Ελληνόπουλα κακοποιήθηκαν σε κρατικά ιδρύματα της Βικτώριας

Ακόμα και Ελληνόπουλα που κατέληξαν σε κρατικά ιδρύματα και ορφανοτροφεία τις δεκαετίες του ’50, ’60 και ’70, κακοποιήθηκαν σεξουαλικά από υπαλλήλους αυτών των ιδρυμάτων, σύμφωνα με τα όσα είπε στο «Νέο Κόσμο» η ομογενής δικηγόρος, Άντζελα Σδρίνη. Σύμφωνα με τη δικηγόρο –  που τα τελευταία 15 χρόνια έχει εκπροσωπήσει πάνω από 700 άτομα που έπεσαν θύματα σεξουαλικής και σωματικής βίας ενόσω βρίσκονταν υπό την προστασία της Εκκλησίας ή κρατικών ιδρυμάτων –  ο αριθμός των ομογενών που μέχρι τώρα έχει καταγγείλει τα ιδρύματα αυτά είναι περίπου οκτώ άτομα που σήμερα είναι πάνω από 50 χρόνων.

 Η κουβέντα μας με την δικηγόρο της «ξεχασμένης» γενιάς, όπως την αποκαλούν πολλοί συνάδελφοί της, γίνεται μέσα στη ζεστή οικογενειακή ατμόσφαιρα του σπιτιού της. Πάνω από όλα, μητέρα η Άντζελα. Το διαπιστώνω από την πρώτη στιγμή. Μιλά για τα παιδιά της συνεχώς. Βρίσκομαι κοντά της, όμως, σήμερα, για να μιλήσουμε για κάποια άλλα παιδιά. Τα παιδιά εκείνα που στις δεκαετίες του ’50, του ’60 και του ’70 κατέληξαν σε ορφανοτροφεία ή άλλα κρατικά ιδρύματα και βγήκαν από αυτά με πληγές αγιάτρευτες. «Η κακοποίηση που δέχθηκαν αυτά τα παιδιά τα κατάστρεψε για πάντα. Σήμερα, δεκαετίες μετά, τολμούν να διεκδικήσουν το δίκιο τους. Σε πολλές περιπτώσεις εγώ και η ομάδα μου είμαστε οι πρώτοι άνθρωποι στους οποίους τα λένε όλα», λέει η ομογενής δικηγόρος.

 Με έχει ήδη σοκάρει η αποκάλυψή της ότι ανάμεσα στα παιδιά αυτά υπήρχαν και ελληνόπουλα. Αυτά τα άλλα παιδιά, «τα παιδιά της ξεχασμένης γενιάς», που κακοποιήθηκαν σεξουαλικά, σωματικά και με χίλιους δύο άλλους τρόπους, είναι σήμερα οι πελάτες της επιτυχημένης ομογενούς δικηγόρου, Άντζελας Σδρίνη. Οι συνάδερφοί της την γνωρίζουν ως την δικηγόρο της «ξεχασμένης» γενιάς αφού τα τελευταία 15 χρόνια η Άντζελα έχει εκπροσωπήσει πάνω από 700 παιδιά που κακοποιήθηκαν τότε και, όπως χαρακτηριστικά λέει, «αναλαμβάνω περίπου δέκα νέες παρόμοιες υποθέσεις τον μήνα».

Δείχνει οργισμένη όταν μιλά για την Καθολική Εκκλησία και τον τρόπο με τον οποίο σήμερα αντιμετωπίζει αυτά τα παιδιά που κάποτε ανέλαβε να προστατεύσει, αλλά στην ουσία τα κατάστρεψε με τον πλέον αμετάκλητο τρόπο. Παραδέχεται ότι ο δρόμος που έχει διαλέξει είναι δύσκολος όχι μόνο σε νομικό, αλλά και σε προσωπικό επίπεδο και τα μάτια της υγραίνουν όταν αρχίζει σε κάποια στιγμή να μου διηγείται ιστορίες ασύλληπτης βίας και πόνου. Τα αυτιά της έχουν ακούσει πολλά, τόσα ίσως που εμείς οι υπόλοιποι δεν θα τα αντέχαμε ούτε ως σκέψη. Τα μάτια της έχουν δει «κομματιασμένους ανθρώπους» να ψάχνουν για μία ηλιαχτίδα ελπίδας.

Δηλώνει, πάντως, αποφασισμένη να συνεχίσει αυτή της τη μάχη, ελπίζοντας ότι κάποια στιγμή η Πολιτεία της Βικτώριας θα δημιουργήσει το περίφημο Ταμείο Αποκατάστασης αυτών των ατόμων που για χρόνια τώρα η ίδια προτείνει. Ελπίζει ότι η αστυνομία κάποια στιγμή θα αλλάξει τον τρόπο καταγραφής αυτών των εγκλημάτων γιατί επιμένει ότι οι 700 ή 1000 πελάτες της είναι η κορυφή του παγόβουνου και μόνο όταν η Πολιτεία αναγνωρίσει τα λάθη του παρελθόντος θα μπορέσει να προστατέψει και να νοιαστεί πραγματικά για τις επόμενες γενιές που θα καταλήξουν στα δικά της χέρια για να ανατραφούν.

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΦΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΘΡΩΠΙΑΣ ΜΕ ΟΜΟΓΕΝΕΙΣ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ

Σίγουρα, σοκάρει η αλήθεια. Ποιος θα μπορούσε να το φανταστεί, εξάλλου, ότι ελληνόπουλα τις δεκαετίες του ‘60 και ‘70 κατέληξαν σε ορφανοτροφεία ή άλλα ιδρύματα της Βικτώριας και μέσα σε αυτά γνώρισαν την χειρότερη πλευρά της ανθρώπινης φύσης. Εμείς οι Έλληνες είμαστε γνωστοί ότι παραδοσιακά αγαπάμε τις οικογένειές μας και μένουμε προσηλωμένοι σε αυτές. Και όμως, ανάμεσα στους πελάτες της ομογενούς δικηγόρου υπάρχουν και Έλληνες. «Γύρω στους οκτώ», όπως λέει.

«Σίγουρα, δεν είναι πολλοί, αλλά υπάρχουν, και στην πλειοψηφία τους κατέληξαν σε αυτά τα ιδρύματα, είτε γιατί οι γονείς τους ήταν αυστηροί και αυτά τα παιδιά κάπως άτακτα είτε λόγω φτώχιας όπως εξάλλου και πολλά παιδιά τότε. Βλέπεις, η Πολιτεία τότε όταν έπαιρνε την απόφαση ότι οι γονείς δεν μπορούσαν να ζήσουν τα παιδιά τους, τους πήγαινε στο δικαστήριο και τούς τα έπαιρνε. Οι γονείς αυτών των παιδιών, από την μία, ήσαν φτωχοί και δεν μπορούσαν να πάρουν δικηγόρο για να διεκδικήσουν τα παιδιά τους. Από την άλλη, ήταν αγράμματοι, δεν ήξεραν τι να κάνουν, ο νόμος και το δικαστήριο τους φόβιζε και έτσι έχαναν τα παιδιά τους που κατέληγαν σε εκκλησιαστικά ή κρατικά ορφανοτροφεία ή άλλα ιδρύματα. Μετά υπήρχαν περιπτώσεις όπου οι μητέρες παντρεύονταν πάλι και ο νέος άνδρας κακοποιούσε το παιδί. Μία Ελληνίδα πελάτισσά μου, μεγάλη γυναίκα σήμερα, κατέληξε σε ορφανοτροφείο γιατί ο νέος σύζυγος της μητέρας της την έδερνε, την κακοποιούσε και της φερόταν όπως σήμερα δεν φερόμαστε ούτε στα ζώα. Η Πολιτεία την πήρε από την οικογενειακή εστία για να την προστατέψει αλλά η ζωή της δεν άλλαξε. Στα χέρια της πολιτείας, οι άνθρωποι που είχαν υποχρέωση να την φροντίσουν, την βίαζαν, την έδερναν, την κατάστρεψαν».

Η Άντζελα σταματά για λίγο και κοιτά προς το κήπο της. Δεν θέλω να αναφέρω πολλά για τους ελληνικής καταγωγής πελάτες μου. Ξέρω ότι υπάρχουν και άλλοι, αλλά εμείς οι Έλληνες ντρεπόμαστε να ομολογήσουμε τα ανομολόγητα.

Συνεχίζει, όμως, για να μου μιλήσει για έναν ομογενή που βρέθηκε σε ίδρυμα επειδή έκλεψε μερικές σοκολάτες και στην ακρόαση της υπόθεσής του για καταβολή αποζημίωσης από την Πολιτεία ήταν μάρτυρας ο γνωστός εγκληματίας, Τσόπερ Ριντ. «Ήταν την εποχή του ’60. Το ελληνάκι και πελάτης μου σήμερα, κάπως άτακτο παιδί, έκλεψε μερικές σοκολάτες. Ο πατέρας του ήταν αυστηρός και τον άφησε στο έλεος του Θεού. Οι Αρχές επενέβησαν και κατέληξε σε ίδρυμα όπου πήρε την πρώτη δόση φυσικής κακοποίησης. Ξύλο και άλλα βασανιστήρια. Τότε άρχισε ο κατήφορος. Ένοιωθε παρατημένος από τους ίδιους του τους γονείς. Μετά το ίδρυμα δεν επέστρεψε σπίτι του, πίστευε ότι κανένας δεν τον αγαπούσε και κατέληξε στους δρόμους. Το ένα έφερε το άλλο και μέσα σε λίγο καιρό 14χρονο παιδί τότε, κατέληξε στην φυλακή. Για το καλό του, οι Αρχές αποφάσισαν να τον βάλουν στο ίδιο κελί με έναν κοινό εγκληματία. Το πρώτο του βράδυ στην φυλακή ο ενήλικας φυλακισμένος τού ζήτησε να του προσφέρει στοματικό έρωτα. Το ελληνόπουλο φαινόταν ότι υπάκουε στις εντολές του ενήλικα, αλλά όταν έσκυψε για να ικανοποιήσει τις ορμές του, τον δάγκωσε… Το συγκεκριμένο γεγονός ποτέ δεν το παραδέχθηκε η Πολιτεία, αλλά ούτε και το αρνήθηκε. Μεταξύ των μαρτύρων που κατέθεσαν και ο Τσόπερ Ριντ που βρισκόταν εκείνη την εποχή στην φυλακή. Το 14χρονο παιδί το πήραν από την φυλακή και το πήγαν σε άλλο ίδρυμα. Εκεί τα πράγματα ακόμα χειρότερα. Βιάστηκε ξανά και ξανά και η σεξουαλική κακοποίηση από τους ανθρώπους που υποτίθεται ότι πληρώνονταν για να τον φροντίζουν ήταν καθημερινό φαινόμενο. Όταν, τελικά, έφυγε από εκεί κατέληξε και πάλι στους δρόμους. Είχε καταστραφεί σαν άνθρωπος. Πριν από λίγα χρόνια που ήρθε να με βρει ζούσε σε ένα αυτοκίνητο. Τα αδέρφια του όμως όλα καλοβαλμένα και μορφωμένα με τα οικογένειές τους απόλυτα φυσιολογικοί άνθρωποι».

Οι ιστορίες που η ομογενής δικηγόρος έχει ακούσει πολλές. Πρόσφατα πελάτες της «παιδιά της ξεχασμένης γενιάς» στην οποία ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας ζήτησε δημόσια συγνώμη για τα πάνδεινα που τράβηξαν στα χέρια των κρατικών υπηρεσιών, της ανέφεραν ότι κάποια άλλα παιδιά εξαφανίστηκαν. «Την τελευταία φορά που τα είδαν κείτονταν στο πάτωμα πνιγμένα στο αίμα», λέει η Άντζελα που ζητά απαντήσεις για την τύχη αυτών των παιδιών. «Ζήτησα από την αστυνομία να ξεκινήσει έρευνα και αισίως την περασμένη εβδομάδα ο αρχιφύλακας της Υπηρεσίας Έρευνας Ανθρωποκτονιών, κ. Πίτερ Τριχιάς, μού τηλεφώνησε πληροφορώντας με ότι ανέλαβε να ερευνήσει αυτές τις καταγγελίες».
 
ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΥΠΟΚΡΙΣΙΑ ΚΑΙ ΑΙΣΘΗΣΗ ΚΑΘΗΚΟΝΤΟΣ

Στην πλειοψηφία τους, οι υποθέσεις που η Άντζελα αναλαμβάνει τακτοποιούνται εξώδικα. «Υπάρχουν νομικοί περιορισμοί και είναι δύσκολο να κυνηγήσεις αυτές τις υποθέσεις λόγω του χρόνου που έχει μεσολαβήσει από το αδίκημα έως την καταγγελία. Η Πολιτεία δείχνει ιδιαίτερη ευαισθησία στους εξώδικους διακανονισμούς με τις αποζημιώσεις να κυμαίνονται από τις $15.000 έως και πάνω από $100.000. Στην περίπτωση που η Πολιτεία αποφασίσει να χρησιμοποιήσει το επιχείρημα ότι ο χρόνος έχει περάσει, αυτόματα το αδίκημα διαγράφεται και η υπόθεση οδηγείται στο δικαστήριο, αλλά αυτό έχει συμβεί σε ελάχιστες περιπτώσεις. Πρέπει να ομολογήσω ότι η Πολιτεία προχωρά στους εξώδικους διακανονισμούς με ιδιαίτερη ευαισθησία προς τα θύματα κάτι που δεν συμβαίνει με την Καθολική Εκκλησία».

 «Ένας από τους λόγους που συνεχίζω αυτές τις υποθέσεις, είναι ότι δεν αντέχω την υποκρισία της Εκκλησίας. Κατέστρεψαν αυτά τα παιδιά στην πιο τρυφερή τους ηλικία με την πρόφαση ότι τα φρόντιζαν και τα μάθαιναν να αγαπούν τον πλησίον τους και ακόμα και σήμερα που έχουν μπροστά τους μία ζωή ήδη χαμένη δεν δείχνουν τον παραμικρό οίκτο ή ευαισθησία. Η Εκκλησία πληρώνει αποζημιώσεις. Όταν όμως φτάνουμε στη φάση του εξώδικου διακανονισμού φέρονται στο θύμα, που στην ουσία είναι θύμα λόγω της δικής τους αναλγησίας και ανευθυνότητας, λες και του κάνουν χάρη. Αυτή η συμπεριφορά τους με εξοργίζει. Ο κόσμος πρέπει να γνωρίζει ότι ο τρόπος με τον οποίο η Καθολική Εκκλησία έχει κατοχυρωθεί νομικά ως οργανισμός είναι τέτοιος που την προστατεύει νομικά από τέτοιου είδους κατηγορίες. Νομικά έχεις ελάχιστες πιθανότητες να βγάλεις άκρη. Τόση υποκρισία. Ειλικρινά, εύχομαι μία από αυτές τις υποθέσεις να πάει στην δικαιοσύνη και να την κερδίσουμε για να εκθέσω αυτήν ακριβώς την υποκρισία της Εκκλησίας», λέει η Άντζελα και συνεχίζει…

«Ίσως κάποιοι με κατηγορήσουν για υποκρισία επειδή πληρώνομαι για να χειριστώ αυτές τις υποθέσεις, αλλά κάποιος πρέπει να απαιτήσει τη δικαιοσύνη και το σεβασμό που αξίζει για τους ανθρώπους αυτούς. Μόνοι τους δεν μπορούν να το κάνουν, είναι αδύναμοι και κατεστραμμένοι οι περισσότεροι, κάποιος πρέπει να το κάνει για λογαριασμό τους. Το μόνο τους λάθος ήταν το γεγονός ότι ήσαν ανήμπορα, φτωχά παιδιά. Ποιος μπορεί να τους κατηγορήσει γι’ αυτό;» λέει η ομογενής δικηγόρος.
Όπως ομολογεί, ποτέ της δεν διάλεξε αυτό το είδος «πελατείας». «Μόνοι τους με διάλεξαν αυτοί οι άνθρωποι», λέει, προσθέτοντας ότι η μία υπόθεση έφερε τη δεύτερη και ήταν πολλές οι φορές που σκέφτηκε να τα παρατήσει, γιατί απλά δεν είναι εύκολο να ακούς καθημερινά ανθρώπινες τραγωδίες και να μένεις αλώβητος.
«Χάρη στον σύζυγό μου συνεχίζω. Κάποιες φορές είχα πάρει την απόφαση να σταματήσω. Δεν περνούσαν μερικές μέρες και ελάμβανα μία κάρτα, ένα γράμμα, από τα θύματα, που με έφερνε πίσω στην πραγματικότητα. Δική τους η πραγματικότητα, αλλά δύσκολο ως άνθρωπος να την ξεχάσεις, να προσποιηθείς ότι δεν υπάρχει. Μέχρι τώρα, όλοι οι άλλοι άνθρωποι στη ζωή τους, τούς είχαν παρατήσει, τούς είχαν ξεχάσει. Αποφάσισα ότι εγώ δεν θα ήμουν ένας από αυτούς που τους πρόδωσαν. Γι’ αυτό συνέχισα και θα συνεχίσω.

Δεν είναι, όμως, μόνο τα παιδιά της «ξεχασμένης γενιάς», για τα οποία μάχεται η Άντζελα. Μάχεται, την ίδια στιγμή, για να αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο η Πολιτεία σήμερα αντιμετωπίζει το όλο θέμα.

Οι πολιτειακές κυβερνήσεις της  Τασμανίας και της Δυτικής Αυστραλίας θεσμοθέτησαν ήδη ειδικό ταμείο αλλά και ειδική τράπεζα πληροφοριών για τα θύματα της «ξεχασμένης γενιάς». Η κυβέρνηση της Βικτώριας αντιστέκεται ακόμα στη δημιουργία αυτών των φορέων. Η Άντζελα το πολεμά. «Δεν μπορούν να συνεχίσουν έτσι. Το ειδικό ταμείο είναι απαραίτητο για να είναι ευκολότερη η πρόσβαση των θυμάτων σε αποζημιώσεις, αλλά η ειδική τράπεζα πληροφοριών είναι ακόμα περισσότερο αναγκαία. Πριν από κάμποσα χρόνια, ο John Scott που συνελήφθη από τις Αρχές, είχε κατά συρροή βιάσει πολλά παιδιά τη δεκαετία του ’70. Είχαν γίνει καταγγελίες αργότερα και μάλιστα ονομαστικές, αλλά λόγω της αδυναμίας του συστήματος ακόμα και η αστυνομία δεν μπορούσε να διασταυρώσει αυτές τις πληροφορίες που είχε. Συνελήφθη πριν αρκετά χρόνια και ενώ εργαζόταν ως προπονητής μπάσκετ, μετά από καταγγελίες γονέων και παιδιών της ομάδας που προπονούσε.
Η ομογενής δικηγόρος κουνά με απελπισία το κεφάλι της όταν αναφέρω την πρόσφατη «συγνώμη» του Αυστραλού πρωθυπουργού. «Δούλεψε με διαφορετικό τρόπο στο κάθε θύμα και αυτό το σέβομαι απόλυτα. Μία συγνώμη, όμως, λύνει το πρόβλημα; Καλές οι συμβολικές πράξεις αλλά ακόμα καλύτερη η ουσία», καταλήγει η Άντζελα Σδρίνη.