Σε μία εποχή κατά την οποία ο δυτικός κόσμος αντιμετωπίζει μεγάλη έλλειψη ταλέντων, εξαιτίας των μαζικών συνταξιοδοτήσεων δημόσιων υπαλλήλων, θα περίμενε κανείς από τις κυβερνήσεις να προσπαθούν με μεγαλύτερο πάθος να προσελκύσουν ταλαντούχους νέους πτυχιούχους. Κάτι τέτοιο δεν αφορά μόνο την αντικατάσταση των παλιών μανδαρίνων με νέες εκδοχές τους, καθώς σήμερα οι κυβερνητικές αρμοδιότητες ξεπερνούν τα στενά γραφειοκρατικά όρια συγκεκριμένων υπουργείων (ή ακόμη και κρατών).
Η παγκόσμια κρίση, στο μεταξύ, θα οδηγήσει σε ενίσχυση των κρατικών ρυθμιστικών οργανισμών, τομέας ευθύνης των κρατικών λειτουργών. Ιδιαίτερα στον αγγλόφωνο κόσμο, οι κυβερνήσεις διατείνονται ότι προσπαθούν να εισάγουν τακτικές του ιδιωτικού τομέα σε κάθε τομέα της δημόσιας διοίκησης, συμπεριλαμβανομένων και των προσλήψεων. Κληρονομιά του Τόνι Μπλερ αποτελεί η πεποίθηση ότι η αποτελεσματικότητα των κρατικών υπηρεσιών μπορεί να μετρηθεί με τον ίδιο τρόπο όπως και τα κέρδη των επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα.
Ο βρετανικός δημόσιος τομέας δέχθηκε ισχυρό ταρακούνημα πριν τρία χρόνια, όταν ο Γκιλ Ράιντερ – συνιδιοκτήτης της εταιρίας διοικητικών μελετών Accenture – ανέλαβε την αναδιάρθρωση της αξιοποίησης και ανταμοιβής του προσωπικού. Το αποτέλεσμα της προσπάθειας παρακολουθούν με μεγάλο ενδιαφέρον οι κυβερνήσεις του Καναδά, της Ιρλανδίας και της Αυστραλίας. Οι μεταρρυθμίσεις του δημόσιου τομέα, όμως, είναι πάντα πιο αποτελεσματικές σε μικρά κράτη, όπως τη Δανία, τη Φινλανδία, τη Σκωτία, την Ουαλία και τις επαρχίες του Καναδά, όπως εξηγεί ο Τόνι Ντιν, πρώην γραφειοκράτης και σημερινός μελετητής της δημόσιας διοίκησης.
Όσο καλά σχεδιασμένες και αν είναι, οι εσωτερικές μεταρρυθμίσεις μπορεί να μην αρκούν για την επίλυση του προβλήματος, που αφορά κυρίως την αδυναμία του δημόσιου τομέα να ανταγωνισθεί τον ιδιωτικό στην προσέλκυση άξιων στελεχών. Σε απλή αριθμητική, αυτό σημαίνει ότι το χάσμα στελέχωσης μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα διευρύνεται διαρκώς. Σύμφωνα με έκθεση του ΟΟΣΑ, στα 13 κράτη-μέλη του οργανισμού τουλάχιστον 30% των δημόσιων υπαλλήλων έχουν ηλικία άνω των 50 ετών. Για την αντικατάστασή τους, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να έχουν κάτι περισσότερο να προσφέρουν από την εργασιακή ασφάλεια που προσέλκυσε την προηγούμενη γενιά κρατικών μανδαρίνων.
Τα σημερινά παχυλά αμειβόμενα στελέχη επιχειρήσεων επιζητούν σταδιοδρομίες σε τομείς, που επιτρέπουν ταχεία ανέλιξη και προσφέρουν τη δυνατότητα μεταπήδησης από τον ιδιωτικό στον κρατικό τομέα. Ακόμη και όσοι νιώθουν την ανάγκη να προσφέρουν στο κράτος αντιμετωπίζουν σημαντικά προσκόμματα και δοκιμασίες της καλής τους θέλησης. Απόφοιτος πανεπιστημίου, για παράδειγμα, με γνώση σπάνιας γλώσσας μπορεί να εξασφαλίσει δεκάδες προτάσεις εργασίας. Αμφίβολο θεωρείται, όμως, κατά πόσον το στέλεχος αυτό θα προτιμήσει το δημόσιο, όχι μόνο λόγω του μικρότερου μισθού, αλλά και των περίπλοκων γραφειοκρατικών διαδικασιών που απαιτεί η πρόσληψή του.
Η ύφεση θα προκαλέσει βραχυπρόθεσμη αύξηση του αριθμού των αιτούντων εργασίας, που είναι έτοιμοι να ξεπεράσουν τα εμπόδια πρόσληψης στο δημόσιο. Στα πιο χαμηλά κλιμάκια της μισθολογικής αλυσίδας οι μισθοί του δημόσιου τομέα στις ΗΠΑ είναι ανταγωνιστικοί εκείνων του ιδιωτικού. Αυτό, όμως, δεν ισχύει στα υψηλότερα κλιμάκια.
Σε πολλές πλούσιες χώρες, τα προβλήματα στελέχωσης του δημόσιου τομέα αφορούν μόνο συγκεκριμένους τομείς του κράτους. Στην Αυστραλία, για παράδειγμα, η «ελίτ» του δημοσίου συνεχίζει να προσελκύει ταλαντούχους αιτούντες, αν και η πρόσληψη λογιστών και ειδικών των υπολογιστών έχει γίνει ιδιαίτερα δυσχερής.
Η Γαλλία, όμως, αποτελεί εξαίρεση στο δυτικό κόσμο, χάρη στο μεγάλο σεβασμό που απολαμβάνουν οι κρατικοί λειτουργοί. Ο ανταγωνισμός για εισαγωγή στη Σχολή Δημόσιας Διοίκησης (ΕΝΑ) παραμένει ιδιαίτερα σκληρός. Το 2009, η σχολή δέχθηκε 1.352 αιτήσεις, για μόλις 80 θέσεις φοιτητών.
Η διοχέτευση των αποφοίτων της ΕΝΑ στο δημόσιο τομέα, όμως, εμφανίζει προβλήματα, καθώς πολλοί απόφοιτοι επιλέγουν θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα, ενώ ούτε ο πρόεδρος Σαρκοζί, ούτε και η πλειοψηφία των μελών του υπουργικού του συμβουλίου, έχουν αποφοιτήσει από τη διάσημη σχολή.
Την ίδια στιγμή, σκληρό ανταγωνισμό αντιμετωπίζουν και όσοι επιδιώκουν να προσληφθούν στους γραφειοκρατικούς μηχανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η κουλτούρα της οποίας έχει επηρεασθεί σημαντικά από τη Γαλλία. Πρόσφατα, 19.000 υποψήφιοι εξετάσθηκαν στις Βρυξέλλες για 200 θέσεις εργασίας.