Έπεα πτερόεντα οι υποσχέσεις του πρώην πρωθυπουργού, Τζον Χάουαρντ, όταν το 1999 υποσχόταν ότι «το νέο σύστημα θα έδινε την ευκαιρία στους γονείς, ανεξαρτήτως εισοδήματος, να έχουν επιλογή σε ποιο σχολείο θα στείλουν το παιδί τους».

Ακουγόταν εξωπραγματικό, ο λόγος, όμως, που παρουσιαζόταν μ’ αυτό το περίβλημα, ήταν ότι οι φορολογούμενοι θα έπρεπε να βάλουν το χέρι βαθιά στην τσέπη, προκειμένου να δώσουν «πόδια» να σταθεί το νέο Κοινωνικοοικονομικό Σχέδιο επιχορήγησης των ιδιωτικών σχολείων, ένα σχέδιο που θα τους στοίχιζε $28δις περίπου.

Αυτά, εν έτει 1999, όταν ο τότε πρωθυπουργός συνόδευσε την παρουσίαση του μεγαλόπνοου οράματος, με την υπόσχεση ότι τα δίδακτρα στα ιδιωτικά σχολεία, όχι μόνο δεν θα αυξάνονται, αλλά θα μειωθούν σημαντικά.

«Πρόσβαση στα ιδιωτικά σχολεία για όλους, ανεξαρτήτως κοινωνικοοικονομικού επιπέδου», ήταν το σύνθημα, που επρόκειτο να αποδειχτεί ένα ηχηρότατο φιάσκο, από τα εντυπωσιακότερα ίσως, της δυναστείας του Χάουαρντ.

ΤΙ ΛΕΝΕ ΤΑ ΝΟΥΜΕΡΑ

Ας δούμε τι λένε τα νούμερα.

Τα δίδακτρα στα κορυφαία ιδιωτικά σχολεία, το 1999 ήταν $11.500 το χρόνο και απορροφούσαν το 28% του μέσου μισθού που ήταν $40.820.

Με τη νέα σχολική χρονιά, ο ίδιος γονέας θα πληρώσει $23.442, δηλαδή 36% του μέσου μισθού που είναι $64.896.

Αλλά και ο νυν πρωθυπουργός, Κέβιν Ραντ, δεν είναι άμοιρος ευθυνών. Με δική του απόφαση το σχέδιο «ίσων ευκαιριών και κοινωνικής δικαιοσύνης», πήρε παράταση τουλάχιστον μέχρι το 2012.

Ας μη νομίσει κανείς, εντούτοις, ότι η κίνηση αυτή της εργατικής κυβέρνησης έγινε με τη γενική συναίνεση. Αντίθετα, ακολούθησαν έντονες διαμαρτυρίες εκ μέρους των συνδικάτων των δημόσιων σχολείων. Αποτέλεσμα δεν έφεραν, βέβαια, ενώ την ίδια στιγμή μειώνεται και ο αριθμός εκείνων που έχουν πρόσβαση στα ιδιωτικά σχολεία, παρά την ουσιαστική οικονομική στήριξη των φορολογούμενων.

Έχει, ήδη, γίνει γνωστό ότι τα δίδακτρα στα ιδιωτικά σχολεία θα αυξηθούν φέτος κατά 6%.

«Λογική», χαρακτηρίζει την αύξηση ο γενικός γραμματέας του Συνδικάτου Ανεξάρτητων Σχολείων, Κρις Γουότ, ο οποίος υπενθυμίζει ότι οι μισθοί των εκπαιδευτικών αυξήθηκαν κατά 4.5% το χρόνο και επιπλέον υπάρχει περίπτωση τα σχολεία να είχαν μειωμένες δωρεές εξαιτίας της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.

«Αν η αύξηση των διδάκτρων έφτανε το 10%, ίσως τότε να μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι είναι υπερβολική. Τώρα, όμως, δεν υπερβαίνει κατά πολύ την αύξηση του βασικού μισθού», θα πει.

Φυσικά, ο ισχυρισμός αυτός είναι πέρα από την ουσία του θέματος που είναι ότι οι φορολογούμενοι εξαπατήθηκαν όταν τα $28δις που βγήκαν από την τσέπη τους, δεν τους άνοιξαν την πόρτα, όπως πίστευαν, στην ιδιωτική παιδεία.

ΧΩΡΙΣ ΑΝΤΑΛΛΑΓΜΑ

Όταν ο Χάουαρντ μιλούσε για ίσα δικαιώματα των παιδιών στην ιδιωτική παιδεία, ανεξαρτήτως κοινωνικοοικονομικού επιπέδου, μιλούσε ξεκάθαρα για μια τίμια – όπως φαινόταν τότε – συναλλαγή. Να δώσουν, αλλά και να λάβουν σε αντάλλαγμα ό,τι μέχρι τότε ήταν απαγορευτικό για τους περισσότερους. Αν το μέλλον μιας χώρας εξαρτάται από το επίπεδο μόρφωσης των πολιτών της, ποιος μπορούσε πριν δέκα χρόνια να αμφισβητήσει τις καλές προθέσεις του πρωθυπουργού;
Ίσως μόνο εκείνοι που γνωρίζουν ότι οι υποσχέσεις των πολιτικών δεν πρέπει να παίρνονται στα σοβαρά. 

Στην υπεράσπιση του πρώην πρωθυπουργού, έλαβε θέση προχτές ο νέος αρχηγός των Λίμπεραλ, Τόνι Άμποτ, ο οποίος για ακόμη μια φορά, φάνηκε να είναι μακριά από την ουσία του θέματος: «Δεν καταλαβαίνω προς τι όλος αυτός ο θόρυβος. Στο κάτω–κάτω, πρόκειται για ιδιωτικούς οργανισμούς και έχουν κάθε δικαίωμα να αποφασίσουν πόσα θα είναι τα δίδακτρα».

Για αθέτηση υποσχέσεων δεν θέλει καν ν’ ακούσει και αυτό δεν έχει να κάνει απαραίτητα με ξεθωριασμένο μνημονικό: «Κάθε παιδί στην Αυστραλία δικαιούται κυβερνητικής βοήθειας στο θέμα της παιδείας. Ανεξάρτητα αν πάει σε ιδιωτικό ή δημόσιο σχολείο. Στο δημόσιο έχει την πλήρη στήριξη της κυβέρνησης, ενώ στο ιδιωτικό η οικονομική βοήθεια είναι μειωμένη. Είναι θέμα των γονέων να αποφασίσουν πού θα στείλουν το παιδί τους».

ΑΙΜΑΤΗΡΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΕΣ

Μήπως, όμως, είναι και θέμα ποιότητας; Μήπως και οι μη εύποροι γονείς, κάνουν αιματηρές οικονομίες να στείλουν το παιδί τους στο ιδιωτικό σχολείο, όπου το επίπεδο είναι ανώτερο, προκειμένου να του δώσουν αρτιότερα εφόδια για τη ζωή;

Μήπως η κυβέρνηση θα έπρεπε, όταν μιλά για κοινωνική δικαιοσύνη και ίσες ευκαιρίες στην παιδεία, να φροντίσει για την αναβάθμιση των δημόσιων σχολείων, τα οποία ούτως ή άλλως απορροφούν τον μεγαλύτερο αριθμό των παιδιών αυτής της χώρας;

Αν το επίπεδο ποιότητας ήταν το ίδιο και στα δύο ινστιτούτα, το δημόσιο και το ιδιωτικό, γιατί ο χαμηλόμισθος ή μεσοεισοδηματίας να κάνει αιματηρές οικονομίες προκειμένου να στείλει το παιδί του στο ιδιωτικό σχολείο;

Μήπως το θέμα των «ίσων ευκαιριών», θα έπρεπε να ξεκινήσει από μια συστηματική έρευνα της λειτουργίας του ιδιωτικού και δημόσιου εκπαιδευτικού φορέα;
Αναμφίβολα χρειάζεται αναβάθμιση του δεύτερου, όταν μιλάμε για «ίσες ευκαιρίες» και εννοούμε αυτό που λέμε.

Η βοήθεια της κυβέρνησης στα ιδιωτικά σχολεία, δεν θα φαινόταν «άδικη», αν η κατάσταση στα δημόσια ήταν υγιής. Ή αν η υπόσχεση που έδωσε ο κ. Χάουαρντ «να ανοίξουν οι πόρτες των ιδιωτικών σχολείων στα παιδιά κάθε οικογένειας, ανεξαρτήτως κοινωνικοοικονομικού επιπέδου», ήταν ειλικρινής και ρεαλιστική.

Όπως εξελίχθηκαν, όμως, τα πράγματα, την τελευταία δεκαετία, τα δις των φορολογουμένων, κάθε άλλο παρά άνοιξαν πόρτες. Αντίθετα, το ότι υπάρχει μεγαλύτερος συνωστισμός … προ των πυλών, είναι μια ωμή εξακρίβωση. Κι’ αυτό γιατί το ποιοτικό χάσμα μεταξύ των δύο φορέων όλο και διευρύνεται. Αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να αφυπνίσει την κυβέρνηση Ραντ και να λάβει τα ανάλογα μέτρα.

Αν «τα κουκιά είναι μετρημένα» ας διανεμηθούν τουλάχιστον δίκαια…