Παρέκβαση: Την περασμένη Πέμπτη πήγα ν’ ακούσω τον εξ Ελλάδος καθηγητή Σαράντο Καργάκο, και για δυόμισι ώρες άκουσα την ίδια πολυδιήγητη ιστορία γύρω από τους αρχαίους Μακεδόνες. Δεν έλειψαν και κάποιες καραμπινάτες παρασιωπήσεις φιλολογικών μαρτυριών. Ενώ λ.χ. αναφέρθηκε στην καταστροφή της Ολύνθου από τον Μακεδόνα βασιλιά Φίλιππο Β΄, αποσιώπησε την ισοπέδωση της γενέτειρας του Αριστοτέλη (τα Στάγειρα) από τον ίδιο βασιλιά. Ενώ μίλησε για την Ολυμπιάδα, προσπέρασε με γατήσια περπατησιά τις άλλες έξη γυναίκες του Φιλίππου, μεταξύ των οποίων και τη μητέρα της Θεσσαλονίκης (τη Νικησίπολη), καθώς και τις τέσσερις Περσίδες γυναίκες του Αλέξανδρου. Παραποίησε και την αναθηματική επιγραφή, που λέει: «Αλέξανδρος ο Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων κλπ», και μας την παρουσίασε να λέει: «Αλέξανδρος ο Φιλίππου και οι άλλοι Έλληνες . . .»! Η εμβόλιμη λέξη «άλλοι» κατέβηκε από το κεφάλι του καθηγητή. 

 
Είχα την εντύπωση ότι θ’ άκουγα κάποιον πανεπιστημιακό ιστορικό της αρχαίας Μακεδονίας ν’ αντικρούει το επιχείρημα περί εξελληνισμού των αρχαίων Μακεδόνων, ένα επιχείρημα που στηρίχτηκε κυρίως στις μαρτυρίες του Ηροδότου, του Ισοκράτη, του Πλούταρχου κ.ά., αλλά δεν είδα καμιά αντίκρουση. Όμως εδώ πρέπει να ξεκαθαρίσω ένα πράγμα: Το αν οι αρχαίοι Μακεδόνες είχαν εξελληνισθεί ή όχι δεν έχει τίποτε να κάνει με τους σημερινούς Μακεδονο-Σλάβους των Σκοπίων, οι οποίοι ουδεμία σχέση έχουν με την αρχαία Μακεδονία και την ιστορία της. Και κλείνω, απευθυνόμενος στον φιλομαθή συμπάροικο που με ρώτησε πόσο στρατό διέθετε ο Αλέξανδρος, όταν πέρασε απέναντι στην Ασία. Κάποιες πηγές μιλούν για 30.000 πεζούς και 4.000 ιππείς, και κάποιες άλλες μιλούν για 43.000 πεζούς και 5.000 ιππείς. Τροφή είχε μόνο για τριάντα μέρες. Τέλος παρέκβασης.

ΟΤΑΝ ΜΙΛΑ ΤΟ ΚΡΑΣΙ

Το κρασί ήταν η αιτία που ο Αλέξανδρος φόνευσε τον Κλείτο. Ο Κλείτος είχε σώσει τη ζωή του Αλέξανδρου στη μάχη του Γρανικού. Αλλ’ ας δώσουμε τον λόγο στον Πλούταρχο.
 «Είχαν έρθει μερικοί από τα παραθαλάσσια μέρη κι έφεραν στο βασιλιά [Αλέξανδρο] φρούτα της Ελλάδας. Αυτός θαύμασε τη φρεσκάδα τους και την ομορφιά τους και κάλεσε τον Κλείτο, θέλοντας να του τα δείξει και να του δώσει μερικά. Αυτός έτυχε να θυσιάζει. Άφησε όμως τη θυσία και πήγε στον βασιλιά, ενώ τον ακολουθούσαν και τρία πρόβατα, πάνω στα οποία είχαν ήδη χυθεί οι σπονδές [. . .].

»Μόλις τελείωσε τη θυσία ο Κλείτος, αμέσως πήγε στο δείπνο, αφού και ο βασιλιάς είχε θυσιάσει στους Διόσκουρους. Έγινε τότε ζωηρή οινοποσία και τραγουδούσαν τραγούδια [. . .], γραμμένα για κοροϊδία και γέλια εναντίον των στρατηγών, που πριν από λίγο είχαν νικηθεί από τους βαρβάρους. Οι μεγαλύτεροι στην ηλικία ήσαν δυσαρεστημένοι κι έβριζαν και τον ποιητή κι εκείνον που τραγουδούσε. Ο Αλέξανδρος όμως και οι γύρω του τ’ άκουαν μ’ ευχαρίστηση και του έλεγαν να συνεχίσει.
»Ο Κλείτος, μεθυσμένος και από φυσικού του τραχύς και αυθάδης, αγανακτούσε πιο πολύ απ’ όλους, λέγοντας ότι δεν είναι ωραίο, ανάμεσα στους βάρβαρους κι εχθρούς, να βρίζονται Μακεδόνες, που είναι πολύ καλύτεροι από κείνους που γελούσαν, γιατί συνέπεσε ν’ ατυχήσουν. Επειδή όμως ο Αλέξανδρος είπε ότι ο Κλείτος συνηγορεί για τον εαυτό του, υποστηρίζοντας ότι η δειλία είναι δυστυχία, σηκώθηκε ο Κλείτος και του είπε: «Κι όμως, αυτή η δειλία εσένα, τον καταγόμενο από θεούς, σ’ έσωσε, ενώ γύριζες τα νώτα στο ξίφος του Σπιθριδάτη. Και με το αίμα και τα τραύματα των Μακεδόνων έγινες τόσο μεγάλος, ώστε να γίνεις και θεός γιος του Άμμωνος, αφού αρνήθηκες τον Φίλιππο».

»Με αυτά θύμωσε πολύ ο Αλέξανδρος και είπε: «Νομίζεις, βλάκα, ότι θα ευχαριστηθείς πολύ, λέγοντας κάθε τόσο για μας τέτοια και παρακινώντας τους Μακεδόνες σε στάσεις;» Ο Κλείτος απάντησε: «Αλλά ούτε τώρα χαιρόμαστε, Αλέξανδρε, αφού παίρνουμε τέτοιες αμοιβές για τους κόπους μας. Και μακαρίζουμε εκείνους, που έχουν πεθάνει, πριν δουν τους Μακεδόνες να δέρνονται με μηδικά ραβδιά και να έχουμε ανάγκη από Πέρσες μεσάζοντες για να πλησιάσουμε τον βασιλιά μας».
»Αυτά είπε με αυθάδεια ο Κλείτος και σηκώθηκαν εναντίον του οι άνθρωποι του Αλέξανδρου και τον έβριζαν, ενώ οι γεροντότεροι προσπαθούσαν να περιορίσουν τον θόρυβο. Ο Αλέξανδρος γύρισε τότε προς τον Ξενόδοχο τον Καρδιανό και τον Κολοφώνιο τον Αρτέμιο, και τους είπε: «Δεν σας φαίνεται ότι οι Έλληνες περπατούν ανάμεσα στους Μακεδόνες (Έλληνες εν τοις Μακεδόσιν) σαν ημίθεοι ανάμεσα σε θηρία;»

ΤΟ ΦΟΝΙΚΟ

»Ο Κλείτος όμως δεν υποχωρούσε: έλεγε στον Αλέξανδρο να εξηγήσει καθαρά τι θέλει να πει, ή αλλιώς να μην καλεί σε δείπνο άνδρες ελεύθερους, που έχουν το θάρρος να λένε ό,τι σκέπτονται, αλλά να ζει με τους βαρβάρους και τους δούλους, που προσκυνούν την περσική ζώνη και τον άσπρο χιτώνα του. Τότε ο Αλέξανδρος, μη μπορώντας να συγκρατήσει την οργή του, έριξε εναντίον του ένα από τα μήλα, που ήταν επάνω στο τραπέζι, και τον χτύπησε, παράλληλα ζητούσε το ξίφος του. Ένας από τους σωματοφύλακές του [. . .] πρόφτασε και το αφαίρεσε και οι άλλοι τον περικύκλωσαν και τον παρακαλούσαν.
»Ο Αλέξανδρος όμως αναπήδησε και φώναζε στην μακεδονική γλώσσα (ανεβόα Μακεδονιστί), καλώντας τους υπασπιστές του [. . .]. Και τον Κλείτο, που δεν έπαυε, με δυσκολία τον έσπρωξαν οι φίλοι έξω από την αίθουσα. Εκείνος όμως ξαναμπήκε από άλλη πόρτα [. . .]. Τότε ο Αλέξανδρος πήρε μια λόγχη από κάποιον σωματοφύλακά του και, την ώρα που ο Κλείτος πήγαινε προς αυτόν και σήκωνε το παραπέτασμα της θύρας, τον τρύπησε με τη λόγχη κι εκείνος έπεσε με στεναγμό και βογκητό» (Αλέξανδρος, 50-51).

Σχόλιο: Γνωρίζουμε τώρα ποια ήταν αυτή η «μακεδονική γλώσσα», χάρη στους μολύβδινους «κατάδεσμους» (defixiones) που πρόσφατα βρέθηκαν σε ανασκαφές στην Πέλλα. Γι’ αυτούς ίσως μιλήσουμε μιαν άλλη φορά. Έρρωσθε!