Ο συγγραφέας και βιβλιοκριτικός Peter Craven παρουσίασε στο λογοτεχνικό ένθετο της εφς The Australian τη νέα μετάφραση στην αγγλική γλώσσα τριών αρχαίων ελληνικών τραγωδιών από την ποιήτρια και καθηγήτρια κλασικών σπουδών Anne Carson. Η μετάφραση, υπό το γενικό τίτλο An Oresteia, παρουσιάζεται σε σύγκριση με παλαιότερες κλασικές μεταφράσεις και κρίνεται ως εξαιρετικά ποιοτική, ενώ εγκωμιάζεται γενικότερα το έργο των Αισχύλου, Σοφοκλή και Ευριπίδη.

Η Αν Κάρσον, παντρεύει τα αντίθετα -κλασικό και μοντέρνο, κινηματογραφικό και έντυπο λόγο, αφήγηση και ποίηση, υψηλό και χαμηλό- και φτιάχνει ανοίκειους, όμως άκρως ερεθιστικούς συνδυασμούς. Το ίδιο επιχειρεί και στην «Μια Ορέστεια» που απομακρύνεται ιλιγγιωδώς από την αισχύλεια τριλογία και επιχειρεί μια εκ νέου διατύπωση του τραγικού.

Η Κάρσον κρατάει από τον Αισχύλο τον Αγαμέμνονα, το πρώτο από τα τρία έργα του με θέμα την οικογένεια των Ατρειδών και το συμπληρώνει με την Ηλέκτρα του Σοφοκλή και τον Ορέστη του Ευριπίδη, κάνοντας τους τρεις μεγάλους τραγικούς της κλασικής Αθήνας να συνεργαστούν για πρώτη φορά, δυόμισι χιλιετίες αργότερα.
Ο Αισχύλος προωθεί τη δράση με μία μονάχα παύση στην πορεία προς την κάθαρση – τις αγνοημένες και ουδέποτε εισακουόμενες προφητείες της Κασσάνδρας. Ο Σοφοκλής πραγματεύεται διεξοδικά το παράδοξο της εμμονής: η Ηλέκτρα δεν λυτρώνεται επιμένοντας στην εκδίκηση, αλλά και χωρίς αυτήν θα εκμηδενιζόταν ολοκληρωτικά.

Ο  Ευριπίδης τέλος αφήνει την παράνοια που χαρακτηρίζει τους χαρακτήρες να ξεσπάσει: ο Ορέστης μεταβαίνει από την κατάπτωση στη δολοφονική μανία, ενώ ο χορός απηχεί κάθε μετάπτωση του θυμικού, ασταθής και αυτός όπως και ο πρωταγωνιστής.

Η πλοκή γίνεται ολοένα και πιο περιπεπλεγμένη από έργο σε έργο, αντανακλώντας έτσι την ιστορία της Αθήνας στη διάρκεια της ζωής των τριών δραματουργών.