ΓΙΑ να ξεφύγουμε λίγο από την ελληνοσκοπιανή σύρραξη και για το ποιος έχει το original copyright και, κατ’ επέκταση, την αποκλειστικότητα να χρησιμοποιεί το όνομα «Μακεδονία», θα πούμε δυο κουβέντες για την ελληνική γλώσσα σήμερα.

ΤΗΝ ευκαιρία να αναφερθώ στη γλώσσα μας, που είναι αρχαιότερη της Μακεδονίας, μου την έδωσε η ομιλία του συγγραφέα Νίκου Σαραντάκου, στις Βρυξέλες πριν δύο εβδομάδες.

Η ομιλία που έφερε τον τίτλο, «Ελληνική γλώσσα: Μύθοι και αλήθειες, δάνεια και αντιδάνεια», διήρκησε πάνω από μιάμιση ώρα, ενώ άλλο τόσο κράτησε και η συζήτηση που ακολούθησε με τους παρευρισκόμενους.

ΠΡΙΝ αναφερθώ στο θέμα και παρεξηγηθώ από τους απανταχού χωροφύλακες της γλωσσικής ορθότητας, που «ξύνουν τα νύχια τους» για γλωσσικούς καυγάδες, θα δημοσιεύσω το «Πάτερ ημών» μεταφρασμένο στη δημοτική και ο Θεός να με συγχωρήσει…

«ΠΑΤΕΡΑ μας εσύ μέσ’ στα ουράνια, άγιο ας είναι τ’ όνομά σου, ας έρθει η βασιλεία σου, ας γίνει το θέλημά σου, όπως στον ουρανό έτσι και στη γη, το ψωμί μας, όσο μας πέφτει, δώσε μας σήμερα, και χάρισέ μας τα χρέη μας όπως κι εμείς χαρίσαμε σ’ όσους μας χρωστούν και μη μας βάλεις σε πειρασμό, μόνο γλύτωσέ μας από τον Κακό».

ΣΤΗ συνέχεια και πριν παραθέσω λίγα αποσπάσματα από την ομιλία, να σας πω ότι ο Νίκος Σαραντάκος είναι γιος του γνωστού λογοτέχνη Δημήτρη Σαραντάκου. Ο ίδιος, όπως και ο πατέρας του, έχει πτυχίο Χημικού Μηχανικού του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και Αγγλικής Φιλολογίας, είναι συγγραφέας, έχει εκδώσει διηγήματα, δοκίμια και διάφορες μελέτες για την ελληνική γλώσσα.

ΝΑ σημειώσω, ότι επιτυχία σημείωσε και το σχετικό βιβλίο που έγραψε πριν λίγα χρόνια και φέρει τον τίτλο «Λέξεις που χάνονται». Στο βιβλίο αυτό αναφέρεται εκτεταμένα στην αξία των λέξεων που χάνονται με το πέρασμα του χρόνου.

ΣΤΗΝ ομιλία του επικεντρώθηκε κυρίως στους διάφορους μύθους που έχουν κατά καιρούς ειπωθεί και γραφεί γύρω από την ελληνική γλώσσα. Να όμως και ορισμένα αποσπάσματα από την ομιλία του:

«ΚΑΤ’ ΑΡΧΑΣ, σε ένα πρώτο επίπεδο, έχουμε τους εξωφρενικούς μύθους που διαδίδονται μέσα από το Διαδίκτυο. Τέτοιοι μύθοι διαδίδονται σε όλες τις χώρες και σε όλες τις γλώσσες, έχω όμως την εντύπωση ότι το ελληνικό διαδικτυακό μυθολόγιο ξεχωρίζει από τα άλλα κατά το ότι, σε πολύ μεγάλο ποσοστό περιέχει μύθους σχετικούς με τη γλώσσα – σε ποσοστό μεγαλύτερο από τα μυθολόγια των άλλων λαών.

ΓΛΩΣΣΙΚΟΙ μύθοι υπήρχαν και πριν από το Διαδίκτυο. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι οι παλαιότεροι γλωσσικοί μύθοι είναι αυτοί τους οποίους διέδιδαν στις αρχές του 20ού αιώνα οι οπαδοί της καθαρεύουσας.

ΟΤΙ τάχα οι δημοτικιστές, οι μαλλιαροί, όπως τους έλεγαν, αποκαλούσαν “Κώτσο Παλιοκουβέντα” τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο και Κεχριμπάρα την Ηλέκτρα.

ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ, βέβαια, για ένα σύμπλεγμα ψευδών διαδόσεων, που τότε διαδίδονταν από εφημερίδες και από στόμα σε στόμα, και που ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης το χαρακτήρισε “γλωσσική μυθολογία”.

ΤΟ θέμα έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον, έστω και μόνο ιστορικό. Λέω “μόνο ιστορικό” επειδή και το γλωσσικό ζήτημα δεν μας απασχολεί πια με αυτό τον τρόπο, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η Ελλάδα έχει το θλιβερό προνόμιο να έχει θρηνήσει νεκρούς ύστερα από διαδηλώσεις που είχαν αφορμή μια γλωσσική αντιδικία, εννοώ τα Ευαγγελικά του 1901 και τα Ορεστειακά του 1903.
ΓΙΑ να θυμίσω τους όρους, Ευαγγελικά είναι οι ταραχές που ξέσπασαν με αφορμή τη δημοσίευση της μετάφρασης του Κατά Ματθαίον Ευαγγελίου από τον Αλέξανδρο Πάλλη (σημ.: από την μετάφραση αυτή προέρχεται και το “Πάτερ ημών” που χρησιμοποίησα πιο πάνω, ενώ Ορεστειακά οι αντίστοιχες ταραχές όταν ανέβηκε η Ορέστεια του Αισχύλου σε μετάφραση.)

ΤΑ Ευαγγελικά έθεταν και το πιο σύνθετο πρόβλημα, εφόσον άγγιζαν όχι μόνο τη γλώσσα αλλά και τη θρησκεία.

ΟΤΑΝ λοιπόν το 1901 άρχισε να δημοσιεύεται στην Ακρόπολι του πρωτοπόρου Βλάση Γαβριηλίδη, η μετάφραση του Κατά Ματθαίον Ευαγγελίου, προκλήθηκε σάλος, όχι μόνο επειδή ο Πάλλης χρησιμοποιούσε ανόθευτη, ψυχαρική δημοτική -“μαλλιαρή” με την ορολογία της εποχής- αλλά και διότι οι άλλες εφημερίδες δεν έχασαν την ευκαιρία να χτυπήσουν την ανταγωνίστριά τους.

ΑΠΟ τα Ευαγγελικά ξεπήδησε ο μύθος, ότι τάχα ο Πάλλης στη μετάφρασή του χρησιμοποιούσε όχι απλώς λέξεις της δημοτικής αλλά χυδαίες και μάγκικες λέξεις και φράσεις για να αποδώσει το κείμενο των Ευαγγελίων.
Έτσι, κατηγορήθηκε η μετάφραση του Πάλλη ότι:
– τον “Μυστικό δείπνο” τον έχει αποδώσει “κρυφό τσιμπούσι”
– το “τας κεφαλάς ημών τω Κυρίω κλίνωμεν” το έχει πει “κάτω τις κούτρες σας”
– το “μνήσθητί μου, κύριε, όταν έλθης εν τη βασιλεία σου” το έχει κάνει “θυμήσου με αφέντη όταν έρθεις στα πράματα” και άλλα πολλά. Τίποτα από αυτά δεν είναι αλήθεια.

ΑΠΟ τα τρία παραδείγματα που παρέθεσα, το πιο διασκεδαστικό ασφαλώς είναι το τρίτο (“θυμήσου με αφέντη όταν έρθεις στα πράματα”), ίσως όμως επειδή είναι τόσο εξωφρενικό δεν έγινε τόσο πολύ πιστευτό, ενώ το “κρυφό τσιμπούσι”, με το να μην είναι κραυγαλέο, αναπαράχθηκε πολύ περισσότερο.

ΟΤΙ το “κρυφό τσιμπούσι” είναι μύθος, ότι δεν έγραψε ο Πάλλης στη μετάφρασή του τέτοιο πράγμα, αποδεικνύεται πολύ εύκολα και χωρίς να φυλλομετρήσουμε τη μετάφραση του Πάλλη (πάντως, υπάρχει στο Διαδίκτυο, στον ιστότοπο του Gutenberg Project, αν θέλετε να χαρείτε την ποιητική και ρωμαλέα δημοτική της).

ΠΟΥΘΕΝΑ στο κείμενο της μετάφρασης του Πάλλη δεν υπάρχει η επίμαχη φράση, και δεν θα μπορούσε να υπάρχει, μιας και σε ολόκληρη την Καινή Διαθήκη δεν υπάρχει πουθενά η φράση “Μυστικός δείπνος”!

ΚΑΙ όμως, αυτό το ψέμα έριξε γερές ρίζες. Το επανέλαβε, ας πούμε, ο Γεώργιος Σουρής, τέσσερα χρόνια μετά, χολωμένος από μια αρνητική κριτική που του είχε κάνει ο Ψυχάρης.

ΕΤΣΙ το 1911, όταν συζητιόταν στη Βουλή η νομοθετική κατοχύρωση της καθαρεύουσας, ο ανώτερος εκπαιδευτικός Θ. Μιχαλόπουλος τόνισε ότι ο λαός εξεγέρθηκε με τη μετάφραση που αναφέρει ότι τη Μεγάλη Πέμπτη ο Χριστός έκανε “κρυφό τσιμπούσι”.

ΚΑΙ το 1915, ο πολύς Μιστριώτης άστραφτε και βροντούσε επειδή δήθεν “ευρέθησαν άνθρωποι εκ των σπλάγχνων του ελληνικού λαού απειλούντες την ενότητα της φυλής ημών διά του εκχυδαϊσμού της γλώσσης και γελοιοποιήσεως των θεοδιδάκτων λόγων του Ευαγγελίου οίτινες είχον το θράσος να μεταβάλωσι και τον μυστικόν δείπνον εις κρυφό τσιμπούσι!!!!”

ΚΑΙ έτσι αναπτύχθηκε ως τα 1925 περίπου αυτή η γλωσσική μυθολογία, δηλαδή η συκοφαντική-χλευαστική επινόηση λέξεων και φράσεων που δήθεν έπλασαν οι δημοτικιστές για να αποδώσουν λέξεις ή φράσεις του Ευαγγελίου (ή αρχαίες, ή της καθαρεύουσας).

ΣΗΜΕΡΑ γελάμε με το “κρυφό τσιμπούσι” και το “θυμήσου με αφέντη μου όταν έλθεις στα πράματα”, αλλά να μην ξεχνάμε ότι πριν από 100 περίπου χρόνια κάποιοι έχαναν τη δουλειά τους με βάση αυτούς τους μύθους.

ΟΙ γλωσσικοί μύθοι άλλωστε έχουν ριζώσει γερά, διότι και ο πρώην πρωθυπουργός Γ. Ράλλης, που επί υπουργίας του θεσπίστηκε το 1976 η ιστορική γλωσσοεκπαιδευτική μεταρρύθμιση που αναγνώρισε τη δημοτική, βιογραφώντας τον Γ. Θεοτόκη (στο βιβλίο του Γεώργιος Θεοτόκης. Ο πολιτικός του μέτρου) αναπαράγει επίσης το ψέμα για το Κρυφό Τσιμπούσι – αναφέροντας σε υποσημείωση ότι, o μυστικός δείπνος έχει γίνει “κρυφό τσιμπούσι” στη μετάφραση του Πάλλη.

ΚΑΙ πρωθυπουργοί ακόμα δεν έχουν ανοσία στους μύθους!

ΕΝΑΣ άλλος παλαιός γλωσσικός μύθος, που οι περισσότεροι θα τον μάθαμε στο σχολείο, και που σίγουρα ακούγεται από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, είναι ότι, τάχα, για μία μόνο ψήφο, η ελληνική γλώσσα έχασε την ευκαιρία να αναδειχτεί σε επίσημη γλώσσα των νεοσύστατων Ηνωμένων Πολιτειών.
Ο μύθος αυτός (σημ: που ακόμα χρησιμοποιείται ευρέως απ’ όλους τους ελληναράδες και εθνολάτρεις) έχει τις ρίζες του στα χρόνια που ακολούθησαν την ανεξαρτησία της Αμερικής το 1776.

ΒΛΕΠΕΤΕ, καθώς τα αγγλικά θύμιζαν την αποικιοκρατία, κάποιοι πρότειναν (λέει ο μύθος) να επιλεγούν τα ελληνικά ως επίσημη γλώσσα του κράτους, αφού τα ελληνικά ήταν η γλώσσα που γέννησε τη δημοκρατία.

Η ψηφοφορία έγινε και για μία μόνο ψήφο –σύμφωνα με το μύθο– τα ελληνικά ηττήθηκαν και προκρίθηκαν τα αγγλικά, κι έτσι χάσαμε την ευκαιρία να έχουμε τη γλώσσα μας κοσμοκράτειρα κι εμείς να τρώμε με χρυσά κουτάλια σαν προνομιακοί της εκπρόσωποι.

ΦΥΣΙΚΑ, η αλήθεια είναι ότι καμιά τέτοια ψηφοφορία δεν έχει γίνει ούτε για τα ελληνικά, ούτε για καμιά άλλη γλώσσα. Τα πρακτικά και τα άλλα επίσημα κείμενα του Κογκρέσου των Ηνωμένων Πολιτειών υπάρχουν στη διάθεση του καθενός και καμιά ψηφοφορία δεν καταγράφεται για την ανάδειξη επίσημης γλώσσας.

ΣΤΗΝ πραγματικότητα, πουθενά στο Σύνταγμα των ΗΠΑ ή σε άλλο θεσμικό ή νομοθετικό κείμενο της χώρας δεν υπάρχει ορισμός επίσημης γλώσσας. Τα αγγλικά είναι η εκ των πραγμάτων επίσημη γλώσσα, αλλά δεν έχουν θεσμική κατοχύρωση.

ΒΕΒΑΙΑ, στις μέρες μας όντως υπάρχουν προτάσεις να κατοχυρωθούν θεσμικά τα αγγλικά στις Ηνωμένες Πολιτείες, ως ανάχωμα στη δημογραφική άνοδο των ισπανόφωνων.

ΤΟ ενδιαφέρον είναι ότι ο μύθος αυτός, δηλαδή ότι τα ελληνικά έχασαν για μια ψήφο την ευκαιρία να αναδεiχτούν σε επίσημη γλώσσα των ΗΠΑ, κυκλοφορεί και σε άλλες παραλλαγές, όπου στη θέση της ηττημένης για μια ψήφο γλώσσας είναι τα εβραϊκά (που δήθεν είχαν επιλεγεί ως γλώσσα της Παλαιάς Διαθήκης), τα γαλλικά (ως γλώσσα του ορθού λόγου), τα πολωνικά, τα γερμανικά και πάει λέγοντας…».