ελλάδας, ο κ. Μάρας εκπροσωπούσε έναν φορέα – την Ομοσπονδία – με τεράστιο έλλειμμα αξιοπιστίας που δημιούργησε η ανάκληση, από κοινοτικούς, των υπογραφών που είχαν βάλει στο προσύμφωνο για λύση του εκκλησιαστικού προβλήματος της Αυστραλίας το οποίον είχαν συνομολογήσει με την ελληνική κυβέρνηση και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, κατά την περιλάλητη σύσκεψη των Αθηνών στη δεκαετία του ’90.

Μάταιες απέβησαν και οι προσπάθειες της ηγεσίας της Ομοσπονδίας να εντάξει τους ναούς της στο κλίμα του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, που αποτόλμησε «εισπήδηση» στην Αυστραλία, επίσης στη δεκαετία του ’90, μέσω του ιδρύματος «Άγιος Ιωάννης» – ευρύτερα γνωστό ως «Ίδρυμα Κουρτέση».
Οι τυχοδιώκτες εξ Ιεροσολύμων – ενήμεροι του κινδύνου εκδίωξής τους από την Αυστραλία – δεν τόλμησαν να «υιοθετήσουν» κοινότητες της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας, να υποκαταστήσουν το Οικουμενικό Πατριαρχείο στην πνευματική δικαιοδοσία του οποίου ανήκει η Αυστραλία.

 Η άτακτη φυγή των Ιεροσολυμιτών από την Αυστραλία και ο αποκλεισμός των Κοινοτήτων της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας από το Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού, αύξησαν την πίεση επί τις ηγεσίας της Ομοσπονδίας να εξεύρει λύση του εκκλησιαστικού προβλήματός της.

 Τότε ηγέρθη θέμα προσχώρησης των Κοινοτήτων στην Εκκλησία των Γνήσιων Ορθόδοξων Χριστιανών. Ζητήθηκε, μάλιστα, γνωμάτευση του υπουργείου Εξωτερικών της Ελλάδας για «τη νομιμότητα ή μη» των παλαιοημερολογιτών. Η γνωμάτευση του υπουργείου Εξωτερικών – επί υπουργίας Θεόδωρου Πάγκαλου – διασαφήνιζε, ότι το Ελληνικό Κράτος αναγνωρίζει μόνο τα μυστήρια που τελούνται από κανονικούς παλαιοημερολογίτες κληρικούς. Η έμφαση έπεφτε στο «κανονικοί κληρικοί», διότι η Παλαιοημερολογίτικη Εκκλησία είναι καταφύγιο πολλών καθηρημένων αρχιερέων και κληρικών.

Η διασαφήνιση του υπουργείου Εξωτερικών αποθάρρυνε τις προσπάθειες ένταξης στην Εκκλησία των ΓΟΧ. Οι Κοινοτικοί διέβλεψαν τον κίνδυνο να πέσουν από τη Σκύλα στη Χάρυβδη και εγκατέλειψαν τις προσπάθειές τους. Ο άλλος, σοβαρός κίνδυνος ήταν η βέβαιη άρνηση του Οικουμενικού Πατριαρχείου να επιτρέψει τη λειτουργία άλλης εκκλησιαστικής αρχής την Αυστραλία – πέραν την Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας.

Ο κίνδυνος αυτός υφίσταται και σήμερα. Η λειτουργία στην Αυστραλία της Παλαιοημερολογίτικης Εκκλησίας θα απαιτήσει – κατά τους ειδικούς – την ομόφωνη έγκριση του Οικουμενικού Πατριαρχείου και του «οικείου ιεράρχη» ¬– δηλαδή του Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας – που σημαίνει ότι οι παλαιοημερολογίτες θα υποχρεωθούν – ως νόμιμη εκκλησιαστική αρχή – να ζητήσουν τέτοια έγκριση.

Αν, παρ’ ελπίδα, αγνοήσουν την εκκλησιαστική τάξη και τολμήσουν «εισπήδηση», θα διακινδυνεύσουν τις σχέσεις τους με το Φανάρι και τις σοβαρές συνέπειες που συνεπάγεται η διατάραξη των σχέσεών τους με τον οικουμενικό θρόνο.
Αν, πάλι, οι παλαιοημερολογίτες αντιγράψουν το παράδειγμα των Ιεροσολύμων και έλθουν στην Αυστραλία ως αποδέκτες δωρεάς ναού ή ναών από Κοινότητες-μέλη της Ομοσπονδίας Ελληνικών Κοινοτήτων, τότε δεν θα μπορέσουν να λειτουργήσουν ως εκκλησιαστική Αρχή, δεν θα μπορέσουν να στεγάσουν πνευματικά τις «σχισματικές» εκκλησίες της Ομοσπονδίας.

Και εδώ εγείρεται το βασικό ερώτημα; Με ποια ιδιότητα θα έλθουν οι παλαιοημερολογίτες στην Αυστραλία; Θα έλθουν ως εκκλησιαστική αρχή ή ως αποδέκτες δωρεών από την Ομοσπονδία Κοινοτήτων;
Αμφιβάλλω για το πρώτο – λαμβάνοντας υπόψη τη σκληρή αντιμετώπιση των Ιεροσολύμων από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Αν έλθουν ως αποδέκτες δωρεών, τότε τα μέλη των Κοινοτήτων-μελών της Ομοσπονδίας οφείλουν να ρωτήσουν τους κοινοτικούς ταγούς: γιατί κύριοι να δώσουμε τους ναούς μας σε εκκλησιαστική Αρχή που φημίζεται για το θρησκευτικό εξτρεμισμό της – στην Ελλάδα τους αποκαλούν «ταλιμπάν» της Ορθοδοξίας – και να μην τους δώσουμε στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας και να διευθετήσουμε οριστικά την εκκλησιαστική μας εκκρεμότητα;
Η δήλωση του κ. Μάρα, ότι κάποιοι κοινοτικοί ναοί θα λειτουργούν σύμφωνα με τις παλαιοημερολογίτικες αρχές ωθεί στην υπόθεση, ότι οι ναοί αυτοί μπορεί να είναι «τα δώρα» των κοινοτικών στους παλαιοημερολογίτες για τον ερχομό τους στην Αυστραλία.
Ο χρόνος θα δείξει.