ΜΕΡΟΣ 3ο’

Με το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης μάς δίνεται η ευκαιρία να τοποθετήσουμε το αίτημα για την επιστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο πάνω σε νέα βάση.

Το γεγονός ότι τα γλυπτά συνιστούν αναπόσπαστα τμήματα του γνωστότερου στον κόσμο αρχιτεκτονικού έργου, του Παρθενώνα, αποτελεί το βασικό επιχείρημα για την επιστροφή τους στην Ελλάδα και την επανένωσή τους με εκείνα που βρίσκονται στο Νέο Μουσείο της Ακρόπολης.
Η αίθουσα του Παρθενώνα στο Νέο Μουσείο της Ακρόπολης προσφέρει τη μοναδική δυνατότητα να “ακολουθήσει” κανείς την Πομπή των Παναθηναίων όπως απεικονίζεται στη ζωφόρο, μήκους 160 μέτρων, και μάλιστα σε έναν χώρο που βλέπει κατευθείαν στον Παρθενώνα, στην κορυφή του Ιερού Βράχου.
Στο σημείο αυτό αξίζει να διαβάσουμε αποσπάσματα από τις ομιλίες του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας, κ. Κάρολου Παπούλια, και του πρώην Υπουργού Πολιτισμού, κ. Αντώνη Σαμαρά, που εκφωνήθηκαν την ημέρα των εγκαινίων του Μουσείου στις 20 Ιουνίου 2009.
Ο κ. Παπούλιας, στην σύντομη ομιλία του ανέφερε, μεταξύ άλλων, και τα ακόλουθα:
 «Η Ελλάδα σήμερα δεν παρουσιάζει στον υπόλοιπο κόσμο απλώς ένα σύγχρονο Μουσείο και ένα οικουμενικό μνημείο. Αποδεικνύει το σεβασμό της προς την ιστορία».
Για τα γλυπτά που δεν βρίσκονται στο Μουσείο ο κ. Παπούλιας είπε:
«Σήμερα ο κόσμος όλος μπορεί να δει συγκεντρωμένα τα σημαντικότερα γλυπτά του Παρθενώνα. Κάποια λείπουν. Είναι ώρα να επουλωθούν οι πληγές του Μνημείου με την επιστροφή των μαρμάρων που του ανήκουν».

Ο κ. Σαμαράς αποφάνθηκε πως ο Παρθενώνας έπεσε θύμα λεηλασίας, και το έγκλημα αυτό σήμερα μπορεί να επανορθωθεί, τονίζοντας πως «Αυτά που δεν βρίσκονται εδώ, αυτά που αποσπάστηκαν και απομακρύνθηκαν πριν από 207 χρόνια θα επανέλθουν. Αναπόφευκτα θα επανέλθουν».
Δίνοντας εκ νέου απάντηση στην προκλητική πρόταση του Βρετανικού Μουσείου για δανεισμό με τον όρο να αναγνωριστεί η κυριότητα του Βρετανικού Μουσείου πάνω στα Μάρμαρα, ο κ. Σαμαράς είπε κατηγορηματικά:
Δεν μπορούμε να διαπραγματευτούμε την ιδιοκτησία των μαρμάρων. Δεν μπορούμε να διαπραγματευτούμε την αξιοπρέπειά μας. Δεν μπορούμε να νομιμοποιήσουμε την υφαρπαγή τους πριν από δύο αιώνες. Δεν μπορούμε να προδώσουμε την ακεραιότητα του Μνημείου. Μπορούμε μόνο να την υπερασπιστούμε και να την αποκαταστήσουμε».

ΜΙΛΑΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΚΕΡΑΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΥ ΜΝΗΜΕΙΟΥ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ, ΟΧΙ ΓΙΑ ΜΕΜΟΝΩΜΕΝΑ ΕΡΓΑ ΤΕΧΝΗΣ
 
Βρήκα ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες τις υποδείξεις του Άγγελου Χανιώτη, Καθηγητή Αρχαίας Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, για τον χειρισμό του αιτήματος για την επιστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα, όπως διατυπώνονται σε άρθρο του στην αθηναϊκή εφημερίδα Το Βήμα, στην έκδοση της Κυριακής, 5 Ιουλίου 2009.
Ο τίτλος του άρθρου είναι «Πώς θα πάρουμε τα Γλυπτά του Παρθενώνα. Γιατί οι Βρετανοί αντιστέκονται στις διεθνείς πιέσεις και πώς μπορεί να αντιδράσει η Ελλάδα».
Πριν σχολιάσω τις απόψεις του κ. Χανιώτη, δίνω την εισαγωγική παράγραφο του άρθρου του:
«Το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης άνοιξε και μάγεψε. Δεν πέτυχε μόνο τους δύο κύριους στόχους του, να στεγάσει τα ευρήματα της Ακρόπολης με τον καλύτερο τρόπο και να ενισχύσει την εκστρατεία για την ενοποίηση των γλυπτών του Παρθενώνα, πέτυχε και κάτι ακόμα: να είναι βάλσαμο στα χρόνια της μιζέριας. Το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης δεν είναι μόνο ένα πολύ καλό και σύγχρονο Μουσείο, είναι πολύ καλύτερο από το Βρετανικό Μουσείο. Ο γλυπτός διάκοσμος του Ναού της Αθηνάς, εκτεθειμένος με έναν αισθητικά δόκιμο τρόπο και με ορατό το κτίριο του Παρθενώνα αναδεικνύεται· γίνεται εμφανέστερη η σημασία του για την ιστορία της τέχνης και του πολιτισμού και φαίνεται η σχέση του με την τέχνη που προηγήθηκε και την τέχνη που ενέπνευσε. Γιατί λοιπόν το Βρετανικό Μουσείο εμμένει στην άρνησή του να συμβάλει στην αποκατάσταση της ενότητας ενός έργου τέχνης μοναδικής αξίας; Για να χρησιμοποιήσω τον τίτλο της εκστρατείας για την επανένωση των γλυπτών του Παρθενώνα «why not?». Γιατί όχι;».

Στο κύριο μέρος του άρθρου του ο κ. Χανιώτης πρώτα θέτει το ερώτημα γιατί η βρετανική πλευρά αντιστέκεται πεισματικά στις διεθνείς πιέσεις για την επιστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα, και στη συνέχεια εισηγείται μια νέα προσέγγιση στον τρόπο διατύπωσης του αιτήματος για την επιστροφή τους, η οποία κατά την αντίληψή του θα έχει περισσότερες πιθανότητες για ένα θετικό αποτέλεσμα.
Σύμφωνα με τον Καθηγητή Χανιώτη, αν το Βρετανικό Μουσείο παραχωρήσει τα γλυπτά του Παρθενώνα με τρόπο που έστω και έμμεσα ενδέχεται να δημιουργήσει την υπόνοια ότι μέχρι σήμερα τα κατέχει παράνομα, θα θέσει σε αμφισβήτηση και τη νομιμότητα όσων συλλογών απέκτησε πριν από τη διαμόρφωση διεθνών κανόνων για το Δίκαιο των αρχαιοτήτων.

Με άλλα λόγια, θα δημιουργηθεί ένα προηγούμενο, που θα ενθαρρύνει και άλλες χώρες, έργα τέχνης των οποίων αποκτήθηκαν από το Βρετανικό Μουσείο χωρίς τη συγκατάθεσή τους, να απαιτήσουν την επιστροφή τους. Μια τέτοια προοπτική θα σήμαινε το άδειασμα του Βρετανικού Μουσείου, γιατί τα περισσότερα εκθέματα προέρχονται από άλλες χώρες, και αποκτήθηκαν όταν η Βρετανική Αυτοκρατορία είχε απλωμένα τα πλοκάμια της σε ολόκληρη την Υφήλιο.
Παρόμοια προβλήματα θα αντιμετώπιζαν και άλλα ευρωπαϊκά Μουσεία, όπως του Λούβρου στο Παρίσι, του Βερολίνου, του Βατικανού, και άλλα. Αυτός, για τον κ. Χανιώτη, είναι ο βασικός λόγος που το Βρετανικό Μουσείο επιμένει στην κυριότητα των Ελγινείων μαρμάρων, όπως τα αποκαλούν, γι’ αυτό το λόγο μιλά για δανεισμό, και οπωσδήποτε όχι για επιστροφή. Ο κ. Χανιώτης παρατηρεί πως για το Βρετανικό Μουσείο, αλλά και για όλα τα άλλα μεγάλα Μουσεία, το θέμα της κυριότητας δεν είναι κάποια ιδιοτροπία, αλλά θέμα επιβίωσης.

Για το λόγο αυτό, ο Καθηγητής Χανιώτης πιστεύει πως τα γλυπτά του Παρθενώνα δεν πρέπει να διεκδικηθούν ως απλώς έργα τέχνης, τα οποία έγιναν γνωστά μετά την ανακάλυψή τους από ανασκαφές και αποκτήθηκαν από ιδιώτες ή μουσεία, χωρίς να έχουν προηγουμένως κάποια συμβολική σημασία για τη χώρα προέλευσής τους, αλλά ως γλυπτά που αποτελούσαν αναπόσπαστο μέρος ενός ευρύτερου μνημείου, όπως ο Παρθενώνας, ή συμπλέγματος μνημείων στην Ακρόπολη.

ΦΤΑΝΟΥΝ ΔΥΟ ΑΙΩΝΕΣ ΞΕΝΙΤΙΑΣ

Τα γλυπτά του Παρθενώνα που βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο αποτελούσαν οργανικό μέρος ή διάκοσμο ενός ευρύτερου συνόλου, και ήταν ανέκαθεν τα ορατά και αντιπροσωπευτικά σύμβολα ενός ολόκληρου πολιτισμού, όπως ήταν ο αθηναϊκός στον 5ο αιώνα π. Χ. στην περίπτωση αυτή.
Μια τέτοια προσέγγιση, κατά τον κ. Χανιώτη, θα έδινε στους Άγγλους τη δυνατότητα να επανεξετάσουν τη στάση τους, γιατί θα γνωρίζουν εκ των προτέρων ότι πρόκειται για μοναδική περίπτωση που δεν θα ανοίξει τον ασκό του Αιόλου για άλλα εκθέματα του Μουσείου τους, αλλά και για άλλα μεγάλα Μουσεία.
Ως εκ τούτου, ο κ. Χανιώτης είναι της γνώμης ότι είναι πιο πιθανό το Βρετανικό Μουσείο θα ενδώσει στο αίτημα της Ελλάδας για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, αν έχει τη διαβεβαίωση πως η επιστροφή τους δεν θα γίνει η απαρχή για σειρά άλλων αιτημάτων για μεμονωμένα έργα τέχνης από την Ελλάδα ή από άλλες χώρες.

Από τα παραπάνω προκύπτει πως, πριν από τη διατύπωση του αιτήματος, απαραίτητος είναι ο προσδιορισμός του ζητούμενου, και στη συνέχεια η υιοθέτηση της αρμόζουσας διαπραγματευτικής διαδικασίας.
Διεκδικήσεις που δεν κάνουν αυτόν το διαχωρισμό δεν τελεσφόρησαν στο παρελθόν, ούτε και έχουν πιθανότητες επιτυχίας στο μέλλον, δεδομένου ότι διαπραγματευόμαστε με αγγλοσάξονες, οι οποίοι έχουν αναγάγει σε τέχνη την υπεκφυγή και την αναβλητικότητα.
Η διαπραγμάτευση είναι η τέχνη του εφικτού και της ευελιξίας. Αναγκαίο προαπαιτούμενο είναι η σαφής ιεράρχηση των στόχων μας, η ενιαία προβολή τους και ο συντονισμός της στρατηγικής μας. Η πολυφωνία, και η ασάφεια στη διατύπωση του ζητούμενου, υπονομεύουν τα αιτήματά μας.
Όταν καταστεί σαφές σε όλους πως ο μόνος στόχος μας είναι η αποκατάσταση της ακεραιότητας του μεγαλύτερου μνημείου του δυτικού πολιτισμού, και ενός αριστουργήματος του ελληνικού πνεύματος, τότε θα είναι πιο πιθανή η αρωγή της διεθνούς γνώμης για την επίτευξη του δίκαιου αιτήματός μας. Ένας κατακρεουργημένος Παρθενώνας, αποτελεί χαίνουσα πληγή στην πολιτισμική κληρονομιά της ανθρωπότητας, που πρέπει να επουλωθεί το ταχύτερο δυνατό.
Το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης προστατεύει και αναδεικνύει τα αριστουργήματα της Ακρόπολης με τρόπο που τα αξίζει, μέσα σε άριστες συνθήκες εσωτερικής ατμόσφαιρας και φυσικού φωτισμού, και σε διάταξη που δίνει στους επισκέπτες την δυνατότητα να παρακολουθήσουν τα γεγονότα που απεικονίζουν, να αποκρυπτογραφήσουν τον συμβολισμό των παραστάσεων, και να διαμορφώσουν προσωπική γνώμη για τα απαράμιλλα καλλιτεχνικά επιτεύγματα της αθηναϊκής δημοκρατίας.

Για όλους τους παραπάνω λόγους, το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης δίνει έναν νέο δυναμισμό στο αίτημα για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου, και την επανένωσή τους με τα υπόλοιπα γλυπτά του Παρθενώνα και των άλλων μνημείων της Ακρόπολης, στον φυσικό, ιστορικό και πολιτισμικό τους χώρο.