Την αναγκαιότητα αναθεώρησης του συνταξιοδοτικού προγράμματος της Αυστραλίας τονίζει η έκθεση της Επιτροπής Παραγωγικότητας που δόθηκε στην δημοσιότητα στις αρχές της εβδομάδας, στηλιτεύοντας την εμφανή έλλειψη σαφής στρατηγικής στην πολιτική συνταξιοδότησης. 

Σύμφωνα με την Επιτροπή, η κυβέρνηση θα μπορούσε να εξοικονομήσει περίπου επτά δισ. δολάρια ανά έτος, μέχρι το 2055 αν το όριο ηλικίας για την ρευστοποίηση του superannuation αυξηθούν κατά δέκα χρόνια, από τα 55 χρόνια στα 65, κυρίως λόγω των εσόδων που θα προκύψουν από την φορολόγηση. 

Αυτό θα σήμαινε ότι ο μέσος Αυστραλός θα χρειαζόταν να δουλέψει κατά μέσο όρο δύο χρόνια παραπάνω, καταφέρνοντας να εξασφαλίσει αύξηση 10% στο συνολικό ποσό της αποταμίευσης, τουλάχιστον στην θεωρία, γιατί στην πράξη, αυτά τα κίνητρα δεν θα αλλάξουν το ποσοστό των Αυστραλών που φεύγουν χωρίς την θέλησή τους από το εργατικό δυναμικό. 

Η έκθεση σημειώνει ότι το 50% των ανδρών και το 30% των γυναικών εξαναγκάζονται σε πρόωρη σύνταξη, για λόγους υγείας κυρίως ή λόγω δυσκολίας ανεύρεσης εργασίας, ενώ μεγάλο ποσοστό είναι εκείνο που απασχολείται σε τομείς που επιβαρύνουν την σωματική και πνευματική υγεία, με αποτέλεσμα να μην είναι σε θέση να εργαστούν μέχρι τα 65.

Σημειώνεται ότι η παρούσα νομοθεσία προβλέπει την αύξηση του ορίου ηλικίας εκταμίευσης του superannuation στα 60 χρόνια μέχρι το 2025. Εξάλλου, το όριο ηλικίας για χορήγηση σύνταξης θα αυξηθεί στα 67, κάτι που σημαίνει ότι οι δικαιούχοι κινδυνεύουν να πέσουν σε ένα χρονικό χάσμα επτά ετών, εξ ου και η πρόταση της επιτροπής για σύγκλιση των δύο ορίων ηλικίας. 

Παράλληα, η επιτροπή διαψεύδει την αντίληψη που επικρατεί ότι οι συνταξιούχοι ρευστοποιούν μεγάλα ποσά από το συνταξιοδοτικό τους, υπολογίζοντας ότι θα τύχουν υποστήριξης από το σύστημα κρατικής σύνταξης. Τα στοιχεία υποδεικνύουν ότι οι περισσότεροι συνταξιούχοι είναι συνετοί στις εκταμιεύσεις τους, καθώς, σύμφωνα με την έκθεση λιγότερο από το 30% ρευστοποιεί μεγάλα ποσά – και όταν συμβαίνει αυτό, είναι για την αποπληρωμή χρεών, την αγορά αγαθών μεγάλης διάρκειας ζωής, ή την επένδυση σε προϊόντα που αποφέρουν σταθερό εισόδημα. 

Συνήθως, εκείνοι που προβαίνουν σε ρευστοποίηση είναι εκείνοι που δεν έχουν καταφέρει να αποταμιεύσουν μεγάλα ποσά, επομένως η συμπεριφορά τους δεν επηρεάζει το κατά πόσον δικαιούνται κρατικής σύνταξης. 

Δεδομένου ότι η υποχρεωτική αποταμίευση για το συνταξιοδοτικό θεσπίστηκε το 1992, η πλειοψηφία των εργαζομένων που βγαίνουν στην σύνταξη σήμερα, δεν έχουν προλάβει να συγκεντρώσουν σημαντικά ποσά στους σχετικούς λογαριασμούς – υπολογίζεται δε ότι το 40% των πολιτών στην ηλικία των 64 ετών δεν έχουν καθόλου αποταμιεύσεις superannuation, ενώ μόνο το 17% καταφέρνει να διατηρήσει τις σχετικές οικονομίες μέχρι την ηλικία των 80. 

Σύμφωνα με την έκθεση, οι γενναιόδωρες φοροαπαλλαγές που προσφέρει το σύστημα φαίνεται να ευνοούν κυρίως τους πιο ευκατάστατους Αυστραλούς. Στο στόχαστρο της επιτροπής μπήκε το μέτρο των φοροαπαλλαγών που χορηγούνται στο μεταβατικό στάδιο των εργαζομένων εκτός αγοράς εργασίας και απευθύνονται σε εκείνους οι οποίοι επιλέγουν την μερική απασχόληση για τα τελευταία χρόνια πριν την απόσυρσή τους. Η επιτροπή διαπίστωσε ότι αυτό το μέτρο, το εκμεταλλεύονται κυρίως άνθρωποι οι οποίοι έχουν πλήρη απασχόληση, προκειμένου να τύχουν φοροαπαλλαγής. 

Το άλλο ζήτημα που πρέπει να εξετάσει η κυβέρνηση, σύμφωνα με την έκθεση, είναι τα κίνητρα για τις ρευστοποιήσεις. Η επιτροπή έχει συνταχθεί με μία σειρά κυβερνητικών που ασχολούνται με τα δημοσιονομικά και την φορολογία, συμφωνώντας στην παρατήρηση ότι είναι ασαφές το κατά πόσον οι φοροαπαλλαγές που προβλέπονται σήμερα έχουν σχεδιαστεί και στοχευτεί όσο αποτελεσματικά θα έπρεπε, όπως και το κατά πόσον παρέχουν κίνητρα για περαιτέρω εξοικονομήσεις σύνταξης ή αν απλώς αποτελούν διαστρέβλωση του τρόπου με τον οποίο οι άνθρωποι αποταμιεύουν τον πλούτο τους. Η επιτροπή τονίζει ότι πρέπει να επανεξεταστεί το πλαίσιο των φοροαπαλλαγών που ισχύουν τώρα στο σύστημα του superannuation, παρά την εκδηλωμένη πρόθεση της κυβέρνησης να μην αυξήσει την σχετική φορολογία, αντιτιθέμενη στην πρόταση της αξιωματικής αντιπολίτευσης για μείωση των φοροαπαλλαγών των συνταξιούχων που έχουν ετήσιο εισόδημα από το superannuation μεγαλύτερο από 75 χιλιάδες δολάρια.