H διακρατική συμφωνία Ελλάδας-Αυστραλίας, που υπέγραψαν οι κυβερνήσεις Κώστα Καραμανλή και Τζον Χάουαρντ, εν μέσω διθυράμβων, μόνο πονοκεφάλους και προβλήματα προκαλεί σε ομογενείς συνταξιούχους.

Ο «Νέος Κόσμος» εξακολουθεί να λαμβάνει τηλεφωνήματα ομογενών, που ισχυρίζονται ότι καθυστερεί αδικαιολόγητα η καταβολή της πενιχρής σύνταξης που δικαιούνται από την Ελλάδα (με αποτέλεσμα να λαμβάνουν μειωμένη σύνταξη και από την Αυστραλία).

Το θέμα το έθεσε ο «Νέος Κόσμος» στον επικεφαλής της Γενικής Γραμματείας Αποδήμου Ελληνισμού, κατά την επίσκεψή του στην Αυστραλία.

Ο κ. Κόκκινος ομολόγησε, επίσης, ότι υπάρχει πρόβλημα με την καταβολή συντάξεων από την Ελλάδα σε ομογενείς της Αυστραλίας που τις δικαιούνται, λέγοντας ότι είχε επικοινωνία με τον επικεφαλής του ΙΚΑ που επιβεβαίωσε ότι υπάρχει καθυστέρηση.

«Δυστυχώς, λόγω της κρίσης, δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι αποφάσισαν να συνταξιοδοτηθούν. Έτσι παρατηρείται καθυστέρηση -και λόγω μειωμένου προσωπικού- στην αξιολόγηση των αιτήσεών τους. Καθυστερεί, λοιπόν, η καταβολή των συντάξεων στους δικαιούχους τους στην Ελλάδα και κατ’ επέκταση και στην Αυστραλία» είπε ο κ. Κόκκινος.

Πρόσθεσε, πάντως, ότι το πρόβλημα είναι «προσωρινό» και θα ξεπεραστεί. Εξέφρασε, επίσης, την άποψη ότι είναι άδικο το μέτρο του περιορισμού που θέλει να επιβάλει η κυβέρνηση Turnbull σε Αυστραλούς συνταξιούχους που μένουν στο εξωτερικό πάνω από έξι εβδομάδες.

Την ίδια στιγμή πληροφορίες του «Νέου Κόσμου» από την Αθήνα (οι οποίες δεν έχουν επιβεβαιωθεί επισήμως) αναφέρουν ότι η Ελλάδα εξετάζει το ενδεχόμενο να ζητήσει αναθεώρηση της συνταξιοδοτικής συμφωνίας με την Αυστραλία.

Μιας συμφωνίας, η οποία υπογράφτηκε το 2007, μετά από προσπάθειες δεκαετιών και για την οποία η πλειοψηφία των ομογενών έχει ήδη μετανιώσει οικτρά για πολλούς και διάφορους λόγους.

Όπως έχουμε ξαναγράψει στο «Νέο Κόσμο», ένας από τους λόγους αυτούς είναι ο εμπαιγμός των ομογενών που δικαιούνται κάποια, έστω και πενιχρή, σύνταξη από την Ελλάδα.

Πολλοί πήραν κάποια σύνταξη μετά από πολλή ταλαιπωρία και με μεγάλη καθυστέρηση και άλλοι καθόλου.

Κάποιοι χρειάστηκαν να υποβάλουν αιτήσεις και έγγραφα επί επτά χρόνια πριν εγκριθεί η ελάχιστη σύνταξή τους από το ΙΚΑ, την οποία ακόμα δεν έχουν λάβει.

Όπως εύστοχα σημειώσαμε στο «Νέο Κόσμο», δίνεται η εντύπωση ότι το ΙΚΑ χρονοτριβεί, ελπίζοντας ότι οι συμπάροικοι συνταξιούχοι θα εγκαταλείψουν τον μάταιο αυτό κόσμο και δεν θα διεκδικήσουν αυτό που δικαιούνται.

Η συμφωνία κοινωνικών ασφαλίσεων μεταξύ Ελλάδας και Αυστραλίας ώστε οι Έλληνες της Αυστραλίας να μπορούν να συνταξιοδοτηθούν και να έχουν δικαιώματα ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, υπεγράφη το 2007 στην Καμπέρα κατά την επίσημη επίσκεψη του πρώην πρωθυπουργού, Κ. Καραμανλή, και τις συναντήσεις του με τον τότε Αυστραλό ομόλογό του, Τζον Χάουαρντ.

Τη συμφωνία από ελληνικής πλευράς υπέγραψε η τότε υπουργός Εξωτερικών, Ντόρα Μπακογιάννη, και όπως τόνισε ο κ. Καραμανλής, στις δηλώσεις του μετά τη συνάντηση με τον Αυστραλό ομόλογό του, «πρόκειται για μια πολύ σημαντική συμφωνία η οποία ολοκληρώθηκε ύστερα από μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις και που θα αποβεί σε όφελος της ελληνικής ομογένειας».

Ο πρωθυπουργός πρόσθεσε: «Επιλύουμε έτσι μια εκκρεμότητα δεκαετιών, κάτι που θα επιτρέψει στους ομογενείς συμπολίτες μας να απολαμβάνουν των συνταξιοδοτικών τους δικαιωμάτων καθώς και των δικαιωμάτων τους στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη».

Ο Αυστραλός πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι η συμφωνία αφορά δεκάδες χιλιάδες Έλληνες της Αυστραλίας οι οποίοι θα ωφεληθούν και εξέφρασε την ικανοποίησή του, καθώς μετά από πολλά χρόνια διαπραγματεύσεων κατέστη δυνατή η υπογραφή της.

Ο κ. Καραμανλής εκτίμησε, τότε, ότι «τουλάχιστον 60.000 ομογενείς άμεσα θα επωφεληθούν από αυτήν τη συμφωνία και θα απολαμβάνουν τα συνταξιοδοτικά τους και φαρμακευτικά δικαιώματα».

Ορισμένοι τότε είχαν εκφράσει ανησυχίες μιας και η συμφωνία «θα τους υποχρέωνε» να δηλώσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία στην Ελλάδα, ακόμα και το «σπιτάκι» στο χωριό τους και έτσι ίσως να μειωνόταν η σύνταξη που θα δικαιούνταν από την Αυστραλία.

Ο κ. Καραμανλής μας είχε επισημάνει ότι η συζήτηση αυτή γινόταν και λίγο αβασάνιστα, γιατί «η συμφωνία βασίστηκε στην αρχή της ίσης μεταχείρισης στα θέματα κοινωνικής ασφάλισης και προστασίας των υπηκόων των δύο κρατών. Συνεπώς, όπως προβλέπει η αυστραλιανή νομοθεσία, οι ίδιοι -τονίζω- οι δικαιούχοι ομογενείς στην Αυστραλία υποχρεούνται να δηλώνουν περιουσιακά τους στοιχεία. Σε καμιά περίπτωση το ελληνικό κράτος δεν υποχρεούται να δηλώνει τα περιουσιακά τους στοιχεία αντ’ αυτών. Δεν αλλάζει λοιπόν τίποτα για το ό,τι ίσχυε μέχρι τώρα για τους ομογενείς μας».

Θυμίζουμε ότι η σύμβαση Ελλάδας-Αυστραλίας στηρίζεται στην αρχή της ίσης μεταχείρισης από την άποψη της κοινωνικοασφαλιστικής προστασίας των εργαζομένων, στην αρχή του συνυπολογισμού των περιόδων ασφάλισης και διαμονής που διανύθηκαν στα δύο συμβαλλόμενα κράτη για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, στην αρχή του αναλογικού επιμερισμού των συνταξιοδοτικών παροχών,

στην αρχή της ελεύθερης μεταφοράς των παροχών στο κράτος της διαμονής του δικαιούχου.

Η σύμβαση καλύπτει μόνο τις συντάξεις γήρατος. Ομογενείς που επιστρέφουν στην Ελλάδα λαμβάνουν σύνταξη γήρατος η οποία υπολογίζεται με βάση έναν τύπο που θα έχει αριθμητή τα χρόνια διαμονής στην Αυστραλία και παρανομαστή τα 25 χρόνια.

Πρώην κάτοικοι Αυστραλίας που είχαν επιστρέψει στην Ελλάδα πριν από την έναρξη ισχύος της σύμβασης λαμβάνουν σύνταξη που υπολογίζεται με διαφορετικό τύπο, ο οποίος έχει αριθμητή τα χρόνια διαμονής στην Αυστραλία και παρανομαστή τα 44 χρόνια. Επίσης, η Ελλάδα χορηγεί συνταξιοδοτική παροχή και με ένα έτος ασφάλισης. Για παράδειγμα αν ασφαλισμένος έχει πραγματοποιήσει 300 μέρες ασφάλισης στην Ελλάδα και έχει ακόμη 14 χρόνια διαμονής και ασφάλισης στην Αυστραλία, τότε έχει συνταξιοδοτικό δικαίωμα και στην Ελλάδα και στην Αυστραλία. Με βάση την παραπάνω ρύθμιση ο δικαιούχος της σύνταξης και τα μέλη της οικογένειάς του δικαιούνται από το ελληνικό σύστημα πλήρη ιατροφαρμακευτική κάλυψη.

Επίσης με την συμφωνία διασφαλίζονται τα κεκτημένα δικαιώματα των δικαιούχων που ήδη λαμβάνουν κάθε είδος συνταξιοδοτική παροχή από την Αυστραλία. Η καταβολή σύνταξης από την Αυστραλία δεν θα εξαρτάται σε καμία περίπτωση από την καταβολή ή όχι συνταξιοδοτικής παροχής από την Ελλάδα.

Επίσης, από αυστραλιανής πλευράς δεν λαμβάνονται υπόψη κατά τον έλεγχο εισοδήματος για τον καθορισμό της συνταξιοδοτικής παροχής, το ΕΚΑΣ, η σύνταξη του ΟΓΑ και ορισμένα επιδόματα πολυτέκνων.

Το πρόβλημα, όπως τονίσαμε, παρουσιάζεται με τους ομογενείς που δικαιούνται σύνταξη από την Ελλάδα και ζουν στην Αυστραλία.

Αξίζει να σημειωθεί, ότι τότε μέχρι και την τελευταία στιγμή, η συμφωνία κινδύνευε να τιναχτεί στον αέρα. Σύμφωνα με την αυστραλιανή νομοθεσία, οι πολίτες δεν δικαιούνται σύνταξη εάν όταν φθάσουν σε ηλικία συνταξιοδότησης διαθέτουν περιουσιακά στοιχεία, όπως ακίνητα ή αγροτεμάχια. 

Η κυβέρνηση Χάουαρντ ζήτησε, λοιπόν, η ίδια νομοθεσία να ισχύσει και για τους ομογενείς, απαιτώντας πρόσβαση στα στοιχεία του ΚΕΠΥΟ, αλλά η ελληνική κυβέρνηση αρνήθηκε. Τελικώς, αποφασίστηκε να μην υπάρχει πρόσβαση στο Υπουργείο Οικονομικών και οι δικαιούχοι να αναλαμβάνουν την ευθύνη των όσων δηλώνουν με υπεύθυνη δήλωση. Είναι όμως σαφές ότι οι ομογενείς που κατόρθωσαν να «χτίσουν» περιουσία εργαζόμενοι στην Αυστραλία, βάσει της συμφωνίας δικαιούνται σύνταξη! Όπως δεν την δικαιούνται αν έχουν περιουσία στην Ελλάδα. Εκτός και αν ή θα πρέπει να «ψευδομαρτυρήσουν».