Μπορεί η εταιρεία μίσθωσης οχημάτων Uber να λειτουργεί πλέον νόμιμα στην Αυστραλία, ωστόσο οι πολέμιοι της δεν εφησυχάζουν, καλώντας τις Αρχές να διερευνήσουν αναδρομικά την περίοδο της παρανομίας της. Ο πολυεθνικός οργανισμός ξεκίνησε να λειτουργεί στις μεγάλες πόλεις της χώρας, εκμεταλλευόμενος το νομικό κενό που υπήρχε για την μίσθωση οχημάτων, δημιουργώντας στην πράξη αθέμιτο ανταγωνισμό προς τα επίσημα καταγεγραμμένα αγοραία οχήματα (η Uber δεν διαθέτει ιδιόκτητο στόλο οχημάτων, παρέχει απλώς το λογισμικό σε συνεργαζόμενα ανεξάρτητα οχήματα, τα οποία προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στο επιβατικό κοινό). 

Ο κλάδος των ταξί από την πρώτη μέρα είχε ξεσηκωθεί εναντίον της εταιρίας, εγκαλώντας στην συνέχεια τις κατά τόπους πολιτειακές κυβερνήσεις που προχώρησαν στην νομιμοποίησή της. Ωστόσο, τώρα, ίσως έχουν αναδρομικά την δυνατότητα να πάρουν κάποιου είδους εκδίκηση, αν το Συμβούλιο Ταξί της Νέας Νότιας Ουαλίας καταφέρει να πείσει τις αρχές να ερευνήσουν την περίοδο της ‘παρανομίας’ της Uber. Συγκεκριμένα, όπως έχει παραδεχτεί η ίδια η επιχείρηση, όταν λειτουργούσε χωρίς άδεια, είχε αναπτύξει ένα ειδικό λογισμικό για να αποφύγει τους ελέγχους των αρχών. 

Στην προσπάθειά τους να κάνουν αυτοψία, οι αρχές δημιουργούσαν λογαριασμούς Uber και παρουσιάζονταν ως χρήστες του συστήματος κάνοντας κλήσεις των οχημάτων. Αλλά το εν λόγω λογισμικό, αντιπαρέβαλε τα στοιχεία αυτών των λογαριασμών με μία βάση δεδομένων κρατικών οργανισμών και παρέπεμπε τους αστυνομικούς που εγγράφονταν ως νέοι χρήστες σε ένα ψεύτικο σύστημα κρατήσεων που τους συνέδεε με οχήματα-φαντάσματα που δεν απαντούσαν ποτέ στην κλήση. Αυτό αποκαλύπτει μία πτυχή της Uber που δεν είναι γνωστή: σύμφωνα με το κυρίαρχο αφήγημα για την εταιρεία διεθνώς, πρόκειται για μία από τις πρωτοποριακές επιχειρήσεις της νέας οικονομίας που λειτουργεί από ανάγκη στην γκρίζα ζώνη μεταξύ νομιμότητας και παρανομίας, γιατί η κρατική νομοθεσία δεν έχει προβλέψει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των καιρών και τις τεχνολογικές εξελίξεις. Η αποκάλυψη όμως για την ανάπτυξη παράλληλου λογισμικού με σκοπό την παραπλάνηση των Αρχών, ουσιαστικά φανερώνει μία εσκεμμένη περιφρόνηση των νόμων. Ως εκ τούτου, οι ενώσεις αυτοκινητιστών ταξί καλούν τις πολιτειακές κυβερνήσεις να φέρουν ενώπιον της Δικαιοσύνης την εταιρία, τονίζοντας ότι η συμμόρφωση με την νομοθεσία αποτελεί προϋπόθεση για κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα στην Αυστραλία. 

Από την μεριά της, η Uber διευκρινίζει ότι το ‘παράλληλο’ λογισμικό δεν χρησιμοποιήθηκε για να αποφύγει τις Αρχές, αλλά μόνο για να αποκλείσει τη χρήση της υπηρεσίας από κάποιους κακόβουλους χρήστες, οι οποίοι παραβίαζαν τους όρους λειτουργίας και εμφάνιζαν βίαιη ή γενικότερα ανάρμοστη συμπεριφορά.