Παρά τις διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης Τέρνμπουλ, ότι η κυβερνοεπίθεση που δέχθηκε πριν λίγες μέρες το αυστραλιανό σύστημα υγείας ήταν περιορισμένη και δεν έγινε από επαγγελματίες χάκερ, αλλά από κακοποιούς που ήθελαν να πλαστογραφήσουν κάρτες του Medicare, προκειμένου να τις χρησιμοποιήσουν για παράνομες δραστηριότητες τους, οι ειδικοί σε θέματα ασφαλείας των προσωπικών δεδομένων συνεχίζουν να ανησυχούν.

Οι ειδικοί σε θέματα ασφαλείας των ηλεκτρονικών συστημάτων της χώρας, εξέφρασαν τις ανησυχίες τους για τον νέο οργανισμό προστασίας ιατρικών προσωπικών δεδομένων (Μy Health Record System), που σχεδιάζει να θέσει σύντομα σε λειτουργία η κυβέρνηση και για το οποίο θα δαπανηθούν ένα δισεκατομμύριο δολάρια.

Αναφερόμενος στο θέμα, ο ομοσπονδιακός υπουργός Κοινωνικών Υπηρεσιών, Alan Tudge, είπε ότι η κυβερνοεπίθεση που εκδηλώθηκε ήταν περιορισμένη, η στοχοποίηση αφορούσε έναν μικρό αριθμό ατόμων και δεν έθεσε σε κίνδυνο τα προσωπικά ιατρικά δεδομένα κανενός, μιας και τα τελευταία φυλάσσονται σε άλλο σύστημα που παραμένει ασφαλές.

Ο υπουργός πρόσθεσε ότι η κυβέρνηση έδωσε εντολή να γίνει εσωτερική έρευνα καθώς και έρευνα από την Ομοσπονδιακή Αστυνομία, για να εξακριβωθεί τι έγινε, πώς ακριβώς έγινε και ποιοι κρύβονται πίσω από αυτή την επίθεση.

Όλα δείχνουν, σύμφωνα με τα όσα είπε ο υπουργός, ότι η επίθεση δεν έγινε από επαγγελματίες χάκερ, αλλά από κακοποιούς του κοινού εγκλήματος, οι οποίοι ήθελαν να κλέψουν τα στοιχεία ενός μικρού σχετικά αριθμού καρτών του Medicare για να τα χρησιμοποιήσουν να ανοίξουν λογαριασμούς σε τράπεζες, να κάνουν αίτηση για έκδοση διαβατηρίου, πιστωτικών καρτών ή ακόμα να στήσουν μια παράνομη επιχείρηση. 

Όλες οι πληροφορίες που έχω από τους αρμόδιους αξιωματούχους του υπουργείου μου, τόνισε ο Alan Tudge, δείχνουν ότι η επίθεση δεν σχετίζεται με τα προσωπικά ιατρικά δεδομένα του συστήματος.

Την κυβερνοεπίθεση αποκάλυψε η ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας Guardian στην Αυστραλία και σύμφωνα με σχετικό της ρεπορτάζ οι κάρτες του Medicare να πωληθούν για τα στοιχεία που έχουν σε πολλούς ενδιαφερόμενους έναντι 30 δολαρίων η κάθε μία.