Ήταν 6 Δεκεμβρίου του 2001 όταν ο τότε Αυστραλός πρωθυπουργός, Τζον Χάουαρντ, μήνυσε προς κάθε… ενδιαφερόμενο: «Εμείς θα αποφασίσουμε ποιος έρχεται σ’ αυτή τη χώρα και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες θα τον δεχθούμε».

Χθες, 16 Οκτωβρίου 2009, ο υπουργός Οικονομικών της Εργατικής κυβέρνησης, Λίντσεϊ Τάνερ, δήλωσε σε ραδιοφωνικό σταθμό της Μελβούρνης: «Δεν θα καθορίσουν την πολιτική της χώρας οι πρόσφυγες».

Μπορεί τα κυβερνητικά λόγια που χρησιμοποιήθηκαν χθες να ήταν διαφορετικά, αλλά στην ουσία, οι δύο αυτές δηλώσεις εμπεριέχουν το ίδιο μήνυμα. Σε άρθρο της εφημερίδας «The Australian», την Πέμπτη, γινόταν λόγος για αλλαγή στη ρητορική της κυβέρνησης, καθώς ο ίδιος ο πρωθυπουργός μίλησε για «παράνομη μετανάστευση». Ένα εικοσιτετράωρο αργότερα, ο κ. Τάνερ ήρθε με τις δικές του δηλώσεις να το επιβεβαιώσει.
Το παραπάνω μήνυμα της αυστραλιανής κυβέρνησης καλούνται τώρα, όχι μόνο να ακούσουν, αλλά και να αποδεχθούν, οι 255 πρόσφυγες που βρίσκονται σε μία βάρκα δεμένη στο ινδονησιακό λιμάνι Μέρακ. Μπορεί να μην άκουσαν το συγκεκριμένο μήνυμα βέβαια, αλλά δεν χρειάζεται. Γνωρίζουν ήδη ότι η Αυστραλία έκλεισε τα σύνορά της στην απελπισία τους. Αποφάσισαν, όμως, με την σειρά τους και αυτοί, να στείλουν σειρά μηνυμάτων, όχι μόνο στην αυστραλιανή κυβέρνηση αλλά και στην παγκόσμια κοινότητα.

Έκανε το γύρο του κόσμου η εικόνα της εννιάχρονης Μπρίντα που μαζί με τους άλλους 254 Ταμίλ που ζητούν άσυλο, αρνείται να αποβιβαστεί από το πλοίο που κάποτε ήλπιζε ότι θα την μετέφερε σε μία χώρα που, τουλάχιστον, θα μπορούσε να της δώσει την υπόσχεση για ένα καλύτερο αύριο.
Με δάκρυα στα μάτια, η μικρή Μπρίντα ικέτευε την Πέμπτη τον κ. Ραντ, αλλά και τους ηγέτες του δυτικού ανεπτυγμένου κόσμου: «Σας παρακαλώ, πάρτε μας στη χώρα σας, δεν μπορούμε να ζήσουμε στη Σρι Λάνκα. Βοηθήστε μας να σωθούμε. Είμαστε και δικά σας παιδιά. Σκεφτείτε μας».
Το δεύτερο μήνυμα των προσφύγων, που πλήρωσαν $15,000 σε εμπόρους ανθρώπινης απελπισίας για να τους μεταφέρουν στην Αυστραλία, ήρθε λίγες ώρες αργότερα. Πέρα από το γεγονός ότι μέχρι αργά χθες το βράδυ αρνιόντουσαν να κατέβουν από το πλοίο, ανακοίνωσαν επίσης ότι ξεκινούν απεργία πείνας. Τα παιδιά τους δεν θα λάβουν μέρος σ’ αυτή την απελπισμένη τους προσπάθεια. «Έχουμε συνηθίσει σε αυτές τις συνθήκες», δήλωσε ο Άλεξ, ένας από τους αιτούντες άσυλο στα ΜΜΕ. «Η κατάσταση για τους Ταμίλ στην Σρι Λάνκα είναι ακόμα χειρότερες. Σας λέω θα αντέξουμε για μήνες. Είμαστε αποφασισμένοι, δεν υπάρχει επιστροφή για εμάς».

Όλα αυτά διεξάγονται κάπου σε κάποιο ινδονησιακό λιμάνι που βρίσκεται σχετικά μακριά από την Αυστραλία. Τα μηνύματα των προσφύγων, όμως, δεν χάθηκαν στον Ωκεανό, όσο και αν ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας θα ήθελε πολύ να γινόταν έτσι.
Η πρώτη αντίδραση της αυστραλιανής κυβέρνησης μετά την έκκληση των προσφύγων ήταν αρκούντως λακωνική. «Δεν πρόκειται να στείλουμε αυστραλούς αξιωματούχους να μιλήσουν με τους αιτούντες άσυλο» ανέφερε εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών, προσθέτοντας ότι το θέμα πλέον δεν αφορά την Αυστραλία. «Είναι ινδονησιακή υπόθεση», πρόσθεσε ο εκπρόσωπος.

Την ίδια στιγμή, ο κ. Ραντ δέχεται τα πυρά της αντιπολίτευσης, ότι η κυβέρνησή του έχει χάσει τον έλεγχο των συνόρων και ότι η πολιτική του Εργατικού κόμματος, που κατάργησε όταν ήρθε στην εξουσία τη «Λύση του Ειρηνικού» και εισήγαγε την παράμετρο της ύπαρξης κινδύνου ή όχι στην απόφαση κράτησης των αιτούντων άσυλο, αποδεικνύεται λανθασμένη.

Το «μαγικό κλειδάκι», προς το παρόν τουλάχιστο, για τον αυστραλό πρωθυπουργό, ίσως το κρατάει ένας από τους 255 Ταμίλ που ζητούν άσυλο από την Αυστραλία. «Θέλω να με πάρει τηλέφωνο ο ίδιος και εγώ θα του μαρτυρήσω πρόσωπα και ονόματα του δικτύου λαθρεμπόρων που μάς έφερε εδώ».

Δεν έχει γίνει ακόμα γνωστό αν ο Αυστραλός πρωθυπουργός θα δεχθεί την πρόσκληση. Μπορεί, τελικ, να σηκώσει το τηλέφωνο και να μάθει πρόσωπα και πράγματα, διαμηνύοντας προς την αντιπολίτευση ότι η «Λύση της Ινδονησίας», για την αναποτελεσματικότητα της οποίας τον κατηγόρησε ο κ. Τέρνμπουλ πριν από δύο μέρες, φέρνει αποτελέσματα. Ότι, δηλαδή, η πολιτική του θα βοηθήσει στο να χτυπήσει το πρόβλημα της λαθρεμπορίας προσφύγων, στη ρίζα του. Στην περίπτωση που δεν σηκώσει το τηλέφωνο και αποφασίσει να συνεχίσει τη ρητορική του…  «δεν είναι δική μας υπόθεση η τύχη των 255 Ταμίλ προσφύγων, αλλά των ινδονησιακών Αρχών», μάλλον θα χαρακτηρισθεί ως υποκριτής, αφού άλλα έλεγε όταν ήταν στην Αντιπολίτευση και άλλα τώρα από τη θέση του πρωθυπουργού.
Ως πρωθυπουργός, βέβαια, που θα ζητήσει από τον αυστραλιανό λαό να του εμπιστευθεί σε λίγο καιρό και πάλι την ηγεσία της χώρας, η άποψη της κοινής γνώμης, που θεωρεί το θέμα φύλαξης των συνόρων, μείζον θέμα θα είναι σίγουρα από τις βασικότερες παραμέτρους στο τι μέλλει γενέσθαι.