Το 1950, όταν ο Ρούπερτ Μέρντοχ ήταν μόλις 19 χρονών, πήγε με τον πατέρα του Κιθ μια μεγάλη περιοδεία στην Αμερική. Όντας ισχυρή προσωπικότητα των ΜΜΕ στη γενέτειρά του Αυστραλία, ο πρεσβύτερος Μέρντοχ ήταν σε θέση να παρουσιάσει τον γιο του σε διάφορους κύκλους της ελίτ. Παραβρέθηκαν σε μια συνάντηση στον Λευκό Οίκο με τον Χάρι Τρούμαν και έπειτα, μια Κυριακή, πατέρας και γιος μετέβησαν στη θερινή κατοικία των Σουλτσμπέργκερ, ιδιοκτητών των «New York Times», στο Κονέκτικατ.

Ήταν μια καθοριστική εμπειρία για τον νεαρό Μέρντοχ, από αυτές που σύμφωνα με τον βιογράφο του, Μάικλ Γουλφ, μπορούν να εξηγήσουν τη διά βίου εμμονή του με τη μεγάλη εφημερίδα. «Σ’ εκείνη την επίσκεψη, ο πατέρας του τού μετέδωσε το αδιαμφισβήτητο μήνυμα ότι οι Σουλτσμπέργκερ υπήρξαν οι καλύτεροι ιδιοκτήτες εφημερίδας που ο κόσμος είχε γνωρίσει ποτέ, ενώ οι «New York Times» η πιο μεγάλη εφημερίδα στον κόσμο», λέει ο Γουλφ. «Αυτό το μήνυμα τον στοιχειώνει ακόμη και σήμερα, καθώς ο Μέρντοχ γνωρίζει ότι εάν πρόκειται να διασφαλίσει την κληρονομιά του ως ο τελευταίος και μεγαλύτερος βαρόνος του Τύπου, τότε πρέπει να βρεθεί αντιμέτωπος με τους «New York Times».

ΕΙΔΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ

Σήμερα, ο Ρούπερτ Μέρντοχ προωθεί ακριβώς αυτό το μεγάλο σχέδιό του να αντιμετωπίσει τους «New York Times». Η «Wall Street Journal», η εφημερίδα που αγόρασε με τεράστιο κόστος πριν από 28 μήνες, εκδίδει ένα καθημερινό πρόσθετο φύλλο, αφιερωμένο στον ανταγωνισμό με τους «Νew York Times», που θα διανέμεται στην ίδια τους την έδρα, τη Νέα Υόρκη. Η κυκλοφορία της ειδικής έκδοσης της «Journal» σημαίνει πολύ περισσότερα απ’ όσα αποκαλύπτει εκ πρώτης όψεως η αξία της: θα δημοσιεύονται περίπου 12 σελίδες την ημέρα με ειδήσεις από την πολιτική, τον αθλητισμό, τις τέχνες, τις επιχειρήσεις και την αγορά ακινήτων της πόλης της Νέας Υόρκης και ολόκληρης της Πολιτείας. Δεν πρόκειται τόσο για την έκδοση ενός νέου φύλλου, αλλά για μια αποστολή μεταφοράς της μάχης κατευθείαν στην καρδιά της πομπώδους παλαιάς δημοσιογραφίας των «Times», μιας αποστολής κλοπής του τίτλου της ως της πρώτης εφημερίδας της περιοχής.

Ο Μέρντοχ σίγουρα επενδύει τα χρήματά του στο μεγάλο του στόχο. Σε μια εποχή κατά την οποία όλες οι άλλες εφημερίδες μειώνουν προϋπολογισμούς και απολύουν προσωπικό, εκείνος επενδύει 15 εκατομμύρια δολάρια τον χρόνο σε ένα νέο φύλλο και έχει προσηλυτίσει προσωπικό περίπου 35 δημοσιογράφων, μεταξύ τους πολλοί από τη διαλυμένη σήμερα «New York Sun», που ο Μέρντοχ θαύμαζε πολύ. Πολλοί πιθανολογούν ότι η «Journal» θα προσπαθήσει και θα πλήξει τους «Times», κάνοντας έκπτωση στις χρεώσεις των διαφημιστικών εταιρειών. Η εφημερίδα αρνείται οποιαδήποτε τέτοια πρόθεση, αν και δηλώνει ανοιχτά ότι ο πόλεμος μαίνεται.

ΣΚΛΗΡΗ ΚΡΙΤΙΚΗ

Καθώς πλησίαζε η κυκλοφορία του νέου φύλλου στη Νέα Υόρκη, ο πόλεμος ξέσπασε ανοιχτά. Τον περασμένο Δεκέμβριο, ο Ρόμπερτ Τόμσον, πρώην στέλεχος των «Times» του Λονδίνου, τον οποίον ο Μέρντοχ προσέλαβε στην Journal λίγο μετά την αγορά της, άσκησε σκληρή κριτική εναντίον ενός άρθρου των «New York Times». Με υπογραφή του Ντέιβιντ Καρ, το άρθρο κατηγορούσε το πολιτικό τμήμα της «Journal» ότι έχει στραφεί προς τα δεξιά μετά την αλλαγή ιδιοκτησίας. Σύμφωνα με τον Τόμσον, το άρθρο του Καρ αποτελούσε «ένδειξη της αμηχανίας των «New York Times» έναντι της προοπτικής ανόδου ενός όλο και πιο επιτυχούς αντιπάλου… Η ηθική δεν είναι παρά διακοσμητική στους «New York Times».

Όπως το έθεσε η δημοσιογράφος Σάρα Ελισον, «οι σχέσεις μεταξύ των «New York Times» και της «Wall Street Journal», υπό τους προηγούμενους ιδιοκτήτες τους, ήταν απλώς υποτιμημένες. «Δεν ανέφεραν σχεδόν ποτέ ο ένας το όνομα του άλλου δημοσίως και όλα γίνονταν μεταξύ τους με ευγένεια. Δεν υπήρχαν μονομαχίες».
Τα δεδομένα τώρα έχουν αλλάξει. Τον Φεβρουάριο, ο Μέρντοχ εξαπέλυσε προσωπική επίθεση κατά του ίδιου του προέδρου των «New York Times», Άρθουρ Σουλτσμπέργκερ. Δήλωσε στο περιοδικό New York ότι κατά την άποψή του οι «Times» είναι μια εφημερίδα προσκολλημένη στο παρελθόν και συνεπώς τρωτή σε επιθέσεις, κυρίως επειδή «ο Σουλτσμπέργκερ παραμένει στη θέση του»…

«ΝΑ ΒΡΟΥΜΕ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΝΑ ΤΟΥΣ ΣΑΚΑΤΕΨΟΥΜΕ»

Ο Ρούπερτ Μέρντοχ διόλου ενδιαφέρθηκε να κρύψει ότι σκοπός του είναι να πλήξει τους «New York Times», φιλοδοξία προφανής προτού αγοράσει την Dow Jones, μητρική εταιρεία της «Journal», για 5 δισ. δολάρια το 2007. Η Σάρα Ελισον, άλλοτε δημοσιογράφος της «Journal», της οποίας το βιβλίο «Πόλεμος στη Wall Street Journal», θα κυκλοφορήσει τον ερχόμενο μήνα, θυμάται πόσο οργισμένος ήταν ο Μέρντοχ μ’ ένα καυστικό κύριο άρθρο των «Times», που επέκρινε την επικείμενη πώληση στη News Corporation. Η οργή του ήταν τέτοια που έγραψε στον πρόεδρο της εφημερίδας, Άρθουρ Σoυλτσμπέργκερ, ένα σημείωμα με την εξής κατάληξη: «Η μάχη αρχίζει». Λίγο αργότερα, κι ενώ είχε πάρει τα ηνία της «Journal», ο Μέρντοχ δήλωσε σε μια συνάντηση στελεχών της Dow Jones και της «Journal»: «Πρέπει να βρούμε τον τρόπο να σακατέψουμε τους «New York Times», κυριολεκτικά να τους σακατέψουμε».

Τέτοιου είδους ανελέητες μάχες δεν συνηθίζονται στο μάλλον συντηρητικό τοπίο των ΜΜΕ της Νέας Υόρκης, όπου επί έτη ήταν δεδομένο ότι οι «Times» και η «Wall Street Journal» βρίσκονταν στο απυρόβλητο, ενώ σπανίως ακούγονταν σκληρά λόγια.