Την Παρασκευή, 17 Ιουλίου λήγει η προθεσμία υποβολής υποψηφιοτήτων για την πολιτειακή γερουσία. Η παράταση της προθεσμίας υποβολής των υποψηφιοτήτων για την «Άνω Βουλή» του πολιτειακού κοινοβουλίου, μεθοδεύτηκε από τον πρωθυπουργό, Τζον Μπράμπι, μετά την έκρηξη του νέου παραταξιακού πολέμου στους κόπους του Εργατικού Κόμματος.
Φοβούμενος «τη χάλκευση» των αποτελεσμάτων της ψηφοφορίας για την εκλογή των υποψηφίων από τους ηγέτες των κομματικών παρατάξεων – συμπεριλαμβανομένης και της δεξιάς παράταξης στην οποία ανήκει –, ο πρωθυπουργός ανέθεσε στην Κεντρική Επιτροπή του κόμματος την εκλογή των υποψηφίων για τη γερουσία. Οι υποψήφιοι βουλευτές υπέβαλαν, ήδη, τις υποψηφιότητές τους και αναμένουν εναγωνίως τα αποτελέσματα της εσωκομματικής εκλογικής διαδικασίας.
Η εκλογή των υποψηφίων του Εργατικού Κόμματος για τη βουλή και τη γερουσία γίνονται σε δύο φάσεις. Στην πρώτη φάση, οι υποψηφιότητες κρίνονται από τους εκλέκτορες των τοπικών οργανώσεων (local branches). Στη δεύτερη φάση, κρίνονται από τους εκλέκτορες της Κεντρικής Οργάνωσης (central branch), η οποία εκλέγεται κάθε δύο χρόνια από το Πολιτειακό Συνέδριο του κόμματος.
Το χαρακτηριστικό και των δύο ψηφοφοριών είναι η συχνή έλλειψη αξιοκρατικών κριτηρίων. Οι υποψήφιοι/υποψήφιες κρίνονται και από τα δύο σώματα εκλεκτόρων με παραταξιακά, κυρίως, κριτήρια. Οι ικανότητες, η τεκμηριωμένη προσφορά ή η δυνατότητα νέων υποψηφίων να προσφέρουν έργο στους ψηφοφόρους και στην ευρύτερη κοινωνία, περιέρχονται σε δεύτερη θέση.
Το διακύβευμα σε κάθε εσωκομματική αναμέτρηση – που και τη σκληρότητά της – είναι η διατήρηση ή η εξασφάλιση κυριαρχίας. Ποια παράταξη θα εξασφαλίσει τον έλεγχο του κόμματος εκλέγοντας μέλη της στη βουλή και τη γερουσία. Γι’ αυτό, οι εκλογές υποψηφίων εξελίσσονται, συνήθως, σε παρωδία εκλογικής διαδικασίας. Είναι εκλογές με προαποφασισμένα αποτελέσματα. Συνέπεια της παραπάνω κατεστημένης πρακτικής είναι η πολυδιάσπαση του κόμματος και οι ζημιογόνες συγκρούσεις των παρατάξεων σε πολιτειακό και κοινοπολιτειακό επίπεδο.
Κατά καιρούς, οι ισχυρές παρατάξεις ανακοινώνουν «ανακωχή», αναστέλλουν τις «εχθροπραξίες» και συνάπτουν συμφωνίες, οι οποίες διασφαλίζουν την εκλογή των υποψηφίων τους, αφήνοντας στο περιθώριο μικρότερες κομματικές ομάδες που διεκδικούν εκπροσώπηση στην πολιτειακή και την κοινοπολιτειακή κυβέρνηση. Καθώς οι ισχυροί του παραταξιακού αγώνα απολαμβάνουν «τα αγαθά» των συμμαχιών τους οι μικρές κομματικές ομάδες κηρύττουν κομματικό «ανταρτοπόλεμο» εναντίον συγκεκριμένων στόχων.
Παλαιότερα, ο παραταξιακός πόλεμος ήταν αποκλειστικό «προνόμιο» κομματικών στελεχών αγγλοσαξωνικής καταγωγής. Οι «έθνικς» δεν είχαν θέση στο παιχνίδι της εξουσίας. Οι «κοκκινοτράχηλοι» των τοπικών κομματικών οργανώσεων και τα συντηρητικά στοιχεία του συνδικαλιστικού κινήματος, απέκλειαν τη δημιουργία μεταναστευτικών κομματικών οργανώσεων με το στερεότυπο επιχείρημα ότι «οι εθνικές ταμπέλες δεν έχουν θέση σε κομματικές οργανώσεις».
Το ρίζωμα εθνοτικών ομάδων σε συγκεκριμένες περιοχές τις κατέστησε ισχυρές πολιτικές δυνάμεις, με δυνατότητες αποφασιστικής παρέμβασης στις εξελίξεις σε τοπικό, πολιτειακό και κοινοπολιτειακό επίπεδο. Πρώτο το Εργατικό Κόμμα αντιλήφθηκε και εκτίμησε αυτή τη δυνατότητα των ψηφοφόρων μεταναστευτικής καταγωγής. Ως «πολυσυλλεκτικό» κόμμα, σε αντίθεση με το Φιλελεύθερο Κόμμα, που λειτούργησε ως μονοπολιτισμικό, αγγλοκελτικό κόμμα, το Εργατικό Κόμμα ανοίχτηκε προς τους μη αγγλοσάξωνες ψηφοφόρους και προώθησε αντιπροσώπους τους σε όλα τα επίπεδα της δημόσιας διοίκησης. Στη δεκαετία του ’70 δημιουργήθηκαν τα πρώτα Ελληνικά Τμήματα του Εργατικού Κόμματος στη Βικτωρία, μέσω των οποίων προωθήθηκαν υποψήφιοι ελληνικής καταγωγής. Η εκλογή του αείμνηστου Θεόδωρου Σιδηρόπουλου, στην πολιτειακή βουλή ήταν η πρώτη απόδειξη της ενεργού συμμετοχής και της επιρροής του ελληνικού στοιχείου στην πολιτική ζωή του τόπου, που έμελε να ενισχυθεί με την πάροδο του χρόνου με την εκλογή των αδελφών Θεοφάνους, της Μαρίας Βαμβακινού, του Γιάννη Πανταζόπουλου, της Τζένης Μικάκου, ενώ σε πολλές έδρες χρίζονται και σήμερα υποψήφιοι ελληνικής καταγωγής.
Οι Φιλελεύθεροι, με τη σημαία των οποίων έχουν εκλεγεί ο Πέτρος Γεωργίου, ο Παναγιώτης Κατσαμπάνης και ο Νίκος Κότσιρας, διεκήρυτταν και επιμένουν να διακηρύττουν ότι επιλέγουν τους υποψηφίους τους με αυστηρώς «αξιοκρατικά» κριτήρια, μόνο.
Δειλά-δειλά, άρχισαν να μπαίνουν στο πολιτικό παιχνίδι και άλλες εθνικές ομάδες, αλλά με περιορισμένη επιρροή – σε σύγκριση με τους Έλληνες. Τελευταία δημιουργήθηκαν κομματικές οργανώσεις Τούρκων, Λιβανέζων, Νοτιοαμερικανών, Κούρδων, Σλαβομακεδόνων, Κροατών, που δρουν σε συγκεκριμένες περιοχές της Μελβούρνης. Υπολογίζεται ότι οι «εθνικές» οργανώσεις του Εργατικού Κόμματος αποτελούν τουλάχιστον το ένα δέκατο των 250 τοπικών οργανώσεών του.
Στις περισσότερες περιοχές της μητροπολιτικής Μελβούρνης η ύπαρξη «εθνικών» τμημάτων είναι τυπική. Σε άλλες περιοχές, όμως, τα τμήματα αυτά παίζουν, αυτοδικαίως είτε συνεργαζόμενα μεταξύ τους, καθοριστικό ρόλο στην επιλογή των υποψηφίων του κόμματος στην τοπική αυτοδιοίκηση, το πολιτειακό και το κοινοπολιτειακό κοινοβούλιο. Ιδιαίτερα καταφανής είναι ο καταλυτικός ρόλος των μεταναστευτικών τμημάτων του Εργατικού Κόμματος στα δυτικά και τα βόρεια προάστια της Μελβούρνης, που κατέγραψε η πρόσφατη έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη Βικτωρίας
Η έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη αποκάλυψε, επίσης, ότι τα «εθνικά» τμήματα του Εργατικού Κόμματος έχουν εκφυλιστεί, από οργανώσεις υπεράσπισης των ενδιαφερόντων και των εθνικών ομάδων που εκπροσωπούν σε «πιόνια» των παραταξιακών βαρόνων του κόμματος, οι οποίοι τα χρησιμοποιούν για την προώθηση προσωπικών και παραταξιακών συμφερόντων τους. Η πιο κραυγαλέα περίπτωση ήταν η δημιουργία, με προτροπή των ηγετών της δεξιάς παράταξης, «Μακεδονικού» Τμήματος του Εργατικού Κόμματος προκειμένου να υποστηρίξουν από κοινού την υποψηφιότητα του «ανατέλλοντος αστέρος της», πρώην συνδικαλιστή Μπιλ Σόρτεν, εναντίον του «συντρόφου» του, Μπομπ Σέρκομ, στην κοινοπολιτειακή έδρα Μέριμπινορνγκ.
Πιο πρόσφατα, το Τουρκικό και το «Σλαβομακεδονικό» Τμήμα συνασπίστηκαν για να στηρίξουν και στήριξαν την υποψηφιότητα της Νάταλι Σουλεϊμάν – τουρκικής καταγωγής υποψήφια και θυγατέρα του πρωτοπαλίκαρου της δεξιάς – στην πολιτειακή έδρα Kororoit εναντίον της Λιβανέζας Μαρλέν Καϊρούζ. Σκόπιμα, οι ηγέτες των παρατάξεων έστρεψαν τις μισές εθνικότητες της περιοχής Brimbank εναντίον των άλλων προς ίδιον όφελος, αδιαφορώντας για την ενότητα του κόμματός τους και των κοινωνιών στις οποίες δρουν οι συγκεκριμένες παρατάξεις.
Ο παραταξιακός πόλεμος ευθύνεται και για την υποψηφιότητα του συνδικαλιστή, Άντι Ρίτσαρντς, εναντίον της Μαρίας Βαμβακινού, στην κοινοπολιτειακή έδρα Κόλγουελ, καθώς και για την απειλή κατά της ομογενούς υφυπουργού Πολεοδομίας, γερουσιαστή Τζένης Μικάκου, στη Βόρεια Περιφέρεια της Μελβούρνης. Η έδρα Κόλγουελ και η Βόρεια Περιφέρεια της Μελβούρνης είναι έδρες στις οποίες λειτουργούν αντίρροπες «εθνικές» ομάδες με διατεταγμένη αποστολή από τις ηγεσίες των παρατάξεων που υπηρετούν, να «εκστρατεύσουν» κατά υποψηφίων που υποστηρίζονται από τις ηγεσίες των κυρίαρχων παρατάξεων. Όπως έγραψε παλαιότερα ο «Νέος Κόσμος», ο κ. Ρίτσαρντς ανήκει στην παραφυάδα της αριστεράς «Τhe Workers First», που έμεινε «ακάλυπτη» από τη συμφωνία της ευρύτερης αριστεράς με τη δεξιά για διανομή, μεταξύ τους, του 60% των εκλεκτόρων στην Κεντρική Οργάνωση του κόμματος.
Από την ημέρα που οριστικοποιήθηκε η συμφωνία σύμπραξης δεξιάς-αριστεράς παράταξης, η παραφυάδα του κ. Ρίτσαρντς προβαίνει σε αντιπερισπασμούς εναντίον υποψηφίων ελληνικής καταγωγής, μελών της αριστερής παράταξης. Ανακοινώνει την υποψηφιότητα του κ. Άντριους εναντίον της Μαρίας Βαμβακινού και καταθέτει στα κομματικά όργανα, ως εναλλακτική απαίτηση, την αντικατάσταση της Τζένης Μικάκου από υποψήφιό της.
Απόλυτα έγκυρες πηγές του Εργατικού Κόμματος πληροφορούν το «Νέο Κόσμο» ότι «η κίνηση της παραφυάδας κατά της Τζένης Μικάκου καταδικάστηκε αυτομάτως από τον Τζον Μπράμπι, τις παρατάξεις και τα κομματικά όργανα». Η καταδίκη της κίνησης προκρίνει την έγκριση της υποψηφιότητας της Τζένης Μικάκου από την Εκτελεστική Επιτροπή του Εργατικού Κόμματος. Οι ίδιες πηγές διαβεβαιώνουν, ότι η προσπάθεια της παραφυάδας να κινητοποιήσει «εθνικά» τμήματα του κόμματος κατά της Μαρίας Βαμβακινού είναι μάταιη, διότι η ομογενής βουλευτής «θα τύχει απόλυτης στήριξης από τα κομματικά όργανα». Οι «έθνικς» παρακάμπτονται από τις παρατάξεις στις οποίες πρόσκεινται κατά την ψηφοφορία των τοπικών οργανώσεων για την εκλογή του αντικαταστάτη του Φάνου Θεοφάνους, στη Βόρεια Περιφέρεια Μελβούρνης. Σύμφωνα με κομματικές πηγές «η πολιτική καριέρα του ομογενούς πρώην υπουργού έληξε πρόωρα εξ αιτίας της κατηγορίας περί βιασμό που εκδικάζεται από δικαστήριο της Μελβούρνης». Για τη θέση του κ. Θεοφάνους στο ψηφοδέλτιο του κόμματος, αναμένεται να μονομαχήσουν οι Νέϊθαν Μέρφι και ο πρώην σύμβουλος του πρωθυπουργού, Νικ Ρις. Σύμφωνα με κομματικούς κύκλους, ο κ. Ρις είναι ο πιθανότερος αντικαταστάτης του Φάνου Θεοφάνους. Η τελική απόφαση θα ληφθεί από την Κεντρική Επιτροπή του κόμματος.