Ποιοτικές διακοπές αποκλειστικά για τους ξένους

«Χάσαμε τους Έλληνες, κερδίσαμε τους ξένους», μια φράση που επαναλαμβάνεται από ξενοδόχους και υπεύθυνους χώρων φιλοξενίας υψηλών προδιαγραφών, όχι ακριβώς με δυσαρέσκεια.

Το πιο ανατρεπτικό, θα έλεγε κανείς, είναι ότι η απουσία των πρώην εύπορων Ελλήνων –την περίοδο του καλοκαιριού– δεν περιορίζεται μόνο στα πεντάστερα ξενοδοχεία, αλλά και στα ίδια τα σπίτια των διακοπών.

Δεν προφταίνεις να θαυμάσεις μια βίλλα στον Ορνό της Μυκόνου ή στον Περίβολο της Σαντορίνης και σε πληροφορούν ότι «τα αφεντικά δεν έρχονται πια το καλοκαίρι γιατί νοικιάζουν τη βίλα τους στους ξένους».

«Στην αρχή της κρίσης κανείς δεν φανταζόταν ότι θα φθάναμε στο σημείο αυτό» σε πληροφορούν ντόπιοι που γνωρίζουν καλά το τοπίο και τους κατοίκους του.

«Έχει αλλάξει χαρακτήρα το νησί. Περπατάς στο δρόμο και ακούς όλο ξένα, γερμανικά, ρώσικα, αγγλικά. Είναι μια χαρά άνθρωποι, αλλά εμείς αλλιώς συνηθίσαμε. Έρχονταν οι ιδιοκτήτες το καλοκαίρι, άνοιγαν τα παράθυρα κι άκουγες χαρούμενες φωνές, ελληνικά τραγούδια, κατέβαιναν στη Χώρα, ανταλλάσσαμε δυό κουβέντες μαζί τους, μαθαίναμε και τι γίνεται στον έξω κόσμο, οπωσδήποτε ήταν αλλιώς. Τα λεφτά, βέβαια, που εισπράττουν είναι πολλά και σίγουρα τα χρειάζονται για να θυσιάζουν τις διακοπές τους» με πληροφορεί κάτοικος της Μυκόνου.

Η κρίση που έφερε τα πάνω κάτω, δημιουργώντας αυτό που πολλοί χαρακτηρίζουν «παράνοια», έκανε κι αυτό, σκέφτεσαι.

Στέρησε από πολλούς τις διακοπές τους, αφού νοικιάζουν το εξοχικό τους στους ξένους. «Τι λένε οι γονείς στα παιδιά;» διερωτάσαι – χωρίς, φυσικά, να περιμένεις απάντηση.

Όμως, οι επιπτώσεις της αλλαγής αυτής δεν περιορίζονται εκεί.

Η απουσία των εύπορων από τα εξοχικά τους, έχει επιπτώσεις, όπως λένε οι ντόπιοι και σε επιχειρήσεις, όπως ταβέρνες, καταστήματα ρούχων, κοσμηματοπωλεία, πολλά από τα οποία έχουν κλείσει και άλλα κρατιούνται με τα δόντια.

«Χάσαμε πελάτες χρόνων. Ο Έλληνας, όταν κρατά η τσέπη του, ξοδεύει. Ποιος να το φανταζόταν ότι θα έρχονταν έτσι τα πράγματα;
Δεκαετίες τώρα, η πελατεία μας αυξανόταν κάθε χρόνο. Τώρα ή, μάλλον, από την αρχή της κρίσης, άρχισε η αντίστροφη μέτρηση. Μετράμε πόσους χάσαμε. Οι ξένοι καλοί είναι, αλλά στις διακοπές τους δεν είναι σαν τον Έλληνα. Δεν ξοδεύουν για ψώνια, ενώ προτιμούν να τρώνε στα εστιατόρια των ακριβών ξενοδοχείων που μένουν. Μιλάμε τώρα για τους εύπορους. Να το ξεκαθαρίσουμε αυτό» είναι η εκτίμηση ντόπιου της Σαντορίνης.

Η δυσαρέσκεια των πολιτών προς τους κυβερνώντες τη χώρα φανερή.

«Όλοι είναι ίδιοι και το πιο τραγικό δεν υπάρχει εναλλακτική λύση» είναι η εκτίμηση ντόπιων, όταν η κουβέντα στρέφεται στο πολιτικό σκηνικό της χώρας.

«Μια ονειρική χώρα με 300 ηλίθιους στη Βουλή» είναι η αδρή εικόνα ενός επιχειρηματία.

ΟΥΤΕ ΚΑΝ ΤΟΝ ΟΝΕΙΡΕΥΟΤΑΝ

«Τον τουρισμό που έχει τώρα η Ελλάδα ούτε καν τον ονειρευόταν» με πληροφορεί ο ιδιοκτήτης και διευθύνων σύμβουλος του Danai Beach Resort στη Χαλκιδική, Κίμων Ρίφενστολ.

Ωστόσο, στο ξενοδοχείο που έκτισε η μητέρα του, Δανάη, πριν τέσσερις δεκαετίες, ξεκινώντας από το δικό της εξοχικό, δεν έρχονται πλέον εύποροι Έλληνες, όπως πριν. Τη θέση τους έχουν πάρει Γάλλοι, Γερμανοί, Ουκρανοί, Βούλγαροι και Ρώσοι. Πολλοί Ρώσοι που για πρωινό πίνουν Moet και Dom Perignon.

Δεν φαίνεται, εντούτοις, ικανοποιημένος: «H σημερινή κυβέρνηση, επιχειρηματικά, μας έχει χαντακώσει. Δουλεύεις περισσότερο και εισπράττεις λιγότερα. Δεν σου αφήνει περιθώρια να επενδύσεις, γεγονός που θα έφερνε και την ανάπτυξη. Αυτά που πληρώνεις σε φόρους είναι απλώς παράλογα. Εκείνο που χρειάζεται είναι χαμηλότεροι φόροι και αυστηρότερες ποινές στους φοροφυγάδες. Η Βουλγαρία το πέτυχε, γιατί όχι κι εμείς;»

Η αύξηση του τουρισμού έχει απαιτήσεις, τονίζει ο ίδιος. «Τα πράγματα έχουν αλλάξει. Υπάρχει μεγάλος συναγωνισμός μεταξύ των επιχειρηματιών και επιπλέουν μόνο οι πολύ καλοί. Ως εκ τούτου, είσαι υποχρεωμένος να επενδύεις σ’ αυτό που πουλάς. Προσωπικά, πάνω από το κέρδος μ’ ενδιαφέρει να μείνει ο πελάτης ικανοποιημένος. Να μην πάρει απλώς αυτό που περιμένει και για το οποίο πληρώνει, αλλά κάτι περισσότερο. Να εκπλαγεί ευχάριστα και όχι μόνο να θέλει να ξανάρθει του χρόνου, αλλά να σε συστήσει και στον κύκλο του».

Κίμων Ρίφενστολ

ΘΑ ΞΑΝΑΡΘΟΥΝ

Για την απουσία Ελλήνων επισκεπτών από τα πεντάστερα ξενοδοχεία, εκτιμά ότι δεν είναι μεν το καλύτερο που μπορούσε να συμβεί, έστω και αν τη θέση τους έχουν πάρει οι ξένοι, πιστεύει όμως ότι «είναι θέμα χρόνου να ξανάρθουν». Ο ίδιος έχει ζήσει την εποχή που οι περισσότεροι πελάτες του resort ήταν Έλληνες. Τα τέσσερα εστιατόρια, κυρίως με μοντέρνα ελληνική κουζίνα, ελληνικές βραδιές και άψογο σέρβις, προσέλκυαν Έλληνες από όλη την επικράτεια. Η πτώση του αριθμού, όπως λέει, έγινε βαθμιαία. Ο τρόπος ζωής των εχόντων συνεχίστηκε για αρκετό διάστημα και εν μέσω κρίσης. Όσο κρατούσαν οι αποταμιεύσεις, δεν άλλαξαν πολλά στη ζωή τους.

Σήμερα η απουσία τους από τα πεντάστερα ξενοδοχεία, είναι αισθητή. Τη θέση τους έχουν πάρει ξένοι. Αυτό άλλαξε και τις απαιτήσεις των επιχειρηματιών που ζητούν και προσλαμβάνουν προσωπικό με περισσότερα προσόντα και πάνω από δύο γλώσσες στο βιογραφικό τους.

Μπορεί να ακούγεται άκομψο, αλλά τον ρωτώ «ποια είναι η αμοιβή των εργαζομένων εκεί». Έχω ήδη πληροφορηθεί ότι στο χώρο φιλοξενίας, στην Ελλάδα, ο μισθός κυμαίνεται μεταξύ 550-650 ευρώ το μήνα.

Κατά μέσον όρο, στα 1.000 ευρώ το μήνα, με πληροφορεί, που θεωρείται με τα σημερινά δεδομένα «καλός μισθός».

ΧΩΡΙΣ «ΛΑΔΩΜΑ»

Ένα από εκείνα που τον ενοχλούν στο σημερινό κλίμα των πραγμάτων, στην Ελλάδα, είναι ότι το «ρουσφετολόι» καλά κρατεί. Χωρίς «λάδωμα», τίποτε δεν κινείται. «Μπορεί να σταματήσει αυτό και πώς;»

Στον τουριστικό χώρο, πιστεύει ότι υπάρχουν ακόμη μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης;

«Αναμφίβολα. Η Ελλάδα έχει μοναδικές ομορφιές, το επίπεδο φιλοξενίας έχει ανεβεί και ο χειμερινός τουρισμός είναι εκεί και περιμένει. Μπορούμε να στραφούμε στον χειμερινό τουρισμό που η χώρα μας έχει να προσφέρει τόσα πολλά. Να μη μας διαφεύγει επίσης ότι η γεωγραφική θέση της χώρας είναι πολύ πλεονεκτική για το λόγο ότι καθιστά εύκολη την πρόσβαση».

Αναφορικά με την οικονομία της χώρας ο ίδιος πιστεύει ότι τα πράγματα θα βελτιωθούν.

«Είμαι αισιόδοξος. Η οικονομία της χώρας έπιασε πάτο και θα πρέπει να αρχίσει να ανεβαίνει. Βασική προϋπόθεση, βέβαια, να σταματήσει αυτή η ξέφρενη έξοδος των καλών μυαλών από τη χώρα. Μια έξοδος που τροφοδοτεί αυτή η ίδια η παράνοια. Έχω ένα, φίλο χειρούργο που εργάζεται σε νοσοκομείο και παίρνει χίλια ευρώ το μήνα. Είναι δυνατόν; Kαι όμως είναι».