Φώτα του Melbourne. Βαρετά κυλάει ο Yara Yara
ανάμεσα σε φορτηγά πελώρια και βουβά,
φέρνοντας προς το πέλαγος χωρίς να δίνει δυάρα,
του κοριτσιού το φίλημα που στοίχισε ακριβά.

Γερά την ανεμόσκαλα. Καφέ για τον πιλότο.
Λακίζετε, αλυσόδετοι του στεριανού καημού.
Και σένα, που σε κέρδισα μιανής νυχτιάς σε λότο,
σμίγεις και πας με τον καπνό του γκρίζου ποταμού.

Μια βάρκα θέλω, ποταμέ, να ρίξω από χαρτόνι,
όπως αυτές που παίζουνε στις όχθες μαθητές.
Σκοτώνει, πες μου, ο χωρισμός ; – Ματώνει, δεν σκοτώνει.
Ποιος είπε φούντο ; Ψέματα. Δεν φτάσαμε ποτές.
Νίκος Καββαδίας, Yara Yara. ( Μελβούρνη, 1951 )

Νίκος Καββαδίας, ο ιδανικός και ανάξιος εραστής των μακρισμένων θαλασσών και των γαλάζιων πόντων.
Ο Νίκος Καββαδίας, ο αγαπημένος ποιητής των μακρινών ωκεανών, γεννήθηκε το 1910 από έλληνες γονείς στην Ματζουρία. Ο πατέρας του ήταν έμπορος, προμηθευτής του τσαρικού στρατού. Με την έναρξη του πρώτου παγκόσμιου πολέμου η οικογένεια του επιστρέφει στον τόπο καταγωγής της, την Κεφαλονιά και αμέσως μετά στον Πειραιά.

Ο μικρός Νίκος, ήδη από το σχολείο δείχνει το ταλέντο του και τη στιχουργική του δεινότητα εκδίδοντας ένα σχολικό περιοδικό τον «Σχολικό Σάτυρο». Τελειώνοντας το γυμνάσιο δουλεύει υπάλληλος σε ένα ναυτικό γραφείο στο Πειραιά. Όμως το υπαλληλίκι δεν του ταιριάζει και μπαρκάρει ναύτης σε φορτηγό, για να ζήσει αυτά που ονειρεύονταν ανάμεσα στα λογιστικά βιβλία του ναυτικού γραφείου, όπως το περιγράφει έξοχα στο ποίημα του «Ιδανικός και ανάξιος εραστής…»
Για να καλυτερεύσει τις συνθήκες εργασίας στα καράβια που δουλεύει, αποφασίζει να γίνει μαρκόνης. Το 1939 παίρνει το δίπλωμα του ασυρματιστή αλλά τον προλαβαίνει ο πόλεμος και επιστρατεύεται στο αλβανικό μέτωπο. Από εκείνη την εποχή δημοσιεύτηκε το 1987 μετά τον θάνατό του ένα υπέροχο μικρό πεζό, «Στο άλογό μου». Με το τέλος του πολέμου μπαρκάρει σαν ασυρματιστής και ταξιδεύει συνεχώς για 30 χρόνια, όταν προβλήματα υγείας τον αναγκάζουν να σταματήσει τα ταξίδια. Μόλις μετά από τρεις μήνες στη στεριά, πεθαίνει το 1975, από εγκεφαλικό.

Ο Καββαδίας αρχίζει να δημοσιεύει ποιήματά του από πολύ νωρίς σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά αλλά την επίσημη είσοδο του στα ελληνικά γράμματα την κάνει το 1933 με την ποιητική του συλλογή «Μαραμπού» που μουδιάζει τους λογοτεχνικούς κύκλους. Μόνο ο Φώτος Πολίτης και ο Κώστας Βάρναλης μιλάνε με ενθουσιασμό για το νέο ποιητή. Η βιωματική ποίηση του με την ιδιωματική γλώσσα των ναυτικών, η άψογη δημοτική με τον ομοιοκατάληκτο στίχο και η δυσκολία κατάταξης του σε μια από τις σχολές της ελληνικής ποίησης τον αφήνουν απέξω από όλες τις ανθολογίες να τραβάει τον μοναχικό του δημιουργικό δρόμο μέχρι το θάνατο του.
Εκτός από τις τρεις ποιητικές του συλλογές δημοσίευσε και την «Βάρδια» το 1954, που πάλι προκάλεσε αίσθηση και προβλήματα κατάταξης, μιας που φιλόλογοι δεν έχουν αποφασίσει ακόμα αν είναι μυθιστόρημα, αυτοβιογραφικό αφήγημα, φανταστική νουβέλα.

Η δημοτικότητα του Καββαδία και του έργου του εκτοξεύτηκε στα ύψη την δεκαετία του 80 –Οκτώβριος 1979 – με τις πρώτες μελοποιήσεις των ποιημάτων του από διάφορους συνθέτες αλλά και με τον «Σταυρό του Νότου» του Θάνου Μικρούτσικου. Είχε προηγηθεί η επιλογή τραγουδιών για την ταινία «Πούσι 090», στην κρατική τηλεόραση.

Όπως και νάχει, ένα δημιούργημα να πουλάει 1.000.000 αντίτυπα από τότε μέχρι σήμερα δεν είναι κάτι το τυχαίο.

 Ακολούθησαν «Οι γραμμές των Οριζόντων» από τον ίδιο συνθέτη και μέχρι σήμερα είναι από τους πιο αγαπημένους Έλληνες ποιητές. Φυσικά και οι δισκογραφικές δουλειές με την Μαρίζα Κωχ, τον Κώστα Καράλη και τους «Ξέμπαρκους».

Ένας ποιητής που σίγουρα μας ταξιδεύει, με την μέθη της περιπέτειας, την ένταση των στιγμών, της άμεσης συγκίνησης. Το 1987 και με το άστρο του Καββαδία στο ζενίθ, εκδόθηκαν τρία μικρά πεζά του, που απλά μας επιβεβαίωσαν τη μαστοριά του σε ότι κι αν έγραφε. Τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν την ποίησή του και τη σημαδεύουν, σαν ένα κοχύλι που ακούει όλα τα αρώματα ,τα κύματα και τις εναλλαγές του τοπίου είναι περίπου τα εξής’ α) ο άνθρωπος της θάλασσας και η αγάπη του γι’ αυτόν β) η γυναίκα σε όλες τις μορφές της και γ) ο θάνατος.

Και αν ο λόγος είναι λιτός και χωρίς πολλά πλουμίδια, η αφήγηση χαρακτηρίζεται από την δράση και το απρόοπτο.
Στις 21 Μαρτίου παγκόσμια ημέρα ποίησης και η Αθήνα θα πλημυρίζει με τους στίχους ενός από τους σημαντικότερους δημιουργούς, με αφορμή τα 100 χρόνια από την γέννησή του.

Και ο λόγος της γραφής μέσα στο μυαλό μας να σφυρίζει…

ΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΑΒΒΑΔΙΑ
Μαραμπού (1933)
Πούσι (1947)
Τραβέρσο (1975)
ΠΕΖΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΑΒΒΑΔΙΑ
Βάρδια (1954)
Λι (1987)
Του πολέμου (1987)