Ψάχνοντας τον τάφο του Ζαχαριάδη στο Πρώτο Νεκροταφείο στην Αθήνα, συνάντησα μία γυναίκα που πήγαινε να ανάψει ένα κερί στον τάφο του συγγραφέα Λουντέμη. Όταν τη ρώτησα γιατί πολλοί τάφοι μοιάζουν με μίνι Παρθενώνες, μου είπε ότι το Νεκροταφείο μοιάζει με μουσείο.

Και, να αριστερά μου είναι ο τάφος του Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου. Τώρα σωπαίνει. Δεν λέει ανέκδοτα. Θυμήθηκα όταν πήγε στην Αμερική να γιατρευτεί και γιατρειά δεν βρήκε, δήλωσε στις κάμερες: «Δεν φοβάμαι το θάνατο φοβάμαι το Θεό». Όμως τρεμάμενη η φωνή του, τα βουρκωμένα μάτια του και δύο δάκρυα που πέσανε στα γένια του μαρτυρούσαν ότι φοβόταν το θάνατο. Οι μόνοι που δεν φοβούνται το θάνατο είναι οι απελπισμένοι, που βγαίνοντας από το καζίνο πηδούν στον ποταμό. Και εκείνοι που πάνε στον Παράδεισο να φάνε πιλάφι. Και οι φανατικοί που πεθαίνουν για τις ιδέες τους.

Δίπλα στους Αρχιεπισκόπους βλέπω το άγαλμα του Αβέρωφ, είναι μεγάλο. Ίσως ο γλύπτης ήθελε να προβάλλει τον ευεργετικό ρόλο του. Τι συμβολίζουν τα τέσσερα λιοντάρια που ήρεμα κάθονται στις τέσσερες γωνίες του αγάλματος; Δόξα, Δύναμη, Ευεργεσία, Πλούτο; Ίσως όλα μαζί.

Στο ενδιάμεσο είναι ένας μίνι Παρθενώνας που επισκιάζει το γύρω τοπίο και ειδικά τον τάφο της Μελίνας Μερκούρη. Στην ορθογώνια μαρμάρινη πλάκα είναι χαραγμένη μία λυγερή και αεράτη γυναικεία φιγούρα που θυμίζει καλλιτέχνιδα και ταυτόχρονα αρχαία Νύμφη ή Θεά. Όταν ήρθε στη Μελβούρνη άρχισε το λόγο της με το θεατρικό στόμφο: «Λαέ της Μελβούρνης» σαν να απευθυνόταν στα τέσσερα εκατομμύρια κατοίκους της πόλης. Το όνομά της σχετίζεται με τα «κλεμμένα μάρμαρα». Για να μην παρατραβάμε το σκοινί, τα μάρμαρα αγοράστηκαν αλλά η πράξη του Έλγιν ήταν ανήθικη και βάρβαρη. Ο νους των Άγγλων ίσως λειτουργεί κατά τον εξής τρόπο: ό,τι αγοράζω είναι δικό μου και αφού μου φέρνει χρήμα είναι δύο φορές δικό μου. Ίσως νομικά εδώ να βρίσκεται η δυσκολία επιστροφής των γλυπτών στην Ελλάδα.

Αφήνω την Μερκούρη στην ησυχία της και το βλέμμα μου πέφτει σε μία ασπρόμαυρη φωτογραφία του Α. Παπανδρέου με γυαλιά. Γιατί ασπρόμαυρη; Για να δείξει αντιφατικότητα;

Ο Ανδρέας, μεταξύ των άλλων, επανέφερε την ιθαγένεια σε άτομα που οι πρώην κυβερνήσεις είχαν αφαιρέσει. Άκουσα να λένε ότι κανόνισε με τους Σοβιετικούς οι συντάξεις των Ελλήνων προσφύγων να μεταφερθούν στην Ελλάδα. Επίσης, έκανε ένα δυνατό ΠΑΣΟΚ για να χαθεί λίγο αργότερα μετά το θάνατό του. Αυτό συμβαίνει όταν στην αρχηγία έρχονται νάνοι. Και η πτώση του; Η πτώση του άρχισε, όπως μου είπε ένας λάτρης του Ανδρέα και οπαδός του ΠΑΣΟΚ, όταν τα μάτια του είδαν μία νεαρή αεροσυνοδό και ο νους του θόλωσε.

Στρίβω δεξιά. Μπροστά μου ξανοίγεται ένα Πάνθεον από καλλιτέχνες του θεάτρου και του κινηματογράφου. Χορν, Κατράκης, Καρέζη και η ναζιάρα Βουγιουκλάκη με τους μεγάλους βασιλικούς έρωτες που με κοιτάει στα κατάματα και μου λέει: τι θέλεις να μάθεις και άλλα μυστικά της ζωής μου; Α, χάσου από εδώ. Ντροπιασμένος γυρίζω το κεφάλι μου και βλέπω τον Τσιτσάνη έτοιμο να παίξει το μπουζούκι του, αλλά δεν μπορεί γιατί είναι μαρμαρωμένος.

Αφήνω τους καλλιτέχνες και παλεύοντας τη ζέστη και τον ιδρώτα, προχωρώ στο άγνωστο. Προσπερνώ πρωθυπουργούς, υπουργούς, βουλευτές, στρατηγούς, δικαστές, δικηγόρους, συμβολαιογράφους, γιατρούς… γιατί αυτοί δεν με ενδιαφέρουν. Εγώ ψάχνω τον Ζαχαριάδη και αντί αυτόν βρίσκω τον Κολοκοτρώνη. Εδώ δεν μοιάζει με ήρωα όπως σε άλλα αγάλματα. Το άγαλμα είναι ρεαλιστικό. Όπως στη ζωή. Κάθεται ένας να ξεκουραστεί. Έχει μουστάκια, φοράει φέσι, φουστανέλα, κρατάει γιαταγάνι και τα υποδήματά του μοιάζουν με τσαρούχια. Έντονα κοιτάει μακριά. Ίσως ψάχνει Τούρκους να σφάξει..

Λίγο πιο πέρα είναι ένα αριστούργημα. Στολίδι τέχνης. Το γλυπτό είναι μοντέρνο. Μία νεαρή γυναίκα με την πλάτη της γυρισμένη προς τους επισκέπτες, κάθεται πάνω στον τάφο. Το ωραίο πρόσωπό της είναι λίγο γυρισμένο προς τα πίσω σαν να θέλει να δει ποιος είναι πίσω από την πλάτη της. Το βλέμμα της είναι γεμάτο από περιέργεια. Όπως και το δικό μου. Θέλω να τη δω από μπροστά.

Να και η Βέμπω. Σαν να είναι ξεχασμένη κάτω από τις σκιές των δέντρων. Βλέπω τη φωτογραφία της και μέσα στα μάτια της διακρίνω κάποια λύπη, μελαγχολία. Ίσως να ήθελε να κατοικεί στον Πάνω Κόσμο και όχι στον Κάτω. Και ξάφνου ανοίγουν τα χείλη της και η μία μελωδία διαδέχεται την άλλη. Μέσα από τα σπλάχνα του τάφου της ξεπηδούν παλαιά τραγούδια που ζεσταίνουν τις καρδιές των νεκρών.

Παίρνοντας τον ανήφορο και φτάνοντας στα σκαλιά, το τοπίο αλλάζει. Χάνει την αίγλη του. Μοιάζει με υποβιβασμένο χώρο. Αυτό που κινεί την περιέργειά μου είναι οι άδειοι τάφοι. Απέναντί μου είναι ένας ταπεινός τάφος. Διαβάζω: Μήτσος Παρτσαλίδης. Θυμήθηκα ότι ήταν ένας από τα ηγετικά στελέχη του ΚΚΕ. Προσπερνώ τους άδειους τάφους και βλέπω έναν συνηθισμένο τάφο, αλλά από την πλάκα και πάνω τείνει προς το μοντέρνο. Αποτελείται από επτά κυματιστές ορθογώνιες μαρμαρένιες σειρές όπου ενδιάμεσα είναι ριγμένα μικρά πλακάκια. Πάνω στο τάφο είναι μια διπλωμένη εφημερίδα και ένα μπουκέτο από ηλιοκαμένα λουλούδια. Νόμισα ότι κάποιος αγενής πέταξε την εφημερίδα στον τάφο αλλά όταν την πήρα να την πετάξω στα σκουπίδια είδα τον τίτλο «Ριζοσπάστης» και την άφησα στη θέση της. Το βλέμμα μου πάει προς τα κάτω και έκπληκτος διαβάζω:

«ΝΙΚΟΣ ΖΑΧΑΡΙΑΔΗΣ
Γεν. Γραμματέας του ΚΚΕ…»
Επιτέλους, βρήκα τον τάφο του Ζαχαριάδη! Είναι σα να βρήκα ένα σβησμένο άστρο το οποίο άντλεε ιστορικό φως.

Κοιτάζοντας τον τάφο του Ζαχαριάδη θυμήθηκα. Ρουμανία , 1952-1953. Σχολή «Νίκος Μπελογιάννης». Στην αίθουσα διδασκαλίας μπήκε ο Διευθυντής της Σχολής και ανακοίνωσε: «Σε λίγο στην αίθουσα θα έρθει ο συναγωνιστής Ζαχαριάδης. Μόλις εμφανιστεί να σηκωθείτε σύσσωμοι και να τον χειροκροτήσετε με παρατεταμένο χειροκρότημα».

Ένα κύμα αγωνίας τάραξε τα στήθια μου περιμένοντας την εμφάνισή του.

Ο Ζαχαριάδης μπήκε στην αίθουσα, απλά όπως μπαίνει ένας καθηγητής να παραδώσει μάθημα, κρατώντας στο αριστερό του χέρι δύο βιβλία. Προχωρώντας προς την εξέδρα, σήκωσε το δεξί του χέρι και καθησυχάζοντάς μας, είπε:
«Δεν χρειάζονται χειροκροτήματα. Η προσωπολατρία κάνει ζημιά στο κόμμα».

Ο Ζαχαριάδης ήταν μεσαίου αναστήματος με όψη μεσογειακού άνδρα. Είχε ανοιχτό πρόσωπο, ωραίο χαμόγελο και δύο τσάκες στα μαλλιά του.
Ανοίγοντας ένα από τα βιβλία που είχε γράψει συνέχισε: «Σήμερα θα μιλήσουμε για την Στρατηγική και την Τακτική. Στρατηγική είναι ο απώτερος σκοπός της επανάστασης και τα μέσα που θα χρησιμοποιηθούν για την κατάκτηση αυτού του σκοπού είναι η Τακτική».

Μια άλλη φορά ο Ζαχαριάδης μίλησε για τις αρετές των στελεχών λέγοντας ότι τα στελέχη πρέπει να τα διακρίνει η πίστη στο κόμμα, στα ιδανικά της επανάστασης, να είναι ειλικρινείς και να έχουν γερό μυαλό σε γερό σώμα. Ακόμα, είπε ότι δεν είναι ντροπή να φοράει κανείς μπαλωμένο ρούχο, αρκεί αυτό να είναι καθαρό.

Όσον αφορά τον εμφύλιο, σε μια άλλη ομιλία του είπε ότι το κόμμα συνδύασε τη νόμιμη με την στρατιωτική πολιτική, βγάζοντας στο βουνό τον Μάρκο με μια μικρή ομάδα ως προσωρινό μέτρο, για να πιέσει την κυβέρνηση να διαπραγματευτεί και να κάνει υποχωρήσεις στην τρομοκρατία που εξαπέλυσε.

Πότε άρχισε ο εμφύλιος στην Ελλάδα και ποιος τον έκανε; Οι ημερομηνίες δεν παίζουν σημαντικό ρόλο στην ιστορία. Οι αποφάσεις που παίρνονται καθορίζουν την πορεία της ιστορίας. Ο εμφύλιος άρχισε όταν ο Τσόρτσιλ πήγε στη Μόσχα και έδειξε στον Στάλιν ένα χαρτάκι στο οποίο διαιρούσε την Ευρώπη σε Ζώνες Επιρροής. Αργότερα, στα παζαρέματα στη Γιάλτα θα μπει η σφραγίδα. Οι Άγγλοι δεν ήθελαν αριστερή κυβέρνηση στην Ελλάδα. Ο Τσόρτσιλ χαρακτήρισε το ΕΑΜ (Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο) «bandits» (συμμορίτες). Ήθελαν δική τους κυβέρνηση που θα εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους. Την Ελλάδα την ήθελαν ως βάση για να ελέγχουν τη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή όπου είχαν τις αποικίες τους. Ο Σκόμπι, εφαρμόζοντας την πολιτική των Ζωών Επιρροής, θα συντρίψει το αριστερό αντιστασιακό κίνημα στην Ελλάδα, παρ’ ότι ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος συνεχιζόταν.

Ο Ζαχαριάδης στο Νταχάου για όλα αυτά είχε άγνοια.

Ο Ζαχαριάδης ήταν απλός και προσιτός. Μπορούσες να τον πλησιάσεις όπως πλησιάζεις έναν γνωστό σου ή έναν γείτονά σου και να συζητήσεις μαζί του. Από τα μέλη του Πολιτικού Γραφείου ήταν ο μόνος που έπαιρνε μέρος στην καθημερινή μας ζωή. Έτσι, ένα απόγευμα χωριστήκαμε σε δύο ομάδες και παίζαμε βόλεϊ μπολ. Εγώ ήμουν στην ίδια ομάδα με τον ίδιο και παρακολουθούσα τις κινήσεις του. Από τον τρόπο που απέκρουε την μπάλα, καταλάβαινα ότι η πείρα του στο αγώνισμα αυτό ήταν λειψή. Σήκωνε την μπάλα με τις παλάμες αντί με τα δάχτυλα και λυγίζοντας τα γόνατα την πετούσε όπως πετάει ένας σε κάποιον ένα καρπούζι να το πιάσει. Όμως ο ενθουσιασμός του ήταν μεγάλος και έτρεχε παντού να πιάσει την μπάλα.

Μια βραδιά μεταξύ μας και ο Ζαχαριάδης χόρευε βαλς με μια συναγωνίστρια. Οι κινήσεις του σώματός του ήταν λίγο αδέξιες, ιδιαίτερα στις στροφές και αυτό έδινε την εντύπωση ότι στη ζωή του δεν είχε καιρό για χορούς. Ωστόσο, στο ταγκό οι κινήσεις του σώματός του ήταν πιο αρμονικές και συγχρονισμένες με τη μουσική και χόρευε με ευχαρίστηση. Αφού τελείωσε ο χορός, ευχαρίστησε την συναγωνίστρια και βγαίνοντας έξω στα σκαλιά, ρίχτηκε στο σκάκι. Ήταν δυνατός στο σκάκι και αντίπαλός του ήταν ο Μαργαρίτης. Ο φιλικός «ψυχρός πόλεμος» από την αρχή.

Τώρα δεν μου ξεφεύγεις. Το ‘χασες το παιχνίδι, παραδώσου». Ο Μαργαρίτης, που ήταν και αυτός δυνατός στο σκάκι, δεν το έβαζε κάτω και περνούσε στην αντεπίθεση με τις ίδιες απειλές.

Όταν ο Ζαχαριάδης έχανε το παιχνίδι γελούσε και έλεγε «αυτό σου το χάρισα έτσι για γούστο» ή «αυτό μου το πήρες τυχαία, όχι όμως και το επόμενο» και δώστου πάλι από την αρχή. Μου άρεσε να τους βλέπω γιατί το παιχνίδι ήταν διασκεδαστικό. Εμείς ήμασταν νέοι και ο Ζαχαριάδης είχε τα διπλά μας χρόνια.

Ζούσα στην Τασκένδη όταν ήρθε ο Ζαχαριάδης. Την άλλη μέρα των γεγονότων συνάντησα στο δρόμο έναν γνωστό μου.
-Τι έγινε; ρώτησα
-Δαρθήκαμε.
-Ο λόγος;
Μέλη της Κεντρικής Επιτροπής και του Πολιτικού Γραφείου, όπως ο Βλαντάς, ταμπουρώθηκαν στα γραφεία της Κομματικής Επιτροπής Τασκένδης, απειλούμενοι από τους αντιζαχαριαδικούς. Τρέξαμε και τους σώσαμε.
Πώς ήταν δυνατό κάτι τέτοιο;
Είχαν την υποστήριξη των Σοβιετικών.

Αργότερα μάθαμε ότι οι Σοβιετικοί εξόρισαν τον Ζαχαριάδη στο Καζακστάν. Μερικοί τολμηροί, αψηφώντας τη φυλακή, πήγαιναν να τον δουν για να πάρουν «κομματική γραμμή» (καθοδήγηση). Άλλοι πρότειναν να σταλθεί αντιπροσωπεία στην Κίνα, ελπίζοντας ότι οι Κινέζοι θα επέμβουν. Οι Σοβιετικοί, για να σταματήσει η επαφή με τον Ζαχαριάδη, τον έστειλαν ακόμα πιο μακριά. Στην απομόνωση.

Χρόνια αργότερα, όταν λόγω εργασίας μου, βρέθηκα στις κρυάδες του Βορρά, ήξερα ότι ο Ζαχαριάδης ήταν εξόριστος σε εκείνα τα μέρη. Θυμήθηκα τη Ρουμανία, το βόλεϊ, το ταγκό, το σκάκι και ακόμα τρεις στίχους από τον Βάρναλη (από μνήμης):
Και ήρθες από τα συρματοπλέγματα του Νταχάου
Και ήρθες από την τετράχρονη σκλαβιά
Με ένα χαμόγελο στα χείλη…

Τώρα που στέκομαι μπροστά στον τάφο του, οι αναμνήσεις έρχονται η μία μετά την άλλη, μέσα από τα πηγάδια της μνήμης μου όπου η αθωότητα έσμιγε με την ουτοπία και η γνώση με τα γηρατειά.

Τι άλλαξε από τον Τρωικό Πόλεμο μέχρι σήμερα; Ο άνθρωπος απόχτησε γνώσεις αλλά η συμπεριφορά του παραμένει ίδια. Ο Πλάτωνας πήγε να αλλάξει την κοινωνία και απότυχε. Όχι μόνο απότυχε, αλλά και εξαγοράστηκε από τους πειρατές.

Κοιτάζοντας τον τάφο του Ζαχαριάδη, αναρωτήθηκα. Τι χρειάζονται οι ουτοπιστές που θέλουν να αλλάξουν τη φύση του ανθρώπου και οι λαίμαργοι πλούσιοι με τα πλούτη τους; Είναι αυτό που βλέπω γύρω μου. «Δυό μέτρα γης».