Ο άνκορμαν από το Καστελόριζο που λατρεύουν οι Αυστραλοί

To success story του Tζον Μάγκου

Tι και αν το ελληνικό του επώνυμο και παρουσιαστικό αποτέλεσαν αιτία να υποστεί μεγάλες διακρίσεις. Τι και αν χρειάστηκε να εργάζεται διπλά από τους υπόλοιπους, εκείνος δεν πτοήθηκε…

Σήμερα είναι ένας από τους πιο διάσημους και αγαπητούς δημοσιογράφους της Αυστραλίας και το πρώτο ελληνικής καταγωγής πρόσωπο που εισήλθε στον δυσπρόσιτο, για τους μη Αγγλοσάξονες, χώρο της αυστραλιανής τηλεόρασης.

Με 36 χρόνια μεγάλης καριέρας στη δημοσιογραφία, από τα οποία τα 33 στην τηλεόραση, ο Τζον Μάγκος είναι ο δημοφιλής παρουσιαστής ειδήσεων του βασικού δελτίου των μεγαλύτερων αυστραλιανών καναλιών, έχοντας στο ενεργητικό του συνεντεύξεις που ξεκινούν από τον Τζορτζ Μπους και τον Τζέσι Τζάκσον μέχρι την Ελίζαμπεθ Τέιλορ. Όμως από όποιο πόστο και αν πέρασε, στην ψυχή του υπήρχε πάντα η Ελλάδα, την οποία πρόβαλλε με κάθε τρόπο.

Τα τελευταία χρόνια μάλιστα ως μέλος (μαζί με τον επίσης επιτυχημένο Ελληνοαυστραλό και πρόεδρο της πανίσχυρης εταιρείας Dow Chemical, Άντριου Λιβέρη) του Greek Hellenic Initiative και του ελληνοαυστραλιανού λόμπι, χρησιμοποιεί την επιρροή του προκειμένου να ανοίξει θέσεις εργασίας για νέους πτυχιούχους Έλληνες που θέλουν να μεταναστεύσουν στην Αυστραλία.

Το «Έθνος της Κυριακής» είχε μια ενδιαφέρουσα συνομιλία με τον διάσημο ομογενή και μπορεί η συνέντευξη για λόγους ευκολίας να έγινε στα Αγγλικά, όμως ο κ. Μάγκος, αν και τρίτης γενιάς Έλληνας, μιλά και διαβάζει Ελληνικά.

«Ο παππούς μου Γιάννης Μάγκος μετανάστευσε το 1918 από το Καστελόριζο στη Μελβούρνη, όπου άνοιξε ένα cafe-restaurant. Το νησί του όμως ήταν συνεχώς στο μυαλό του. Άλλωστε, εδώ έχουμε μεγάλη κοινότητα Καστελοριζίων και είναι φανατικοί με τον τόπο τους. Ο πατέρας μου Κωνσταντίνος, ο οποίος γεννήθηκε στην Αυστραλία, παντρεύτηκε την μητέρα μου, που επίσης κατάγεται από το Καστελόριζο. Να φανταστείτε όταν εγώ παντρεύτηκα την σύζυγό μου, Τάνη, της οποίας οι γονείς είναι μεν Έλληνες, αλλά όχι από το Καστελόριζο… όλοι μου είπαν ‘κρίμα Γιάννη, παντρεύτηκες ξένη…’» λέει ο 58χρονος δημοσιογράφος, χαμογελώντας.

ΑΓΑΠΗΜΕΝΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

Μεγάλωσε σε μια αγαπημένη οικογένεια έχοντας ακόμα δύο μικρότερους αδελφούς και μία αδελφή, όμως τα παιδικά του χρόνια ήταν δύσκολα, γιατί βίωσε αρκετές διακρίσεις:

«Εκείνη την εποχή, το ’60 και ’70, οι διακρίσεις ενάντια σε Έλληνες, Ιταλούς και Ισπανούς από τους αγγλοσαξονικής καταγωγής Αυστραλούς ήταν μεγάλες. Αργότερα όταν άρχισαν να μεταναστεύουν εδώ οι Ασιάτες, οι διακρίσεις μετατοπίστηκαν προς αυτούς, ενώ αυτήν την εποχή τις βιώνουν οι μετανάστες που προέρχονται από τον ισλαμικό κόσμο. Πέρασα δύσκολα, ειδικά στο σχολείο. Όμως οι δυσκολίες σε κάνουν πιο δυνατό. Στο μεγαλύτερο μέρος της καριέρας μου, χρειάστηκε να εργαστώ δύο φορές πιο σκληρά από τους άλλους προκειμένου να αποδείξω την αξία μου», δηλώνει ο Τζον Μάγκος, ο οποίος παραδέχεται πως έγινε δημοσιογράφος γιατί ήθελε να ξεχωρίσει, ενώ αισθάνεται υπερήφανος όταν οι Έλληνες της Αυστραλίας του λένε: «Μπράβο, Γιάννη, εσύ άνοιξες τον δρόμο και για τα δικά μας παιδιά».

Σπούδασε Δημοσιογραφία στη Μελβούρνη και παράλληλα με τις σπουδές του εργαζόταν στην απογευματινή εφημερίδα «The Herald», όπου αναγκάστηκε να πει ψέματα για την ηλικία του προκειμένου να τον προσλάβουν.

Έπειτα από τρία χρόνια χτύπησε την πόρτα της τηλεόρασης και προσελήφθη στο εθνικής εμβέλειας Channel Nine, ένα από τα σημαντικότερα δίκτυα της χώρας: «Η καθαρόαιμη ελληνική φυσιογνωμία μου προκάλεσε δυσκολίες στην ανέλιξή μου. Όμως δεν το έβαλα κάτω, δούλεψα σκληρά. Ειδικεύτηκα στο πολιτικό ρεπορτάζ και κάλυπτα τα θέματα του Κοινοβουλίου.

Το 1986 πήρα προαγωγή και έγινα διευθυντής του γραφείου του Channel Nine στις ΗΠΑ. Έτσι μετακόμισα για τρία χρόνια στο Λος Άντζελες. Ήταν, θεωρώ, κορυφαία στιγμή στην καριέρα μου, γιατί βρισκόμουν κοντά στις σημαντικές πολιτικές εξελίξεις. Εκείνη την περίοδο κάλυπτα την προεκλογική εκστρατεία του Μάικλ Δουκάκη ενάντια στον Τζορτζ Μπους τον πρεσβύτερο. Γνωριστήκαμε και έγινε καλός μου φίλος. Κρίμα που δεν εξελέγη, θα μπορούσε να προσφέρει πολλά γιατί ήταν προοδευτικός. Μού είχε πει ότι αν εκλεγόταν, το πρώτο που θα έκανε ήταν να βρει λύση στο Κυπριακό» θυμάται ο κ. Μάγκος.

Η ΠΡΟΤΑΣΗ

Το 1989 δέχεται μια δελεαστική πρόταση από τον Γκράχαμ Κένεντι, το πιο δημοφιλές πρόσωπο της αυστραλιανής τηλεόρασης εκείνη την εποχή, για να γίνει συμπαρουσιαστής του στο πρόγραμμα «Coast to Coast» και έτσι επέστρεψε στην Αυστραλία: «Ήταν η πιο επιτυχημένη εκπομπή τότε. Επρόκειτο για ένα ειδησεογραφικό σόου με πολιτική κυρίως θεματολογία, το οποίο όμως περιελάμβανε χιουμοριστικά σχόλια και απίστευτη σάτιρα. Μέσα από αυτό προέβαλλα όσο μπορούσα την ελληνική κουλτούρα. Πώς κάνουμε Πάσχα στην Ελλάδα, τα ήθη και τα έθιμά μας…» λέει ο δημοσιογράφος.

Αργότερα συνεργάστηκε με το υψηλής τηλεθέασης Channel Seven παρουσιάζοντας την εκπομπή «At Home With John Mangos», η οποία περιελάμβανε συνεντεύξεις με σπουδαίες προσωπικότητες και γνώρισε μεγάλη επιτυχία.

Από τις σημαντικές στιγμές της καριέρας του ήταν όταν το διάσημο Sky Νews Australia τού πρότεινε τη θέση του παρουσιαστή στο βασικό δελτίο ειδήσεων, την οποία κράτησε για δεκαπέντε συνεχόμενα χρόνια. Το μακροσκελές βιογραφικό του συμπληρώνουν ακόμη συνεργασίες με το Channel Τen, με τον γνωστό ραδιοφωνικό σταθμό 2KY κ.ά. Όσο για τις συνεντεύξεις του που προκάλεσαν αίσθηση ξεχωρίζουν εκείνες των Τζορτζ Μπους, Μάικλ Δουκάκης, Τζέσι Τζάκσον, Αρνολντ Σβαρτσενέγκερ, Τζέιν Φόντα, Ελίζαμπεθ Τέιλορ, του καλού του φίλου Ράσελ Κρόου κ.ά.

Δύσκολη στιγμή για εκείνον ήταν η λύση της συνεργασίας του με το Sky Νews το 2011, όταν ένα χιουμοριστικό σχόλιό του θεωρήθηκε από την ηγεσία του σταθμού ως ρατσιστικό: «Πρόκειται για τον νικητή του κινέζικου Λότο, ο οποίος εμφανίστηκε φορώντας μάσκα του Spiderman προκειμένου να μην τον αναγνωρίζουν. Εγώ σχολίασα ότι δεν χρειαζόταν να φορέσει μάσκα, γιατί, αφού έχει τα ίδια μαύρα μαλλιά και σχιστά μάτια με τους υπόλοιπους Κινέζους, πάλι δύσκολα θα αναγνωριζόταν. Έκανα χιούμορ, τίποτα περισσότερο. Ο πραγματικός λόγος ήταν ότι δεν τα πήγαινα καλά με τον διευθυντή του καναλιού» αποκαλύπτει ο Τζον Μάγκος.

ΕΠΑΦΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ

Ο Τζον Μάγκος σήμερα παρουσιάζει το δελτίο ειδήσεων τα Σαββατοκύριακα στο Channel Seven (το πιο δημοφιλές ίσως δίκτυο στην Αυστραλία), ενώ εμφανίζεται και στις πρωινές εκπομπές «Sunrise» και «Morning Show». Παράλληλα, από το 2011 ξεκίνησε και τη δική του επιχείρηση. Πρόκειται για μια σχολή η οποία εκπαιδεύει μεγαλοστελέχη εταιρειών ώστε να έχουν επιτυχημένη παρουσία στην επαφή τους με τα media. «Πελάτες μας είναι όλες οι μεγάλες τράπεζες της χώρας και εταιρείες όπως τα McDonald’s» λέει ο διάσημος δημοσιογράφος,

Από όποιο πόστο και αν πέρασε η σκέψη του ήταν πάντα στην Ελλάδα: «Είμαι μέλος του Greek Hellenic Initiative και συμμετέχω στο ελληνοαυστραλιανό λόμπι. Και στα δύο αυτά έχει μεγάλη δραστηριότητα και ο Άντριου Λιβέρης, ο οποίος επίσης κατάγεται από το Καστελόριζο. Ασχολούμαστε με πολλά ελληνικά ζητήματα. Όταν ξεκίνησε η κρίση, αυξήθηκε κατακόρυφα η μεταναστευτική ροή των Ελλήνων προς την Αυστραλία, η οποία σήμερα έχει 23 εκατ. κατοίκους, από τους οποίους περίπου το ένα εκατ. είναι Έλληνες. Εδώ όμως δεν δέχονται με ευκολία μετανάστες, έτσι κάναμε επαφές με την αυστραλιανή κυβέρνηση και προτείναμε να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας για Έλληνες. Τελικά, τους πείσαμε να επιτρέπουν σε νέους Έλληνες απόφοιτους πανεπιστημίων να μπορούν να εργαστούν για έναν χρόνο στην Αυστραλία. Αυτό ήταν ένα πρώτο βήμα» δηλώνει ο Τζον Μάγκος.

Είναι παντρεμένος με την Ελληνοαυστραλή οικονομολόγο Τάνη Τζανή, με την οποία απέκτησαν δύο γιους, τον Κωνσταντίνο και τον Αποστόλη: «Γνωριστήκαμε στο στούντιο όταν ήρθε να μιλήσει για κάποια οικονομικά ζητήματα. Ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά» εξομολογείται.

Κάθε καλοκαίρι ο Τζον Μάγκος με την οικογένειά του επισκέπτεται το Καστελόριζο, όπου διατηρεί σπίτι. Αγαπά τα τραγούδια των Ξυλούρη, Νταλάρα, Αλεξίου, Μικρούτσικου, Χαρούλη, ενώ λατρεύει τη ζωγραφική του Φασιανού. Όσο για τις αγαπημένες του ελληνικές γεύσεις: «Το ψάρι πλακί, το ρυζόγαλο, οι κουραμπιέδες… Με την Τάνη, η οποία μιλά άπταιστα Ελληνικά, μαθαίνουμε στα παιδιά μας τα ελληνικά έθιμα και να αισθάνονται Έλληνες. Πριν από λίγα χρόνια και εγώ και οι γιοι μου πήραμε την ελληνική υπηκοότητα. Ξέρετε, νιώθω περισσότερο Έλληνας. Όνειρό μου είναι να μπορέσω να περνάω τον μισό χρόνο στην Ελλάδα και τον μισό στην Αυστραλία» καταλήγει.

*Από το «Έθνος της Κυριακής».