O Έλληνας πρόεδρος του «Μονομάχου»

«ΑΝΕΛΑΒΕ την ομάδα και κάνε την και πάλι πρωταθλήτρια Αυστραλίας» ήταν η πρόταση-εντολή του διάσημου Αυστραλού ηθοποιού στον πιο στενό και έμπιστο φίλο του, τον Έλληνα δικηγόρο του Σίδνεϊ, Νίκο Παπαναστασίου (Νικ Πάπας).

Ο Νίκος Παπαναστασίου δικηγόρος, συγγραφέας, λάτρης των καλών τεχνών, αλλά και του αθλητισμού, αν και γεννημένος στην Αυστραλία, είναι πολύ υπερήφανος για την ελληνική καταγωγή του και με μεγάλη δράση σε κάθε τι ελληνικό.

Η πολύχρονη σχέση του Νίκου Παπαναστασίου με τον Ράσελ Κρόου και η στενή φιλία τους ξεκίνησε από την λατρεία που είχαν και οι δυο για την ιστορικότερη και δημοφιλέστερη ομάδα του αυστραλιανού ράγμπι, την ομάδα «Ράμπιτος».

Η ομάδα αυτή, που συμπλήρωσε εκατό χρόνια ζωής, είχε κερδίσει 20 πρωταθλήματα έως το 1971 (τα περισσότερα από οποιοδήποτε άλλο σωματείο έως σήμερα), αλλά έκτοτε δεν έχει πάρει τίτλο.

Το 1989, μάλιστα, βρέθηκε και εκτός του εθνικού πρωταθλήματος, όταν το εθνικό πρωτάθλημα Ράγμπι αγοράστηκε από την εταιρία News, του Αυστραλού μεγιστάνα των μέσων ενημέρωσης, Ρούπερτ Μέρντοχ.

Όπως μάς λέει ο κ. Παπαναστασίου, τότε έγιναν οι μεγαλύτερες διαδηλώσεις στην ιστορία του Σίδνεϊ, από την εποχή του πολέμου του Βιετνάμ, με αίτημα την επαναφορά του ιστορικού σωματείου στο εθνικό πρωτάθλημα.

Στόχος που επιτεύχθηκε το 2002. Ένα χρόνο αργότερα, ο Νίκος Παπαναστασίου αναλαμβάνει την προεδρία της ομάδας την οποία και διατηρεί μέχρι το 2006, όταν ο «Μονομάχος», μαζί με τον Αυστραλό μεγιστάνα, Πίτερ Χολμς α Κορτ, αγόρασαν τους «Ράμπιτος».

«Ο Ράσελ Κρόου λατρεύει την ομάδα. Μαζί με τον Χολμς α Κορτ έχουν επενδύσει πολλά εκατομμύρια δολάρια και θέλουν να την ξανακάνουν πρωταθλήτρια», μάς λέει ο κ. Παπαναστασίου και προσθέτει:«Πέρα από τα χρήματα, όμως, ο Κρόου έχει φέρει στην ομάδα και αίγλη. Είναι προσωπικός φίλος του Giorgio Armani και ο τελευταίος σχεδιάζει ο ίδιος προσωπικά τα κοστούμια των παικτών. Διασημότητες από όλο τον κόσμο ενδιαφέρονται για την ομάδα μας και την ενισχύουν λόγω του Κρόου. Τώρα που ανέλαβα την προεδρία της, μού ζήτησαν συνεντεύξεις από όλο τον κόσμο, λόγω Κρόου. Όχι μόνο από τις ΗΠΑ, την Ευρώπη ή την Ελλάδα, αλλά και από τη Ναϊρόμπι. Ο άνθρωπος έχει τεράστια ακτινοβολία και αυτό βοηθά το σωματείο».

Όπως εξηγεί ο κ. Παπαναστασίου, πρόκειται για μια ομάδα του Νότιου Σίδνεϊ που πήρε το όνομά της, αλλά και τα χρώματά της, από αυτούς που γυρνούσαν στην αγορά και πουλούσαν σφαγμένους λαγούς. Επειδή αυτοί φορούσαν πράσινες μπλούζες και πάνω τους έτρεχε το αίμα των λαγών, η εμφάνιση της ομάδας είναι πράσινο με κόκκινο.

Ο κ. Πάπας, το 1999 άρχισε την επαγγελματική του σχέση, ως δικηγόρου, με την ομάδα, για να βρεθεί τελικά πρόεδρός της. Γνωρίστηκε με τον Κρόου επειδή o τελευταίος ήταν φίλαθλος και χορηγός της.

«Πρόκειται για μια μεγάλη τιμή που μου έγινε», λέει ο κ. Παπαναστασίου, προσθέτοντας ότι έχει μπει ένα χρονοδιάγραμμα πέντε χρόνων για να τερματιστεί η ανομβρία των τίτλων.

Από την πλευρά του, ο Ράσελ Κρόου συμπλήρωσε ότι «ο Νικ είναι ο ιδανικός άνθρωπος για να φτάσει την ομάδα και πάλι ψηλά».
«Ελπίζω να μην τον απογοητεύσω», μάς λέει ο κ. Παπαναστασίου, συμπληρώνοντας ότι η συγκεκριμένη ομάδα έχει στενές σχέσεις και με τον ελληνισμό.
«Η ομάδα ήταν και είναι η πιο δημοφιλής στην Αυστραλία, διότι σε αυτήν έπαιζαν πολλοί Αβοριγίνες, αλλά και μετανάστες, από την Ελλάδα, την Ιταλία και τον Λίβανο. Είναι η ομάδα που έχει πολύ στενούς δεσμούς με την εργατική τάξη και για πολλούς από τους μετανάστες εκπροσωπεί την καινούργια τους ζωή στην Αυστραλία», λέει και προσθέτει ότι ακόμα και η γιαγιά του με το μαύρο της τσεμπέρι, ζητούσε να μάθει «τι έκαναν οι “Ράμπιτος”».

Μπορεί να είναι πρόεδρος ομάδας ράγμπι, αλλά είναι και φανατικός ποδοσφαιρόφιλος, ο κ. Παπαναστασίου. Εξάλλου, ο πατέρας του Γιώργος ήταν πρόεδρος, πολλά χρόνια, της ελληνικής ποδοσφαιρικής ομάδας του Σίδνεϊ «Πανελλήνιος».
«Παράξενο», μας λέει, «αν και οι Έλληνες στην συντριπτική μας πλειοψηφία είμαι ποδοσφαιρόφιλοι, εντούτοις οι πρόεδροι τριών ομάδων του παναυστραλιανού πρωταθλήματος Ράγμπι είμαστε Έλληνες. Εγώ, ο Γιώργος Πεπόνης στην ομάδα των Μπούλντογκς και ο Νίκος Πολίτης στην ομάδα των Ρούστερς. Και επί πλέον ο Άντριου Δημητρίου είναι γενικός διευθυντής του παναυστραλιανού πρωταθλήματος φούτμπολ. Δεν τα πάμε και άσχημα».
Για τον Ράσελ Κρόου μας λέει: «Είναι αυτό που βλέπετε. Πανέξυπνος. Γεμάτος ενέργεια, παρορμητικός, απαιτητικός, ευαίσθητος, θερμός».

Μας αποκαλύπτει μάλιστα ότι η πρώτη τηλεοπτική παρουσία του διάσημου Αυστραλού ηθοποιού Ράσελ Κρόου ήταν σε μια ελληνική κωμωδία!
«Acropolis Now» λεγόταν η σειρά εκείνη που σημείωσε ανεπανάληπτη επιτυχία.
Πρωταγωνιστούσαν Ελληνοαυστραλοί ηθοποιοί, παιδιά Ελλήνων μεταναστών, όπως η Μαίρη Κούστα, ο Γιώργος Καπινιάρης και ο Νίκος Γιαννόπουλος που αυτοσαρκαζόταν αλλά, κυρίως, σατίριζαν τους Αυστραλούς.

Σε εκείνη, λοιπόν, την σειρά έκανε το ντεμπούτο του ο άσημος, τότε, Ράσελ Κρόου. Τον κάλεσε και του έδωσε ένα μικρό ρόλο ο φίλος του, Νικ Γιαννόπουλος. (Στην Ελλάδα ίσως να τον θυμούνται κάποιοι για την ταινία του «Ο Ελληναράς» (The Wog Boy).
Αμέσως μετά ο Ράσελ Κρόου πρωταγωνιστεί στην ταινία «The Silver Brumby» που σκηνοθετεί ο ομογενής Γιάννης Τατούλης ο οποίος έχει σκηνοθετήσει και το φιλμ «Φοβού τους Έλληνες» με τον Λάκη Λαζόπουλο.

Στη συνέχεια, ήρθε η αναγνώριση για τον Κρόου. «Βροχή» οι προτάσεις και οι κινηματογραφικές επιτυχίες να διαδέχονται η μια την άλλη με αποκορύφωμα το «Μονομάχο» που του χάρισε και το πρώτο του Όσκαρ.

Τώρα λέγεται ότι μαζί με τον Γιαννόπουλο και άλλους ομογενείς ο Κρόου ετοιμάζει μια άλλη ταινία όπου αυτή την φορά θα ενσαρκώσει στην οθόνη έναν Έλληνα. Τίτλος του φιλμ «Ο Πρίγκιπας της Ιθάκης» αλλά περισσότερα…  προσεχώς, όταν ολοκληρωθούν οι σχετικές διαπραγματεύσεις.

Η μητέρα του Νίκου Παπαναστασίου, Μαρίνα, κατάγεται από το Καστελόριζο. Το ίδιο και ο πατέρας του, Γιώργος Παπαναστασίου.
Σε εκείνον οφείλει την αγάπη του για την Ελλάδα και την ελληνική γλώσσα.

«Στο σπίτι μας είχε βάλει επιγραφές που έλεγαν: Εδώ μέσα μιλάμε μόνο Ελληνικά», θυμάται με νοσταλγία ο κ. Παπαναστασίου και συμπληρώνει:
«Ο πατέρας μου έλεγε ότι για να πάω μπροστά θα πρέπει να πετύχω στην ευρύτερη αυστραλιανή κοινωνία, χωρίς ποτέ να ξεχνάω την καταγωγή μου, την Ελλάδα και την ελληνική παροικία μας. Προσπάθησα να τηρήσω την συμβουλή του».

Και τα κατάφερε. Μπορεί ο πατέρας να είχε έντονη παροικιακή δράση. Πρόεδρος του Πανελληνίου, πρόεδρος της Διακοινοτικής της Αρχιεπισκοπής και επικεφαλής πολλών κορυφαίων ομογενειακών φορέων αλλά και ο Νίκος Παπαναστασίου όχι μόνο δεν υστέρησε αλλά τον …ξεπέρασε!

Εκτός από πρόεδρος της ομάδας «Ράμπιτος» είναι και νομικός σύμβουλος της Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας καθώς και γραμματέας του Αρχιεπισκοπικού Συμβουλίου.
Παράλληλα είναι πρόεδρος του μεγαλύτερου αυστραλιανού μουσείου, του φημισμένου The Powerhouse Museum του Σίδνεϊ.
Μάλιστα με αυτή του την ιδιότητα φροντίζει να αναπτύσσει τις πολιτιστικές σχέσεις Ελλάδας-Αυστραλίας.

Ενδεικτικά, αναφέρουμε ότι το 2000 στο εν λόγω μουσείο, στα πλαίσια των Ολυμπιακών Αγώνων του Σίδνεϊ παρουσιάστηκε έκθεση από την Ελλάδα με θέμα το Ολυμπιακό Κίνημα, το 2004 στο Μουσείο Μπενάκη άνοιξε μια έκθεση με εκθέματα από τους αυτόχθονες της Αυστραλίας, η οποία αποτέλεσε και το επίσημο δώρο της Αυστραλίας στην Ελλάδα για τους Ολυμπιακούς του 2004, και πέρυσι το ίδιο μουσείο φιλοξένησε την έκθεση «Θησαυροί του Μουσείου Μπενάκη».
Τώρα, ο κ. Παπαναστασίου φιλοδοξεί να φέρει στην Αυστραλία μια νέα έκθεση με θέμα την Κυκλαδίτικη Τέχνη ενώ με την ιδιότητα του αντιπροέδρου της αυστραλιανής επιτροπής για την επιστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα ονειρεύεται να τα ξαναδεί στην Αθήνα.

Είναι επίσης μέλος του Αυστραλιανού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου της Αθήνας, εκ των διευθυντών του Κλαμπ των Καστελλοριζίων του Σίδνεϊ, και υπήρξε πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Λαϊκής Τράπεζας Αυστραλίας.

Όπως γίνεται αντιληπτό διατηρεί ιδιαίτερα στενές σχέσεις με την Ελλάδα την οποία επισκέπτεται πολύ συχνά μαζί με την σύζυγό του Ελένη και τα 16χρονα δίδυμα παιδιά τους Γιώργο και Μαρίνα. Ως παραδοσιακός Έλληνας τους έδωσε τα ονόματα των γονέων του!

«Αν δεν πάω στην Ελλάδα θα πεθάνω», μάς λέει. Ειδικά τα καλοκαίρια. Την έχει γυρίσει όλη αλλά προτιμά το Καστελλόριζο όπου έχει αναπαλαιώσει και τα δυο σπίτια των γονιών του, και το Καστρί της Κυνουρίας, από όπου κατάγεται η σύζυγός του.

Την αγάπη του για την Ελλάδα την εκδηλώνει και με έναν άλλο τρόπο: Έχει γράψει τέσσερα βιβλία από τα οποία τα τρία για το νησί του!
Και, φυσικά, έχει γράψει πολυάριθμα άρθρα σε επιστημονικά περιοδικά αλλά και εφημερίδες όπου προβάλει την Ελλάδα.