Παρέκβαση: Υπέπεσε στην αντίληψή μου ότι η λέξη «αλυτρωτισμός» είναι απόδοση της ιταλικής λέξης irredentismo (αγγλικά, irredeemable). Οι λέξεις «αλυτρωτισμός» και «απολύτρωσις» (Πλούταρχος, «Πομπήιος» 24) είναι ομόρριζες. Άρα ελληνικές ως προς τη ρίζα τους («λύτρον»). Ο λόγος που στην αρχαία ελληνική γλώσσα δεν έχουμε τον τύπο «αλυτρωτισμός» είναι επειδή δεν έχουμε ομόρριζο ρήμα που να λήγει σε «– ιζω» (π.χ. αφανίζω/αφανισμός, εξαγνίζω/εξαγνισμός, κλυδωνίζω/ κλυδωνισμός κ.ά.). Έχουμε το ρήμα «απολυτρόω», αλλά αυτό δεν δίνει το ουσιαστικό «απολυτρωτισμός». Ωστόσο, νομίζω πως δεν χρειαζόταν κανένα μεταφραστικό δάνειο από την ιταλική γλώσσα για να φτιάξουμε τη λέξη «αλυτρωτισμός». Η γλώσσα μας έχει τα εργαλεία γι’ αυτή τη δουλειά. Τέλος παρέκβασης).

Ο ένας και μοναδικός θεός των Ελλήνων φιλοσόφων δεν είναι ο προσωπικός και ανθρωπόμορφος Θεός του Αβραάμ. Ο Καζαντζάκης φώναξε: «Σαν άνθρωπος μου φαίνεται ο Θεός σας, δεν τον θέλω!» («Ασκητική» σ. 28). Ο ιουδαϊκός Θεός, ενώ έφτιαξε τον ήλιο και το φεγγάρι την τέταρτη μέρα της δημιουργίας, στις τρεις προηγούμενες ημέρες «εγένετο εσπέρα και εγένετο πρωί» («Γένεσις» 1:5-19), δηλ. βράδιαζε και ξημέρωνε χωρίς ήλιο! Αλλά αυτό το αφήνουμε στους θεολόγους.

Μιλώντας για ελληνικό μονοθεϊσμό, στο νου μας έρχονται ο Ξενοφάνης, ο Αναξαγόρας, ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης. Κι ενώ όλοι τους είναι υπέροχοι, ξεχωρίζουμε τον Ξενοφάνη, διότι δικαίως θεωρείται «πατέρας» του ελληνικού μονοθεϊσμού.

ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ ΚΑΙ ΤΙ ΧΛΕΥΑΖΕ

Ο Ξενοφάνης γεννήθηκε στην Κολοφώνα της Μικράς Ασίας το 570 π.Χ. και πέθανε το 480 π.Χ. Σύμφωνα με τον βιογράφο Διογένη Λαέρτιο, «ταις ιδίαις χερσί θάψαι τους υιείς αυτόν», δηλ. έθαψε τους γιους του με τα ίδια του τα χέρια («Βίοι φιλοσόφων» 9.20).

Όταν οι Μήδοι εισέβαλαν στην Ιωνία (το 546/5 π.Χ.), ο 25χρονος τότε Ξενοφάνης εγκατέλειψε την πατρίδα του και για πολλά χρόνια περιφερόταν στον ελληνόφωνο κόσμο, μέχρι που τελικά κατέληξε στην Κατάνη της Σικελίας. Εκεί ασχολήθηκε με τους μεγάλους ποιητές, Όμηρο και Ησίοδο, κι έγραψε δικά του ποιήματα. Θεωρείται από κάποιους αρχαίους ιδρυτής της ελεατικής φιλοσοφίας (ίσως μιλήσουμε γι’ αυτή άλλη φορά).

Ο Ξενοφάνης τόλμησε να χλευάσει τον θρησκευτικό ανθρωπομορφισμό της εποχής του, ενώ παράλληλα ερωτοτροπούσε με την ιδέα του μονοθεϊσμού. Άσκησε σκληρή κριτική στους επικούς ποιητές, επειδή αποδίδουν στους θεούς ανθρωπομορφικές ιδιότητες, δηλ. όλα εκείνα τα αρνητικά χαρακτηριστικά που φέρουν κάποιοι αναιδείς άνθρωποι, οι οποίοι διαπράττουν παρανομίες («αθεμίστια έργα»), κλοπές, μοιχείες και αμοιβαίες εξαπατήσεις («και αλλήλους απατεύειν»).

Στα μάτια του Ξενοφάνη, όλες αυτές οι αρνητικές ανθρωπομορφικές ιδιότητες των θεών φαίνονται ανόσιες, άναγνες και άκρως σκανδαλώδεις. Φταίνε λοιπόν οι ποιητές που κάνουν τους ανθρώπους να πιστεύουν ότι οι θεοί γεννιούνται, έχουν ανθρώπινο σώμα, φορούν ρούχα, έχουν ανθρώπινη φωνή και συμπεριφέρονται ανθρώπινα. Από την άλλη το βρίσκει φυσικό οι άνθρωποι να φτιάχνουν τους θεούς τους, έτσι ώστε να μοιάζουν με ανθρώπους. Να πώς το θέτει:

«Οι Αιθίοπες παρουσιάζουν τους θεούς τους μαύρους και πλατσομύτηδες, ενώ οι Θράκες τους παρουσιάζουν γαλανομάτηδες και κοκκινοτρίχηδες. («Αἰθίοπές τε <θεοὺς σφετέρους> σιμοὺς μέλανάς τε Θρῇκές τε γλαυκοὺς καὶ πυρρούς»).

Αλλά προχωρεί πιο πέρα και λέει ετούτο το χλευαστικό: «αν τα άλογα και τα βόδια είχαν χέρια και μπορούσαν να ζωγραφίσουν, οι θεοί τους θα έμοιαζαν πολύ με άλογα και με βόδια. (ἀλλ’ εἰ χεῖρας ἔχον βόες <ἵπποι τ’> ἠὲ λέοντες ἢ γράψαι χείρεσσι καὶ ἔργα τελεῖν ἅπερ ἄνδρες, ἵπποι μέν θ’ ἵπποισι, βόες δέ τε βουσὶν ὁμοίας […]).

Ο Ξενοφάνης στρέφει τα πυρά του και εναντίον του μεγάλου Πυθαγόρα, που πέρα από το ομώνυμο γεωμετρικό θεώρημά του, άφησε πίσω του και τη θεωρία της μετεμψύχωσης. Πραγματικά, ο ισχυρισμός του Πυθαγόρα ότι στο γάβγισμα ενός σκύλου αναγνώρισε την ψυχή κάποιου πεθαμένου φίλου του, δεν θ’ άφηνε αδιάφορο τον Ξενοφάνη.

Ο ΕΝΑΣ ΘΕΟΣ

Η αντίληψη του Ξενοφάνη για τη φύση της μίας και μοναδικής θεότητας είναι αρκετά προχωρημένη για την εποχή του. Τα απορήματα κι ερωτήματα που τον απασχόλησαν είναι εύλογα, όπως: Πώς γίνεται ένας θεός να ανέχεται να υπηρετεί και να υπακούει σε κάποιον άλλον θεό; Όταν κάποιος θεός υπακούει στις εντολές άλλου θεού, τότε μόνο ο ένας από τους δύο είναι θεός, ο άλλος είναι υπηρέτης.

Στο μυαλό του Ξενοφάνη ζυμώθηκε ο ένας και μοναδικός απρόσωπος θεός, άσχετος με τους ανθρωπόμορφους θεούς των ποιητών. Ο θεός αυτός είναι όλος όραση («παντεπόπτης»), όλος ακοή, όλος νους και κυριαρχεί σε όλα μόνο με τη θέλησή του και τη διάνοιά του. Είναι αναλλοίωτος και ακίνητος. Δεν δημιούργησε το σύμπαν, γιατί αυτό πάντα υπήρχε και πάντα θα υπάρχει. Δεν προκαθορίζει την πορεία της ζωής των ανθρώπων, δεν δικάζει, δεν τιμωρεί. Εν ολίγοις, στέκεται έξω από τον κόσμο. Μόνο που κάπου-κάπου, όπως ο «ενοσίχθων» Ποσειδώνας, ταρακουνά («κραδαίνει») τη γη με κάποιον σεισμό, όπως συμβαίνει και σήμερα.

Τον μονοθεϊσμό του Ξενοφάνη ακολούθησε ο Αναξαγόρας, προτείνοντας για υπέρτατο θεό τον κοσμικό Νου, ο Πλάτωνας με την Ιδέα του Αγαθού και ο Αριστοτέλης με το «πρώτο κινούν ακίνητον», δηλ. αυτό που κινεί το σύμπαν, χωρίς το ίδιο να κινείται.