Σε αδιέξοδο έχει οδηγηθεί η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση, μετά την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου ότι η συμφωνία της Αυστραλίας με τη Μαλαισία δεν ανταποκρίνεται με τις διατάξεις του σχετικού νόμου της Αυστραλίας.

Καθώς η Μαλαισία δεν έχει υπογράψει τη συνθήκη του ΟΗΕ για τους πολιτικούς πρόσφυγες, το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάνθηκε πως η Αυστραλία δεν θα ήταν σε θέση να εγγυηθεί τα ανθρώπινα δικαιώματα των προσφύγων που θα αποστέλλονταν στην Μαλαισία για την εξέταση των αιτημάτων τους για πολιτικό άσυλο.
Από την πλευρά της η Αξιωματική Αντιπολίτευση επιμένει στη «λύση του Ειρηνικού Ωκεανού», δηλαδή στην αποστολή των προσφύγων που έρχονται με πλοία στην Αυστραλία στα νησιά Ναρού και Μάνους, όπου θα γίνεται ο έλεγχος των αιτημάτων τους για πολιτικό άσυλο.

Στόχος αυτής της πολιτικής είναι η αποθάρρυνση των μελλοντικών προσφύγων να έρχονται στην Αυστραλία, με την ελπίδα ότι τα αιτήματά τους θα εξετασθούν κάτω από ευνοϊκές συνθήκες στην Αυστραλία.

Τώρα η Κυβέρνηση εξετάζει τη δυνατότητα τροποποίησης του υφιστάμενου νόμου, ούτως ώστε να αποφύγει τον σκόπελο του Ανώτατου Δικαστηρίου, και να επαναφέρει τη συμφωνία με τη Μαλαισία, ενώ η Αντιπολίτευση επαναλαμβάνει τη γνωστή επωδό «υιοθετήστε τη λύση του Ειρηνικού Ωκεανού».

Ευτυχώς που στην κινδυνολογία της Πρωθυπουργού και του αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης πρόσφατα αντιπαρατέθηκαν οι ώριμες, ψύχραιμες και με ανθρωπιστικά μηνύματα απόψεις του τέως Πρωθυπουργού Μάλκολμ Φρέιζερ, και του πρώην βουλευτή του Κόμματος των Φιλελευθέρων Πέτρου Γεωργίου.
Την περασμένη εβδομάδα αναφέρθηκα σε κάποια σχόλια του κ. Φρέιζερ, όπως είχαν διατυπωθεί σε άρθρο του στην εφημερίδα The Age (22/8/2011). Ο κ. Φρέιζερ εξέφρασε τη γνώμη πως «οι πολιτικοί μας ηγέτες συνεχίζουν να υποβιβάζουν την Αυστραλία, και να μας απεικονίζουν ως μια αδιάφορη, πλούσια, και εγωκεντρική κοινωνία…».

Την περασμένη Πέμπτη (8/9/2011) η εφημερίδα The Age δημοσίευσε άρθρο του Πέτρου Γεωργίου με τίτλο «Ερώτημα ανθρωπισμού», και υπότιτλο «Η απρεπής μεταχείριση εκείνων που ζητούν άσυλο αποτελεί στίγμα για την πολιτική μας».

Θα έλεγα πως οι απόψεις που εκφράζουν ο κ. Φρέιζερ και ο κ. Γεωργίου αντιπροσωπεύουν τα συναισθήματα της πλειονότητας των Αυστραλών πολιτών, έστω και αν είναι εκ διαμέτρου αντίθετες από την επίσημη πολιτική των κοινοβουλευτικών μελών του Κόμματός τους. Αυτό, όπως θα δούμε στη συνέχεια, πιστοποιείται και από πρόσφατη δημοσκόπηση.

Γράφει ο κ. Γεωργίου: «Η Κυβέρνηση και η Αξιωματική Αντιπολίτευση έχουν καταλήξει σε μια κακόβουλη ομοφωνία, η οποία υποσκάπτει την ανθρωπιστική και νομική δέσμευση της Αυστραλίας στο θέμα των προσφύγων… Ποιος θα φανταζόταν ότι η Πρωθυπουργός θα έφτανε στο σημείο να υποστηρίξει τη λύση της Μαλαισίας, γιατί είναι πιο σκληρή για τους πρόσφυγες από τη λύση της νήσου Ναρού, την οποία είχε κατακρίνει ως λανθασμένη;».

Σε άλλο σημείο του άρθρου του ο κ. Γεωργίου παρατηρεί πως τα δύο πολιτικά κόμματα έχουν αφήσει τα ψηφοθηρικά τους συμφέροντα να εκτοπίσουν την ηθική και νομική τους ευθύνη προς ανθρώπους που έρχονται στη χώρα μας ζητώντας πολιτικό άσυλο.

Για να δείξει το παράλογο της πολιτικής της Κυβέρνησης και της Αντιπολίτευσης, ο Πέτρος Γεωργίου παρατηρεί πως από εκείνους που στο παρελθόν είχαν αποσταλεί στο νησί Ναρού για εξέταση των αιτημάτων τους, 60% επέστρεψαν στην Αυστραλία ως νόμιμοι πρόσφυγες.

Στο ερώτημα αν εκείνοι από εμάς που είμαστε της γνώμης πως πρέπει να φερνόμαστε με κατανόηση και ανθρωπισμό προς τους πολιτικούς πρόσφυγες, πρέπει να παρατήσουμε τον αγώνα μας, ο κ. Γεωργίου απαντάει με έμφαση: όχι, και συμπληρώνει:
«Ο τρόπος που ένα έθνος φέρεται προς άνδρες, γυναίκες και παιδιά που ζητούν την προστασία του από τους διωγμούς που υφίστανται στη χώρα τους, αποτελεί δείγμα του ανθρωπισμού του».

Ειλικρινά, δυσκολεύομαι να καταλάβω τα κίνητρα της Πρωθυπουργού, η οποία μετά από την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου διερευνά τρόπους που θα της επιτρέψουν να επαναφέρει, με κάποιες τροποποιήσεις, τη συμφωνία με τη Μαλαισία για το θέμα των πολιτικών προσφύγων.

Ιδιαίτερα τώρα που δημοσκόπηση που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα The Age τη Δευτέρα, 12 Σεπτεμβρίου 2011, δείχνει πως μόνο 25% των ερωτηθέντων απάντησαν πως επιθυμούν οι πρόσφυγες που ζητούν άσυλο να στέλνονται σε άλλες χώρες για την εξέταση των αιτημάτων τους, ενώ 54% είναι της γνώμης πως αυτό θα πρέπει να γίνεται στο έδαφος της Αυστραλίας.

Με άλλα λόγια, η σκληρή πολιτική της Κυβέρνησης και της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης στο θέμα των πολιτικών προσφύγων, έρχεται σε αντίθεση με τα ανθρωπιστικά αισθήματα της πλειονότητας του Αυστραλιανού λαού.

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΙΝΟΗΣΗ ΤΟ ΑΣΥΛΟ

Επειδή όπως προανέφερα η λέξη asylum προέρχεται από την ελληνική λέξη άσυλο, σκέφτηκα στη συνέχεια να κάνω μια σύντομη αναδρομή στο θεσμό του ασύλου, ο οποίος είναι μια καθαρά ελληνική επινόηση.

Το άσυλο παίρνει διάφορες μορφές, όπως πολιτικό, διπλωματικό, και πανεπιστημιακό. Σύγχρονη είναι και η βουλευτική ασυλία, δηλαδή το προνόμιο των βουλευτών να μη διώκονται από τις δικαστικές αρχές, ούτε να συλλαμβάνονται όσο διαρκεί η βουλευτική περίοδος, χωρίς την άδεια της Βουλής. Η βουλευτική ασυλία δεν ισχύει για αδικήματα που εμπίπτουν στις διατάξεις του ποινικού δικαίου.

Το πολιτικό άσυλο, όπως προσδιορίζεται από τον ΟΗΕ, αναφέρεται στο δικαίωμα αλλοδαπού να γίνει δεκτός, υπό ειδικούς όρους, στη χώρα όπου ζητεί καταφύγιο, επειδή διώκεται ή αδυνατεί να ζήσει στη δική του χώρα λόγω πολιτικών συνθηκών.

Ετυμολογικά η λέξη άσυλο προκύπτει από το στερητικό «α» και τη λέξη «σύλη», η οποία στην αρχαία ελληνική γλώσσα σήμαινε αφαίρεση, λεηλάτηση. Συνεπώς άσυλο σημαίνει κάτι ασφαλές και απαραβίαστο.

Το άσυλο ήταν ένας θεσμός εθιμικού δικαίου, ευρύτατα διαδεδομένος στην αρχαία Ελλάδα· ένας θεσμός που σε ελάχιστες μόνο περιπτώσεις αγνοήθηκε. Όποιος χρειαζόταν προστασία κατέφευγε σε ένα ναό ή βωμό, έκανε ένα τελετουργικό, με το οποίο περνούσε στη δικαιοδοσία της θεότητας. Για να δώσει στους άλλους να καταλάβουν ότι ζητούσε άσυλο, καθόταν δίπλα στο βωμό, ή άγγιζε ένα άγαλμα θεού. Παράλληλα κρατούσε την «ικετηρία», η οποία απαρτιζόταν από ένα κλαδί ελιάς, τυλιγμένο με μια μάλλινη κλωστή.

Με το τελετουργικό αυτό το πρόσωπο που κατέφευγε στο ναό έπαιρνε την ιδιότητα του ικέτη – ικέτιδα στην περίπτωση των γυναικών – και έτσι τελούσε υπό την ιδιότητα της θεότητας. Από τα ιερά μέρη στα οποία κατέφευγαν οι ικέτες κανένας δεν μπορούσε να τους συλλάβει ή να τους απομακρύνει βίαια. Tο να εισέλθει κάποιος στο άσυλο και να τους συλλάβει ή κακοποιήσει, εθεωρείτο ιερόσυλη πράξη.

Ελεύθεροι πολίτες, μέτοικοι ή δούλοι, που είχαν κάνει κάποια αξιόποινη πράξη, ή πολιτικά πρόσωπα των οποίων κινδύνευε η ζωή από τους αντιπάλους τους, κατέφευγαν σε ναούς, σε βωμούς και γενικότερα σε ιερούς χώρους, και ζητούσαν την προστασία του Δία, ο οποίος ήταν γνωστός και ως Δίας Ικέσιος και Καθάρσιος.
Σύμφωνα με το ιερό δίκαιο των αρχαίων Ελλήνων ο ικέτης είχε δικαίωμα φροντίδας, και ο ιερέας ήταν υποχρεωμένος να μεριμνήσει για τη δίκαιη αντιμετώπισή του. Ο ιερέας όφειλε να ακούσει τον ικέτη και τους διώκτες του και να βγάλει δίκαιη απόφαση.

Ο θεσμός του ασύλου δεν σήμαινε πως οι ικέτες είχαν εγγύηση ότι θα απαλλάσσονταν από ποινές για αξιόποινες πράξεις. Εάν αποδεικνυόταν ότι έφταιγαν θα τιμωρούνταν σύμφωνα με το αστικό δίκαιο. Το άσυλο προφύλασσε τους ικέτες από την αυθαιρεσία και αυτοδικία των διωκτών τους.
Δικαίωμα για παρέμβαση ιερέα δεν είχαν μόνο οι ικέτες που διώκονταν άδικα, αλλά και οι ένοχοι κακοποιοί που κατέφευγαν στους ναούς και τελούσαν το τελετουργικό της ικεσίας.

Το δικαίωμα για άσυλο ίσχυε και σε περιόδους πολέμου. Για παράδειγμα, όταν ένας εχθρικός στρατός απειλούσε μια πόλη, οι κάτοικοι της πόλης μπορούσαν να καταφύγουν σε ναό, και εκτελώντας το τελετουργικό, αποκτούσαν τα προνόμια του ικέτη. Με αυτόν τον τρόπο είχαν το δικαίωμα να διαπραγματευτούν με τον εχθρό και να συνάψουν συνθηκολόγηση.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η περίπτωση των δούλων, οι οποίοι όταν κατέφευγαν σε ναούς ως ικέτες, είχαν τη δυνατότητα να καταγγείλουν τα αφεντικά τους για κακομεταχειρίσεις. Σε περίπτωση που οι καταγγελίες ευσταθούσαν, το αφεντικό έχανε το δικαίωμα της κυριότητας στους σκλάβους του, χωρίς αποζημίωση.
Κλασικό παράδειγμα του θεσμού του ασύλου στην αρχαία Ελλάδα αποτελεί η τραγωδία του Αισχύλου «Ικέτιδες», η οποία παίχθηκε το 464 π.Χ. Και σε τραγωδίες των δύο άλλων μεγάλων τραγικών ποιητών, του Σοφοκλή και του Ευριπίδη, γίνεται αναφορά στο θεσμό του ασύλου.

Επειδή όμως οι «Ικέτιδες» του Αισχύλου κατά πάσα πιθανότητα αποτελεί την πρώτη, στην ιστορία, θεσμική και πολιτική αποτύπωση του ασύλου, την ερχόμενη εβδομάδα θα αναφερθώ στην τραγωδία αυτή πιο διεξοδικά.