Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) προειδοποίησε την Αυστραλία ότι αν η παγκόσμια οικονομία που ήδη βρίσκεται σε ευάλωτη θέση αντιμετωπίσει μία ακόμα οικονομική κρίση, τα νοικοκυριά της Αυστραλίας δεν θα καταφέρουν να την αντέξουν καθώς ένα μεγάλο ποσοστό αυτών είναι ήδη υπερχρεωμένο. 

Σε έκθεσή του για το παγκόσμιο χρέος, το Ταμείο αναφέρει ότι βρίσκεται σε ιστορικά υψηλό επίπεδο και, μάλιστα, έχει αυξητικές τάσεις. Ειδικότερα, το παγκόσμιο χρέος του μη χρηματοπιστωτικού τομέα -δηλαδή το χρέος των κυβερνήσεων, νοικοκυριών και μη χρηματοπιστωτικών εταιριών-, ανέρχεται στα $152 τρις, ποσό που αντιστοιχεί στο 225% του παγκόσμιου ΑΕΠ.

Σχεδόν τα δύο τρίτα αυτού του ποσού, που ανέρχονται περίπου στα $100 τρις δολάρια, είναι οι υποχρεώσεις του ιδιωτικού τομέα. 

Η έκθεση Fiscal Monitor του Ταμείου βάζει για πρώτη φορά ένα νούμερο στο μέγεθός του και «η εικόνα που σχηματίζεται δεν είναι ωραία» όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην έκθεση. 

Η Αυστραλία κατέχει «ξεχωριστή» θέση στην έκθεση καθώς όπως επισημαίνεται σ’ αυτή, οι υποχρεώσεις του ιδιωτικού τομέα, δηλαδή τα χρέη μας όχι μόνο αυξήθηκαν αισθητά μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008, αλλά συνεχίζουν να αυξάνονται με ανησυχητικό ρυθμό. Εκτός από την Αυστραλία στον κατάλογο των χωρών που, επίσης, προειδοποίησε το ΔΝΤ βρίσκονται η Σιγκαπούρη και ο Καναδάς των οποίων το ιδιωτικό χρέος αυξάνεται με τους ίδιους επικίνδυνους ρυθμούς.

Όπως ανέφερε ο επικεφαλής της διεύθυνσης δημοσιονομικών υποθέσεων του ΔΝΤ, Vitor Gaspar, η ανοδική πορεία του παγκόσμιου χρέους, που συνέχισε να αυξάνεται μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και σήμερα βρίσκεται στα υψηλότερα όλων των εποχών, επίπεδα, θα μπορούσε να προκαλέσει μία άνευ προηγουμένου διαδικασία ιδιωτικής απομόχλευσης (μη ομαλή διορθωτική διαδικασία για να αντιμετωπιστεί η φούσκα της χρηματαγοράς) η οποία θα μπορούσε να ανατρέψει την εύθραυστη οικονομική ανάπτυξη.

«Όταν αυξάνεται συνεχώς το ιδιωτικό χρέος, αυξάνεται και η πιθανότητα η παγκόσμια οικονομία να οδηγηθεί σε κρίση ή ύφεση, που λόγω του μεγέθους του παγκόσμιου χρέους συνήθως συνοδεύονται από βαθύτερη και πιο παρατεταμένη οικονομική επιβράδυνση από αυτή που σχετίζεται με τις φυσιολογικές υφέσεις» είπε χαρακτηριστικά ο κ. Gaspar. 

H έκθεση επισημαίνει ότι τα υψηλά επίπεδα ιδιωτικού χρέους αυξάνουν την πιθανότητα των χρηματοπιστωτικών κρίσεων,. Οι κίνδυνοι δεν περιορίζονται στο ιδιωτικό χρέος, καθώς η είσοδος σε μία χρηματοπιστωτική κρίση με υψηλά επίπεδα δημοσίου χρέους επιδεινώνει τις επιπτώσεις της χρηματοπιστωτικής κρίσης, πολύ περισσότερο στις αναδυόμενες αγορές απ’ ό,τι στις ανεπτυγμένες.

Οι προειδοποιήσεις του ΔΝΤ προς την Αυστραλία έρχονται σε μία εποχή που τα επιτόκια δανεισμού βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, κάτι που πολλοί Αυστραλοί θεωρούν ως την «χρυσή» ευκαιρία προκειμένου να δανειστούν χρήματα τα οποία προορίζουν είτε για την αγορά κάποιου ακινήτου είτε για άλλα καταναλωτικά προϊόντα. 

Η παραπάνω πρακτική, εντούτοις, βρίσκει κάθετα αντίθετο το ΔΝΤ και προκειμένου να τονίσει τους κινδύνους που η συσσώρευση χρεών κρύβει, κάνει ιδιαίτερη μνεία στην οικονομική κατάσταση της Κίνας, μίας χώρας που ως γνωστό η ευρωστία ή μη της οικονομίας της, θα έχει άμεσες συνέπειες στην αυστραλιανή οικονομία. 

Η έκθεση αναφέρει ότι «εάν η Κίνα δεν αντιμετωπίσει το αυξανόμενο ιδιωτικό χρέος άμεσα, μία απομόχλευση το εγγύς μέλλον δεν είναι απλά πιθανή αλλά σίγουρη. «Η ‘ανώμαλη προσγείωση’ της κινεζικής οικονομίας θα έχει δραματικές συνέπειες στην παγκόσμια οικονομία» είπε χαρακτηριστικά ο κ. Gaspar. 

Η έκθεση, αναφερόμενη σε τρόπους που μπορούν να βοηθήσουν ώστε να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο συσσώρευσης ιδιωτικού χρέους, προτείνει την κατάργηση των μέτρων που ελήφθησαν το 2008 για να θωρακιστούν οι τράπεζες (όπως εγγυήσεις εκ μέρους των κυβερνήσεων για τις τραπεζικές καταθέσεις) ενώ μεταξύ άλλων εκτιμά ότι οι κυβερνήσεις θα πρέπει να επανεξετάσουν και ίσως να καταργήσουν κάποια μέτρα φοροαπαλλαγών όπως είναι το negative gearing. 

Η έκθεση αναφέρει, επίσης, ότι τα υπερβολικά επίπεδα χρέους μπορούν να επιβαρύνουν την οικονομική ανάπτυξη ακόμη και αν δεν υπάρχει χρηματοπιστωτική κρίση, καθώς οι υπερχρεωμένοι δανειολήπτες μειώνουν τελικά τις επενδύσεις και την κατανάλωση.