Οι Φιλελεύθεροι τρώνε τις σάρκες τους την τελευταία εβδομάδα, εξ αιτίας της αδυναμίας τους να συμπράξουν στον εκσυγχρονισμό του κόμματός τους.
Ο διχασμός τους σε δύο αντιμαχόμενες ομάδες, τους πραγματιστές και τους σκεπτικιστές, έχει προκαλέσει βαθύτατο ρήγμα, που, σύμφωνα με τον ομογενή «σοφό» του Λίμπεραλ Πάρτι, Πέτρο Γεωργίου, απειλεί την παράταξη με «αφανισμό» στις προσεχείς εθνικές εκλογές.

Οι πραγματιστές, με επικεφαλής τον αρχηγό του Λίμπεραλ Πάρτι, Μάλκολμ Τέρνμπουλ, στηρίζουν το «μεταλλαγμένο» – με θετικές παρεμβάσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης –  νομοσχέδιο της κυβέρνησης Ραντ για μείωση των ατμοσφαιρικών ρύπων.

Ο κ. Τέρνμπουλ και οι υποστηρικτές του θεωρούν, ότι είναι χρέος του Λίμπεραλ Πάρτι – ως υπεύθυνου πολιτικού κόμματος – να συνεισφέρει στην προσπάθεια  υπεύθυνης διαχείρισης των κινδύνων που εγκυμονεί η αυξανόμενη ρύπανση του πλανήτη. Γι’ αυτό στηρίζουν την ψήφιση του κυβερνητικού νομοσχεδίου πριν τη Σύνοδο του ΟΗΕ για τις κλιματικές αλλαγές, που θα γίνει το Δεκέμβριο στην Κοπεγχάγη.

Οι σκεπτικιστές, αμφισβητούν τη συμβολή του ανθρώπου στη ρύπανση του περιβάλλοντος, αμφισβητούν την ωφελιμότητα της ψήφισης του νομοσχεδίου πριν τη Σύνοδο της Κοπεγχάγης, κατηγορούν τον αρχηγό τους για υποστολή της αντιπολιτευτικής σημαίας του κόμματός τους και προφητεύουν οικονομικά δεινά για τη χώρα από την ψήφιση του νομοσχεδίου, πριν οι γνωστοί ρυπαντές του πλανήτη, Αμερική, Ινδία και Κίνα, αναλάβουν συγκεκριμένες δεσμεύσεις για μείωση των ρύπων.

Η αδυναμία συνεννόησης των δύο ομάδων προκάλεσε την προχθεσινή, πρωτοφανή, ανταρσία βουλευτών και γερουσιαστών του κόμματος εναντίον του ανένδοτου αρχηγού τους.

Ο κ. Τέρνμπουλ επιμένει στη στήριξη του νομοσχεδίου με σταθερά επιχειρήματα την «ανάγκη λήψης μέτρων για τη σωτηρία του πλανήτη και την προστασία του κύρους και της αξιοπιστίας του Λίμπεραλ Πάρτι» – που διαπραγματεύθηκε με την κυβέρνηση την αλλαγή κάποιων επίμαχων προβλέψεων του νομοσχεδίου, έναντι της δέσμευσης να στηρίξει το νομοσχέδιο στη γερουσία.
Και έχει δίκιο ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Έχει δίκιο, διότι η πολιτική του στο μείζον θέμα της κλιματικής αλλαγής αποτελεί συνέχεια της πολιτικής για την προστασία του περιβάλλοντος, που σχεδίαζε ο πρώην Φιλελεύθερος πρωθυπουργός, Τζον Χάουαρντ.
Πριν τις εκλογές του 2007, ο Τζον Χάουαρντ μιλούσε στα μέλη της κοινοβουλευτικής του ομάδας για την αδήριτη ανάγκη διαμόρφωσης «ολοκληρωμένης πολιτικής» του Λίμπεραλ Πάρτι για την κλιματική αλλαγή, η οποία θα θεραπεύει τις ανάγκες του αυστραλιανού λαού, χωρίς να ζημιώνει την εθνική οικονομία και τους πολίτες. Το ίδιο έτος, ο κ. Χάουαρντ σχολίαζε στο Εθνικό Συμβούλιο του κόμματός του ότι δεν είναι δυνατόν να αγνοηθούν «οι βλάβες που προκαλεί ο άνθρωπος στο περιβάλλον».

Ο πλέον επιτυχημένος ηγέτης των Λίμπεραλ – μετά τον ιδρυτή του κόμματος Ρόμπερτ Μένζις – δημοσιοποίησε, τότε, την πρόθεσή του να θεσπίσει διά νόμου – το αργότερο μέχρι το 2012 – μέτρα περιορισμού του διοξειδίου του άνθρακος που αποδεσμεύουν στην ατμόσφαιρα ρυπογόνοι κλάδοι της βιομηχανίας και ο άνθρωπος.
Σημειώνεται, ότι κανένας από τους σημερινούς σκεπτικιστές δεν αμφισβήτησε τις θέσεις του πρώην αρχηγού τους, ούτε αντέδρασε στην πρόθεση του Τζον Χάουαρντ να νομοθετήσει κατά της μόλυνσης του περιβάλλοντος. Αξιοσημείωτο είναι, επίσης, το γεγονός, ότι οι αντάρτες σκεπτικιστές δεν διαφώνησαν με την απόφαση της ηγεσίας του κόμματός τους να διαπραγματευθεί με την κυβέρνηση τη βελτίωση του ακανθώδους νομοσχεδίου της.
Γιατί αντιδρούν σήμερα; Κατά πάσα πιθανότητα, διότι δεν αντιλαμβάνονται ότι η αποκαθήλωση του Μάλκολμ Τέρνμπουλ δεν πρόκειται ν’ αλλάξει την τύχη τους, δεν πρόκειται να τους απαλλάξει από την ευθύνη χάραξης συγκεκριμένης πολιτικής για μείωση των ατμοσφαιρικών ρύπων.
Ο κ. Άμποτ – ηγετικό στέλεχος του κινήματος κατά του Μάλκολμ Τέρνμπουλ και επίδοξος μνηστήρας της αρχηγίας – ομολογεί στο χθεσινό άρθρο του στην εφημερίδα «The Australian», ότι το πρόβλημα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν είναι ο αρχηγός της, αλλά η έλλειψη πολιτικής, που να ανταποκρίνεται στις διαφοροποιούμενες κλιματικές συνθήκες – και στις συνέπειες αυτής της διαφοροποίησης.

Αντιφάσκει, όμως, με την κατηγορηματική άρνησή του να στηρίξει το βελτιωμένο κυβερνητικό νομοσχέδιο, η βασική αρχή του οποίου – η μείωση των ρύπων – είναι η ίδια με την αρχή της πολιτικής που εισηγείτο ο «ήρωάς» του,  Τζον Χάουαρντ. Όσο για τον ισχυρισμό του κ. Άμποτ, ότι η αντιπολίτευση «δεν μπορεί να ασκήσει αντιπολίτευση» εξ αιτίας της συμφωνίας με την κυβέρνηση, είναι πολύ όψιμος και αποκαλύπτει ανεπίτρεπτη υστεροβουλία.
Ο κ. Άμποτ και οι ομοϊδεάτες του οφείλουν να εκτιμήσουν, ότι εκλέγονται από το λαό και στο λαό λογοδοτούν. Δεν εκλέγονται από τα οργανωμένα συμφέροντα, που κατά δήλωση του κ. Άμποτ «διαφωνούν έντονα» με τις βασικές προβλέψεις του κυβερνητικού νομοσχεδίου.
Ακόμη, ο κ. Άμποτ και οι ομοϊδεάτες του οφείλουν να εκτιμήσουν ψύχραιμα και αντικειμενικά την υπόδειξη του αρχηγού τους, ότι το μεγάλο διακύβευμα της διαμάχης είναι «το κύρος και η αξιοπιστία του Λίμπεραλ Πάρτι», που θα καταρρακωθούν από τυχόν αθέτηση της συμφωνίας της αξιωματικής αντιπολίτευσης με τραγικό πολιτικό κόστος. Σε τελευταία ανάλυση, η συμφωνία με την κυβέρνηση δίνει στο Λίμπεραλ Πάρτι τη δυνατότητα να καυχάται, ότι με δική του παρέμβαση βελτιώθηκε το κυβερνητικό νομοσχέδιο και να διεκδικήσει το τίμημα της βελτιωτικής παρέμβασής τους στις προσεχείς εκλογές.
Αν υπάρχει κάποιος που δικαιούται να διαμαρτύρεται για το νομοσχέδιο, αυτός είναι ο μέσος πολίτης, που καλείται να επιδοτεί με τον ιδρώτα του  τη σωτηρία του περιβάλλοντος από τους κλάδους της βιομηχανίας, που θησαυρίζουν μολύνοντας τον αέρα του και των αέρα των παιδιών του.