«Ρατσιστές και βολεμένοι»

Τον Κώστα τον γνώρισα από κοντά στο Comedy Festival. Πήγα να δω μία από τις λίγες παραστάσεις που έδωσε εκεί και διαπίστωσα ότι ο άνθρωπος έχει χιούμορ. Πολύ καλό χιούμορ. Σίγουρα, ο Κώστας Καραπαναγιωτίδης είναι κωμικός. Δεν είναι, όμως, μόνο κωμικός.

Ο Κώστας Καραπαναγιωτίδης, ο 37χρονος ομογενής δικηγόρος, είναι, πάνω απ’ όλα, ένας σύγχρονος Δον Κιχώτης και η αγαπημένη του Δουλτσινέα ζει στα πρόσωπα χιλιάδων προσφύγων και κατατρεγμένων που φτάνουν στην Αυστραλία με σάπιες βάρκες, κυνηγώντας ένα καλύτερο αύριο για τα παιδιά τους.
 Το 2001 όταν στην Αυστραλία ζούσε και βασίλευε ο φόβος για «λαθρομετανάστες» και πρόσφυγες που από την μία στιγμή στην άλλη η αυστραλιανή κυβέρνηση βάφτιζε υποψήφιους τρομοκράτες, που καραδοκούσαν έτοιμοι να καταστρέψουν την φιλήσυχη καθημερινότητά μας, ο ανατρεπτικός Κώστας τόλμησε να πάει κόντρα στο κύμα, όχι με λόγια, αλλά με πράξεις.

Χωρίς δεκάρα στην τσέπη του και με μόνη του περιουσία την ανθρωπιά του και την επιστημονική του κατάρτιση ίδρυσε το Κέντρο Βοηθείας Αιτούντων Άσυλο.
Δεν είχε δεκάρα ο Κώστας, αλλά είχε όραμα και, πάνω από όλα, είχε πίστη στις αρχές της ανθρωπιάς και της αλληλεγγύης που σήμερα εννιά χρόνια μετά τις υπηρετεί το ίδιο πιστά και από το ίδιο πόστο. Η κωμωδία, όπως μου είπε, του προέκυψε ξώφαλτσα. Ως ασχολία για τον ελεύθερο χρόνο του. Για να ξεδίνει λίγο.
Σήμερα το Κέντρο του Κώστα έχει μεταβληθεί σε έναν οργανισμό που απασχολεί 20 άτομα μόνιμο προσωπικό, έχει τουλάχιστον 700 εθελοντές και στηρίζεται σε ποσοστό 95% σε δωρεές ιδιωτών. Το Κέντρο παράγει κάθε χρόνο, σε υπηρεσίες στήριξης, έργο που ισοδυναμεί με $18 εκατ.,.

 Απλά πράγματα κάνει το Κέντρο του Κώστα. Απλά και ανθρώπινα. Φροντίζει οι πρόσφυγες που φτάνουν στην Μελβούρνη, να έχουν ένα πιάτο φαΐ να βάλουν στο στόμα τους, ένα κρεβάτι να κοιμηθούν, έναν άνθρωπο να πουν τον πόνο τους, μία πόρτα να κτυπήσουν όταν ψάχνουν για δουλειά, έναν ειδικό να τους συμβουλέψει πού να πάνε, τι να κάνουν, για να βάλουν το πρώτο λιθαράκι πάνω στο οποίο θα χτίσουν τη νέα τους ζωή στην Αυστραλία.

Τον Κώστα Καραπαναγιωτίδη, όχι τον κωμικό, αλλά τον «Έλληνα», όχι τον Ελληνοαυστραλό όπως ο ίδιος μου διευκρίνισε, τον τολμηρό ανθρωπιστή, όμως, τον καυστικό επικριτή, τον αεικίνητο εργάτη, τον δεινό δικηγόρο συνάντησα στο Asylum Seekers Resource Centre, κάπου στο North Melbourne. Μίλησε για πολλά ο Κώστας, για τη δική του πορεία, την ελληνική παροικία, την αυστραλιανή κοινωνία, αλλά και για την Ελλάδα.

«ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΑΣ ΜΟΥ ΒΟΛΕΜΕΝΟΙ ΚΑΙ ΡΑΤΣΙΣΤΕΣ»

– Τι σε ώθησε στην δημιουργία του Κέντρου αυτού;
«Η καταγωγή μου. Είμαι παιδί μεταναστών και απόγονος προσφύγων. Ο παππούς μου ήταν Πόντιος και γνώρισε τον ξεριζωμό. Μεγάλωσα στην επαρχιακή Βικτώρια και με το wog κολλημένο στην πέτσα μου, αλλά, πάνω απ’ όλα, βλέποντας τους γονείς μου να θυσιάζονται σε εργοστάσια, να ακούνε τα μύρια όσα από τους Αυστραλούς της εποχής. Είμαι Έλληνας και περήφανος γι’ αυτό. Θαυμάζω την ελληνική κουλτούρα, που είναι άρρηκτα δεμένη με την περίφημη έννοια της φιλοξενίας. Αυτή μου η ελληνική καταγωγή, η ελληνική μας ιστορία, οι θυσίες των γονιών μου, ο ρατσισμός που γνώρισα, με οδήγησαν σε αυτήν την απόφαση. Οι γονείς μου έκαναν θυσίες για μένα, για την αδερφή μου. Ήθελα να κάνω και εγώ κάτι, με τη σειρά μου, γι’ αυτή τη κοινωνία. Με το να δώσεις ένα πιάτο φαΐ, λίγη ελπίδα σε ανθρώπους, που αν αναλογιστείς ότι σε κάποια άλλη ιστορική στιγμή, σε κάποια άλλη γωνιά του πλανήτη θα μπορούσαν να ήταν ο πατέρας σου ή ο παππούς σου, για μένα ήταν το λιγότερο που μπορούσα να κάνω. Υποθέτω ότι ήταν ένας συνδυασμός όλων αυτών που με οδήγησε σ’ αυτή την απόφαση. Τελικά δεν ήθελα να πάνε χαμένες οι θυσίες των γονιών μου. Αυτά για τα οποία πολέμησαν».

– Έζησες τον ρατσισμό ως παιδί. Τι γίνεται σήμερα; Ποια η εκτίμησή σου για την κατάσταση που επικρατεί στην αυστραλιανή κοινωνία γενικότερα;
 «Η Αυστραλία είναι μία υπέροχη χώρα, με υπέροχους ανθρώπους, αλλά δεν παύει να είναι μία ρατσιστική χώρα. Μπορεί σήμερα ο ρατσισμός να μην εκδηλώνεται με το παλιό wog, αλλά υπάρχει και τον έχω βιώσει και εγώ προσωπικά. Είναι κρυφός, διακριτικός, συγκεκαλυμμένος ρατσισμός. Σου λέει ο άλλος μπα είσαι Έλληνας και πώς μιλάς τόσο καλά Αγγλικά. Προσέχει ο άλλος, αλλά τα σχόλιά του κρύβουν ρατσισμό. Τα τελευταία πέντε χρόνια, τουλάχιστον έξι φορές έπεσα προσωπικά θύμα ρατσιστικών σχολίων. Δεν πεθαίνει εύκολα αυτό το τέρας, αλλά έχουμε κάνει αρκετά βήματα προς το καλύτερο».

– Είμαστε ρατσιστές εμείς οι Έλληνες της Αυστραλίας;
«Άγγιξες μία ιδιαίτερα ευαίσθητη χορδή μου με αυτή την ερώτηση. Στο Κέντρο έχουμε πάνω από 700 εθελοντές και περίπου 20 εργαζόμενους. Από αυτούς ξέρεις πόσοι είναι ελληνικής καταγωγής; Μην προσπαθήσεις να υποθέσεις. Θα χάσεις. Λιγότεροι από 10. Και αυτό είναι, δυστυχώς, μία λυπηρή ένδειξη για τις ποιότητες και τις προτεραιότητες των Ελλήνων της γενιάς μου. Νοιώθω τόσο απογοητευμένος μαζί τους. Στην πλειοψηφία τους, είναι ρατσιστές, βολεμένοι στον κοσμάκη τους, απαθείς, δεν νοιάζονται για τον δίπλα τους, χαμένη γενιά για μένα. Μου έρχεται εμετός όταν ακούω πάλι και πάλι, τους μορφωμένους Έλληνες της δεύτερης γενιάς, να προσπαθεί ο ένας να «σκίσει» την σάρκα του άλλου, από ζήλεια, προσωπικό συμφέρον, φιλοδοξία και εξουσιολατρεία. Όλη η αξιοπρέπεια που τους δίδαξαν οι γονείς τους, η ελληνική ιστορία και η ελληνική κουλτούρα δυστυχώς έχουν μεταχθεί στον κάλαθο των αχρήστων. Έχω κουραστεί. Αυτή η γενιά έχει χάσει τις αξίες της για μένα. Δεν λέω να γίνεις επιτυχημένος, να εξασφαλίσεις μία άνετη ζωή, αλλά να εκτιμάς κιόλας αυτά που πήρες από τους γονείς σου. Οι μεροκαματιάρηδες γονείς μας άντεξαν τα πάνδεινα, πέρασαν δύσκολα για να μας εξασφαλίσουν κάποιες επιλογές και η γενιά αυτή τι έκανε; Πήρε τις επιλογές και τις εκμεταλλεύεται μόνο για τον εαυτό της. Ξέχασε τις ρίζες της. Ξέχασε ότι κι αυτοί παιδιά μεταναστών είναι, παιδιά ανθρώπων που ήρθαν σ’ αυτή τη χώρα με βάρκα. Έχει σημασία πόσο μεγάλη είναι η βάρκα; Ακούω συχνά το επιχείρημα ‘οι γονείς μας ήρθαν νόμιμα’. Ξέρεις τι τους λέω; ‘Πώς μπορείτε να ξεχνάτε τους παππούδες σας; Πώς μπορείτε και ξεχνάτε τους δικούς σας ανθρώπους που έγιναν πρόσφυγες; Τους Μικρασσιάτες, του Πόντιους, τις σφαγές, την ανέχεια πώς μπορείτε να ξεχνάτε την ιστορία σας;’.

– Μήπως τελικά η εμπειρία της δεύτερης γενιάς που έπεσε θύμα ρατσισμού είναι η αιτία αυτής της απάθειας και αποστασιοποίησης;
«Είναι κάτι περισσότερο. Είναι αυτή η ψευδαίσθηση που ζει και βασιλεύει στη γενιά μου ότι επειδή έμαθαν πέντε γράμματα παραπάνω, επειδή έκαναν πέντε δραχμές παραπάνω, είναι καλύτεροι, είναι διαφορετικοί. Δεν νοιάζονται για τον πόνο του άλλου και, ξέρεις, δεν αποστασιοποιούνται μόνο από την αληθινή κοινωνία αλλά και από τους γονείς τους. Αυτούς που τους μεγάλωσαν. Αμέτρητες περιπτώσεις ανθρώπων που θεωρούν τους γονιούς τους παρακατιανούς. Με λυπεί και με πληγώνει, σαν άνθρωπο, σαν Έλληνα».

ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ – ΕΛΛΑΔΑ

– Ποιο κόμμα θέλεις να κερδίσει τις επόμενες εκλογές;
«Στο θέμα των προσφύγων και των αιτούντων άσυλο και οι Εργατικοί και οι Φιλελεύθεροι είναι το ίδιο. Βέβαια οι Φιλελεύθεροι ήταν χειρότεροι. Οι κυβερνήσεις Χάουαρντ θα μείνουν στην ιστορία της χώρας ως οι σκληρότερες κυβερνήσεις στο συγκεκριμένο θέμα. Οι πρόσφυγες και οι αιτούντες άσυλο είναι το πιο αδύναμο κομμάτι της κοινωνίας μας και όλοι στον πιο αδύναμο επιτίθενται πάντα. Κανένα στοιχείο δεν επιβεβαιώνει ότι οι αιτούντες άσυλο δημιουργούν πληθισμιακή έκρηξη και σχετικά προβλήματα στην χώρα. Κανένα στοιχείο δεν αποδεικνύει ότι αυτοί οι άμοιροι άνθρωποι, που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα ευθύνονται για την άνοδο της ανεργίας ή την άνοδο των επιτοκίων ή για όσα άλλα τους στοχοποιούν. Ούτε τρομοκράτες είναι αυτοί οι άνθρωποι. Ξέρεις ότι το 50% των μεγάλων ευεργετών της χώρας είναι προσφυγικής καταγωγής; Οι πρόσφυγες και όσοι ζητούν άσυλο από την Αυστραλία είναι άνθρωποι πονεμένοι μεν, αλλά άνθρωποι με υπομονή, επιμονή, που αντέχουν τις κακουχίες και μισούν τον πόλεμο. Όσο, όμως, δεν υπάρχουν χαρισματικοί ηγέτες να πληροφορήσουν την αυστραλιανή κοινωνία γι’ αυτό, τόσο ο φόβος θα κυβερνά και αυτοί οι ταλαιπωρημένοι αλλά αξιόλογοι άνθρωποι θα στοχοποιούνται και θα πληρώνουν τα σπασμένα της άγνοιάς μας. Στο κάτω-κάτω της γραφής, ο αριθμός των αιτούντων άσυλο που φθάνει στην Αυστραλία είναι μερικές εκατοντάδες τον χρόνο. Αν τους συγκρίνεις με τον αριθμό που φτάνει στην Ελλάδα, όσοι φτάνουν στην Αυστραλία είναι σταγόνα στον ωκεανό.

– Μιας και ανέφερες την Ελλάδα πες μου τι γνώμη σου για την σημερινή κατάσταση στην πάλαι πότε «κοιτίδα του δυτικού πολιτισμού»;
«Ειδικά για το θέμα των προσφύγων, όπως σου είπα όταν υπάρχει πρόβλημα, πάντα ο αποδιοπομπαίος τράγος είναι ο αδύναμος. Συνεπώς, βλέπω την κατάσταση των προσφύγων εκεί αλλά και την πολιτική που διέπει το συγκεκριμένο θέμα να χειροτερεύει.
Τώρα, γενικότερα για την οικονομική κρίση στην Ελλάδα, πιστεύω ότι οι Έλληνες έχασαν, όπως και οι Έλληνες της γενιάς μου εδώ, τον δρόμο τους, την ανθρωπιά τους. Τους κέρδισε η απληστία, το προσωπικό βόλεμα και η λήθη της ιστορίας τους. Αυτός νομίζω ότι είναι ο λόγος που η Ελλάδα έφτασε εκεί που έφτασε. Ελπίζω ο Παπανδρέου, να καταφέρει να κάνει το έργο του πραγματικότητα, ελπίζω να τον αφήσουν και οι Έλληνες να ξαναβρούν την επαφή τους με την ανθρωπιά τους. Ξέρεις, πιστεύω ότι οι Έλληνες έπαψαν να ντρέπονται και όταν πάψεις να ντρέπεσαι για ό,τι άσχημο κάνεις, αυτό σημαίνει ότι χάνεις και τις αρχές σου. Μετά η κατρακύλα είναι απλά ζήτημα χρόνου».

Η κουβέντα με τον Κώστα Καραπαναγιωτίδη ξεκίνησε στο γραφείο του και τελείωσε στο αυτοκίνητό μου, καθώς τον άφηνα έξω από το Immigration Department όπου σε ένα τέταρτο ως δικηγόρος θα εκπροσωπούσε έναν πρόσφυγα εκεί. Ο ανθρωπιστής στην πράξη και όχι στα λόγια, τρέχει σαν τον Βέγγο, αλλά δεν τρέχει μάταια. Το Κέντρο του έγινε Κέντρο χιλιάδων ανθρώπων και το όραμά του όραμα ελπίδας για χιλιάδες απελπισμένους. Ο Κώστας Καραπαναγιωτίδης είναι ένας συμπάροικος και στις μέρες μας σίγουρα ένα σπάνιο είδος ανθρώπου.