Σε αντίθεση με τα όσα ισχύουν στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην Ελλάδα η ελευθερία διάθεσης που απολαμβάνει ο καθένας σχετικά με την περιουσία του υφίσταται σημαντικούς περιορισμούς σχετικά με ορισμένα μέλη της οικογένειάς του, και δη τα παιδιά του, τον ή την σύζυγο και τους γονείς. Ο ελληνικός νόμος προβλέπει ένα τμήμα της περιουσίας του κάθε κληρονομούμενου που υποχρεωτικά πρέπει να διατεθεί στους παραπάνω συγγενείς. Το τμήμα αυτό ονομάζεται νόμιμη μοίρα και είναι ίσο με το μισό της εξ αδιαθέτου μερίδας του κάθε συγγενούς. Στο τμήμα αυτό, βέβαια, συνυπολογίζονται παροχές που ενδεχομένως έκανε ο κληρονομούμενος προς το συγκεκριμένο δικαιούχο όσο ζούσε (για παράδειγμα, εάν ο κληρονομούμενος δώρισε σε ένα από τα παιδιά του όσο αυτός ζούσε κάποιο ακίνητο, η αξία του ακινήτου αυτού συνυπολογίζεται στο ποσοστό της νόμιμης μοίρας που δικαιούται το συγκεκριμένο παιδί από την κληρονομιά του γονέα του).
Ο διαθέτης μπορεί να αποκληρώσει τον δικαιούχο της νόμιμης μοίρας (τέκνο, γονέα ή σύζυγο) μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όπως: όταν ο δικαιούχος υπέπεσε σε βαρύ παράπτωμα, όταν ζούσε άσωτο βίο, ή στην περίπτωση συζύγου, αν συνέτρεχε βάσιμος λόγος διαζυγίου που οφειλόταν στην υπαιτιότητα του δικαιούχου να κληρονομήσει συζύγου. Στην περίπτωση που ο διαθέτης αποκληρώνει με τη διαθήκη του κάποιον από τους ανωτέρω δικαιούχους (ή του αφήνει ποσοστό στην κληρονομία μικρότερο της νόμιμης μοίρας), τότε ο δικαιούχος δικαιούται να συμμετέχει στην κληρονομία για το μέρος που λείπει ή για ολόκληρο το ποσοστό της νόμιμης μοίρας (αν είχε αποκληρωθεί). Επιπλέον, κατά την περίπτωση που η κληρονομία που υπάρχει κατά το θάνατο του διαθέτη δεν επαρκεί για να καλυφθεί το ποσοστό της νόμιμης μοίρας, ο δικαιούχος αυτής έχει το δικαίωμα να επιδιώξει την ανατροπή δωρεών που έκανε ο κληρονομούμενος όσο ζούσε, προκειμένου να ικανοποιηθεί από αυτές.
Το δικαίωμα της νόμιμης μοίρας γεννιέται στις ακόλουθες δύο περιπτώσεις:
α) Όταν υπάρχει διαθήκη: στην περίπτωση που οι δικαιούχοι θα κληρονομούσαν το διαθέτη, αν είχε πεθάνει χωρίς διαθήκη, και δεν κληρονομούν με τη διαθήκη (ή κληρονομούν λιγότερο ποσοστό από τη νόμιμη μοίρα) και
β) Εξ αδιαθέτου: όταν η κληρονομιά που υπάρχει δεν επαρκεί για να καλυφθεί η νόμιμη μοίρα των κληρονόμων, λόγω παροχών που έκανε ο κληρονομούμενος όσο ζούσε ή λόγω περιορισμών που έχουν τεθεί με διαθήκη.
Σημαντικό είναι λοιπόν ότι το δικαίωμα της νόμιμης μοίρας υπάρχει μόνο όταν οι δικαιούχοι θα κληρονομούσαν αν δεν υπήρχε διαθήκη. Έτσι, για παράδειγμα, οι γονείς του κληρονομούμενου δεν έχουν δικαίωμα νόμιμης μοίρας, αν ο κληρονομούμενος άφησε σύζυγο και τέκνα (αφού αν δεν υπήρχε διαθήκη, θα κληρονομούσαν μόνο τα τέκνα και ο σύζυγος, και όχι οι γονείς που καλούνται στην κληρονομιά μόνο αν δεν υπάρχουν κατιόντες). Τα εγγόνια, δισέγγονα κλπ., αποκτούν δικαίωμα νόμιμης μοίρας μόνο αφού εκπέσουν οι ανιόντες τους (γονείς που κληρονομούν). Επιπλέον, για κάποιον κληρονομούμενο ο οποίος έχει τρία τέκνα και μία σύζυγο ισχύουν τα ακόλουθα: η εξ αδιαθέτου μερίδα του κάθε τέκνου είναι το ¼ της περιουσίας, η δε νόμιμη μοίρα το 1/8 της περιουσίας.
Τέλος, ως προς τις νομικές συνέπειες της μη κατάληψης της νόμιμης μοίρας με διαθήκη θα πρέπει να σημειωθεί ότι αυτή επιφέρει αυτοδίκαιη ακυρότητα της διαθήκης κατά το ποσοστό της νόμιμης μοίρας. Η ακυρότητα αυτή είναι απόλυτη, μπορεί να την επικαλεστεί οποιοσδήποτε και εξετάζεται και αυτεπάγγελτα. Ο δικαιούχος της νόμιμης μοίρας (μεριδούχος) αποκτά οριστικά την κληρονομία κατά το ποσοστό της νόμιμης μοίρας με αποδοχή και τη χάνει με αποποίηση.
* Το παρόν άρθρο συντάχθηκε από το Δικηγορικό Γραφείο του κ. Ιωάννη Μ. Τριπιδάκη & Συνεργατών www.greeklawyersonline.gr / tel.: +30 210 8949037- Μελβούρνη 0402 751 102.