ΕΝΝΕΑ μέρες και οκτώ νύχτες έμεινα όλες και όλες στο Μπαλί, κατά τη διάρκεια των οποίων αλλάξαμε δύο ξενοδοχεία.

ΚΑΙ τα δύο ήταν καθαρά και σχετικά φτηνά, γύρω στα $75 τη βραδιά το πρώτο και λίγο πιο ακριβό το δεύτερο, το οποίο ήταν και ένα από τα καλύτερα που έχω μείνει έως τώρα.

ΚΑΙ τα δύο (όπως όλα τα πράγματα εκεί) ήταν περιτριγυρισμένα από πυκνή τροπική βλάστηση, γεγονός που σού δημιουργούσε την εντύπωση ότι βρίσκεσαι απομονωμένος  καταμεσής της ζούγκλας. Με λίγη φαντασία μέχρι και τον Ταρζάν άκουγες να καλεί την Τζέιν… 

ΜΕ την πολύ πρασινάδα δεν τα πάω καλά, αφού προτιμώ την έρημο και τη «γυμνή» φύση, αλλά τη συγκεκριμένη, την έκανε ελκυστική η αφθονία και η πολυχρωμία των λουλουδιών της.

ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ να δουν τα μάτια σας! Λουλούδια σε κάθε σχήμα και απόχρωση. Όπου και αν βρισκόσουν η παρουσία τους ήταν πιο έντονη στο μάτι παρά στη μύτη.

ΤΑ χρώματα και σχήματα υπερτερούσαν των αρωματικών τους επιδόσεων. Για να τα βλέπεις ήταν γεννημένα και όχι να τα μυρίζεις. Σε άλλο κόσμο απευθύνονταν, με διαφορετικές προτιμήσεις και ευαισθησίες.

Η όραση είναι πολύπλοκη. Θέλει ένταση, σύνθεση, χρώματα, σχήματα και (αντιθετική) αρμονία για να συγκινηθεί. Η όσφρηση (μόνο) βάθος.

ΑΣ αφήσουμε, όμως, την «ανάλυση», γιατί ήδη έχουμε ξεφύγει από το «κυρίως» θέμα, και ας επανέλθουμε στα λουλούδια…  

ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ στα δέντρα, λουλούδια στους κήπους, λουλούδια στα κρεβάτια των ξενοδοχείων, στις βιτρίνες των καταστημάτων, στα τραπέζια των εστιατορίων, στα κάθε λογής αγάλματα (θεών και δαιμόνων), λουλούδια στα μαλλιά… Λουλούδια παντού.

ΚΑΙ τα πεζοδρόμια γεμάτα λουλούδια ήταν, πράγμα, που αν έχεις και καμιά δόση ανθο-ευαισθησίας, σε έκανε να προσέχεις που…  πατάς! Που καρδιά να πατήσεις τέτοια ομορφιά.

ΑΥΤΑ, βέβαια, στην αρχή, γιατί στη συνέχεια αντιλαμβανόσουν ότι δεν έχει νόημα. Και η ομορφιά στην πληθωριστική υπερβολή της, χάνει τις ποιοτικές της αξίας.

ΚΑΝΟΝΑΣ: η καταναλωτική ρουτίνα σκοτώνει. Ακόμα και η πιο ονειρικά όμορφη να είναι. Σκοτώνει, μάλιστα, χωρίς να αφήνει ίχνη…  Είναι ύπουλη και πλανεύτρα. Γι’ αυτό και θανάσιμα ελκυστική. 

ΚΑΤΙ ερωτηματικά αφήνει και αυτά στους…  ενήμερους. Τους «γνώστες» υποτίθεται. Τρέξε, ψάξε, γύρευε…

Η ουσία είναι μία: τελικά δεν απόφυγα να πατάω κάθε τόσο πάνω σε…  λουλούδια. Μάλιστα, μετά από λίγο, ούτε και που πρόσεχα τα βήματά μου. Άλλες ήταν οι προτεραιότητές μου…

ΧΩΡΙΣ να το καταλάβω πάλι «κοιλιά» έκανε το πράγμα. Αλλά θέλω να γράψω και άλλα (αντί άλλων) γράφω. Συμβαίνουν όμως και αυτά. Έχει και το μυαλό την αυστηρά «ιδιωτική» του μνήμη…

ΔΙΔΑΓΜΑ και, μάλιστα, προσφάτως βιωμένο: Το καλό (το όποιο καλό) στην υπερβολή του γίνεται ανυπόφορο για τους (αρμονικά) υπερευαίσθητους.  

ΕΠΑΝΕΡΧΟΜΑΙ, όμως, στην τάξη. Και, μάλιστα, «εθελοντικά». Στα ξενοδοχεία νομίζω είχαμε μείνει.

ΤΟ ξενοδοχείο όπου καταλήξαμε το τελευταίο τριήμερο είχε τηλεόραση και internet. Συνδέθηκα για να ρίξω μια ματιά στις εφημερίδες.

ΠΡΩΤΗ είδηση στις αθηναϊκές εφημερίδες (για μήνες τώρα!) τα οικονομικά προβλήματα της πατρίδας και τα «μέτρα» που…  λαμβάνονται από την κυβέρνηση για την αντιμετώπιση της (παρατεταμένης) κρίσης.

ΤΗΝ ίδια μέρα, τα οικονομικά προβλήματα της πατρίδας μας, ήταν πρώτη είδηση και στο οικονομικό δελτίο του βρετανικού BBC.

ΤΗΝ ίδια συζήτηση, λόγω επικαιρότητας (και όχι μόνο) είχαμε το βράδυ κατά τη διάρκεια του φαγητού, με την Τζουλιάνα και δύο φίλες της, που είχαν ταξιδέψει μαζί από την Αθήνα στο Μπαλί.

ΤΑ ίδια έγραφαν οι εφημερίδες, τα ίδια εξιστόρησε το BBC, τα ίδια λέγαμε και εμείς. Τα ίδια λένε όλοι οι Έλληνες μήνες τώρα. Και όσο περισσότερα λέγονται τόσο συνηθίζεται το πράγμα και τόσο λιγότερο εντυπωσιάζει.

ΚΑΙ επειδή όλα στη ζωή είναι μια επανάληψη και συνήθεια, φοβάμαι ότι μπορεί να «βολευτούμε» και με την κρίση και να πάψει να μας απασχολεί.

ΛΟΓΩ τόπου, συνειρμικά έκανα μια «τουριστική» σύγκριση μεταξύ της πατρίδας μας και του Μπαλί. Και οι δύο τόποι θεωρούνται από τους καλύτερους τουριστικούς προορισμούς του πλανήτη.

ΛΟΙΠΟΝ, τα «στοιχεία» που ανέκυψαν από τη σύγκριση είναι ότι το Μπαλί υπερτερεί σε ό,τι έχει να κάνει με την ανθρώπινη παρέμβαση στο «τουριστικό γίγνεσθαι», ενώ η πατρίδα μας κερδίζει εκεί που «παρεμβαίνει» η φύση.

ΤΟ έχω γράψει πολλές φορές, αλλά δεν πειράζει να το επαναλάβω: το καλύτερο και συνολικά πιο προνομιακό «οικόπεδο» του πλανήτη, κατοικείται (δυστυχώς) από έναν βαλκάνιο λαό με παντελή έλλειψη καλού γούστου.

ΚΑΤΟΙΚΕΙΤΑΙ από έναν λαό, που ούτε την αξία του μπορεί να εκτιμήσει, ούτε την περίσσια ομορφιά του να αξιοποιήσει και τουριστικώς να πουλήσει.

ΔΕΝ λέω, και το Μπαλί όμορφο είναι, αλλά πολύ (μονότονα) πράσινο, βρε παιδί μου. Και παραλίες ωραίες έχει, αλλά καμιά σχέση με τις ελληνικές μαγευτικές ζωγραφιές.

ΟΣΟ για τη θάλασσα και τα χρώματά της, η πατρίδα μας δεν παίζεται. Θα διάλεγα 99 φορές στις εκατό να κολυμπήσω σε οποιαδήποτε παραλία της Χίου ή της Κεφαλονιάς για παράδειγμα, παρά σε μία στο Μπαλί.

ΝΑΙ, για τέτοια, μη συγκρίσιμα μεταξύ τους μεγέθη μιλάμε. Τέτοια χώρα «κληρονομήσαμε» από τη φύση και δεκαετίες τώρα προσπαθούμε να την κάνουμε σαν τα μούτρα μας. Να την προσαρμόσουμε στα μέτρα μας. Στη βαλκανική μας αισθητική και στην οθωμανική (μπακαλίστικη) «ανάπτυξη».

ΣΤΗ μακρινή (ασιατική) Ινδονησία οι ξενοδοχειακές μονάδες, που είναι χτισμένες κατά μήκος των ακτών, δεν «φαίνονται» από τη θάλασσα. Είναι σαν να μην υπάρχουν.

ΔΕΝ χρειάζεσαι πολύ μυαλό για να καταλάβεις ότι οι άνθρωποι σέβονται τη φύση. Εκτιμούν το φυσικό τους περιβάλλον και το σέβονται. Δεν το βιάζουν, ούτε το παραβιάζουν. Το αγαπούν και το φροντίζουν.

ΣΤΟ αντίθετο άκρο είμαστε εμείς, που δεν διστάζουμε, για ωφελιμιστικούς λόγους, ακόμα και αυθαίρετα να χτίσουμε καταμεσής της πιο ωραίας παραλίας. Καμιά αγάπη και κανένας σεβασμός απέναντι σε τίποτα. Ο εαυτός μας και η κονόμα μας, αυτοσκοπός μας.

ΞΕΝΟΙ σε ξένο τόπο ουσιαστικά είμαστε. Ή έτσι, τουλάχιστον, συμπεριφερόμαστε. Λες και η χώρα αυτή δεν είναι δική μας. Λες και ανήκει στους εχθρούς μας, που θέλουμε να τους κάνουμε κακό.

ΕΞΥΠΗΡΕΤΙΚΟΙ, ευγενικοί, ευχάριστοι και χαμογελαστοί οι υπάλληλοι των ξενοδοχείων. Ακόμα και οι καμαριέρες σε καλωσόριζαν και σε χαιρετούσαν διακριτικά, για να μην σε ενοχλήσουν.

ΑΙΣΘΑΝΟΣΟΥΝ ότι συναισθάνονται την παρουσία σου. Απόπνεαν μια θετική αύρα. Το καταλάβαινες.

ΣΕ όλα τα πιο πάνω εμείς (ως λαός) έχουμε να αντιπαραθέσουμε τα ακριβώς αντίθετα. Εμείς είμαστε άλλοι τύποι.

ΣΥΜΠΕΡΙΦΕΡΟΜΑΣΤΕ κατά τέτοιο τρόπο στους τουρίστες ώστε να μην τους αφήσουμε να έχουν την παραμικρή αμφιβολία ότι τους κάνουμε μεγάλη χάρη που τους…  δεχόμαστε!

ΑΝ μας έδιναν τα λεφτά τους χωρίς να μπαίνουν στον κόπο να…  έρχονται, ίσως και να τους λέγαμε ένα ευχαριστώ. Ποτέ, όμως, από την καρδιά μας. Πάντα διατηρώντας κάποιες αμφιβολίες και επιφυλάξεις. Μίζεροι σε όλα. Και στα συναισθήματα.

ΟΡΙΣΜΕΝΟΙ υποστηρίζουν ότι η τέτοιου είδους «τουριστική» ευγένεια είναι προσποιητή και τα χαμόγελα ψεύτικα. Ότι δήθεν πρόκειται για εξασκημένους υποκριτές. Δεν αντιλέγω. Μπορεί να είναι και έτσι. 

ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ, προτιμώ ένα τέτοιο «υποκριτή» από έναν κακομούτσουνο «δικό μας» που σε σπρώχνει ή σε πατάει και σε στραβοκοιτάζει και από πάνω!

ΕΝΑ ψεύτικο χαμόγελο είναι σε κάθε περίπτωση, απείρως πιο ευπρόσδεκτο από τις «ξινισμένες» φάτσες, που είναι φορείς ενός σαρκαστικό μουρμουρητού, του φοβερού αυτού «ιού», που έχει προσβάλει όλα τα γκαρσόνια και τους υπάλληλοι των ελληνικών ξενοδοχείων.

ΟΛΑ αυτά και πολλά, βέβαια, άλλα (ακόμα πιο σημαντικά) μας έφεραν, ως χώρα, εδώ που είμαστε σήμερα.

ΤΟ οικονομικό, όπως έχουμε ξαναπεί, είναι μια παράπλευρος του γενικότερου προβλήματος νοοτροπίας που έχουμε. Το πρόβλημα (χοντρικά έτσι;) έχει να κάνει με το εγώ μας, που ξεπερνά κατά πολύ το μυαλό μας και τις δυνατότητές μας.

ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ ότι είμαστε «κάτι άλλο», από αυτό που πραγματικά είμαστε και ως χώρα και ως άτομα.

ΑΚΟΜΑ δεν έχουμε συνειδητοποιήσει ότι (ουσιαστικά) έχουμε χρεοκοπήσει. Η «βοήθεια» από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΔΝΤ, που λέμε δήθεν ότι «δεν θα χρησιμοποιήσουμε», δίνεται μόνο για να «ελεγχθεί» η χρεωκοπία. Για να μη βγει ο κόσμος στους δρόμους.

ΣΤΟ ίδιο πάνω-κάτω συμπέρασμα, καταλήγει σήμερα και ο «Ετερόδοξος», που μας ενημερώνει από την Αθήνα. Στο ίδιο ακριβώς συμπέρασμα καταλήγουν και οι αναγνώστες που σχολιάζουν διάφορα άρθρα των εφημερίδων.

Η χώρα έχει καταρρεύσει κάτω από το βάρος ενός τρομακτικά «παχύσαρκου» και απελπιστικά δυσκίνητου κρατικού μηχανισμού.

ΚΑΙ το αδιέξοδο γίνεται όλο πιο ορατό όσο αρχίζουν όλοι, σιγά-σιγά, να αντιλαμβάνονται ότι δεν μπορούν να απαλλαγούν από τον κρατικό αυτό μηχανισμό. Από τον βρικόλακα που δημιούργησαν οι αυστηρά πελατειακές σχέσεις του πολιτικού μας συστήματος.