40 χρόνια από το ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας…

Σαράντα χρόνια από το «Ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας» και ο «λοχίας» Γιώργος Κουτούζης πατάει στα μαγικά βήματα του Μάνου Λοΐζου! Χορεύει ξανά.
Με περασμένα τα εξήντα του χρόνια, συνταξιούχος πλέον με βαρέα ανθυγιεινά, ανοίγει την καρδιά του και θυμάται τα πέτρινα χρόνια στη Ναυπηγοεπισκευαστική, το σίδερο να λιώνει, τον χορό της «φωτιάς» και της «λύπης», τα λόγια του Αλέξη Δαμιανού, την «Άτακτη» του Μάρκου Βαμβακάρη.

Η «Ευδοκία» σημάδεψε τη ζωή του όσο και η Σοφία, η γυναίκα που του στέκεται όλα αυτά τα χρόνια εκεί κάτω στο Κερατσίνι. Μια συζήτηση ανάμεσα σε λίγους αλλά καλούς φίλους, «στροφές» πάνω στο κέφι και γιοματάρια με ρετσίνα, το ουίσκι του εργάτη! Σαράντα χρόνια από το «Ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας» και οι φίλοι το γιορτάζουν.

Η ΝΑΥΠΗΓΙΚΗ ΚΟΜΠΑΝΙΑ

Σε ένα πρώην υπόγειο μηχανουργείο στο Κερατσίνι, που τώρα λειτουργεί ως ταβέρνα πριβέ για φίλους και μόνο, έδωσε ρεσιτάλ κεφιού και χορού. Η στιγμή, μοναδική! Μόλις η Ναυπηγική Κομπανία άρχισε να παίζει το γνωστό σόλο ζεϊμπέκικο, που αποτελεί για τους Ελληνες χορευτικό και μουσικό ύμνο, ο δίμετρος Γιώργος σηκώθηκε όρθιος και πήρε τις στροφές του ελεύθερος, χωρίς σκηνοθετικές οδηγίες, όπως εκείνος γούσταρε και ήθελε. Και έγινε χαμός.

Καλεσμένοι του, λίγοι καλοί φίλοι που είχαν την τύχη να τον δουν να χορεύει στα ίδια βήματα έπειτα από σαράντα ολόκληρα χρόνια. Η ζωή του, σαν μύθος. Μετά το γύρισμα της ταινίας, ο Γιώργος Κουτούζης έφυγε στα καράβια και, όταν γύρισε, δούλεψε στη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη Περάματος μέχρι πρόσφατα που έφυγε με σύνταξη. Όλα αυτά τα χρόνια δίπλα του υπήρχε η αγαπημένη του Σοφία, η γυναίκα του, που τον στήριξε σαν βράχος σε όλες τις δύσκολες στιγμές. Και όταν αυτός της αφιέρωσε το ζεϊμπέκικο που χόρεψε ξανά, εκείνη βούρκωσε από τη συγκίνηση.

 «Ο Γιώργος χορεύει μόνο για πάρτη του και όταν το θέλει. Σήμερα νιώθει όμορφα που βρίσκεται εδώ μέσα με αγαπημένους φίλους του» μας λέει με καμάρι για τον άνδρα της. Στον υπόγειο ναό του ρεμπέτικου, που είναι γεμάτος με μνήμες, φωτογραφίες και εξαρτήματα πλοίων, οι εκπλήξεις συνεχίζονται. Ο ηθοποιός Γρηγόρης Βαλτινός κάνει την εμφάνισή του παρέα με συναδέλφους του και την Κερασία Σαμαρά. Πιάνουν τα μικρόφωνα με τις εξαιρετικές φωνές τους και η πίστα καίγεται.

«ΔΕΝ ΕΙΠΑ ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ ΠΟΙΟΣ ΕΙΜΑΙ»

«Δούλευα στη Ναυπηγοεπισκευαστική, αλλά ουδέποτε είπα σε κανέναν ποιος είμαι. Ακόμα και οι συνάδελφοί μου το μάθαιναν από κάποιον τρίτο ή από φωτογραφίες. Τη ζωή μου δεν την έβγαλα ποτέ στον πλειστηριασμό, την κράτησα για μένα και τη γυναίκα μου, τη Σοφία. Όποιος ήθελε να με βρει με έβρισκε. Στο Κερατσίνι μένω».
Αυτός είναι ο Γιώργος Κουτούζης. Μετά την «Ευδοκία», το μεροκάματο. Η σκληρή καθημερινότητα.

– Πώς βρέθηκε στον δρόμο σου ο Αλέξης Δαμιανός και κατ’ επέκταση και η «Ευδοκία»;
Ήταν, θυμάμαι, στην Ερυθραία, όταν με πέτυχε ο Δαμιανός να αμύνομαι απέναντι σε κάποιους τύπους που μου είχαν επιτεθεί για να με χτυπήσουν δίχως να τους έχω προκαλέσει. Ήταν καμιά τριανταριά μαζεμένοι εναντίον μου κι εγώ για να προστατευθώ είχα σηκώσει ένα μηχανάκι στον αέρα σαν Άτλαντας, απειλώντας να το πετάξω επάνω τους. Μόλις είδε τη σκηνή από το αυτοκίνητό του, είπε «αυτός κάνει για τον λοχία». Έτσι γνωριστήκαμε, αν κι εγώ στην αρχή υπήρξα επιφυλακτικός μαζί του, γιατί δεν τον ήξερα. Μου ξεκαθάρισε αμέσως τις προθέσεις του κι έτσι γυρίσαμε αυτό το αριστούργημα, που, όπως όλοι υποστηρίζουν, θεωρείται η καλύτερη ελληνική ταινία. Ο Αλέξης για μένα ήταν ένας μεγάλος δάσκαλος.

Η ΣΚΛΗΡΗ ΜΟΙΡΑ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ

– Σαράντα χρόνια μετά, αλλά οι μνήμες παραμένουν αναλλοίωτες…

Η Μαρία που έπαιξε την Ευδοκία ήταν ένα όμορφο κορίτσι, καλόκαρδο και προχωρημένο για την ηλικία των δεκαεπτά χρόνων της. Έκανε πολύ καλά όμως και ήταν προχωρημένη, θαρρείς και το γνώριζε από τη μοίρα της, που υπήρξε σκληρή και άδικη μαζί της, μιας και ο χάρος την πήρε νωρίς. Έζησε έντονα σαν να το είχε προαισθανθεί. Είμαστε έναν χρόνο με τη Μαρία στην Εκάλη στο σπίτι του Αλέξη και κάναμε συνεχώς μαθήματα και πρόβες. Εγώ έμενα στο δωμάτιο υπηρεσίας μέσα στο σπίτι και η Μαρία στον ξενώνα. Αγανακτούσαμε όμως αρκετά, καθώς ήμασταν εσώκλειστοι, δίχως την παραμικρή διασκέδαση. Τότε η αείμνηστη Κούλα Αγαγιώτου μας έδινε ελπίδες, κουράγιο και παρηγοριά: «Παιδιά, μην ανησυχείτε, τελειώνουν τα βάσανά σας, σε λίγο θα βγείτε να γλεντήσετε». Εκεί υπήρχε και ένας Εγγλέζος ονόματι Τζον, καλεσμένος από την παραγωγή που ήταν εγγλέζικη. Όσο για τον νταβατζή της Ευδοκίας, τον Χρήστο Ζορμπά, υπήρξε μεγάλος ηθοποιός, άνθρωπος σπουδαίος και μετά έγινε και πολύ καλός φίλος. Καθαρός, λεβέντης, με εξαίρετο μυαλό και υγιή σκέψη. Την ώρα που χορεύω το ζεϊμπέκικο, δαγκώνει το τσιγάρο, γιατί στην ουσία θέλει να δαγκώσει εμένα.

– Και ερχόμαστε στο ζητούμενο, στο ζεϊμπέκικο που χάραξε τη δικιά του μοναδική ιστορία στον χρόνο.
Το γύρισμα του «Ζεϊμπέκικου της Ευδοκίας» αποτέλεσε μια ιεροτελεστία. Πριν φανώ να το χορεύω, φαίνεται η σκιά μου, με τα χέρια ανοιχτά στο σχήμα του σταυρού. Είναι η μοίρα που προηγουμένως έχει φανεί στον καφέ της Ευδοκίας, όταν η αείμνηστη Κούλα Αγαγιώτου της λέει «ο σταυρός και η κορόνα… Φυλάξου από τον σταυρό». Δεν θα ξεχάσω τον Αλέξη να μου φωνάζει δυνατά κάθε φορά που έσκυβα, καθώς έπαιρνα τις στροφές μου: «Ψηλά το κεφάλι, ψηλά το κεφάλι, κοίτα τα μάτια της Ευδοκίας». Θα έπρεπε να το κάνω σαν να ήταν για μένα και όχι για τον ρόλο. Εκεί δεν έπρεπε να υπάρχει ο λοχίας αλλά εγώ, ο Γιώργος ο Κουτούζης, που διεκδικούσα την Ευδοκία για τον εαυτό μου.

– Και όλα αυτά με «όχημα» τη μουσική του Μάνου Λοΐζου.
Κι όμως, χόρεψα δίχως να έχει επινοηθεί ακόμα η μουσική του. Κι εδώ είναι το παράδοξο. Θα σου πω μια ιστορία που λίγοι γνωρίζουν. Στο γραμμόφωνο έπαιζε το τραγούδι του Βαμβακάρη «Η άτακτη» σε ένα ταβερνάκι στην Κάτω Κηφισιά, καλή ώρα όπως εδώ μέσα, κι επάνω στον χορό αυτό ο Μάνος Λοΐζος έφτιαξε τη μουσική της Ευδοκίας. Είδε την κόπια χωρίς ήχο και πάτησε στα βήματά μου.

ΕΚΦΡΑΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

– Σήμερα, όταν χορεύεις, τι είναι αυτό που κελαηδάει στην ψυχή;
Για μένα ο χορός είναι έκφραση των συναισθημάτων που κυριαρχούν στον άνθρωπο τη στιγμή που χορεύει. Άλλοτε χορεύει από πόνο, από λύπη, από χαρά και άλλοτε γιατί θέλει να ξεχάσει ή να θυμηθεί κάτι από τη ζωή του. Ακόμα και ο φόβος μπορεί να οδηγήσει τα βήματά του στον χορό. Προσωπικά χόρεψα πολλές φορές δύσκολο χορό στη ζωή μου.

– Αναφέρεσαι φαντάζομαι σε όλα αυτά τα δύσκολα χρόνια μακριά από την ταινία…

Έχω χορέψει στη Ναυπηγοεπισκευαστική τον χορό της «φωτιάς» πηδώντας κυματοθραύστη 1,80 ύψος, όταν τρία αμπάρια στο πλοίο είχαν πάρει φωτιά, σε μια προσπάθεια να σωθώ εγώ, οι φίλοι μου, οι συνάδελφοί μου. Αργότερα, χόρεψα τον χορό της «λύπης», καθώς έχασα έναν αδελφικό φίλο μου, παιδικό, που όταν πέθανε η λύπη τυλίχθηκε πάνω μου, αλλά τα κατάφερα να μη σαλέψει το μυαλό μου και να συνεχίσω να ζω. Όμως ο πιο δύσκολος χορός από όσους χόρεψα ήταν του Ησαΐα…

– Ακόμα πιο δύσκολος κι από το «Ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας»;
Ηφαίστειο που βράζει σου λέω είναι αυτός ο χορός, αλλά δεν έχω κανένα παράπονο από αυτόν, γιατί είναι ο πιο ευχάριστος που χόρεψα στη ζωή μου με τη Σοφία!