Την άποψη ότι δεν είναι ορατή η λήξη της περιόδου των ελλείψεων στα τρόφιμα και οι πολλαπλές κρίσεις εξαιτίας των κλιματικών αλλαγών και των αναγκών σε ενέργεια και νερό θα ενταθούν, εξέφρασε η αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας για την Αειφόρο Ανάπτυξη, Κατρίν Σιερά, στο περιθώριο της συνδιάσκεψης για τη γεωργία και την κλιματική αλλαγή που διεξάγεται στην Αυστραλία.

«Ίσως υπάρξει μία ελαφριά βουτιά, αλλά στο προβλέψιμο μέλλον θα συνεχίσουμε να βλέπουμε υψηλές τιμές στα τρόφιμα», είπε η Σιερά, η οποία χαρακτήρισε «σιωπηλό λιμό» το γεγονός ότι πολλοί άνθρωποι έχουν ήδη μειώσει την κατανάλωση τροφίμων και περίπου 100 εκατομμύρια άνθρωποι στην Αφρική επιστρέφουν σε καθεστώς φτώχειας.

Αναμένεται ότι πολλές χώρες θα αντιμετωπίσουν περαιτέρω αστάθεια μετά τις ταραχώδεις διαδηλώσεις που ήδη έγιναν σε 37 χώρες για το θέμα της αύξησης της τιμής του ρυζιού, από τα 400 στα 1000 δολάρια τον τόνο, με το ταϊλανδέζικο ρύζι να βρίσκεται στα 720 δολάρια και πολλές ορυζοπαραγωγές χώρες, όπως η Καμπότζη, το Βιετνάμ, η Ινδία και η Κίνα, να περικόπτουν τις εξαγωγές για να αντιμετωπίσουν τις ανάγκες της εγχώριας αγοράς.
Τα στοιχεία του ΟΗΕ δείχνουν ότι οι τιμές των τροφίμων παγκοσμίως είχαν αυξηθεί κατά 35% μέχρι το τέλος του Ιανουαρίου του 2008 επιταχύνοντας την αντιστροφή της τάσης που είχε αρχίσει να διαφαίνεται από το 2002.

Η αντίστοιχη αύξηση από το τέλος του Ιανουαρίου και μετά έφτασε το 65%, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τα σιτηρά που η τιμή τους ανά τόνο το Μάρτιο εφέτος είχε φτάσει τα 454 δολάρια, υπερδιπλάσια σε σχέση με την τιμή των μέσων του 2007.

«Οι κυβερνήσεις απέτυχαν να επενδύσουν στην έρευνα για τη γεωργία και να αυξήσουν την παραγωγή σε νέες μορφές τροφίμων έτσι ώστε να ανταποκριθούν στη ζήτηση», είπε η Σιερά, επικαλούμενη το παράδειγμα της Αυστραλίας, η οποία αντιμετωπίζει τη χειρότερη ξηρασία των τελευταίων 117 χρόνων και αναζήτησε την εμπειρία των ειδικών για τη βελτίωση της παραγωγής ενόψει της κλιματικής αλλαγής και της έλλειψης νερού.

Με βάση το δεδομένο ότι ο πληθυσμός της γης θα αγγίξει τα 9 δισεκατομμύρια μέχρι το 2050, η ζήτηση για τροφή θα αυξηθεί κατά 110%, ενώ η παγκόσμια υπερθέρμανση θα μειώσει την παροχή διαθέσιμου για τις καλλιέργειες νερού.

Απαντώντας στην αντίθεση πολλών Ευρωπαίων στις γενετικά τροποποιημένες τροφές, δηλαδή στα μεταλλαγμένα, η Σιερά είπε ότι, πολλές από αυτές δίνουν ελπίδες για την ανακούφιση των ελλείψεων σε τρόφιμα όταν η κατάσταση των παραδοσιακών μορφών θα γίνει κρίσιμη.

Η Σιερά είπε ότι η έρευνα πρέπει να εστιαστεί σε σκληρότερες μορφές παραγωγής, πιο ανθεκτικές στη ξηρασία, τη θερμότητα και την αλμύρα όπως και στη συμπερίληψη στα δημητριακά των ριζών, των βολβών και των οσπρίων, όπως τα μπιζέλια, οι φακές και η σόγια, πολλά από τα οποία δεν χρειάζονται βιομηχανικά λιπάσματα.

«Η πιο αποτελεσματική διασταύρωση φυτών θα βοηθήσει ενώ το ενδεχόμενο να χρησιμοποιηθούν ως τρόφιμα τα τροπικά φρούτα και τα ιαματικά βότανα δεν έχει διερευνηθεί, επαρκώς», είπε η Σιερά.

Ο υπουργός Γεωργίας της Αυστραλίας, Τόνι Μπερκ, είπε στην ομιλία του ότι οι γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες τροφίμων θα είναι απαραίτητες σε μαζική κλίμακα για να αντιμετωπισθούν οι ελλείψεις τροφίμων παγκοσμίως, λέγοντας, επίσης, ότι δεν πρέπει να κατηγορούνται τα βιοκαύσιμα για τις μειώσεις στη διαθεσιμότητα της παραγωγής τροφίμων.

«Δεν νομίζω ότι πρέπει να στρέφουμε την πλάτη μας σε οποιοδήποτε είδος επιστήμης και θα ήταν λάθος για τον οποιονδήποτε να νομίζει ότι μία αντιστροφή της πολιτικής για τα βιοκαύσιμα θα μας απαλλάξει από την πρόκληση που αντιμετωπίζουμε με τις ελλείψεις τροφίμων», είπε ο Μπερκ.