Ανησυχητικές διαστάσεις παίρνει η συνεχιζόμενη αύξηση στις τιμές των σπιτιών σε ολόκληρη την Αυστραλία και ιδιαίτερα στην Μελβούρνη, όπου τον τελευταίο χρόνο αυξήθηκαν κατά 8 τοις εκατό περισσότερο απ’ ότι στις υπόλοιπες μεγάλες πόλεις της χώρας, όπου κατά μέσο όρο η αύξηση έφτασε 20%!
Η Αποθεματική Τράπεζα Αυστραλίας (Reserve Bank) στην προσπάθεια της να βάλει φρένο στην ξέφρενη έκρηξη των τιμών των σπιτιών αύξησε τα στεγαστικά επιτόκια κατά 0,25%. Αυτή είναι η έκτη συνερχόμενη αύξηση από τον περασμένο Οκτώβριο, που σημαίνει ότι όσοι εξοφλούν ένα τυπικό εικοσιπενταετές στεγαστικό δάνειο των $300.000, θα χρειάζονται $46 επιπλέον κάθε μήνα.

Αν κοντά σε αυτά προσθέσουμε και την οικονομική επιβάρυνση μετά τις επανωτές αυξήσεις από τον περασμένο Οκτώβριο, το επιπλέον ποσό που καλούνται να πληρώσουν φτάνει στα $235 τον μήνα.

Οι ειδικοί εκτιμούν ότι λόγω της ξέφρενης πορείας των τιμών, οι αγοραστές πρώτης κατοικίας, στην προσπάθειά τους να αποκτήσουν δική τους στέγη, χρεώνονται πολύ περισσότερα από $300.000 από τις τράπεζες, που σημαίνει ότι κάθε αύξηση των επιτοκίων του πλήττει κεραία, φέρνοντας πολλούς από αυτούς σε οικονομική απόγνωση.
Οι ίδιο υποστηρίζουν ότι το κυβερνητική επίδομα, στους αγοραστές πρώτης κατοικίας, που καθιέρωσε η προηγούμενη κυβέρνηση Χάουαρντ, είχε ως αποτέλεσμα την άνοδο των τιμών, αφού οι περισσότεροι το εξέλαβαν ως ευκαιρία να εκμεταλλευτούν το επίδομα για να αγοράσουν ένα σπίτι κατά $30.000 «φτηνότερα».
Η μεγάλη ζήτηση από την μια, σε σχέση με τη διαρκή έλλειψη σπιτιών από την άλλη ανέβασε τις τιμές στα ύψη.

Έτσι αντί το επίδομα να βοηθήσει αυτούς που το δικαιούνταν (νεαρά ζευγάρια κυρίως) και να συμβάλει στην αγορά ενός σπιτιού «φτηνότερα», λειτούργησε προς την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση, σπρώχνοντας δηλαδή τις τιμές προς τα πάνω, διογκώνοντας την είδη μεγάλη «φούσκα» στον στεγαστικό τομέα και βυθίζοντας αρκετούς αγοραστές σε δυσβάσταχτα χρέη.

Το παράδειγμα της ανόδου της τιμής ενός μικρού ξύλινου σπιτιού στο Ρίτσμοντ, είναι ενδεικτικό για το πώς εξαλλάχθηκαν τα πράγματα και πως σε πολλά προάστια της Μελβούρνης σπίτια, που πριν δέκα χρόνια πωλούνταν γύρω στις $350.000, έχουν περάσει σήμερα το ένα εκατομμύριο!

Το περασμένο Σάββατο ένα ξύλινο σπιτάκι μονής πρόσοψης στο Coppin Street του Ρίτσμοντ ξεπέρασε στη δημοπρασία το $1.000.000!
Το ίδιο σπίτι είχε πουληθεί το 2005 αντί $533.000 και το 1996 αντί $218.000!

Το σπιτάκι του Ρίτσμοντ, που δεν έχει τίποτα το ιδιαίτερο, αφού ήταν μια φτωχή εργατική κατοικία πριν λίγες δεκαετίες, αγόρασε ένα νεαρό ζευγάρι που τέλος πάντων αμείβεται κάπως καλύτερα από ένα απλό εργαζόμενο, με την βοήθεια των γονιών τους.

Το ίδιο σπίτι διεκδίκησαν και άλλοι τρεις αγοραστές οι οποίοι και τελικά αποτραβήχτηκαν. Και το σπίτι του Ρίτσμοντ δεν είναι μεμονωμένο παράδειγμα. Το ίδιο συμβαίνει και σε άλλα προάστια της Μελβούρνης που οδηγεί την κούρσα στις αυξήσεις των τιμών.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, οι τιμές των σπιτιών τον περασμένο χρόνο σε ολόκληρη την Αυστραλία αυξήθηκαν κατά 20%, ενώ όπως προείπαμε, στη Μελβούρνη η Αύξηση έφτασε το 28%.

Το τελευταίο τρίμηνο, που έληξε τον περασμένο Μάρτιο, η αύξηση των τιμών των σπιτιών έφτασε τις 6,7 ποσοστιαίες μονάδες.

Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, από το 1986 μέχρι σήμερα οι τιμές των σπιτιών στην Αυστραλία αυξήθηκαν κατά μέσο όρο 563 τοις εκατό ενώ το διαθέσιμο εισόδημα των εργαζομένων αυξήθηκε κατά 210%.

 Αυτό σημαίνει ότι ένα σπίτι που στα τέλη της δεκαετίας του 1980 είχε $100.000, σήμερα η τιμή του έχει φτάσει τις $663.000!

Η Αποθεματική Τράπεζα, που ανησυχεί για την έκρηξη των τιμών στον στεγαστικό τομέα, θα υποχρεωθεί τελικά να αυξήσει και περεταίρω τα επιτόκια για να συγκρατήσει τις τιμές που κινδυνεύουν να εκτροχιάσουν την γενικότερη οικονομική ανάπτυξη της χώρας.