Μισθολογική αύξηση $26 την εβδομάδα χορήγησε η Επιτροπή Καθορισμού Μισθών Fair Work Australia σε 1,4 εκατομμύρια χαμηλόμισθους εργαζομένους.
Η αύξηση, η πρώτη την τελευταία διετία, ανεβάζει τον μισθό του ανειδίκευτου εργαζόμενου σε $569,90 την εβδομάδα, μετά το πάγωμα των αμοιβών εξ αιτίας της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.

Στο σκεπτικό της απόφασης της Επιτροπής υπογραμμίζεται, ότι η αύξηση – ένα δολάριο χαμηλότερη από την αύξηση που διεκδικούσε η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Αυστραλίας (ACTU) – κρίθηκε αναγκαία για την αποκατάσταση της αγοραστικής αξίας του μισθού των χαμηλόμισθων εργαζομένων, που διέβρωσε η στασιμότητα των μισθών έναντι του αυξανόμενου κόστους ζωής.

Ο πρόεδρος της Επιτροπής, Geoffrey Giudice, δηλώνει, ότι οι αμοιβές των χαμηλόμισθων εργαζομένων μειώθηκαν από το Μάρτιο του 2008 – σε αναλογία προς το κόστος ζωής, παρ’ ότι η οικονομία ξεπέρασε τις προσδοκίες και τους υπολογισμούς της κυβέρνησης.

«Οι προβλέψεις για την πορεία της εθνικής οικονομίας κατά το οικονομικό έτος 2010-2011, ενισχύουν την εκτίμηση, ότι η χορηγηθείσα μισθολογική αύξηση δεν πρόκειται να επηρεάσει αρνητικά τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων, την αγορά εργασίας και τον πληθωρισμό», δηλώνει ο κ. Giudice.

 Τα εργατικά συνδικάτα δηλώνουν ικανοποιημένα από την απόφαση της Επιτροπής. Ο γραμματέας της ACTU, Jeff Lawrence, σχολιάζει, ότι η αύξηση, δικαιώνει τους χαμηλόμισθους εργαζόμενους, είναι το Κύκνειο Άσμα της εργασιακής πολιτικής WorkChoices των πρώην κυβερνήσεων Χάουαρντ. Ο κ. Lawrence συμφωνεί με τον πρόεδρο της Επιτροπής Καθορισμού Μισθών, ότι η αύξηση θα έχει ασήμαντη επίδραση στους μισθούς και τον πληθωρισμό.

Την αύξηση εγκρίνει και ο πρόεδρος της πρώην Επιτροπής Καθορισμού Μισθών (Fair Pay Commission), καθηγητής Ian Harper. Κατά τον καθηγητή Harper, η αύξηση είναι «μέτρια» και «δικαιολογημένη».

Ικανοποιημένη από την αύξηση δηλώνει και η αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Τζούλια Γκίλαρντ. «Δεν πιστεύουμε, ότι η ευημερία της χώρας εξαρτάται από τη μείωση των αμοιβών των εργαζομένων», δηλώνει η υπουργός.

Αντίθετα, η εργοδοσία χαρακτηρίζει την αύξηση «υψηλή» και «απειλητική» για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις της χώρας. Το εμποροβιομηχανικό Επιμελητήριο υπολογίζει, ότι η αύξηση θα κοστίσει 2,5 δις δολάρια στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αναγκάζοντας πολλές εξ αυτών να απολύσουν προσωπικό ή να μειώσουν τις ώρες εργασίας του προσωπικού τους.

«Οι καιροί δεν είναι κατάλληλοι για αυξήσεις μισθών», δηλώνει εκπρόσωπος του Επιμελητηρίου, ενώ ο πρόεδρος της Ένωσης Επιχειρήσεων Λιανικών Πωλήσεων προβλέπει, ότι η νέα Επιτροπή Καθορισμού Μισθών θα χορηγεί περισσότερες μισθολογικές αυξήσεις από την αντίστοιχη Επιτροπή των κυβερνήσεων Χάουαρντ.

Τέλος, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Τόνι Άμποτ, προσθέτει τη φωνή του στην κινδυνολογία της εργοδοσίας για αύξηση της ανεργίας εξ αιτίας της αύξησης.

«Δεν επικρίνω ποτέ τις αυξήσεις μισθών. Θεωρώ, ότι οι χαμηλόμισθοι εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν δυσκολίες. Όμως, ανησυχώ, πάντα για την επίδραση των αυξήσεων στην αγορά εργασίας. Εύχομαι η μισθολογική αύξηση ενός εργαζομένου να μην κοστίσει τη δουλειά του άλλου», λέει ο αρχηγός της αντιπολίτευσης.
Η αύξηση θα χορηγηθεί από την 1η Ιουλίου 2010.