«Η Ελλάδα έμαθε να ζει με λεφτά που δεν έχει»

Στο τηλέφωνο οι περισσότεροι ήταν διστακτικοί. Τι να πεις τώρα στους Έλληνες; Πώς να μιλήσεις ψύχραιμα για όλα αυτά που προβάλλονται στα ξένα ΜΜΕ; Το πρωτοσέλιδο του γερμανικού «Focus» με την πειραγμένη Αφροδίτη της Μήλου κοντεύει να επισκιάσει τα πάντα. Στα παράθυρα ρίχνονται προτάσεις: Να μποϊκοτάρουμε μόνο τους Γερμανούς ή και τους Άγγλους; Και από κοντά κάποιοι πολιτικοί που αντί να μιλούν για τις δικές τους ευθύνες, μιλούν για το 1940. Το πολιτικό σύστημα έπαψε να αναζητά φοροφυγάδες και κυνηγά πρεσβευτές για να διαμαρτυρηθεί. Ο «Τιτανικός» και όλα τα άλλα, τα εφιαλτικά που συζητούσαμε την περασμένη εβδομάδα, ξεχάστηκαν και πλέον κανείς δεν νοιάζεται αν θα βγούμε σώοι στην ακτή, αλλά όλοι έχουν γνώμη για το photoshop και τα όρια της σάτιρας στον (γερμανικό) Τύπο.

Στα γραφεία της Ένωσης Ανταποκριτών Ξένου Τύπου στην Ακαδημίας οι ανησυχίες ευτυχώς είναι άλλες. Οι ανταποκριτές ξένων μέσων έχουν ταξιδέψει πολύ, έχουν γράψει για τα ελαττώματα και τα προτερήματα πολλών λαών και δεν παγιδεύονται εύκολα στη νεοελληνική πραγματικότητα. Όταν συνειδητοποίησα ότι αρκετοί από τους ανταποκριτές έχουν κάποια, έστω μακρινή ελληνική ρίζα ξαφνιάστηκα, αλλά μετά σκέφτηκα ότι είναι λογικό.

Είναι άνθρωποι που επέλεξαν να μείνουν μόνιμα στην Ελλάδα αφού πρώτα γνώρισαν μεγάλο μέρος του κόσμου. Η Ανζελίκ που σήμερα σάς παρουσιάζω είναι παιδί Καλύμνιων οικονομικών μεταναστών και ο Αλκμάν έχει Έλληνα πατέρα και Γερμανίδα μητέρα. Και οι δύο γεννήθηκαν και σπούδασαν στο εξωτερικό, μεγάλωσαν όμως ακούγοντας νοσταλγικές ιστορίες για τη χώρα του φιλότιμου και της φιλοξενίας. Τη χώρα που τώρα έγινε η δουλειά τους.

Το σπίτι της στα ορεινά της Κυψέλης είναι κάτι ανάμεσα σε αγροτόσπιτο και παλαιοπωλείο. Παντού θα βρεις χαϊμαλιά και κιούπια που έχει μαζέψει από όλες τις γωνιές του κόσμου. Αντί για εσωτερικές πόρτες υπάρχουν κιλίμια, οι γάτες κυκλοφορούν ελεύθερες πάνω στα τραπέζια, οι σκύλοι του σπιτιού δεν ενοχλούνται ούτε βέβαια κανένα από τα τρία αγόρια της.

Οι γονείς της Ανζελίκ ήταν από την Κάλυμνο. Οικονομικοί μετανάστες στο Παρίσι. Εκεί σπούδασε κι εκείνη, αλλά όταν άρχισε να δημοσιογραφεί κοιτούσε συνεχώς προς τα Βαλκάνια. Και έτσι το ΄89, μετά την πτώση του Τείχους, αποφάσισε να ζήσει μόνιμα στην Ελλάδα.

Πότε ανακαλύψατε την Ελλάδα;
– Νωρίς-νωρίς. Γεννήθηκα πρόωρα και είχα προβλήματα υγείας. Οι γιατροί στη Γαλλία συνέστησαν στους γονείς μου να με στείλουν σε κάποιο ειδικό κέντρο για να πάρω τα πάνω μου. Οι γονείς μου ούτε λεφτά είχαν ούτε ήθελαν να με στείλουν σε ένα μέρος που δεν γνώριζαν, οπότε με έστειλαν στην Κάλυμνο.

Στους παππούδες;

– Στη γιαγιά μου την Καλλιόπη. Η οποία ήρθε στη Γαλλία και με πήρε. Και έκανε σκοπό της ζωής της να με αναθρέψει και να μου μάθει καλύμνικα.

Και στην Κάλυμνο ξεπεράστηκαν τα προβλήματα υγείας;

– Ναι. Οι γιατροί μού είχαν δώσει κάτι βαζάκια με βιταμίνες, έτοιμο φαγητό για να τρώω και μόλις φτάσαμε στην Κάλυμνο, η γιαγιά τα πέταξε. Πρωί, μεσημέρι, βράδυ, μου έδινε ψωμί, λάδι και ντομάτα. Τελικά εκεί που έλεγαν ότι θα είχα μεγάλο πρόβλημα στο περπάτημα, σε 3 μήνες περπάτησα.

Πότε είχαν φύγει οι γονείς σας από την Κάλυμνο;
– Ο πατέρας μου έφυγε πολύ μικρός. Στο νησί δεν είχε ακόμη τουρισμό. Ήταν μόνο σφουγγαράδες και τα μανταρίνια στο Βαθύ δεν έδιναν φαγητό για όλους. Τη μητέρα μου την έστειλαν στη Γαλλία για να παντρευτεί τον πατέρα μου.

Εσείς πάντως παντρευτήκατε Γάλλο, όχι Καλύμνιο.
– Ναι, δεν νομίζω ότι ένας Καλύμνιος θα δεχόταν τον τρόπο ζωής μου. Οι Καλύμνιοι είναι παραδοσιακοί, εγώ δεν είμαι.

Έρωτας με τον Μαξίμ;
– Ναι. Σφοδρός. Δεν σταμάτησε ποτέ, συνεχίζει να υπάρχει.

Δεν παντρευτήκατε, αλλά κάνατε τρία παιδιά.
– Δεν υπήρχε περίπτωση να παντρευτώ, ούτε με σφαίρες. Οι γιοι μας όμως, ο Θησέας, ο Ιάσονας και ο Έκτορας είναι η μεγάλη μας περηφάνια.

Αντιμετωπίσατε προβλήματα όταν πια ήρθατε μόνιμα στην Ελλάδα;
– Όταν έχεις ξένη προφορά, πάντα θα έχεις προβλήματα στην Ελλάδα. Εδώ δεν αναγνωρίζουν την άλλη Ελλάδα. Την Ελλάδα των 10.000.000 Ελλήνων που ζουν εκτός συνόρων. Πρόσφατα είχαμε ένα πρόβλημα με τον γείτονά μου και μου είπε «πήγαινε στη χώρα σου». Από τότε του έκοψα την καλημέρα. Γιατί τι θα πει «γύρνα στη χώρα σου»;

ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΧΩΡΑ ΜΟΥ.

Για ποια πράγματα αξίζει να είσαι Έλληνας;
– Πρώτα απ’ όλα για τον ίδιο τον τόπο. Για την ελληνική μουσική και την ποίηση. Και για την Κάλυμνο βέβαια.

Και Γάλλος;
– Η Γαλλία έχει κάνει τρεις επαναστάσεις, είναι η χώρα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με ισχυρό φεμινιστικό και ομοφυλοφιλικό κίνημα. Για όλους αυτούς τους λόγους είμαι πολύ περήφανη που οι γονείς μου μετανάστευσαν στη Γαλλία.

Στους «τρίτους» τι δηλώνετε;
– Η Γαλλία είναι η χώρα που με έχει «χτίσει». Ενώ η Ελλάδα είναι η χώρα που πονάω. Δηλαδή βρίζω και προσεύχομαι μόνο στα ελληνικά. Στα γαλλικά δεν μπορώ να προσευχηθώ.

Υπάρχει κάτι που σας ενοχλεί στους Έλληνες;
– Αυτό που με ενοχλεί πολύ είναι το «je m΄en fous» που λένε και οι Γάλλοι, αυτό το «ωχ αδελφέ», η έλλειψη επιμονής.

Θέλετε να μου δώσετε ένα παράδειγμα;
– Ναι, κάτι που μου συμβαίνει τώρα… Δεν έχω τηλέφωνο ούτε Ίντερνετ, από τις 18 Δεκεμβρίου. Πρώτο ραντεβού, 9 Ιανουαρίου. Δεύτερο ραντεβού, 21 Φεβρουαρίου και ακόμη τίποτε. Δηλαδή χρειάζεσαι τρεις μήνες για να αποκτήσεις τηλέφωνο και Ίντερνετ, και όλα αυτά σε μια ευρωπαϊκή πρωτεύουσα. Είναι απαράδεκτο. Δεν έχεις την αίσθηση ότι ανήκεις σε ένα κράτος που λειτουργεί ανεξαρτήτως κομμάτων.

Η «Λιμπερασιόν» έγραψε ότι το να δώσεις βοήθεια στην Ελλάδα είναι σαν να δίνεις ένα μπουκάλι ουίσκι σε έναν αλκοολικό που βρίσκεται στη διαδικασία της απεξάρτησης.
– Εύκολη δημοσιογραφία. Αναπαράγεις κάτι χωρίς να κάνεις τη δουλειά σου ως ρεπόρτερ. Ακούς τις φήμες, μπαίνεις στο Ίντερνετ, βλέπεις τι γράφουν, αλλάζεις δυο-τρία πράγματα και γράφεις το άρθρο σου. Δεν είναι έτσι τα πράγματα. Έχουνε κατέβει 1.000 δημοσιογράφοι κι ακούνε τι λέει ο ταξιτζής και ο καφετζής. Μα δεν είναι μόνο αυτό η Ελλάδα. Πρέπει να ψάξεις και να βρεις τι είναι η Ελλάδα.

Τι είναι αυτό που έχει θυμώσει περισσότερο τους ξένους;

– Το ότι τόσα χρόνια η Ελλάδα έμαθε να ζει με λεφτά που δεν έχει. Ποιος όμως της έδωσε αυτά τα λεφτά; Τα έδωσαν αυτοί που τώρα ασκούν κριτική. Είναι οι ίδιοι που αντί να δανείσουν στην Ελλάδα με 3%, όπως δανείζουν τη Γερμανία, θα τη δανείσουν με 6%.

Εσάς τι θέματα σας ζητάνε αυτή την εποχή;

– Με πήραν από ένα περιοδικό της Γαλλίας και μου είπαν: «Ανζελίκ, θα στείλουμε μια ομάδα και θέλουμε να μας κάνεις 8.000 λέξεις για τις ουρές στα σούπερ μάρκετ και το κλάμα του κόσμου που χάνει τα σπίτια του». Είχαν στο μυαλό τους την Αργεντινή. Και τους λέω: «Τρελαθήκατε; Δεν υπάρχουν τέτοιες εικόνες. Οι Έλληνες εδώ και χρόνια ζουν με 700 και 800 ευρώ και έχουν δύο και τρεις δουλειές. Δεν θα πεινάσουν. Εκεί που πήγαιναν δύο φορές στην ταβέρνα θα πηγαίνουν μία».

 «ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΑΝΤΑ ΦΤΑΙΕΙ ΚΑΠΟΙΟΣ ΑΛΛΟΣ»

 O παππούς του ήταν από τη Γρανίτσα Ευρυτανίας. Από την αρχοντική οικογένεια των Γρανιτσαίων. Ήταν εισαγγελέας και γύρισε όλη την Ελλάδα.
Ο μπαμπάς του δούλευε στην εφημερίδα «Ακρόπολις». Κάποια στιγμή πήρε δημοσιογραφική υποτροφία και έφυγε για τον Καναδά και μετά στις ΗΠΑ. Εκεί γεννήθηκε και ο Αλκμάν. Η μητέρα του ήταν Γερμανίδα μετανάστρια.
Σπούδασε Διεθνείς Σχέσεις, Οικονομικά ενώ παράλληλα δούλευε μαραγκός. Το 1997 κάλυψε τη μεγάλη οικονομική κρίση της Ασίας και το 2004 ήρθε στην Αθήνα για τους Ολυμπιακούς Αγώνες και από τότε έμεινε εδώ. Παντρεύτηκε- «κοπέλα από τη Νάξο», θα μου πει όλο χαρά- και όπου νάναι περιμένουν το πρώτο τους παιδί.

Τελικά τα πράγματα είναι τόσο άσχημα όσο λένε;

Είναι πράγματι πάρα πολύ άσχημα. Η οικονομική συγκυρία είναι ίσως η χειρότερη που έχουμε ζήσει εδώ και πολλές δεκαετίες. Φοβάμαι λίγο για το μέλλον της χώρας, γιατί νομίζω ότι τα πράγματα θα χειροτερεύσουν ακόμα περισσότερο.

Μαζί με τους αρνητικούς δείκτες έχουμε τώρα και μια αρνητική δημοσιότητα. Πιστεύεις ότι θα συνεχιστεί ανεξαρτήτως της προσπάθειας που θα κάνουμε για να βγούμε από την κρίση;

Ναι, ένα από τα πράγματα που δυστυχώς έχουμε χάσει είναι η αξιοπιστία που είχαμε.
Σκεφτείτε ότι μόλις λίγα χρόνια πριν είχαμε τη μεγάλη επιτυχία των Ολυμπιακών Αγώνων. Όλο αυτό έχει καταρρεύσει και τώρα πρέπει να ξεκινήσουμε πάλι από το μηδέν- ίσως χαμηλότερα και από το μηδέν- και να επανακτήσουμε σιγά σιγά τη χαμένη μας αξιοπιστία.

Εσείς πώς αποφασίσατε να έρθετε να ζήσετε στην Αθήνα;
Όλοι οι Έλληνες που ζουν στο εξωτερικό γυρεύουν την επιστροφή τους στην πατρίδα.
Εγώ σπούδασα στην Αμερική, δούλεψα στην Ασία 10 χρόνια, πάντα όμως ήθελα να γυρίσω στην Ελλάδα. Νιώθω ότι μου πήρε 20 χρόνια για να επιστρέψω στη δική μου «Ιθάκη».

Ζείτε στην Ελλάδα, η μητέρα σας είναι Γερμανίδα, μεγαλώσατε όμως στην Αμερική. Τι από όλα είστε, Έλληνας, Γερμανός ή Αμερικανός;

Είμαι ένα μείγμα και των τριών. Μισός Έλληνας, μισός Γερμανός, με εμπειρίες όμως από την Αμερική. Αγαπώ πάρα πολύ την Ελλάδα και ιδιαίτερα την ανθρώπινη φύση της. Απ΄ την άλλη βέβαια όποιος έχει επισκεφτεί τη Γερμανία θα έχει καταλάβει ότι είναι άλλου είδους χώρα, λειτουργεί με κανόνες, όπως και η Αμερική.

Ένας Γερμανός στην Αθήνα λοιπόν.

Όλοι εμείς ερχόμαστε στην Ελλάδα με αγάπη γι’ αυτήν τη χώρα, άλλα με αντίληψη που προέρχεται από τη Δύση.

Τι είναι αυτό που δεν συγχωρείτε στους Έλληνες;
Νομίζω ότι οι Έλληνες γνωρίζουν τα διάφορα προβλήματα που υπάρχουν στη χώρα τους, αλλά πάντα ψάχνουν να βρουν κάποιον άλλον που φταίει. Είναι πολύ σπάνιο να βρεις Έλληνα που αναλαμβάνει τη δική του ευθύνη για τα προβλήματα που υπάρχουν γύρω του. Εγώ λοιπόν θα τους έλεγα αυτό που είχε πει ο JFΚ, ο Αμερικανός πρόεδρος. «Μη ρωτάς τι μπορεί να κάνει η χώρα σου για σένα, ρωτά τι μπορείς να κάνεις εσύ για τη χώρα σου».

Υπάρχει μια «γραμμή», που δίνουν ειδικά αυτήν την εποχή οι Αμερικανοί αρχισυντάκτες;
Ανοιχτά δεν δίνουν κάποια γραμμή, άλλα είναι επιφυλακτικοί απέναντι στη χώρα. Σας είπα, έχουμε χάσει την αξιοπιστία μας. Υπάρχει μια καχυποψία. Και αρχίζουν πλέον στα ξένα Μέσα να χρησιμοποιούν όλο και πιο συχνά διάφορα αρνητικά στερεότυπα.

Ότι είμαστε τεμπέληδες;
Ότι κάνουμε απάτες, ότι λέμε ψέματα. Παρουσιάζουν την εικόνα του μεσογειακού τύπου στην αρνητική της εκδοχή. Ε, δεν νομίζω ότι είναι έτσι. Και, ναι μεν, έχουμε προβλήματα με τα στατιστικά μας, έχουμε προβλήματα με τη διαφθορά άλλα δεν είμαστε τόσο χαμένοι. Είμαστε μια ευρωπαϊκή χώρα με μεγάλη ιστορία. Επομένως αυτά τα στερεότυπα αντανακλούν μόνο ένα μέρος της πραγματικότητας.
Μόλις λίγα χρόνια πριν είχαμε τη μεγάλη επιτυχία των Ολυμπιακών Αγώνων. Όλο αυτό έχει καταρρεύσει και τώρα πρέπει να ξεκινήσουμε πάλι από το μηδέν.