Επετειακό έτος Αριστοτέλη ανακηρύχθηκε το 2016 από τον οργανισμός UNESCO (United Nations Educational, Scientific and Cultural Organization) για τα 2.400 χρόνια από τη γέννησή του το 384 π.Χ.

Η απόφαση του οργανισμού UNESCO λήφθηκε ενόψει του προγράμματος του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης να διοργανώσει εκδηλώσεις για τον Αριστοτέλη τον Μάιο του 2016, στις οποίες μεταξύ άλλων θα πάρουν μέρος και διακεκριμένοι καθηγητές φιλοσοφίας ξένων πανεπιστημίων.

Ομολογουμένως, η απόφαση αυτή αποτελεί αναγνώριση της τεράστιας διαχρονικής συμβολής του Αριστοτέλη σε τομείς όπως η φιλοσοφία, ηθική, η φυσική, η βιολογία, καθώς και σε άλλες επιστήμες. Γι’ αυτό το πολυδιάστατο έργο του ο Αριστοτέλης ονομάστηκε από διάφορους πανεπιστημιακούς δασκάλους ως «πανεπιστήμονας».

Εκείνο που συνεχίζει να καταπλήσσει τους μελετητές του Αριστοτέλη για την ισχύ των απόψεών του μέχρι την εποχή μας είναι ότι τα έργα του γράφτηκαν σχεδόν πριν από 24 αιώνες. Για παράδειγμα, η λογική όπως διδάσκεται στις ημέρες μας στα πανεπιστήμια διαφέρει ελάχιστα από τη λογική όπως την είχε διατυπώσει ο Αριστοτέλης τον 4ο π. Χ. αιώνα. Το ίδιο ισχύει και για την ηθική. Επιπλέον, στην παγκόσμια ιστορία του πνεύματος δεν υπάρχει άλλο άτομο που θα μπορούσε να συγκριθεί με τον Αριστοτέλη στο εύρος, το βάθος, και την επίδραση του έργου του.

Το παράδοξο είναι ότι από τα ολοκληρωμένα έργα του Αριστοτέλη δεν σώθηκε κανένα στην ολότητά του. Εκείνα που σώθηκαν ήταν οι προσωπικές του σημειώσεις επάνω στις οποίες στήριζε τη διδασκαλία του στους μαθητές του. Αν και οι σημειώσεις του εκείνες είχαν χαθεί, η φιλοσοφία, όπως έχει διαμορφωθεί στις ημέρες μας, θα ήταν πολύ ελλιπής.

Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του έργου του Αριστοτέλη είναι η χρήση εξειδικευμένου λεξιλογίου για κάθε επιστήμη. Αν δεν υπήρχε το σχετικό λεξιλόγιο το δημιουργούσε ο ίδιος.

Τα έργα του Αριστοτέλη ταξινομούνται στις ακόλουθες κατηγορίες:

Λογικά, Φυσικά, Βιολογικά, Μετά τα φυσικά, Οντολογικά, Ηθικά, Πολιτικά, Ρητορική, Ποιητική, Αποσπάσματα (Εύδημος, Περί φιλοσοφίας, Περί ιδεών, Προτρεπτικός, Περί αγαθού).

Από τα παραπάνω διαπιστώνουμε πως το έργο του Αριστοτέλη απαρτίζεται από πλειάδα αυτόνομων συγγραμμάτων, τα οποία καλύπτουν ένα ευρύτατο φάσμα γνώσεων. Για παράδειγμα στο έργο του Τα Φυσικά, ο Αριστοτέλης μελετά τις γενικές αρχές της φυσικής επιστήμης, η οποία επεκτείνεται στην κοσμολογία, τη μετεωρολογία, και τη δομή της ύλης.

Στο έργο Μετά τα φυσικά ο Αριστοτέλης εκθέτει τις αντιλήψεις του για τη φύση των όντων, μετά από τη μελέτη της φύσης. Σημειωτέον ότι η μεταγενέστερη φιλοσοφία δημιούργησε τον όρο «Μεταφυσική» από τα Μετά τα φυσικά του Αριστοτέλη.

Ο Γιώργος Μπαμπινιώτης στο «Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας» δίνει τον ακόλουθο ορισμό του όρου Μεταφυσική: «Κλάδος της φιλοσοφίας που πραγματεύεται τις πρώτες αρχές και τις αιτίες των όντων και είναι στενά συνδεδεμένος με την επιστημολογία».

Στα έργα του Ηθικά και Πολιτικά, ο Αριστοτέλης καλύπτει την πρακτική πλευρά της φιλοσοφίας, η οποία επικεντρώνεται στη μελέτη της ηθικής και πολιτικής συμπεριφοράς των ανθρώπων.

Στην Ρητορική ο Αριστοτέλης εξετάζει τους διάφορους τύπους της πειστικής επιχειρηματολογίας, ενώ στην Ποιητική εκθέτει τη θεωρία της ποιητικής δημιουργίας, όπως αυτή εκφραζόταν στα έργα της αρχαίας τραγωδίας. 

Τον ορισμό του για την τραγωδία ο Αριστοτέλης τον τελειώνει ως ακολούθως:

«…δι’ ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν» – 

(…επιτυγχάνοντας διά του οίκτου και του φόβου που διεγείρει την κάθαρση τέτοιων παθημάτων).

Με άλλα λόγια, η τραγωδία καθαρίζει τον άνθρωπο από τις κακίες του – φέρνει την κάθαρση, όπως γράφει. Έτσι η Τραγωδία δεν είναι απλώς μια ψυχαγωγία, αλλά και μέσο ηθικής ανύψωσης.

Το αγγλικό «The Macquarie Dictionary» δίνει τον αντίστοιχο ορισμό του όρου «catharsis»: The effect of art in purifying the emotions (applied by Aristotle to the relief or purgation of the emotions of the audience or performers effected through pity and terror by tragedy and certain kinds of music)».

ΜΙΑ ΣΥΝΤΟΜΗ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΈΛΗ

Ο Αριστοτέλης γεννήθηκε στα Στάγιρα (Στάγειρα η αρχική γραφή), τον σημερινό Σταυρό της Χαλκιδικής, το 384 π.Χ., και πέθανε στο κτήμα της μητέρας του στη Χαλκίδα το 322 π.Χ. Ο πατέρας του Νικόμαχος ήταν γιατρός, και από εκεί ίσως πήγαζε το ενδιαφέρον του για τις φυσικές επιστήμες και για τη βιολογία.

Σε πολύ μικρή ηλικία ο Αριστοτέλης έχασε και τους δύο γονείς του, και την κηδεμονία του ανέλαβε ο γαμπρός, και φίλος του πατέρα του Πρόξενος, ο οποίος τον δίδαξε ρητορική και ποίηση, και γενικά του προσέφερε την καλύτερη δυνατή μόρφωση.

Το 367 π.Χ., όταν δηλαδή ήταν 17 ετών, και είχε τη διαχείριση της κληρονομιάς των γονιών του, ο Αριστοτέλης εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, η οποία ήταν το σπουδαιότερο πνευματικό και καλλιτεχνικό κέντρο της Ελλάδας.

Σύντομα έγινε δεκτός στην Ακαδημία του Πλάτωνα, στην οποία παρέμεινε για 20 χρόνια, από το 367 μέχρι το 347, χρονιά που πέθανε ο Πλάτων. Σύμφωνα με ιστορικές μαρτυρίες ο Αριστοτέλης έχαιρε της εκτίμησης όχι μόνο των άλλων φιλοσόφων της Ακαδημίας, αλλά και του Πλάτωνα, για την ευφυΐα και τον ερευνητικό του ζήλο. Ο Πλάτων ονόμαζε τον Αριστοτέλη «νουν της διατριβής», και αναφερόταν στο σπίτι του ως «οίκον αναγνώστου».

Πάντως δεν μπορεί να είναι άσχετο το ότι οι δύο μεγαλύτεροι φιλόσοφοι της Ελλάδας, αν όχι του κόσμου, επί 20 χρόνια αντάλλασσαν απόψεις πάνω σε φιλοσοφικά θέματα, αν και σε πολλά σημεία οι απόψεις τους διέφεραν σημαντικά.

Προφανώς απογοητευμένος από το γεγονός ότι ο Πλάτων δεν τον είχε υποδείξει ως διάδοχό του στην Ακαδημία, ο Αριστοτέλης την εγκατέλειψε μετά το θάνατο του Πλάτωνα, και για πέντε χρόνια δίδαξε σε ελληνική αποικία της Μικράς Ασίας και στη Λέσβο.

Το 342 π. Χ. ο Φίλιππος, βασιλιάς της Μακεδονίας, προσκάλεσε τον Αριστοτέλη στην Πέλλα να αναλάβει τη διαπαιδαγώγηση του νεαρού γιου του Αλέξανδρου. 

Στη συνέχεια, γύρω στο 335 o Αριστοτέλης πήγε πίσω στην Αθήνα, όπου ίδρυσε δική του φιλοσοφική σχολή, η οποία ονομάσθηκε Περιπατητική, είτε γιατί είχε στοές που έκαναν σκιά και χρησίμευαν για περίπατο, είτε γιατί ο Αριστοτέλης συνήθιζε να διδάσκει περπατώντας.

Στο βιβλίο του «Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας» ο Γιάνης Κορδάτος γράφει τα ακόλουθα για την Περιπατητική Σχολή: 

«Σε αντίθεση με την πλατωνική Ακαδημία, η αριστοτελική Σχολή οργανώθηκε έτσι, ώστε να φανεί εξαρχής πως ήταν ένα μεγάλο επιστημονικό ίδρυμα, που πρώτη φορά γνώρισε η πόλη της Παλλάδας και η υπόλοιπη Ελλάδα. Πρώτα – πρώτα κατάρτισε μεγάλη βιβλιοθήκη, ύστερα έβαλε τους μαθητές, τους οπαδούς και θαυμαστές του, να εργάζονται συστηματικά πάνω σε διάφορα θέματα, να μαζεύουν υλικό, να κάνουν παρατηρήσεις και να διατυπώνουν μπροστά στο δάσκαλο και στους υπόλοιπους μαθητές της Σχολής τα πορίσματα της επιστημονικής τους έρευνας.

{…} Μόνο αν φανταστούμε τον Αριστοτέλη περιστοιχισμένο από ένα επιτελείο επιστημόνων συνεργατών, μπορούμε να καταλάβουμε το πώς γράφτηκαν τόσο πολλά και μεγάλα έργα».

Το 323 π.Χ., όταν έγινε γνωστός ο θάνατος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο Αριστοτέλης δεν αισθάνθηκε ασφαλής στην Αθήνα, λόγω του αντι-μακεδονικού αισθήματος που είχε έρθει στην επιφάνεια, και έφυγε για τη Χαλκίδα, όπου το 322 π.Χ. πέθανε σε ηλικία περίπου 62 χρόνων.

Στο σημείο αυτό αξίζει να τονισθεί πως στα κείμενα του Αριστοτέλη, για πρώτη φορά στην αρχαία ελληνική γραμματεία γίνεται λόγος για νομοθετημένη δημόσια παιδεία, γιατί πίστευε πως με τον ομοιόμορφο αυτό τρόπο παιδείας οι νέοι, με την ενηλικίωσή τους, θα γίνονταν σωστοί πολίτες, με τελικό αποτέλεσμα να «μετέχουν της πολιτείας πάντες οι πολίτες», όπως φέρεται να έχει γράψει σε κάποιο κείμενό του. Για τον Αριστοτέλη σκοπός της μάθησης είναι η επίτευξη της «τελείωσης», με την οποία εννοούσε την πραγμάτωση των ιδιαίτερων δυνατοτήτων της νόησης που διαθέτει ο άνθρωπος.

Τελειώνοντας, είμαι της γνώμης πως μπορούμε να πούμε ότι, σε γενικές γραμμές, η αρχαία ελληνική σκέψη βρίσκει την ολοκλήρωσή της στο πολυδιάστατο έργο του Αριστοτέλη, το οποίο καλύπτει σχεδόν όλες τις πτυχές του ανθρώπινου πνεύματος.

Ως εκ τούτου, η ανακήρυξη του 2016 ως Επετειακό Έτος Αριστοτέλη από τον οργανισμό UNESCO έρχεται μεν ως αναγνώριση του Αριστοτέλη, αλλά και κοντά σε αυτόν και των άλλων φιλοσόφων και ανθρώπων των γραμμάτων και τεχνών της αρχαίας Ελλάδας, καθώς τα έργα τους αποτελούν τα θεμέλια του δυτικού πολιτισμού.