Μέσα σε 24 ώρες το ραδιενεργό νέφος που προκλήθηκε έπειτα από ατύχημα στον πυρηνικό σταθμό του Ακούγιου φτάνει στα νησιά του Νοτιανατολικού Αιγαίου, ενώ απαιτούνται μόλις 36 ώρες για να κάνει την εμφάνισή του στα νησιά του Κεντρικού Αιγαίου και σε τμήμα της ηπειρωτικής χώρας. Όχι, δεν πρόκειται για έργο επιστημονικής φαντασίας, αλλά για σενάριο επιστημονικής έρευνας, η οποία μπορεί να ολοκληρώθηκε πριν από 20 χρόνια (το 1998), αλλά φαντάζει πιο επίκαιρη από ποτέ.

Την έρευνα που έγινε από το Πανεπιστήμιο Αθηνών για λογαριασμό του – τότε – υπουργείου Αιγαίου (επί υπουργίας Ελισάβετ Παπαζώη) ανέσυραν από το συρτάρι «Τα Νέα», με αφορμή τη δρομολόγηση της κατασκευής του πυρηνικού σταθμού στο Ακούγιου στη Νότια Τουρκία. Οι ερευνητές είχαν αποτιμήσει (μελετώντας πέντε σενάρια) τους κινδύνους που δημιουργούνται στο ενδεχόμενο ενός ατυχήματος στον πυρηνικό σταθμό. Και από τις προσομοιώσεις της διασποράς του ραδιενεργού νέφους είχε βρεθεί ότι σχεδόν σε όλες τις επικρατούσες συνθήκες επηρεάζεται άμεσα η Κύπρος.

Είκοσι χρόνια μετά, μπορεί ο νέος σχεδιασμός του πυρηνικού σταθμού – που αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία το 2023 – να έχει αλλάξει (έγινε πολύ μεγαλύτερος: αυξήθηκε η ισχύς των αντιδραστήρων, το ίδιο και η σχεδιαζόμενη κάλυψη της εγχώριας ζήτησης σε ηλεκτρική ενέργεια), ωστόσο οι προσομοιώσεις εξακολουθούν και παραμένουν επίκαιρες καθώς δεν έχει σημειωθεί κάποια σημαντική αλλαγή στις επικρατούσες καιρικές συνθήκες στην ευρύτερη περιοχή.

Και όπως σημειώνει ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Κώστας Καρτάλης, σε κάθε περίπτωση προκαλεί σοβαρά ερωτηματικά η πρόθεση της Τουρκίας να κατασκευάσει σταθμό πυρηνικής ενέργειας, την ίδια στιγμή που η διεθνής κοινότητα διακόπτει ή περιορίζει τη λειτουργία πυρηνικών σταθμών και στρέφεται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

ΤΟ ΧΕΙΡΟΤΕΡΟ ΣΕΝΑΡΙΟ

Μια συνηθισµένη χειµωνιάτικη µέρα. Πάνω από την Κεντρική και Νότια Ελλάδα – στα υψηλότερα στρώµατα της ατµόσφαιρας – ένα ισχυρό νότιο ρεύµα κάνει την εµφάνισή του, µε συνέπεια οι αέριες µάζες που µεταφέρονται στην περιοχή να προκαλούν πυκνές νεφώσεις και ισχυρές βροχοπτώσεις. Τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο καλύπτει ένα χαµηλό βαροµετρικό. Σύµφωνα µε τη µελέτη, υπό αυτές τις συνθήκες, το ραδιενεργό νέφος – από το υποθετικό πυρηνικό ατύχηµα στο Ακούγιου – θα έφτανε µέσα σε 24 ώρες στην Κύπρο αλλά και στο Αιγαίο(!). Δώδεκα ώρες αργότερα (συνολικά 36 ώρες από την πρόκληση του ατυχήµατος) το ραδιενεργό νέφος θα εντοπιζόταν πάνω από το Κεντρικό Αιγαίο και την ηπειρωτική Ελλάδα, ενώ στο ίδιο διάστηµα, µόνο ένα µικρό µέρος του νέφους θα επηρέαζε τη Δυτική Τουρκία.

Το χειρότερο σενάριο περιλαµβάνει και ισχυρές βροχοπτώσεις πάνω από το Αιγαίο αλλά και τα ηπειρωτικά, µε συνέπεια να επιταχύνεται η απόθεση των ραδιενεργών σωµατιδίων στην επιφάνεια. Με αυτές τις συνθήκες, µετά το πρώτο 24ωρο, το ραδιενεργό νέφος µεταφέρεται και προς τη Βουλγαρία, την Αλβανία και την Ιταλία.

ΤΑ ΥΠΟΛΟΙΠΑ ΣΕΝΑΡΙΑ

Οπως προαναφέρθηκε, οι µελετητές, µε βάση τις καιρικές συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή, εξέτασαν κι άλλα τέσσερα σενάρια, σύµφωνα µε τα οποία το ραδιενεργό νέφος από ένα – υποθετικό – ατύχηµα στο Ακουγιου εξαπλώνεται κυρίως στη Συρία και σε ένα µικρό κοµµάτι της Νοτιοανατολικής Τουρκίας. Με βάση τα όσα µελετήθηκαν, σε όλα τα σενάρια πλήττεται η Κύπρος, αν και σοβαρότερα σε δύο από αυτά. Η εγγύτητα της Κύπρου µε το σηµείο όπου επρόκειτο – και πλέον πρόκειται – να κατασκευαστεί ο σταθµός καθιστά τις επιπτώσεις άµεσες.

Οπως προέκυψε από τις υπολογιστικές προσοµοιώσεις, εξαιτίας των κινήσεων των αέριων µαζών στην περιοχή, αναµένεται η εξάπλωση του ραδιενεργού νέφους σε µεγάλα ύψη που φθάνουν τα 13 χιλιόµετρα. Γι’ αυτόν τον λόγο, αναφέρεται στη µελέτη, τα ραδιενεργά σωµατίδια µπορεί να επηρεάσουν, εκτός από τις προαναφερόµενες περιοχές, τον Λίβανο, το Ισραήλ, την Αίγυπτο, καθώς και πιο µακρινές µετά την τρίτη µέρα της διαρροής.

ΣΕ ΣΕΙΣΜΟΓΕΝΗ ΠΕΡΙΟΧΗ

Η κατασκευή του πυρηνικού σταθµού στο Ακούγιου προκαλεί έντονες αντιδράσεις σε Ελλάδα και Κύπρο για το γεγονός ότι χτίζεται σε σεισµογενή περιοχή. Κι αυτός είναι ένας από τους λόγους που οι ερευνητές εξέτασαν και τη σεισµικότητα της ευρύτερης περιοχής, από τον κόλπο του Ακουγιου έως την Κύπρο και το Αιγαίο. Έτσι, όπως προέκυψε, η βύθιση της αφρικανικής πλάκας στη συγκεκριµένη περιοχή µπορεί να προκαλέσει επιφανειακούς και πολύ ισχυρούς σεισµούς µεγέθους έως 8,3 βαθµών.
Ο µεγαλύτερος σεισµός που έχει καταγραφεί στα τελευταία – περίπου – 100 χρόνια προκλήθηκε το 1926 στ’ ανοιχτά της Ρόδου. Το µέγεθός του ήταν 8 βαθµοί και το εστιακό του βάθος 100 χιλιόµετρα. Στο θέµα της σεισµικότητας της περιοχής στέκεται ιδιαίτερα – και – σήµερα ο καθηγητής Γεωλογίας του Πανεπιστηµίου Αθηνών, πρόεδρος του Οργανισµού Αντισεισµικού Σχεδιασµού και Προστασίας (ΟΑΣΠ) Ευθύµιος Λέκκας. Οπως λέει, «στην ευρύτερη περιοχή βρίσκεται ένα πολύπλοκο σύστηµα ρηγµάτων, το οποίο µπορεί να δώσει µεγάλους επιφανειακούς σεισµούς µέχρι και 7,5 βαθµών, ενώ παράλληλα µπορεί να εκδηλωθεί και σεισµός µεγάλου βάθους, όπως αυτός που σηµειώθηκε το 1926».

Η ΑΚΤΙΝΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ

Σύµφωνα µε τον καθηγητή Πυρηνικής Φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθανάσιο Γεράνιο, ο προϋπολογισµός του έργου που προβλέπει την κατασκευή πυρηνικού συγκροτήµατος τεσσάρων αντιδραστήρων συνολικής ισχύος 4.800 Mwatt ανέρχεται σε 22 δισ. ευρώ. Η ισχύς τού κάθε αντιδραστήρα θα είναι στα 1.200 Mwatt. Ο προγραµµατισµός προβλέπει την παράδοση του πρώτου αντιδραστήρα το 2023. Στη συνέχεια, κάθε χρόνο θα παραδίδεται και από ένας νέος αντιδραστήρας. Το ποσό των 22 δισ. ευρώ για την κατασκευή των τεσσάρων αντιδραστήρων στο Ακουγιου είναι ελάχιστο σε σύγκριση µε το κόστος της ραδιενεργού απολύµανσης στη Φουκουσίµα από το τριπλό πυρηνικό ατύχηµα τον Μάρτιο του 2011, που έφτασε τα 200 δισ. ευρώ, αναφέρει ο Αθανάσιος Γεράνιος.

Η ΛΕΥΚΩΣΙΑ ΚΑΙ Η ΜΕΡΣΙΝΑ

Όπως επισηµαίνει ο επίκουρος καθηγητής του Ινστιτούτου Κύπρου (ΙΚυ) Θεόδωρος Χριστούδιας, µελέτες που εξετάζουν το ρίσκο από ενδεχόµενο ατύχηµα δείχνουν ότι η Λευκωσία διατρέχει αντίστοιχο ρίσκο µε την τουρκική πόλη Μερσίνα, που βρίσκεται κοντά στο Ακουγιου. Σύµφωνα µε τον ίδιο, ο υψηλός βαθµός επικινδυνότητας για την Κύπρο προκύπτει τόσο λόγω της µικρής απόστασης από το Ακουγιου όσο και των καιρικών συνθηκών.

ΠΥΡΗΝΙΚΑ ΑΠΟΒΛΗΤΑ

Όπως εξηγεί ο καθηγητής Πυρηνικής Φυσικής Αθανάσιος Γεράνιος, είναι γνωστό ότι και ο πιο «άψογος» πυρηνικός αντιδραστήρας, έπειτα από περίπου 40 χρόνια λειτουργίας του, πρέπει να κλείσει οριστικά, να διαλυθεί και να γίνει ο ίδιος πυρηνικό απόβλητο. Κι αυτό, γιατί, όπως λέει, ακτινοβολεί επικίνδυνα για το προσωπικό που τον χειρίζεται. Σήµερα, από τους περίπου 440 πυρηνικούς σταθµούς έχουν γεράσει οι 300 και ήδη 50 έχουν διαλυθεί ή κλείσει οριστικά. «Η διάλυση ενός αντιδραστήρα, που ο ίδιος έχει γίνει πυρηνικό απόβλητο, κοστίζει περίπου το µισό από το κόστος της κατασκευής του», τονίζει χαρακτηριστικά.

ΠΥΡΗΝΙΚΟ ΟΠΛΟΣΤΑΣΙΟ

Σύµφωνα µε τον Αθανάσιο Γεράνιο, η πρόθεση της Τουρκίας να αποκτήσει πυρηνικά όπλα από τη λειτουργία πυρηνικού αντιδραστήρα φαίνεται µε την πρώτη µατιά ότι είναι ανέφικτη. Κι αυτό επειδή η Τουρκία δεσµεύεται από τη συνθήκη ΝΡΤ (Non Proliferation Treaty) που έχει συνυπογράψει. Η συνθήκη όµως, κατά τον καθηγητή Πυρηνικής Φυσικής, αφήνει ένα παράθυρο παράκαµψης της απαγόρευσης µε το άρθρο 10. Σύµφωνα µε αυτό, «κάθε χώρα-µέλος που επιθυµεί για λόγους εθνικής άµυνας να αποσύρει την υπογραφή της από τη συνθήκη οφείλει να το γνωστοποιήσει σε όλα τα κράτη – µέλη της συνθήκης και στο Συµβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ τρεις µήνες πριν».
Με τον τρόπο αυτόν, µπορεί το κράτος να απαγορεύσει κάθε έλεγχο των πυρηνικών µονάδων από τους επιθεωρητές της Διεθνούς Επιτροπής Ατοµικής Ενέργειας. «Ετσι, ύστερα από πέντε χρόνια λειτουργίας των αντιδραστήρων τους, το πλουτώνιο που θα έχει παραχθεί ως πυρηνικό απόβλητο, µε κατάλληλο καθαρισµό και εµπλουτισµό, θα είναι έτοιµο για την πρώτη ύλη στην κατασκευή τουρκικού πυρηνικού όπλου», συµπληρώνει.

Η έκθεση προετοιμάστηκε υπό τον συντονισμό του καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών, Κώστα Καρτάλη (που αργότερα διετέλεσε πρόεδρος της Επιτροπής Περιβάλλοντος της Βουλής), ενώ στην ομάδα των επιστημόνων συμμετείχαν ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Γιώργος Κάλλος, και, μεταξύ άλλων, οι ερευνητές Κώστας Λαγουβάρδος, Βάσω Κοτρώνη και Ιωάννα Παπούλια.