Ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, κάλεσε επιτακτικά την Ευρωπαϊκή Ένωση να αποφανθεί με σαφήνεια εάν τάσσεται υπέρ ή κατά της ένταξης της Τουρκίας στους κόλπους της, υπογραμμίζοντας ότι «το παιχνίδι έχει τελειώσει», κατά τη διάρκεια ομιλίας που εκφώνησε ενώπιον της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης στην Άγκυρα.

Μια μέρα νωρίτερα, ο Ερντογάν είχε θέσει θέμα αναθεώρησης της Συνθήκης της Λωζάννης. Μιλώντας σε περιφερειακούς διοικητές της χώρας του, ο κ. Ερντογάν υποστήριξε ότι η χώρα του ζημιώθηκε από την Συμφωνία του 1923 που θέτει τα όρια της σύγχρονης Τουρκίας. (Θα αναφερθούμε πιο αναλυτικά στη συνέχεια επ’ αυτού). 

«Φθάσαμε στο τέλος του παιχνιδιού» είπε ο Τούρκος πρόεδρος, απευθυνόμενος στην Ε.Ε., μιλώντας σε συνεδρίαση με αφορμή την έναρξη της νέας κοινοβουλευτικής περιόδου.

Σύμφωνα με τον ίδιο «δεν υπάρχει κανένα εμπόδιο προκειμένου η Τουρκία να γίνει κράτος-μέλος (κι) εάν η Ε.Ε. το επιθυμεί εμείς είμαστε έτοιμοι».

«Εκείνοι πρέπει να αποφασίσουν εάν θέλουν να συνεχίσουν με ή χωρίς την Τουρκία» σημείωσε ο επικεφαλής του τουρκικού κράτους. «Το γεγονός ότι μας άφησαν να περιμένουμε επί θύραις εδώ και 53 χρόνια, μαρτυρά τις προθέσεις τους απέναντί μας» εκτίμησε, καλώντας τα κράτη-μέλη να ξεκαθαρίσουν την θέση τους.

«Η συμπεριφορά της Ευρώπης είναι ίδια με κάποιου που δεν θέλει να τηρήσει την υπόσχεσή του που έδωσε στην Τουρκία» επισήμανε, επίσης, ο Τούρκος ηγέτης.

Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν καταδίκασε «τις διακηρύξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως εκείνες σχετικά με τη μάχη μας εναντίον τρομοκρατίας, που συνιστά θέμα επιβίωσης για την Τουρκία», καταγγέλλοντας ότι η Ε.Ε. θα «επιχειρήσει να το θεσπίσει σε κριτήριο στην διαδικασία ένταξης».

«Η Τουρκία τήρησε πάντα τις δεσμεύσεις της απέναντι στην Ευρώπη» έκρινε ο πρόεδρος της Τουρκίας, υπενθυμίζοντας επιπλέον ότι η άρση της υποχρέωσης έκδοσης βίζας από τους Τούρκους υπηκόους προκειμένου να μεταβούν στην Ε.Ε. θα πρέπει να γίνει τον Οκτώβριο, έναν «μήνα που θα είναι σημαντικός» για τις σχέσεις μεταξύ της χώρας του με τους Ευρωπαίους σύμφωνα με τον Ερντογάν.

ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Η Συνθήκη της Λωζάνης είναι αναπόσπαστο μέρος του Διεθνούς Δικαίου, η τήρησή της είναι υποχρεωτική και οιαδήποτε παράβασή της συνεπάγεται την επιβολή των προβλεπόμενων κατά το Διεθνές Δίκαιο κυρώσεων, υπογράμμισε ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, κ. Προκόπης Παυλόπουλος, σε δήλωσή του, κατά τα αποκαλυπτήρια του Μνημείου Μικράς Ασίας και Μικρασιατών, στην Καλαμάτα.

Με αφορμή την πρόσφατη επικαιρότητα όσον αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ο κ. Παυλόπουλος δήλωσε: «Η Τουρκία οφείλει να συνειδητοποιήσει ότι ο πλήρης σεβασμός του Διεθνούς Δικαίου αποτελεί conditio sine qua non για το αν και κατά πόσον ένα κράτος αξίζει να συγκαταλέγεται μεταξύ των δημοκρατικώς οργανωμένων μελών της Διεθνούς Κοινότητας. Και η Συνθήκη της Λωζάνης είναι αναπόσπαστο μέρος του Διεθνούς Δικαίου, άρα η τήρησή της είναι υποχρεωτική και, επομένως, οιαδήποτε παράβασή της συνεπάγεται την επιβολή των προβλεπόμενων κατά το Διεθνές Δίκαιο κυρώσεων».

Παράλληλα, ο πρόεδρος της Δημοκρατίας τόνισε ότι «πριν απ’ όλα εμείς, οι Έλληνες, πρέπει να διατηρούμε άσβεστη στην συλλογική μας μνήμη την συμβολή του Μικρασιατικού Ελληνισμού στην διατήρηση της Εθνικής και Πολιτισμικής συνείδησης. Διότι -και μέσα από τη διαχρονική δύναμη του Ελληνισμού ν’ αντιμετωπίζει με ηρωισμό τις συμφορές και να μην τους επιτρέπει ν’ ανακόψουν την ιστορική του πορεία- η Μικρασιατική Καταστροφή και η προσφυγιά που επακολούθησε ήταν το «μπόλι» που γονιμοποίησε, στο διηνεκές, το δέντρο της εθνικής και πνευματικής συνείδησης του Έθνους των Ελλήνων».

Επισήμανε, επίσης, ότι πρωτίστως οφείλουμε να μην λησμονούμε την θυσία των τραγικών θυμάτων της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, επιτελώντας έτσι και εθνικό χρέος, το οποίο πηγάζει και από την ομόφωνη απόφαση της Βουλής των Ελλήνων του 1998.

ΤΣΙΠΡΑΣ: ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ Η ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΤΗΣ ΛΩΖΑΝΗΣ

Απάντηση στις προκλητικές δηλώσεις του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, που αμφισβήτησε τις προβλέψεις της Συνθήκης της Λωζάνης (σ.σ. «δώσαμε στους Έλληνες τα νησιά» είπε ο Τούρκος πρόεδρος) έδωσε, κατά τη συνεδρίαση του ΚΥΣΕΑ, ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας.

Σύμφωνα με σχετικό δελτίο Τύπου μετά την ολοκλήρωση της συνεδρίασης του ΚΥΣΕΑ, ο πρωθυπουργός τόνισε: «Η αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάνης, που ρύθμισε ξεκάθαρα και οριστικά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, το καθεστώς του Αιγαίου και των νησιών του, είναι επικίνδυνη τόσο για τις σχέσεις των δύο χωρών μας όσο και για την ευρύτερη περιοχή».

«Ανεξάρτητα από τις πραγματικές αιτίες που προκαλούν παρόμοιες δηλώσεις αμφισβήτησης της διεθνούς νομιμότητας, η Ελλάδα δεν πρόκειται να ακολουθήσει αυτόν τον δρόμο» συνέχισε ο κ. Τσίπρας.

«Θα συνεχίσουμε να ενισχύουμε με συνέπεια και αποφασιστικότητα τον ρόλο της Ελλάδας, ως πυλώνα ειρήνης και σταθερότητας σε μία εύθραυστη περιοχή. Ως χώρας που υπερασπίζεται σταθερά τα κυριαρχικά της δικαιώματα».

Υπενθυμίζεται ότι απάντηση στον Τούρκο πρόεδρο έδωσε και ο ηγέτης της κεμαλικής αντιπολίτευσης της Τουρκίας, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, κατηγορώντας τον ότι επί θητείας του παραδόθηκαν 16 νησιά στην Ελλάδα.

Ο Τούρκος πρόεδρος είχε θέσει ζήτημα αναθεώρησης της Συνθήκης της Λωζάνης. Μιλώντας σε περιφερειακούς διοικητές της Τουρκίας ο κ. Ερντογάν υποστήριξε ότι η χώρα του ζημιώθηκε από την συμφωνία του 1923 που θέτει τα όρια της σύγχρονης Τουρκίας.

Τόνισε, μεταξύ άλλων, ο κ. Ερντογάν: «Το 1920 μας έδειξαν τη Συνθήκη των Σεβρών για να μας πείσουν το 1923 για τη Συνθήκη της Λωζάνης. Και κάποιοι προσπάθησαν να μας το παρουσιάσουν αυτό ως νίκη».

«Με τη Συνθήκη της Λωζάνης» συνέχισε ο πρόεδρος της Τουρκίας, «δώσαμε στους Έλληνες τα νησιά, που αν φωνάξεις από τις ακτές του Αιγαίου, θα ακουστείς απέναντι. Είναι αυτό νίκη;».

Μάλιστα, ο πρόεδρος της Τουρκίας υποστήριξε ότι «όσοι έκατσαν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων στη Λωζάνη, δεν εκμεταλλεύτηκαν τη Συνθήκη αυτή. Και επειδή αυτοί δεν την εκμεταλλεύτηκαν, δυσκολευόμαστε σήμερα εμείς».

ΤΙ ΑΠΑΝΤΑ Η ΑΘΗΝΑ

«Όλοι οφείλουν να σέβονται τη Συνθήκη της Λωζάνης» επισημαίνουν διπλωματικές πηγές σχολιάζοντας τις δηλώσεις του Ταγίπ Ερντογάν περί άδικων προβλέψεων της συνθήκης της Λωζάνης σε βάρος της Τουρκίας.

«Η συνθήκη της Λωζάνης και όλο το διεθνές δίκαιο είναι όντως μία πραγματικότητα στον πολιτισμένο κόσμο την οποία κανείς, ούτε η Άγκυρα, μπορεί να αγνοήσει και όλοι οφείλουν να σέβονται. Όσο οδυνηρό και αν τους φαίνεται αυτό» τονίζουν διπλωματικές πηγές σε απάντηση προς τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ο οποίος, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας Χουριέτ, αναφέρθηκε σε ομιλία του στην Άγκυρα στην συνθήκη της Λωζάνης.

Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΛΩΖΑΝΗΣ

Η συνθήκη της Λωζάνης ήταν συνθήκη ειρήνης που έθεσε τα όρια της σύγχρονης Τουρκίας. Υπογράφηκε στη Λωζάνη της Ελβετίας στις 24 Ιουλίου 1923 από την Ελλάδα, την Τουρκία και τις άλλες χώρες που πολέμησαν στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και την Μικρασιατική εκστρατεία (1919-1922) και συμμετείχαν στην Συνθήκη των Σεβρών συμπεριλαμβανομένης και της ΕΣΣΔ (που δεν συμμετείχε στην προηγούμενη συνθήκη).

Κατάργησε την Συνθήκη των Σεβρών που δεν είχε γίνει αποδεκτή από την νέα κυβέρνηση της Τουρκίας που διαδέχθηκε τον Σουλτάνο της Κωνσταντινούπολης. Μετά την εκδίωξη από την Μικρά Ασία του ελληνικού στρατού από τον τουρκικό υπό την ηγεσία του Κεμάλ Ατατούρκ, εμφανίστηκε η ανάγκη για αναπροσαρμογή της συνθήκης των Σεβρών. Στις 20 Οκτωβρίου 1922 ξεκίνησε το συνέδριο που διακόπηκε μετά από έντονες διαμάχες στις 4 Φεβρουαρίου 1923 για να ξαναρχίσει στις 23 Απριλίου. Το τελικό κείμενο υπογράφηκε στις 24 Ιουλίου έπειτα από 7,5 μήνες διαβουλεύσεων.

Η Τουρκία ανέκτησε την Ανατολική Θράκη, κάποια νησιά του Αιγαίου, συγκεκριμένα την Ίμβρο και την Τένεδο, μια λωρίδα γης κατά μήκος των συνόρων με την Συρία, την περιοχή της Σμύρνης και της Διεθνοποιημένης Ζώνης των Στενών η οποία όμως θα έμενε αποστρατικοποιημένη και αντικείμενο νέας διεθνούς διάσκεψης. Η Τουρκία παραχώρησε τα Δωδεκάνησα στην Ιταλία, όπως προέβλεπε και η συνθήκη των Σεβρών, αλλά χωρίς πρόβλεψη για δυνατότητα αυτοδιάθεσης. Ανέκτησε πλήρη κυριαρχικά δικαιώματα σε όλη της την επικράτεια και απέκτησε δικαιώματα στρατιωτικών εγκαταστάσεων σε όλη την επικράτειά της εκτός της ζώνης των στενών.

Η Ελλάδα υποχρεώθηκε να πληρώσει σε είδος (ελλείψει χρημάτων) τις πολεμικές επανορθώσεις. Η αποπληρωμή έγινε με επέκταση των τουρκικών εδαφών της Ανατολικής Θράκης πέρα από τα όρια της συμφωνίας. Τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος παραχωρήθηκαν στην Τουρκία με τον όρο ότι θα διοικούνταν με ευνοϊκούς όρους για τους Έλληνες. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης έχασε την ιδιότητα του Εθνάρχη και το Πατριαρχείο τέθηκε υπό ειδικό διεθνές νομικό καθεστώς.

Σε αντάλλαγμα, η Τουρκία παραιτήθηκε από όλες τις διεκδικήσεις για τις παλιές περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εκτός των συνόρων της και εγγυήθηκε τα δικαιώματα των μειονοτήτων στην Τουρκία. Με ξεχωριστή συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας αποφασίστηκε η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών από τις δύο χώρες και η αποστρατικοποίηση κάποιων νησιών του Αιγαίου.

Η ανταλλαγή μειονοτήτων που πραγματοποιήθηκε προκάλεσε μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμών. Μετακινήθηκαν από τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη στην Ελλάδα 1.650.000 Τούρκοι υπήκοοι (άλλοι κάνουν λόγο για περίπου 2.000.000), χριστιανικού θρησκεύματος και από την Ελλάδα στην Τουρκία 670.000 Έλληνες υπήκοοι, μουσουλμανικού θρησκεύματος. 

Επιπλέον, βάσει του άρθρου 23, με όλα τα δεινά που η Συνθήκη αυτή συσσώρευσε στον Μικρασιατικό Ελληνισμό, η Τουρκία απεμπόλησε πλήρως τα κυριαρχικά της δικαιώματα επί της Κύπρου.