Ο θεσμός της υποχρεωτικής στράτευσης εισάγεται στην Ελλάδα το 1911, λίγο πριν την εμπλοκή της χώρας σε μια σειρά συνεχών πολέμων (Βαλκανικοί, Α΄ Παγκόσμιος, εκστρατεία στην Ουκρανία, Μικρά Ασία). Η διάρκεια αυτής της εμπλοκής (πάνω από μια δεκαετία) και η συνεπακόλουθη καταπόνηση των στρατιωτών – πολλοί από τους οποίους κατατάχτηκαν το 1911 και απολύθηκαν το 1923 – φέρνουν ως αποτέλεσμα το πρώτο μαζικό κύμα λιποταξιών στον ελληνικό στρατό.
Για τα επόμενα 60 χρόνια αρνητές στράτευσης για λόγους συνείδησης είναι σχεδόν αποκλειστικά οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, οι οποίοι τιμωρούνται με ποινές φυλάκισης 10 – 15 ετών.

Αργότερα αρνητές στράτευσης άρχισαν να γίνονται και άτομα για ιδεολογικούς, όχι μόνο για θρησκευτικούς λόγους. Έτσι, μιλάμε πλέον για «αντιρρησίες συνείδησης».
Μετά από πολλές περιπέτειες και κατόπιν πιέσεων από Ευρωπαϊκούς και Διεθνείς Οργανισμούς, το 1997, η Ελλάδα – με μεγάλη καθυστέρηση από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες – ψήφισε το νόμο 2510, που εισάγει μια μορφή πολιτικής κοινωνικής υπηρεσίας ως εναλλακτική της στρατιωτικής. Ο όρος «αντιρρησίας συνείδησης» αναφέρεται για πρώτη φορά σε νομικό κείμενο, χωρίς βέβαια αυτό να σηματοδοτεί την τυπική αναγνώριση ενός ανθρώπινου δικαιώματος.
Οι αντιρρησίες συνείδησης, σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο επομένως, έχουν δύο επιλογές: Είτε να υπηρετήσουν άοπλη στρατιωτική θητεία, είτε να υπηρετήσουν εναλλακτική κοινωνική υπηρεσία σε υπηρεσίες και δημόσιους φορείς. Στην πρώτη περίπτωση θεωρούνται κανονικά στρατευμένοι ενώ στη δεύτερη περίπτωση δεν υπάγονται στη δικαιοδοσία των ενόπλων δυνάμεων και δεν θεωρούνται στρατευμένοι.

Παρ’ όλα αυτά, μολονότι η αρμόδια επιτροπή αξιολόγησης επιτρέπει την εναλλακτική θητεία σ’ εκείνους που επικαλούνται θρησκευτικούς λόγους, όπως οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, με την προσκόμιση του πιστοποιητικού βαπτίσεως, δεν ισχύει το ίδιο και για τους αρνητές στράτευσης για ιδεολογικούς λόγους.
Σύμφωνα με το Συμβούλιο της Ευρώπης άλλωστε, «Για δημοκρατικά κράτη που σέβονται τα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες, ο σεβασμός για το δικαίωμα στην αντίρρηση συνείδησης δεν μπορεί να θεωρείται έλασσον ζήτημα, ξεκομμένο από τη δεσπόζουσα τάση προστασίας και προώθησης, σε διεθνές επίπεδο, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων». (”Αντίρρηση συνείδησης στην υποχρεωτική στρατιωτική θητεία”, Γενική Διεύθυνση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Συμβούλιο της Ευρώπης, Ιούνιος 2002).

Επί πλέον, η εναλλακτική θητεία στη χώρα μας μοιάζει να έχει τιμωρητικό χαρακτήρα, αφού η διάρκειά της είναι 17 μήνες έναντι 9 της στρατιωτικής θητείας. Κι ενώ το ΥΠΕΘΑ δικαιολογεί το γεγονός επικαλούμενο ότι η θητεία σε δημόσια ιδρύματα και υπηρεσίες περιλαμβάνει ώρες εργασίας κατά τις ώρες λειτουργίας τους, ενώ στο στρατό οι κληρωτοί απασχολούνται επί 24ώρου βάσεως, η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών έχει άλλη γνώμη και επιμένει ότι ο χρόνος εναλλακτικής θητείας δεν πρέπει να υπερβαίνει το 150% του αντίστοιχου χρόνου της στρατιωτικής.
Έτσι, η παραπάνω Επιτροπή τον Μάρτιο του 2005, κάλεσε την Ελλάδα να συμμορφωθεί: «Η Επιτροπή εκφράζει την ανησυχία της γιατί η διάρκεια της εναλλακτικής υπηρεσίας για τους αντιρρησίες συνείδησης είναι πολύ μεγαλύτερη από τη στρατιωτική θητεία και γιατί η αξιολόγηση των αιτήσεων για την υπηρεσία αυτή βρίσκεται υπό τον αποκλειστικό έλεγχο του υπουργείου Άμυνας. Το κράτος – μέλος πρέπει να διασφαλίσει ότι η διάρκεια της εναλλακτικής υπηρεσίας δεν θα έχει τιμωρητικό χαρακτήρα…».

Ας σημειωθεί εδώ ότι υποχρεωτική στρατιωτική θητεία απαντάται πλέον μόνο σε 9 χώρες στην Ευρώπη και συγκεκριμένα σε: Γερμανία, Πολωνία, Λιθουανία, Σουηδία, Αυστρία, Εσθονία, Κύπρο, Φινλανδία και Ελλάδα, ενώ η Διεθνής Αμνηστία τονίζει: «Η Ελλάδα συνεχίζει με επιδεικτικό τρόπο να παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα των αντιρρησιών συνείδησης αψηφώντας τα ευρωπαϊκά πρότυπα και τις διεθνείς συστάσεις. Είναι ανέκαθεν η πιο γνωστή χώρα στην Ε.Ε. για τις επανειλημμένες διώξεις των αντιρρησιών συνείδησης».

Αν πάντως η χώρα μας, ως μέλος της Ε.Ε., θέλει να εναρμονιστεί πλήρως με το ευρωπαϊκό κεκτημένο, καλό θα ήταν να σεβαστεί τις υποδείξεις των αρμοδίων οργάνων, όσο κι αν το θέμα της στρατιωτικής θητείας αποτελεί ακόμα ένα λεπτό θέμα ειδικού χειρισμού για τα ελληνικά δεδομένα, ένα ταμπού που έχει τις ρίζες του βαθιά πίσω στο χρόνο, σε εποχές ταραγμένες, ανώμαλες κι εφιαλτικές για τη μικρή μας χώρα. Εποχές που έχουν ανεπιστρεπτί περάσει και από τις οποίες έχει έρθει πλέον η ώρα να κόψουμε επιτέλους τον ομφάλιο λώρο.

* Η Χριστιάννα Λούπα είναι δικηγόρος και συγγραφέας. Ιστολόγιο http://christiannaloupa.wordpress.com