Πατέρα, μη μου στερείς τη χαρά να σε δω…

Ικανοποίησε τη βασανιστική μου ανάγκη να σε γνωρίσω!

H πανέμορφη Λόρα Κάλακ είναι καρπός ενός φλογερού έρωτα που φούντωσε ένα καλοκαίρι στον Ξηρόκαμπο Ιεράπετρας, ανάμεσα σ’ έναν λεβέντη Κρητικό και μια τουρίστρια Αυστραλή, ιρλανδικής καταγωγής.

Κυριακή μεσημέρι, Γιορτή του Πατέρα, έρχεται να με βρει με την ελπίδα, από αυτή εδώ τη στήλη να μπορέσει να εντοπίσει τον πατέρα της. Τον Μανώλη Μπελιμπασάκη από την Ιεράπετρα Κρήτης, που, όπως έχει μάθει, δεν βρίσκεται πλέον εκεί. Νομίζει ότι ζει κάπου στη Βαυαρία, χωρίς να είναι σίγουρη γι’ αυτό. Είναι μια πληροφορία, από τις λίγες που έχει, αλλά που δεν την έχουν οδηγήσει πουθενά. Όχι, τουλάχιστον, ακόμα…

Μού δείχνει τη φωτογραφία του, παρμένη την εποχή του μεγάλου έρωτα με τη μητέρα της. Ένας σύγχρονος Ερμής, που η κόρη του έχει πάρει, το περήφανο βλέμμα του, την κόψη του προσώπου του.

Ήταν Αύγουστος του 1985 όταν η πανέμορφη Helen O’Dea στις διακοπές της στην Κρήτη, γνώρισε τον Μανώλη Μπελιμπασάκη και ο έρωτας που τους ένωσε ήταν κεραυνοβόλος. Εκείνη έμεινε στο όμορφο νησί, περισσότερο από όσο υπολόγιζε κι εκείνος την ακολούθησε χωρίς δεύτερη σκέψη στην Αυστραλία για να παντρευτούν. Ήταν έγκυος. Δυστυχώς, όμως, ο γάμος δεν κράτησε πάνω από δυο μήνες.

Όπως θα πει η Λόρα σήμερα, «αρρώστησε η μητέρα του και έπρεπε να γυρίσει στην Κρήτη. Ζήτησε από την μητέρα μου να τον ακολουθήσει, αλλά εκείνη αρνήθηκε. Ήθελε να με μεγαλώσει στην Αυστραλία. Εκείνος έφυγε χωρίς να κοιτάξει πίσω του. Η μητέρα μου ένοιωσε βαθιά το αίσθημα της εγκατάλειψης. Πόνεσε, απογοητεύτηκε, αγωνίστηκε να μείνει όρθια, δυνατή. Ήταν μόλις 23 χρόνων».

Μεσημέρι, Ημέρα της Γιορτής του Πατέρα. Άλλες κόρες στην ηλικία της Λόρας, ίσως, αυτήν την ώρα, να τσουγκρίζουν ένα ποτήρι κρασί με τον πατέρα τους. Εκείνη κάθεται απέναντί μου χλωμή, με φανερή προσπάθεια να κρύψει τη συγκίνησή της και μού μιλά για την απουσία του δικού της πατέρα από τη ζωή της, μια ολόκληρη ζωή!

«Μού λείπει από τότε που κατάλαβα τον κόσμο. Από τότε που μπορώ να θυμηθώ. Εκείνος, η μόνη φορά που επικοινώνησε είναι όταν ήμουν δύο χρόνων για να βεβαιωθεί ότι όλα ήταν καθαρά αναφορικά με το διαζύγιο. Ήταν έτοιμος να παντρευτεί κάποια άλλη, μια Γερμανίδα οδοντίατρο όπως έμαθα και δεν ήθελε να βρεθεί μπερδεμένος. Ούτε καν ρώτησε για μένα. Σα να μην υπήρχα».

«Κι όμως, ήμουν εκεί και θα τον ζητούσα, κάνοντας ερωτήσεις στη μητέρα μου, από πολύ μικρή».

Εκείνη, όμως, ήθελε να κλείσει το κεφάλαιο αυτό της ζωής της που τής προξένησε τόσο πόνο.

«Προχώρησε. Γνώρισε κάποιον άλλο άντρα, τον θετό μου πατέρα που μού έδωσε το όνομά του. Ο φυσικός μου, όμως, πατέρας είναι ένα κομμάτι του εαυτού μου. Δεν μπορώ να προσποιηθώ ότι δεν υπήρξε ποτέ ή ότι δεν υπάρχει σήμερα. Θέλω να τον δω, θέλω να τον γνωρίσω. Δεν πρόκειται να ησυχάσω αλλιώς. Όσα χρόνια κι αν περάσουν, ό,τι και να γίνει η βασανιστική αυτή ανάγκη δεν πρόκειται να μ’ εγκαταλείψει ποτέ. Το ξέρω, το νοιώθω. Είναι μέρος του είναι μου. Ευτυχώς, ο σύντροφός μου, το καταλαβαίνει».

Ναι, ο Χάγκαν που τη συνοδεύει σήμερα, θα τη συνόδευε και στο ταξίδι που παρ’ ολίγο να την έφερνε κοντά στον πατέρα της. Την τελευταία, όμως, στιγμή ματαιώθηκε. Γι’ αυτό ήλθε και στην εφημερίδα. Να δει αν μπορούμε να κάνουμε κάτι εμείς.

ΤΟ «ΠΑΚΕΤΟ» ΠΟΥ ΝΑΥΑΓΗΣΕ

Η Λόρα έμαθε για το τηλεοπτικό πρόγραμμα «Πάμε Πακέτο» του ALTER,    ήλθε σ’ επαφή μαζί τους και, αρχικά, φάνηκαν όλα να πηγαίνουν καλά. Ενδιαφέρθηκαν πολύ. Μετά από ανταλλαγή πολλών e-mail, τής είπαν ότι αναλαμβάνουν όλα τα έξοδα, τα δικά της και του συντρόφου της Χάγκαν, προκειμένου να πάρει μέρος στην εκπομπή, όπου θα παρουσιαζόταν και ο πατέρας της. Ετοιμάστηκε, πήρε άδεια από τη δουλειά της και ο Χάγκαν από τις σπουδές του, προκειμένου να βρίσκονται στην Αθήνα και να βγουν στον αέρα το βράδυ της Πέμπτης, 10 Σεπτεμβρίου 9 το βράδυ. Η αγωνία μεγάλη, η ανυπομονησία μεγαλύτερη, μέχρι που το «πακέτο» έπεσε στο κενό, πριν ακόμη…  γίνει «πακέτο». Όταν ήταν στο στάδιο του τυλίγματος.

«Χωρίς πολλές εξηγήσεις, μού είπαν ότι το σχέδιο ναυάγησε. Ότι για προσωπικούς λόγους, ο πατέρας μου δεν επιθυμεί να πάρει μέρος στην εκπομπή. Έπεσα από τα σύννεφα. Ήμουν πανέτοιμη, κυρίως ψυχολογικά για τη μεγάλη στιγμή. Ζήτησα να μου δώσουν τουλάχιστον τον αριθμό τηλεφώνου του. Μού απάντησαν πολύ βιαστικά ένα «όχι τώρα». Τίποτε άλλο. Τούς έγραψα ξανά και ξανά, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Δεν πήρα καμία απάντηση. Για κείνους ήταν ακόμη μία άλλη υπόθεση από τις πολλές που έρχονται στο στούντιο. Για μένα, όμως, ήταν ένα μεγάλο κομμάτι αυτής της ίδιας της ζωής μου. Η ευκαιρία να γνωρίσω τον πατέρα μου! Δεν έδειξαν να το κατάλαβαν αυτό. Μού είπαν ότι δεν έχουν άλλο χρόνο γι’ αυτό το θέμα. Ότι είναι πολύ απασχολημένοι».

ΕΛΛΕΙΨΗ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑΣ

Ναι, για το «Πάμε Πακέτο», ήταν ασφαλώς ένα θέμα που ακουγόταν ελκυστικό, για κάποιο λόγο όμως την τελευταία στιγμή δεν… τυλίχτηκε. Ήταν ακόμη ένα θέμα που στράβωσε. Που δεν ‘περπάτησε’, όπως λέμε στη δημοσιογραφία. Ο χειρισμός του όμως αφήνει πολλά κενά. Κενά που πάνε κόντρα σ’ αυτό που διατείνονται ότι είναι, εκείνοι που πακετάρουν το πακέτο.

Να τι λένε στην ιστοσελίδα τους:

«Με δεδομένο ότι τα πακέτα παραδίδονται σε κάθε γωνιά της γης, όπου υπάρχει το ελληνικό στοιχείο, η εκπομπή συνεχίζει δυναμικά για 4η τηλεοπτική σεζόν.

Η Βίκυ Χατζηβασιλείου με τον δικό της μοναδικό τρόπο, αυτόν της αλήθειας και του συναισθήματος, θα προσπαθήσει να εκπληρώσει προσδοκίες και επιθυμίες, λειτουργώντας σα γέφυρα επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων.

Στόχος του νέου κύκλου εκπομπών και των συντελεστών, είναι να παραδοθούν πακέτα συναισθημάτων και να πραγματοποιηθούν προσδοκίες ανθρώπων που μετά από πολλά χρόνια γίνονται πραγματικότητα.

Πρωταγωνιστές θα είναι οι άνθρωποι, ανώνυμοι, αλλά και επώνυμοι που μοιράζονται τα συναισθήματά τους, μας συγκινούν, μας ευαισθητοποιούν.

Αναμνήσεις, αναζητήσεις, συναντήσεις και η καρδιά να χτυπάει δυνατά.

Ένα πακέτο από το νοσταλγικό παρελθόν, που έρχεται για να αλλάξει το μέλλον.

Η αληθινή ζωή με την πιο θετική της προσέγγιση».

Η εκπομπή περιγράφεται ως «ψυχαγωγική».

Για να βγει στον αέρα εργάζονται πάνω από 20 άτομα.

Προσωπικά, δεν γνωρίζω την εκπομπή. Δεν την έχω δει και δεν έχω πρόθεση να κρίνω κάτι που δεν γνωρίζω. Εκείνο που ενοχλεί είναι η έλλειψη ευαισθησίας στον τρόπο χειρισμού του θέματος που ήλθε στην αντίληψή μας.

Από τα αρχικά στάδια του ξεσηκώματος δύο νέων ανθρώπων, εκ των οποίων ο ένας μάλιστα έχει στηρίξει εκεί ελπίδες που τρέφονταν μια ολόκληρη ζωή, μέχρι εκείνο το ‘παραθυράκι’ του «όχι τώρα» που φαίνεται να βασανίζει όσο τίποτε την 22χρονη Λόρα: «Μού είπαν ‘όχι τώρα’ για τον αριθμό τηλεφώνου του πατέρα μου, που σημαίνει ότι ίσως μου τον δώσουν αργότερα. Πότε όμως; Αν δεν γίνεται, ας μού το έλεγαν, να το πάρω απόφαση. Να ξεκινήσω από κάπου αλλού. Γιατί, δεν πρόκειται να σταματήσω. Θέλω να δω τον πατέρα μου, έστω και μια φορά, να γνωρίσω τη μητέρα του, τα αδέλφια του, τα παιδιά του που ίσως έχει, να δω τον τόπο που μεγάλωσε, εκεί που γνώρισε τη μητέρα μου. Δεν πρόκειται να ζητήσω τίποτε άλλο. Ξέρω ότι σε περιπτώσεις όπως τη δική μου, τα παιδιά του έρωτα, είναι ένα βάρος του παρελθόντος που προτιμούν πολλοί να μην το θυμούνται. Αυτό δε σημαίνει όμως και ότι σβήνεται».
Ναι, αλλοίμονο αν ό,τι θέλαμε να σβήσουμε από το ταμπλό της μνήμης, το πετυχαίναμε. Η αισιοδοξία της μνήμης φτάνει μέχρι ένα σημείο και μετά σηκώνει τα χέρια ψηλά! 

Η Λόρα, στηρίζει σ’ αυτήν την κουβέντα μαζί μου, πολλές ελπίδες, όπως θα πει φεύγοντας.

«Μακάρι αυτό που θα γράψετε να φτάσει στα χέρια του πατέρα μου. Έχω ακούσει ότι έχει συγγενείς εδώ στη Μελβούρνη. Κάπου στα βόρεια προάστια. Τονίστε ότι δεν έχω άλλο κίνητρο από το να τον γνωρίσω. Να τον δω έστω μια φορά και μετά, αν το επιθυμεί, να μην τον ενοχλήσω ποτέ ξανά…

Όπως νοιώθω τώρα είναι σα να μην ξέρω τον ίδιο μου τον εαυτό. Είναι σαν ένα κομμάτι του είναι μου, να μου είναι άγνωστο. Δεν ξέρω καν αν γίνομαι αντιληπτή μ’ αυτά που λέω…»

 Σε μας, ναι. Σε κείνον θα δείξει!