Ο άνθρωπος που έκανε «το αυστραλιανό όνειρο» χιλιάδων Ελλήνων μεταναστών πραγματικότητα

Μετά από 60 χρόνια το ιστορικό κτηματομεσιτικό γραφείο Sam Mihelakos & Co, του Σωτήρη Μιχελάκου, κλείνει τις πόρτες του. Ο άνθρωπος που το έχτισε, το δούλεψε και μέσα απ' αυτό σπίτωσε 6.000 οικογένειες θυμάται…

Λένε ότι η πολύ δουλειά τρώει τον αφέντη αλλά όταν ο «αφέντης» είναι ο Σωτήρης Μιχελάκος, ο ιδιοκτήτης του θρυλικού για την περιοχή του Brunswick, κτηματομεσιτικού γραφείου Sam Mihelakos & Co Real Estate, τότε μάλλον ο αφέντης την τρώει και με πολύ όρεξη παρακαλώ. Ακόμα και σήμερα που διανύει το 84ο έτος της ηλικίας του το ίδιο συνεχίζει να κάνει.

Σε λίγους μήνες το κτηματομεσιτικό γραφείο του Σωτήρη Μιχελάκου, που για 60 χρόνια τώρα βρισκόταν στο κεντρικό δρόμο του Brunswick, το Sydney Road, θα κλείσει τις πόρτες του. Tο όνομα του ομογενή κτηματομεσίτη θα κατέβει από την ταμπέλα του κτιρίου, οι παλιομοδίτικες κορνίζες που φιγούραραν για δεκαετίες τώρα στη βιτρίνα θα αντικατασταθούν από σικάτα props, τα φθαρμένα από τον χρόνο έπιπλα του γραφείου θα μεταναστεύσουν σε άλλους χώρους για να ζήσουν νέες περιπέτειες και τα κάδρα στους τοίχους του, μάρτυρες της αγωνίας και των ονείρων χιλιάδων πελατών του Σωτήρη, θα κατέβουν.

Ένα άλλο σύγχρονο κτηματομεσιτικό γραφείο θα ξεφυτρώσει στη θέση του. Τίποτα δεν θα θυμίζει τον «οίκο του αυστραλιανού ονείρου» στον οποίο χιλιάδες μετανάστες, ελληνικής καταγωγής και όχι μόνο, επισκέφθηκαν μία φορά και έναν καιρό, για να βάλουν το πρώτο δικό τους κεραμίδι πάνω από το κεφάλι τους. Ο Σωτήρης ή Σαμ, όπως τον φωνάζουν γνωστοί φίλοι και γείτονες, όμως έστω και αν σήμερα διανύει το 84ο έτος της ηλικίας του, δεν έχει σκοπό να πάει σπίτι του.

«Σύνταξη δεν πρόκειται να πάρω. Δεν ξέρω πότε θα σταματήσω. Θα μείνω στο καινούργιο γραφείο όσο η υγεία μου το επιτρέπει» μου λέει.

Ο Σωτήρης Μιχελάκος είναι θεσμός για την ελληνική παροικία των βορείων κεντρικών προαστίων της Μελβούρνης. Είναι ο άνθρωπος που σπίτωσε πάνω από 6.000 οικογένειες. Είναι επίσης ο Έλληνας που ήρθε στην Αυστραλία, όπως δεκάδες χιλιάδες άλλοι μετανάστες, στα μέσα της δεκαετίας του 1950, αλλά έστω και αν αρχικά δούλεψε στην φάμπρικα, κατέληξε σε μία δουλειά που λίγοι Έλληνες μετανάστες κατέληγαν τότε και έστω και αν ξεχώρισε, δεν ξέχασε τους συμπατριώτες του.

Τον συναντώ στον «οίκο του αυστραλιανού ονείρου». Το γραφείο του. Με φόντο έναν χάρτη της Πελοποννήσου, που με ταξιδεύει 40 χρόνια πίσω ζωντανεύοντας στην φαντασία μου τον χάρακα της κυρίας Ελένης και τα μαθήματα πατριδογνωσίας της Τρίτης Δημοτικού, τον ρωτώ για τη ζωή του, τις εμπειρίες του, τα όμορφα, τα άσχημα, τα παράξενα, τα αξέχαστα…
Και ο Σωτήρης Μιχελάκος δεν κάνει τσιγκουνιές στις αναμνήσεις του…

Το θρυλικό κτηματομεσητικό γραφείο στο Sydney Road του Brunswick

«ΕΚΕΙΝΟ ΠΟΥ ΛΕΝΕ, ΟΤΙ ΣΤΟΥΣ ΣΤΡΑΒΟΥΣ ΒΑΣΙΛΕΥΕΙ Ο ΜΟΝΟΦΘΑΛΜΟΣ ΙΣΧΥΕΙ»
«Γεννήθηκα στο Έλος Λακωνίας. Ήρθα εδώ στις 9 Ιουνίου του 1955. Ήμουν είκοσι ενός ετών. Πρώτα δούλεψα σε εργοστάσιο περίπου 3 χρόνια και κατόπιν μπήκα στο real estate. Ήξερα λίγα αγγλικά γιατί πήγα στο Γυμνάσιο στην Ελλάδα και 5 χρόνια έκανα αγγλικά και λατινικά. Τότε εδώ δεν υπήρχαν σχολεία όπως τώρα να βοηθούν τους μετανάστες και έκανα ένα course Αγγλικών δια αλληλογραφίας από το υπ. Μετανάστευσης.

Εκείνο που λένε ότι στους στραβούς βασιλεύει ο μονόφθαλμος ισχύει.

Επειδή οι περισσότεροι τότε δεν είχαν τελειώσει το γυμνάσιο και δεν γνώριζαν καθόλου αγγλικά εγώ τους έκανα τις αιτήσεις για να έρθουν οι συγγενείς τους, τους έκανα τις φορολογικές δηλώσεις, τους βοηθούσα. Ποτέ δεν τους πήρα ούτε ένα δολάριο για τη βοήθεια.

Ένας δικηγόρος μου έβαλε την ιδέα να γίνω κτηματομεσίτης. Μας πήγε κάποιος σ’ αυτόν για να αγοράσουμε οικόπεδα και είχα πάρει μαζί μου και κάτι γνωστούς φίλους και συγγενείς και αγόρασαν όλοι. Είδε ότι θα μπορούσα να το κάνω επάγγελμα.

Όταν έφυγα από το κλωστήριο και είπα στο αφεντικό μου ότι αποφάσισα να εργαστώ ως κτηματομεσίτης δεν με πίστευε. Μία μέρα χρόνια μετά με επισκέφθηκε στο γραφείο. Ακόμα και τότε δεν το πίστευε. “Είναι αυτό το όνομά σου στην ταμπέλα;” με ρώτησε. Του φάνηκε περίεργο.

Χρόνια αργότερα όταν πήρε σύνταξη, με εμπιστεύτηκε όμως να του πουλήσω το σπίτι. Δεν οδηγούσε και επειδή ήθελε να αγοράσει ένα σπίτι στο Ocean Grove τον ρώτησα αν ήθελε να τον πάω να το δει.

Ακόμα θυμάμαι την ερώτηση που μου έκανε έτσι στα καλά του καθουμένου στο αυτοκίνητο. Μου λέει “τι νομίζεις υπάρχει Θεός ή όχι;”
Του απάντησα ότι για όσους πιστεύουν υπάρχει Θεός και για όσους δεν πιστεύουν όχι. Χαμογέλασε ακόμα το θυμάμαι αυτό και μου είπε… “ποτέ δεν το είχα σκεφτεί έτσι”.

Ο Σωτήρης με την γραμματέα του όταν άνοιξε το γραφείο του και οι επαγγελματικές του κάρτες

ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΤΗΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ ΤΟΥ 1960
«Τα πρώτα χρόνια πουλούσα περισσότερα σπίτια στους Ιταλούς. Οι Ιταλοί είχαν έρθει πριν από τους Έλληνες και ήταν σε θέση να αγοράσουν σπίτια. Από το 1965 και μετά, όμως, άρχισα να πουλάω περισσότερα στους Έλληνες. Είχα βέβαια και Αυστραλούς πελάτες.

Τότε ήταν συνηθισμένο φαινόμενο δύο ζευγάρια να αγοράζουν μαζί ένα σπίτι. Ήταν αδέλφια ή μπατζανάκια ή κουμπάροι. Αυτή η σύμπραξη όμως δεν πήγε καλά. Μετά από ένα διάστημα άρχισα να βλέπω ότι το συνεταιρικό δεν δούλευε. Ερχόντουσαν πάλι πίσω και μου ζητούσαν να το πουλήσω γιατί δεν μονιάζανε. Βλέπεις, εκτός που έμεναν στο σπίτι οι αγοραστές, νοικιάζανε και δωμάτια. Σε κάθε δωμάτιο έμενε μία οικογένεια. Αν ήταν ένα σπίτι με τρία υπνοδωμάτια και σαλόνι έμεναν μέσα τέσσερις οικογένειες. Μερικές φορές νοίκιαζαν ακόμα και το πλυσταριό σε εργένηδες. Τότε δεν υπήρχαν διαμερίσματα και πολλοί εργένηδες που έρχονταν μετανάστες αν δεν έβρισκαν κάπου να μείνουν θα κατέληγαν στην Bonegilla. Οπότε για να μην καταλήξουν εκεί προτιμούσαν να καταλήξουν σε πλυσταριό.

Τους αγοραστές τότε δεν τους ενδιέφερε τόσο η ποιότητα, μόνο να είναι κοντά στις συγκοινωνίες και στις δουλειές τους.

Αγοράζανε στο Carlton, στο Clifton Hill, στο Coburg και στο Brunswick, αλλά όχι στο Fitzroy γιατί εκεί είχαν αρχίσει να κτίζονται εργατικές κατοικίες και κανένας δεν ήθελε να μένει κοντά σε εργατικές κατοικίες. Είχαν κακό όνομα. Όσοι είχαν σπίτια κοντά στα οικόπεδα που αγόρασε η κυβέρνηση για να κάνει εργατικές κατοικίες τα πουλούσαν όσο-όσο για να φύγουν. Μισοτιμής.
Ίσως να είμαι ο μοναδικός ατζέντης στην Αυστραλία που δούλευε μεταμεσονύκτια. Τότε που ο κόσμος δούλευε βάρδιες και τελείωναν στις 11 το βράδυ ή στις 1 τα ξημερώματα, εγώ επειδή είχα τόσους πολλούς πελάτες και δεν προλάβαινα την ημέρα, τους περίμενα στην στάση των λεωφορείων από τη 1 έως τις 5 το πρωί τους έπαιρνα με το αυτοκίνητο και τους πήγαινα να δουν σπίτια που ήταν άδεια. Μία φορά θυμάμαι… ετοιμάσου να γελάσεις με αυτό… Ήταν ένας Έλληνας που είχε ένα σπίτι εδώ στο Brunswick και ήταν άδειο ή έτσι νόμιζα. Αλλά αυτός ο βλάκας το νοίκιασε και δεν μου είπε τίποτα. Εγώ λοιπόν ξέχασα εκείνο το βράδυ το κλειδί στο γραφείο και για να μην καθυστερήσω τους αγοραστές δεν ήρθα να το πάρω. Πάμε που λες εκεί, ανοίγω το παράθυρο, πηδάω μέσα για να ανοίξω την πόρτα στους αγοραστές και πέφτω πάνω στο κρεβάτι που κοιμούνταν ένα αντρόγυνο. Ήταν η τελευταία φορά που μπήκα σε σπίτι από το παράθυρο. Ευτυχώς, λύθηκε η παρεξήγηση αμέσως γιατί καταλάβανε περί τίνος επρόκειτο.

Μέχρι το 1973 που έγινε η ενεργειακή κρίση και ανέβηκε πολύ το πετρέλαιο και ο πληθωρισμός οι τιμές των σπιτιών είχαν αυξηθεί ελάχιστα αλλά από εκεί και μετά όλα άλλαξαν και τα σπίτια έχουν φτάσει εδώ που είμαστε σήμερα.

Το πιο περίεργο τότε ήταν ότι ένα σπίτι ήταν φθηνότερο στο Carlton και ακριβότερο στο Brunswick. Αλλά αυτό που σήμερα θα εκπλήξει πολλούς είναι ότι εδώ στο Brunswick αγόραζε κάποιος ένα σπίτι με 10,000 λίρες, και πήγαινε και αγόραζε ένα καινούριο στο Fawkner με 13,500 επειδή ήταν καινούριο. Πόσο άλλαξαν τα πράγματα όμως! Τώρα για να πάρεις ένα παλιό σπίτι στο Brunswick πρέπει να πουλήσεις τρία καινούρια στο Fawkner. Κανένας δεν το περίμενε αυτό».

ΜΙΑ ΣΧΕΣΗ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΠΡΟΔΩΣΕ
«Έχουν δίκιο όταν λένε να μην εμπιστεύεσαι κτηματομεσίτη και πωλητή αυτοκινήτων. Εγώ όμως από την αρχή που έβαλα στο νου μου να γίνω κτηματομεσίτης, ήθελα να μείνω στο επάγγελμα, ήθελα να κάνω καλό όνομα, όχι να αρπάξω και να φύγω, όπως κάνουν άλλοι.

Έβλεπα μερικούς που αντιμετώπιζαν τα επάγγελμα ως αρπαχτή, ό,τι πουλήσουν, ό,τι πάρουν. Εγώ δεν καταδέχτηκα να κάνω αυτό το πράγμα. Ούτε αγόρασα ούτε έδωσα σε συγγενή από το γραφείο μου. Ό,τι αγόρασα ή πούλησα σε συγγενή δεν ήταν από το γραφείο μου.

Η πελατεία μου μεγάλωσε από συστάσεις, γιατί από την αρχή ήθελα να εξυπηρετήσω τον κόσμο. Δεν με συγκινούσε το κομίσιον. Ήθελα να είναι ευχαριστημένοι οι πελάτες μου. Έτσι πίστευα και ακόμα έτσι πιστεύω. Καλύτερα να μην πουλήσω τίποτα παρά να κάνω κακό όνομα. Αν πάω κάποιον σε κάποιο σπίτι να το αγοράσει θα του πω αυτό που νομίζω. Αν νομίζω ότι είναι καλή ευκαιρία θα του το πω. Αν δεν είναι και τόσο καλή ευκαιρία, εγώ θα του πω ότι νομίζω πως είναι λίγο ακριβό αλλά αυτό ζητάνε, ρώτησε και αλλού. Δεν μου αρέσει να πιέζω

.
Από την άλλη, δεν είμαι άνθρωπος που του αρέσει να κάθεται στο σπίτι. Στα 60 χρόνια που δουλεύω έρχομαι στο γραφείο από τις 7 το πρωί έως τις 9 το βράδυ. Άδεια έχω πάρει τρεις εβδομάδες το 1973 που πήγα στην Ελλάδα και άλλες τόσες όταν πήγα πάλι το 1987 όταν κάναμε έγινε αδελφοποίηση το Brunswick με την Σπάρτη».

Ο ΠΑΤΕΡΑΣ, Ο ΠΑΠΠΟΥΣ, Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
Ο Σαμ δεν διεκδικεί τον τίτλο του ξακουστού Έλληνα του Sydney Road, μόνο λόγω της επαγγελματικής του καριέρας. Μέσα σε όλο αυτό το τρέξιμο που επιβάλλει σε κάθε ατζέντη η δουλειά του, και τις υποχρεώσεις που επιβάλλει σε κάθε πατέρα μία πενταμελής οικογένεια, ο Σαμ κατάφερε να βρει χρόνο και για τα κοινά.

Για πολλά χρόνια διετέλεσε πρόεδρος της Παλλακωνικής Ένωσης Μελβούρνης και Βικτωρίας, η οποία στεγάζεται μερικές εκατοντάδες μέτρα από το κτηματομεσιτικό του γραφείο, σε ένα κτίριο που, όπως ο Σαμ λέει και κάμποσοι συμπατριώτες του και μέλη της Παλλακωνικής επιβεβαιώνουν, ότι ήταν χάρη στις δικές του πρωτοβουλίες που η Παλλακωνική Κοινότητα το έχει σήμερα.

Επί δικής του θητείας έγινε και η αδελφοποίηση μεταξύ του Brunswick και της Σπάρτης.

Όλα αυτά του τα επιτεύγματα, μαζί με το γεγονός ότι συνεχίζει και θα συνεχίσει να εργάζεται στο νέο κτηματομεσιτικό γραφείο, είναι ενδεικτικά των ποιοτήτων που διέπουν αυτόν τον άνθρωπο. Εργατικός, δημιουργικός, τολμηρός, αλλά, πάνω από όλα, προσγειωμένος. Και αυτός είναι ο Σωτήρης Μιχελάκος.